Οι εγχώριοι κήρυκες του «Ευρωπαϊκού προσανατολισμού» καλλιεργούν διαχρονικά προσδοκίες ότι δήθεν η Ελλάδα μέσα στα πλαίσια της ΕΕ ενισχύει τον ρόλο της σαν «πόλος ειρήνης και σταθερότητας» στην περιοχή και διασφαλίζει τα σύνορά της, που τάχα αποτελούν και σύνορα της Ευρώπης. Όμως οι εξελίξεις επιβεβαιώνουν ακριβώς το αντίθετο. ΕΕ και ΝΑΤΟ, αφού «συνέβαλαν» στον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, παραμένουν κύριος παράγοντας γεωπολιτικών αναμετρήσεων στα Βαλκάνια αναζωπυρώνοντας εστίες έντασης που οι ίδιοι άνοιξαν.
Μετά την ανάδειξη του VMRO στην κυβέρνηση, στη Βόρεια Μακεδονία, οι νέοι ιθύνοντες της γειτονικής χώρας αμφισβητούν ευθέως τη Συμφωνία των Πρεσπών επαναφέροντας «αλυτρωτικά» οράματα σε βάρος των γειτόνων τους, Ελλάδας και Βουλγαρίας. Οι ελληνοαλβανικές σχέσεις οξύνονται με αφορμή την υπόθεση Μπελέρι, με τον Ράμα να χτυπά μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Από τη μια κολακεύει τον Μητσοτάκη κριτικάροντας την αντιπολίτευση, στην Αθήνα, και λίγο αργότερα στο Μιλάνο εγκαλεί την Ελλάδα για την καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Την ίδια ώρα η Αλβανία συμμετέχει για πρώτη φορά σε ναυτικές επιχειρήσεις του NATO στο Αιγαίο. Παράλληλα εγκρίνεται η ένταξη του Κοσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης (με θετική εισήγηση της Μπακογιάννη και κατ’ επέκταση της Ελλάδας), ξεσηκώνοντας έντονες αντιδράσεις στο Βελιγράδι.
Λάδι στην αναζωπύρωση της έντασης στα Δυτικά Βαλκάνια προκάλεσε η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ να ανακηρύξει την 11η Ιούλη «Παγκόσμια Μέρα Μνήμης της Γενοκτονίας στη Σρεμπρένιτσα», για τα γεγονότα του 1995, προκαλώντας τους Σέρβους και τους Σερβοβόσνιους. Το Ψήφισμα κατέθεσε η Γερμανία μαζί με τη Ρουάντα και υποστηρίχθηκε από ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Αλβανία, Βουλγαρία, Κροατία, Βόρεια Μακεδονία, Τουρκία κ.ά. Καταψήφισαν 19 χώρες (ανάμεσά τους Σερβία, Ρωσία, Κίνα), ενώ η Ελλάδα απείχε με άλλες 67 ακόμα χώρες. Το Βελιγράδι που βρίσκεται πάλι στη μέγγενη των Ευρωνατοϊκών εκβιασμών, εξαιτίας των ισχυρών σχέσεων που αναπτύσσει με Κίνα και Ρωσία, αντέδρασε με τον Σέρβο πρόεδρο, Βούτσιτς, να δηλώνει ότι «ανοίγει το Κουτί της Πανδώρας». Επίσης ο Ρώσος πρέσβης στο ΟΗΕ, Νεμπέζνια, καταδίκασε το ψήφισμα χαρακτηρίζοντάς το «απειλή για την ειρήνη και την ασφάλεια».
Το τέλος της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης προανάγγειλε ο ηγέτης της ομόσπονδης «Σερβικής Δημοκρατίας», Ντόντικ, μιλώντας για μια «ειρηνική διάσπαση» από το ενιαίο ομόσπονδο προτεκτοράτο. Ο Σερβοβόσνιος ηγέτης υποστήριξε ότι η απόφαση «επιβάλλει συλλογική ενοχή στους Σέρβους, μνημονεύοντας μια υποτιθέμενη γενοκτονία στη Σρεμπρένιτσα και αγνοώντας τα σερβικά θύματα», και ανακοίνωσε ότι ετοιμάζεται άμεσα λίστα με παραβιάσεις της Συμφωνίας του Ντέιτον, προϊόν της οποίας ήταν η Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Από την άλλη μεριά, ο φιλοδυτικός πρόεδρος της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης κατηγόρησε τη Σερβία ότι «απειλεί με αποσταθεροποίηση τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη και όλη την περιοχή». Αντίστοιχα ο πρωθυπουργός του Κοσόβου, Κούρτι, επιδοκίμασε την απόφαση του ΟΗΕ, ξεχνώντας ότι η χώρα του είναι προϊόν νωπών ακόμα ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων. Καταφέρθηκε προκλητικά κατά του Βελιγραδίου καθώς, όπως υποστήριξε, «η Σερβία σήμερα ενισχύει όλο και περισσότερο τους δεσμούς της ειδικά με τη Ρωσία και την Κίνα. Σε μια περίοδο που βιώνουμε έναν πόλεμο στην Ευρώπη, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την απειλή για ακόμα έναν πόλεμο στην περιοχή των Βαλκανίων», ότι το Βελιγράδι προετοιμάζεται με «ταχύ και τεράστιο εξοπλισμό» προκειμένου να ικανοποιήσει τις «εδαφικές φιλοδοξίες» του, τονίζοντας προκλητικά ότι «η απειλή δεν είναι θεωρητική, ο κίνδυνος ενός νέου πολέμου στα Βαλκάνια είναι πραγματικός».
Στη «δική» μας πλευρά, κάτω από το πρόσχημα της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, πυκνώνουν οι κίνδυνοι για ακρωτηριασμό της ελληνικής κυριαρχίας σε Αιγαίο και Θράκη, ενώ η Κύπρος οδηγείται στη διχοτόμηση.
Χαρακτηριστικές των κυοφορούμενων εξελίξεων είναι οι κοινές δηλώσεις κατά την πρόσφατη επίσκεψη Μητσοτάκη στην Τουρκία, όπου ο Ερντογάν μίλησε για «αλληλένδετα ζητήματα» στα Ελληνοτουρκικά ανοίγοντας, προσηλωμένος δήθεν στον «διάλογο», όλη την ατζέντα των τουρκικών επεκτατικών διεκδικήσεων. Αναφέρθηκε ξανά στην «τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα» και στη «δίκαιη και μόνιμη λύση» στο Κυπριακό «βάσει των πραγματικοτήτων στο νησί», νομιμοποιώντας τον Αττίλα και την πενηντάχρονη τουρκική κατοχή.
Σε συνέντευξή του, ο Ερντογάν ξεκαθάρισε ότι «η έγερση ζητημάτων κυριαρχίας δεν είναι μια κατάσταση που βλάπτει το έδαφος του διαλόγου και εμποδίζει την πρόοδό του». Δηλαδή ο διάλογος περιλαμβάνει και ζητήματα κυριαρχίας. Από τη μεριά του ο Μητσοτάκης, σε αντίστοιχη συνέντευξή του στη «Μιλιέτ», δηλώνει «ένθερμος υποστηρικτής του πραγματισμού» και οραματιστής της συνεργασίας στο διμερές εμπόριο, στην οικονομία, ώστε να «ξεκινούν κοινά εγχειρήματα», κάνοντας έμμεση αναφορά στη συνεκμετάλλευση του Αιγαίου. Αθήνα και Άγκυρα εστιάζουν στον «πολιτικό διάλογο» και τη «θετική ατζέντα», που στρώνουν τον δρόμο στην εκχώρηση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Στο μεταξύ το «βαρίδι» της Κύπρου έχει αφαιρεθεί από την ατζέντα του διαλόγου. Έχει αφεθεί στις πρωτοβουλίες της απεσταλμένης του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ Γκουτιέρες, Ολγκίν Κουεγιάρ, που ζητά από τους ηγέτες των δυο πλευρών να επιδείξουν «θάρρος και τόλμη» και αναφερόμενη στην κυβέρνηση Χριστοδουλίδη από την οποία προφανώς ζητά φόρμουλα αποδοχής της τουρκικής «λύσης» δύο κρατών, καταλήγει ότι η Λευκωσία «έχει μία πολύ καθαρή εικόνα και ξέρει τι θα μπορούσε να ξεκλειδώσει τη διαδικασία».
Στις συνθήκες αυτές το φασιστικό ΕΛΑΜ, που πρωτοεμφανίστηκε στο νησί σαν «Χρυσή Αυγή – Πυρήνας Κύπρου», αυξάνει την επιρροή του απειλώντας στις επερχόμενες Ευρωεκλογές να καταγραφεί σαν τρίτη δύναμη πίσω από το ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ.
Τα σούρτα φέρτα της κυπριακής διπλωματίας στα σαλόνια της Ευρώπης και οι κομπασμοί της για τη συμβολή της στην αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης του Παλαιστινιακού λαού με το αμερικανόπνευστο Σχέδιο Αμάλθεια, που προσφέρει ψήγματα ανακούφισης για συγκάλυψη των εγκλημάτων ΗΠΑ και ΕΕ, δεν αναβάθμισαν την κυπριακή υπόθεση. Οι άλλοτε «συνεπείς φίλοι» της Κύπρου την εγκαταλείπουν. Δεν είναι τυχαίο ότι, με επίσημη ανακοίνωσή του, το ιδιαίτερο γραφείο του Παλαιστινίου Προέδρου, Αμπάς, (που μεταδόθηκε από το επίσημο κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Παλαιστινιακής Εθνικής Αρχή, Wafa), ευχαριστώντας τις κυβερνήσεις της Νορβηγίας, της Ιρλανδίας και της Ισπανίας για την απόφασή τους να αναγνωρίσουν ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, η Κυπριακή Δημοκρατία, που συμπεριλαμβάνεται στις χώρες της ΕΕ που αναγνωρίζουν το Κράτος της Παλαιστίνης, αναφέρθηκε με την ονομασία «Ελληνική Διοίκηση της Νότιας Κύπρου», αντιγράφοντας την ονομασία που χρησιμοποιεί η κατοχική Τουρκία.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr