Τον προβληματισμό της εκπαιδευτικής κοινότητας για τη χρήση κάμερας στα σχολεία πλήρωσε με την απόλυσή της δασκάλα από το Αρσάκειο Πάτρας, σε μια πρωτοφανή επίδειξη διευθυντικού και εργοδοτικού αυταρχισμού. Την υπόθεση ανέδειξαν ο Σύνδεσμος Ιδιωτικών Λειτουργών Εκπαίδευσης Αχαΐας και το Εργατικό Κέντρο Πάτρας, απαιτώντας την επαναπρόσληψη της εκπαιδευτικού, ενώ το περιστατικό καταδίκασε με σκληρή γλώσσα η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας.
«Φαίνεται ότι στο βασίλειο του κ. Μπαμπινιώτη οι εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να εκφράζουν ελεύθερα την άποψή τους, αλλά θα πρέπει αμίλητοι να συμμορφώνονται με κάθε εντολή της διοίκησης, ακόμη κι αν αυτή παραβιάζει κρίσιμα δεδομένα παιδιών, γονέων και εκπαιδευτικών», σχολιάζει η ΟΙΕΛΕ, κάνοντας λόγο για «καθεστώς ζούγκλας στα ιδιωτικά σχολεία, διά χειρός Κεραμέως».
«Από ό,τι φαίνεται, το υπουργείο Παιδείας νομοθετεί κατά παραγγελία από τους σχολάρχες και τους εμπόρους της εκπαίδευσης. Μας εκπλήσσει το γεγονός ότι η καταγγελία της σύμβασης της συναδέλφισσάς μας της κοινοποιήθηκε λίγες μέρες πριν από την κατάθεση του νομοσχεδίου για την ιδιωτική εκπαίδευση, που ανατρέπει βασικά εργασιακά κεκτημένα», δήλωσε ο Γιάννης Ζησιμόπουλος, πρώην πρόεδρος του Συλλόγου Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Αχαΐας.
«Κακοπληρωμένο, τρομοκρατημένο και ελαστικά εργαζόμενο εκπαιδευτικό προσωπικό σημαίνει και υποβάθμιση της εκπαίδευσης – και αυτό πρέπει να το γνωρίζουν οι γονείς», συμπληρώνει, τονίζοντας ότι ποτέ δεν δόθηκε απάντηση από τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία για τους λόγους απόλυσης της συναδέλφου τους, που μέχρι τότε είχε λάβει μόνο επαίνους για την εργασία της.
Η εκπαιδευτικός Βάσια Βαγενά έχει ήδη καταθέσει αγωγή κατά της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και έχει πάρει δικάσιμο για τον προσεχή Σεπτέμβριο, αν όλα πάνε καλά.
Η υπόθεση έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον από την άποψη ότι η εκπαιδευτικός έχασε τη δουλειά της διότι, όπως τονίζεται σχετικώς και στην αγωγή, εξέφρασε απλώς επιφυλάξεις για την απόφαση της διοίκησης του σχολείου να τοποθετηθούν κάμερες εντός των σχολικών τάξεων την περίοδο της εκ περιτροπής διδασκαλίας πανελλαδικά τον Ιούνιο του 2020.
To ιστορικό της υπόθεσης
Οι εκπαιδευτικοί του Αρσακείου Δημοτικού Σχολείου της Πάτρας ενημερώθηκαν τον Μάιο του 2020 για την ειλημμένη απόφαση της διοίκησης να τοποθετηθούν κάμερες στις σχολικές αίθουσες από την 1η Ιουνίου. Οπως ήταν λογικό, η γνωστοποίηση της εν λόγω απόφασης προκάλεσε σκεπτικισμό και προβληματισμό στις τάξεις των δασκάλων. Αποφασίστηκε να σταλεί επιστολή προς το Διοικητικό Συμβούλιο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, την οποία υπέγραψαν 15 εκπαιδευτικοί του οργανισμού.
Στην επιστολή γινόταν, μεταξύ άλλων, λόγος για την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων μαθητών και εκπαιδευτικών, ζήτημα που εκ φύσεως είναι ιδιαίτερα σημαντικό και για το οποίο υπήρξαν αποφάσεις της Αρχής Προστασίας Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Γραπτή απάντηση δεν δόθηκε ποτέ. Απλά οι υπογράφοντες ενημερώθηκαν τηλεφωνικά ότι η διοίκηση του σχολείου δεν θα άλλαζε επ ουδενί την απόφασή της. Παράλληλα, όπως η καταγγέλλουσα αναφέρει, το κλίμα στο σχολείο για τους εκπαιδευτικούς που είχαν υπογράψει την επιστολή άρχισε να γίνεται εξαιρετικά βαρύ.
Από τους υπογράφοντες μόνο η καταγγέλλουσα είχε σύμβαση εργασίας που έληγε πριν την εφαρμογή του νέου νόμου για την ιδιωτική εκπαίδευση. Τελικά, παρά το ότι η εκπαιδευτικός είχε εισπράξει εγκωμιαστικά σχόλια για τη δουλειά της τόσο από τους προϊσταμένους της όσο και από τις οικογένειες των μαθητών της, η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου καταγγέλθηκε στη λήξη της, στις 31 Αυγούστου του 2020.
Από τις 25 Αυγούστου και μετά, αφού είχε γνωστοποιηθεί επισήμως η πρόθεση για την καταγγελία της σύμβασης, η εκπαιδευτικός προχώρησε σε συγκεκριμένες κινήσεις με την υποστήριξη του Συλλόγου Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Αχαΐας αλλά και του Εργατικού Κέντρου της Πάτρας. Από το σχολείο, μετά τις σχετικές οχλήσεις, έγινε γνωστό ότι δεν προέκυπτε ζήτημα μείωσης προσωπικού. Η εκπαιδευτικός που απολύθηκε αντικαταστάθηκε άμεσα με νέα πρόσληψη.
Η κα Βαγενά θεωρεί ότι η απόλυση έχει εκδικητικό χαρακτήρα, καθώς δεν υπήρξε μείωση προσωπικού ούτε είχε προηγηθεί καταγγελία εις βάρος της. Μάλιστα υποστηρίζει ότι η απόλυση έγινε για λόγους παραδειγματισμού προς τους υπόλοιπους διδάσκοντες, ώστε να λάβουν το μήνυμα ότι η έκφραση άποψης τιμωρείται.
Η ίδια ανέφερε τα εξής: “Η καταγγελία της σύμβασής μου πρακτικά ακυρώνει το δικαίωμα των εκπαιδευτικών να εκφράζουμε ελεύθερα τη γνώμη μας για θέματα που αφορούν το σχολείο στη συλλογική και δημοκρατική διαδικασία του Συλλόγου Διδασκόντων. Το γεγονός ότι η Φ.Ε. δεν απάντησε ποτέ στην ενυπόγραφη επιστολή με τα ερωτήματα που θέσαμε θεωρώ ότι μας απαξιώνει ως υπαλλήλους και παιδαγωγούς, μια και θέτει σε αμφισβήτηση το γεγονός ότι κατατέθηκαν προβληματισμοί με στόχο την άσκηση των καθηκόντων μας όσο πιο ποιοτικά και υπεύθυνα γίνεται. Αντί για επαγγελματισμό και απόδειξη του αισθήματος ευθύνης προς το λειτούργημά μας, η επιστολή, απ’ ό,τι φάνηκε από τις εξελίξεις, ερμηνεύτηκε ως κίνηση αμφισβήτησης της αυθεντίας της διοίκησης.
Κι επειδή άκουσα πολλά αφηγούμενη την περιπέτειά μου σε κόσμο, και είδα ότι κάμποσοι θεωρούν ότι οι εκπαιδευτικοί διαμαρτυρήθηκαν για τις κάμερες επειδή είναι τεχνοφοβικοί και τεμπέληδες, ή φερέφωνα μικροκομματικών και συνδικαλιστικών «δακτύλων», πιστεύω ότι όσο απαξιώνονται οι εκπαιδευτικοί συλλήβδην ως κλάδος με στερεοτυπικές αντιλήψεις, κλείνουμε τ’ αυτιά μας στους παιδαγωγούς, με ό,τι αυτό συνεπάγεται”.
Το μήνυμα που στέλνεται από ενέργειες αυτού του είδους προς τα έξω είναι ξεκάθαρο. Οι εργαζόμενοι, ακόμα και οι εκπαιδευτικοί, θα πρέπει να είναι πειθήνια όργανα και να εφαρμόζουν τις αποφάσεις των διοικήσεων και των ανωτέρων τους. Η οποιαδήποτε αντίδραση θα τιμωρείται παραδειγματικά. Δεν ακούγεται και δεν είναι πολύ δημοκρατικό.
Γι’ αυτό και η συγκεκριμένη δικαστική απόφαση αναμένεται με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον…
e-prologos.gr