Το μισό της Αντίστασης στον κατακτητή ήταν γυναίκες…
Κι όμως… Έρχονται σήμερα κάποια «προοδευτικά άτομα» να αμφισβητήσουν το ρόλο που έπαιξαν οι πολλοί – και οι πολλές – στην Ιστορία, μιλώντας περιφρονητικά για τη «μάζα». «Δε χρειάζεται -ισχυρίζονται- να εντάσσονται οι σημερινοί νέοι σε συλλογικούς αγώνες και να εκφράζουν ομαδικά συνθήματα: Ο,τι καλό έχει συμβεί στην ανθρώπινη ιστορία οφείλεται στα άτομα κι όχι στις μάζες».
Χωρίς καθόλου να υποτιμούμε το ρόλο της προσωπικότητας στην Ιστορία, εμείς πιστεύουμε ακριβώς το αντίθετο: Αν δεν υπήρχαν η προσφορά και οι θυσίες των πολλών «ανώνυμων» -και ειδικότερα των αφανών ηρωίδων, των γυναικών- δε θα υπήρχε προχώρημα στην ανθρώπινη ιστορία. Και για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, αν οι χιλιάδες γυναίκες που έδρασαν στην περίοδο της Κατοχής είχαν επιλέξει να «κάτσουν στ’ αυγά τους» – όπως πολλές ατομίστριες αστές – διαφορετική θα ήταν η εξέλιξη της Ιστορίας, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και παγκόσμια…
Καθημερινές γυναίκες
Δε μιλάμε μόνο για τις γυναίκες στις πόλεις, που η προσφορά τους είναι πιο γνωστή. Μιλάμε για τις γυναίκες της επαρχίας, της υπαίθρου. Εκεί, εκτός από τις λεβέντισσες που πήραν το τουφέκι και πολέμησαν σε μάχες με τον κατακτητή, ήταν και οι άγνωστες καθημερινές γυναίκες όλων των ηλικιών, που, αψηφώντας τα πολυβόλα των Γερμανών, κατέβηκαν σε διαδηλώσεις στη Λάρισα, στα Τρίκαλα και σε άλλες πόλεις. Ήταν αυτές, που πήραν μέρος στη «μάχη της σοδειάς», αυτές που λίγους μήνες πριν αρχίσει η Αντίσταση δεν περνούσαν από το καφενείο του χωριού τους, ούτε καθόταν στο ίδιο τραπέζι να φάνε με τους άντρες της οικογένειάς τους. Λίγα χρόνια αργότερα, καθόταν στο ίδιο τραπέζι και συνεδρίαζαν με «ξένους» και όχι συγγενείς άντρες, συμμετείχαν στην Αυτοδιοίκηση, στη Λαϊκή Δικαιοσύνη.
Είχε προηγηθεί η συμμετοχή τους στην Εθνική Αλληλεγγύη, όπου η πλειονότητα (1.740.000 μέλη) ήταν γυναίκες. Η αγρότισσα είναι που υφαίνει, πλένει, ζυμώνει, μαγειρεύει, μοχθεί όλη μέρα για τους αντάρτες.
Αυτή κουβαλά ζαλίγκα τα πολεμοφόδια και τα τρόφιμα σε απάτητα ρουμάνια, με κίνδυνο της ζωής της.
Αυτήν καίνε ζωντανή μαζί με τα παιδιά της οι κατακτητές για αντίποινα, αυτήν περνάνε από την ξιφολόγχη μαζί με τα νεογέννητα βρέφη της, αυτήν γδέρνουν ή κάνουνε κομμάτια.
Στο βιβλίο της Μέλπως Αξιώτη «Οι Ελληνίδες φρουροί της Ελλάδας», υπάρχουν κατάλογοι με ονόματα ηρωίδων, που υπέστησαν θηριωδίες από τους κατακτητές, αλλά και αμάχων που βρήκαν τον πιο μαρτυρικό θάνατο, όπως στην Κατρανίτσα της Κοζάνης.
Οι γυναίκες της υπαίθρου υπέστησαν τα πάνδεινα, αλλά οι θυσίες τους είναι ελάχιστα γνωστές. Κι όμως… Συμμετείχαν «μαζικά» και μέσα σε λίγα χρόνια η ζωή τους άλλαξε, όπως και η συνείδησή τους, όταν αξιοποίησαν τις κρυμμένες ικανότητες και τον καταπιεσμένο δυναμισμό τους. Όλη αυτή η «μαζική» συμμετοχή απέδειξε ότι η κατωτερότητα της γυναίκας ήταν ένας μύθος…
Εφτακόσιες Καραγκούνες
Ιδιαίτερα μαχητικές ήταν οι γυναίκες στα χωριά της Θεσσαλίας: Στις 11 Μάρτη του 1944 εφτακόσιες γυναίκες από την περιοχή των Τρικάλων μαζεύονται στο χωριό Ζούλιανη, για να κατέβουν στην πόλη, να διαμαρτυρηθούν για την επιστράτευση. Ντυμένες όλες καραγκούνικα, μπαίνουν στην πόλη από διάφορα σημεία και κατευθύνονται στη Νομαρχία. Η Βάγια Παπαγκόγκου, στέλεχος του ΚΚΕ και υπεύθυνη της καθοδηγητικής δουλειάς για τις γυναίκες σε όλο το νομό τότε, γράφει γι’ αυτήν την ξεχωριστή κινητοποίηση των αγροτισσών στο βιβλίο της «Λαϊκών αγώνων αναπαραστάσεις» (Εκδόσεις Βαριάκη).
«…Πάνω στο μεγάλο τραπέζι, το στρωμένο με πράσινο τραπεζομάντιλο, μια επιτροπή γράφει τα ονόματα των γυναικών και των χωριών που κατάγονται, ενώ ο Γερμανός διοικητής παίρνει ανακρίσεις:
– Ποιος σας έφερε εδώ; – Ήρθαμαν μοναχές μας! – Ποιος σας έστειλε; – Είπαμαν, ήρθαμαν μοναχές μας.
– Τι θα πει μοναχές; Πώς συνεννοήθηκαν οι γυναίκες του Λιόπρασου και της Παλιοσαμαρίνας, της Συκιάς και της Σκλάταινας; Ποιος σας οργάνωσε; Αυτό θέλουμε να μας πείτε, ακούστηκε βροντερή η φωνή του Γερμανού διοικητή.
– Κανένας δε μας οργάνωσε! Ήρθαμαν όλες μαζί γιατί ταίριασαν τα μυαλά μας.
– Γιατί ήρθατε εδώ; – Για να σας πούμε να φύγετε από τον τόπο μας. Να πάτε στα σπίτια σας, όπως είμαστε κι εμείς στα δικά μας!
Ο Γερμανός διοικητής αποτείνεται σε μια γριά:
– Γιατί ήρθες εδώ γιαγιά; – Να σ’ πω παιδάκι μ’ να πας στη μανούλα σ’… ούλα τα χωριά γιουμάτα αντάρτες με τφέκια. Είπαν θα σας σκοτώσουν. Γρήγουρα να φύγιτι…
Μετά τις ανακρίσεις, οι 24 γυναίκες της επιτροπής οδηγούνται στη γερμανική διοίκηση, ενώ ένα μεγάλο αριθμό, κοντά στις 250, μας οδηγούν στις φυλακές της πόλης. Οι υπόλοιπες απελευθερώνονται από έλλειψη χώρου. Μια αποπνιχτική μούχλα και μια αλλόκοτη κρυάδα διαπερνά το σώμα μας, μόλις πατήσαμε στο κρύο τσιμέντο της φυλακής… από μια τρύπα του μεσότοιχου, που ‘ναι επίτηδες φτιαγμένη για τέτοιον σκοπό, άρχισαν να βάζουν νερό π’ ανέβαινε σιγά σιγά στα πόδια μας…
…Οχ! Πονώ φριχτά… το στήθος μου πέτρωσε! ακούγεται γυναικείο κλάμα. – Σου είπα να μην έρθεις, αφού είχες μωρό! της λέει κάποια από μας. – Τι λες; Πώς δε θα ‘ρχόμουνα; Μόνο εγώ έχω μωρό;
Το πρωί έφεραν και τις 24 της επιτροπής. Το μεσημέρι, πάλι ανακρίσεις. – Να φύγετε κύριε Γερμανέ και συμπάθα με που δεν ξέρω πώς σε λένε…
»Πάλι μέσα στο μουχλιασμένο μπουντρούμι… Τα νερά πάνω από τα γόνατά μας… Η δεύτερη νύχτα είναι πιο φριχτή. Τη δεύτερη μέρα είναι πιο χλωμά τα πρόσωπά μας και τα μάτια μας βαθούλωσαν πιο πολύ. Όμως, καμιά δεν παραπονιέται».
Ύστερα από το γενικό ξεσηκωμό της περιοχής, οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να αφήσουν ελεύθερες τις γυναίκες. Όταν ξανατράβηξαν για τη Ζούλιανη, με έκπληξη, είδαν ότι ήταν διπλάσιες απ’ όσες ξεκίνησαν από τα Τρίκαλα. Γυναίκες και άνδρες της πόλης τις συνόδευαν.
«Λαός απ’ όλη την περιφέρεια μάς περίμενε με χαρά και συγκίνηση στο χωριό Ζούλιανη. Βούιζε η ατμόσφαιρα από τα τραγούδια της Αντίστασης…».
Πρωταγωνίστριες της Ιστορίας
Πλήθος ιστορίες με πρωταγωνίστριες απλές γυναίκες της επαρχίας. Σταχυολογούμε από το ημερολόγιο της Πανελλήνιας Ενωσης Γυναικών του 1966:
- Στη Μακρακώμη μπαίνουν οι Γερμανοί κυνηγώντας αντάρτες. Δεν τους βρίσκουν, για ν’ αποσπάσουν πληροφορίες συγκεντρώνουν τις 2.500 γυναίκες του χωριού στο προαύλιο της εκκλησίας. Ρωτούν. Καμιά απάντηση. Τρεις ολόκληρες ώρες στην καρδιά του χειμώνα τις κρατούν γονατιστές, περιφέροντας το περίστροφο από τον κρόταφο της μιας στο στήθος της άλλης. Καμιά δεν άνοιξε το στόμα.
- Στο Στεφανόβουνο της Θεσσαλίας οι Γερμανοί πιάνουν έναν αγρότη και τον μεταφέρουν με αυτοκίνητο στην Ελασσόνα. Οι γυναίκες του χωριού παίρνουν το αυτοκίνητο από πίσω. Εσπασαν το μπλόκο, άρπαξαν το συγχωριανό τους από τα χέρια των Γερμανών και τον γύρισαν θριαμβευτικά στο χωριό τους. Το ίδιο έγινε στον Τύρναβο. Οταν οι Γερμανοί έπιασαν 1.500 άνδρες, ξεχύθηκαν οι γυναίκες στους δρόμους, δώσανε μάχη μ’ αυτούς και τους Ρωμιούς συνεργάτες τους και κατάφεραν να τους απελευθερώσουν, εκτός από 35, που τους απελευθέρωσαν αργότερα με διαβήματα.
- Στο Ηράκλειο Κρήτης, όπου έπεσαν οι πρώτοι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές, οι γυναίκες πολεμάν πλευρό με πλευρό με τους άνδρες. Μα και σ’ ολόκληρο το νησί, οι Κρητικές αγωνίζονται σκληρά χωρίς να υποκύπτουν σε κανενός είδους μαρτύριο.
- Στην Εδεσσα οι γυναίκες παίρνουν μέρος κατά χιλιάδες στο μεγάλο συλλαλητήριο του Δεκέμβρη του 1943, όπου αντιμετώπισαν ηρωικά την Γκεστάπο.
Βαρύς ήταν ο φόρος του αίματος στον αγώνα της απελευθέρωσης στην Κεντρική και Δυτική Μακεδονία. Εγιναν 282 εκτελέσεις γυναικών από Γερμανούς και Βούλγαρους, 93 τουλάχιστον βιασμοί, 49 βασανισμοί για περίθαλψη Αγγλων συμμάχων, 91 αποστολές στη Γερμανία για εθνική δράση.
Το αντιστασιακό τραγούδι «Η μάνα του Αντάρτη», που έγραψε ο Ευάγγελος Μαχαίρας, ήταν εμπνευσμένο από μια πραγματική μάνα, την Βασιλική Σταυροπούλου, από τη Λακωνία. Οπως γράφει ο ίδιος στο βιβλίο του «50 χρόνια μετά» (Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»), «εκείνη συγκέντρωνε τις γυναίκες για ζύμωμα, φούρνισμα, πλύσιμο και κάθε άλλη υπηρεσία που χρειάζονταν το αντάρτικο, μοίραζε υλικά για πλέξιμο, συγκέντρωνε τα έτοιμα πλεκτά, τα παράδινε στην ΕΤΑ (Επιμελητεία του Αντάρτη), συμμετείχε στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, οργάνωνε γυναικείες ομάδες για διάφορες αποστολές και, φυσικά, σε όλες αυτές ήταν πρώτη, δεν έδινε μόνο κατευθύνσεις, αλλά εργαζόταν πρώτη και καλύτερη.
…Τον Αύγουστο του 1944 την έπιασαν οι Γερμανοί και την εκτέλεσαν μαζί με άλλους πατριώτες έξω από τη Σπάρτη…».
Εξακόσιες χιλιάδες τα μέλη της ΕΠΟΝ σ’ όλη την Ελλάδα και οι μισές ήταν κοπέλες. Δούλεψαν σκληρά σε όλους τους τομείς και ήταν αυτές που στήριξαν τα αντάρτικα νοσοκομεία, όπως, λ.χ., τα κορίτσια του Μεγάλου Χωριού στην Ευρυτανία. Με πρωτοβουλία των Ελληνίδων μελών της Αντίστασης, ιδρύονται 679 λαϊκά ιατρεία, 169 λαϊκά νοσοκομεία και 1.253 λαϊκά φαρμακεία σε ολόκληρη τη χώρα.
Για πρώτη φορά
Δε θα μιλήσουμε εδώ για τη συμμετοχή των γυναικών στον ΕΛΑΣ και στον εφεδρικό ΕΛΑΣ. Να θυμηθούμε μόνο τη θρυλική «Θύελλα», που σε μια μάχη μετέφερε μόνη της 24 τραυματίες. Την Κούλα Ντάνου, που μαζί με την «Θύελλα» ήταν οι πρώτες Ρουμελιώτισσες αντάρτισσες. Τη «Λεβεντοκατερίνη», από το χωριό Φουρνέ των Χανίων, χήρα στα 21 της με τέσσερα παιδιά, που πήρε τ’ άρματα και πολέμησε με τους άντρες. Την Μαρία Λιουδάκι, εκπαιδευτικό και λαογράφο, δραστήρια αγωνίστρια της Αντίστασης στην Ιεράπετρα, που στον εμφύλιο οι παρακρατικοί την έκαναν κομμάτια… Ολες αυτές – και πολλές άλλες – είχαν βγει από τα σπλάχνα της αγροτιάς…
Απ’ όλες τις γωνιές της θεσσαλικής γης ξεκίνησαν τον Ιούλη του 1944 γυναίκες για να πάρουν μέρος στην Πρώτη Πανθεσσαλική Συνδιάσκεψη Γυναικών του ΕΑΜ Θεσσαλίας, που έγινε στον Ιταμο των Αγράφων στις 29 Ιούλη του 1944.
Μερικές κρατούσαν τα μωρά τους, οι περισσότερες άφησαν πίσω τους σπίτι, άντρα και παιδιά. Συγκεντρώθηκαν 125 γυναίκες, εκλεγμένες αντιπρόσωποι οι περισσότερες με τις τοπικές στολές τους, να μιλήσουν για τα ζητήματα του αγώνα, αλλά και για τα ξεχωριστά γυναικεία προβλήματα. Ανέβαιναν στο βήμα, διεύθυναν συζητήσεις, έκαναν προτάσεις, έβρισκαν λύσεις. Κάτι πρωτοφανές για την ελληνική επαρχία του 1944…
Η εφημερίδα των γυναικών Θεσσαλίας «Η θύελλα» κατέγραψε τη συνδιάσκεψη αυτή. Και οι αγρότισσες ψήφισαν για πρώτη φορά σε εκλογές στην Ελεύθερη Ελλάδα για την ανάδειξη του Εθνικού Συμβουλίου, ενώ τον Ιούλιο του 1944 εκλέγονται στα Κοινοτικά Συμβούλια και στις Επιτροπές Λαϊκής Αυτοδιοίκησης, αλλά και στα Λαϊκά Δικαστήρια.
Το πισωγύρισμα της χώρας με τον εμφύλιο πόλεμο σήμανε και το χαμό δικαιωμάτων για τις γυναίκες, που έδωσαν το αίμα τους για μια διαφορετική κοινωνία.
Κι όχι μόνο δικαιωμάτων. Χιλιάδες αγωνίστριες της Αντίστασης έχασαν τη ζωή τους στα χρόνια που ακολούθησαν…
Διωγμός…
Η αγωνίστρια Σταματία Μπαρμπάτση, στο «Διπλό βιβλίο» της ιστορικού Τασούλας Βερβενιώτη (Εκδόσεις «Βιβλιόραμα»), καταθέτει τη μαρτυρία της – μια σπαρακτική μαρτυρία. Προέρχεται από μιαν αφανή μαχήτρια, φτωχή αγρότισσα, ΕΠΟΝίτισσα, που σε συνέχεια πήρε το όπλο και πολέμησε στον Εμφύλιο σαν αντάρτισσα, πληγώθηκε και πέρασε 12 χρόνια στη φυλακή, χωρίς ποτέ να κάνει δήλωση. Η μαρτυρία της είναι χαρακτηριστική, γιατί δείχνει πώς βίωσαν οι αγρότισσες την Αντίσταση, αλλά και όλα τα δεινά που επακολούθησαν. Το κυνηγητό που έκαναν οι παρακρατικοί στη νεολαία του χωριού, τα φονικά των Βουρλάκηδων. «Οι ταγματασφαλίτες – πληρωμένοι – έπαιζαν το παιχνίδι τους, γράφει.
Κρυμμένοι πιάνανε τα παιδιά, τα σκοτώνανε και γέμισε ο τόπος κόκαλα. Φαγωμένοι οι άνθρωποι από τα ζουλάπια! Ακόμα, μέσα στη μεγάλη πλατεία του χωριού είχαμε ένα ωραίο πηγάδι και πίναμε δροσερό νερό το καλοκαίρι. Το γεμίσανε πτώματα. Και όταν ήρθαν οι κάτοικοι στο χωριό, το έκλεισαν να μην υπάρχει καθόλου…».
Η ίδια και η αδελφή της γλίτωσαν την τελευταία στιγμή από τους Βουρλάκηδες, γιατί μεσολάβησε μια συγχωριανή συγγενής τους, που τους σταμάτησε με δυναμικό τρόπο. Συγκλονιστική, μια σκηνή που περιγράφει – ήταν λίγο πριν συλληφθεί σαν μαχήτρια του Δημοκρατικού Στρατού:
«Εκείνη η καταστροφή που έγινε στην Γκιώνα δε λέγεται. Οταν είχα ανέβει πάνω στα χιόνια, στην Γκιώνα, στα ισώματα της Γκιώνας, στο πιο ψηλό μέρος, υπάρχουν λιβάδια. Εκεί είδαν τα μάτια μου κάτι πολύ φριχτό. Θερισμένοι άνθρωποι από τα αεροπλάνα. Να σε πιάνει τρόμος. Η ψυχή μου είχε μαυρίσει… κάτι κοπέλες σαν το κρύο το νερό. Ακόμα και μεγάλες γυναίκες που πήγανε στα τμήματα να μην τις πιάσουνε. Και είμαι σίγουρη ότι δεν τους μάζεψε κανένας. Τους φάγανε τα ζουλάπια – ακόμα και μικρά παιδιά. Κάθισα λίγο σε μια άκρη και έκλαψα…».
…Στην ερώτηση τι θα ήθελε να ήταν αλλιώς στη ζωή της, απαντά: «Θα ήθελα να ήμανε ελεύθερη, να παντρευτώ γρήγορα, να κάνω δυο παιδάκια, να έχω οικογένεια και να είμαι στο κόμμα και να βοηθάω όσο μπορώ το κόμμα. Στο κόμμα δεν το μετανιώνω ποτέ».
Ετσι τελειώνει και η μαρτυρία της Σταματίας Μπαρμπάτση. Μια ακόμα μαρτυρία, που δείχνει πως παρ’ όλα όσα τράβηξαν οι γυναίκες του λαού μας, η περίοδος που αγωνίζονταν και έλπιζαν ήταν η καλύτερη της ζωής τους. Γιατί ακριβώς ο αγώνας τους ήταν μαζικός, συλλογικός, είχαν ξεπεράσει το «εγώ» τους και βάδιζαν όλοι -ες μαζί για έναν καινούριο, καλύτερο κόσμο…
Η συλλογικότητα είναι αυτό που τους έχει λείψει…
Πηγή: Αλίκη ΞΕΝΟΥ – ΒΕΝΑΡΔΟΥ – ethniki-antistasi-dse.gr
e-prologos.gr