γράφει ο Γιώργης-Βύρων Δάβος

Όποιος τον γνώριζε, θα ήταν σύμφωνος πως ο ίδιος ο συνθέτης θα επικροτούσε απόλυτα τη διαμαρτυρία των ξεχασμένων από το κράτος και τη διοίκηση, εργαζόμενων

Όσοι πρόκειται να επισκεφθούν την εντυπωσιακή έκθεση του μεγάλου συνθέτη Ιάννη Ξενάκη, που εγκαινιάσθηκε στις 29 Ιουνίου στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, φυσικά και δεν σκέπτονται τους ανθρώπους που εργάζονται σε αυτό. Παρ’ όλο που και στα εγκαίνια, αλλά και στην προηγηθείσα συνέντευξη Τύπου, οι άνθρωποι που νυχθημερόν με την εργασία και παρουσία τους εξασφαλίζουν τη λειτουργία του ΕΜΣΤ με ηχηρό τρόπο προέβαλαν το αίτημά τους για μία αξιοπρεπή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.

Ίσως να μην έβρισκαν οι εργαζόμενοι καλύτερο συμβολισμό για να πλαισιώσουν τη διαμαρτυρία τους αυτή.  Όποιος γνώριζε τον Ξενάκη, τις πολιτικές του απόψεις και τη γενναιόφρονα προσωπικότητά του, θα ήταν σύμφωνος πως ο ίδιος ο συνθέτης θα επικροτούσε απόλυτα τη διαμαρτυρία των ξεχασμένων από το κράτος και τη διοίκηση, εργαζόμενων του ΕΜΣΤ. Γιατί και η πολιτική του πορεία και η κατοπινή στράτευση του Ξενάκη στην ανθρωπιστική και υπεριστορική πλευρά της μουσικής, θα τον έφερναν να πάρει φωναχτά το μέρος τους.

Ο ίδιος ο συνθέτης -οι συνεργάτες του, από τον μουσικό ίσαμε τον τελευταίο εργάτη στα Πολύτροπα, θα το επικύρωναν. Άλλωστε η μέθοδος σύνθεσής του -που οραματιζόταν πως μέσα από την οικουμενικότητα των μαθηματικών και της τεχνολογίας, θα απελευθερωνόταν ο ήχος από την υποκειμενική χειραγώγησή του και έτσι θα ξεπερνιόνταν οι «εθνικές» σχολές και ο ιδεολογικός τους χαρακτήρας- με την ουτοπιστικά πανανθρώπινη σφραγίδα της, έχει έναν βαθιά ηθικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Το έργο του Ξενάκη άλλωστε πέρα από τους ορίζοντες της τέχνης και της τεχνολογίας, ξέχωρα από την εξερεύνηση των ορίων της μαθηματικής θεώρησης της μουσικής και της «υλικότητας» του ήχου, είχε ως στόχο του την διεύρυνση του ανθρώπινου πνευματικού πολιτισμού και της ανθρωπιστικής αξίας του, όπως παραδόθηκε στον κόσμο από τα βάθη της Αρχαιότητας. Για τον Ξενάκη η κοσμική τάξη, η μαθηματική αρμονία, είναι και πηγή της ηθικής του ανθρώπου, έτσι όπως μπορεί να την αντιληφθεί ακριβώς από τούτη την κοσμική αρμονία και να την εφαρμόσει στις ανθρώπινες σχέσεις.

Τούτη λοιπόν η βαθιά ηθική διάσταση του Ξενάκη θα τον έβρισκε σύμφωνο με τους εργαζόμενους, που τόσο στη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, αλλά και στα εγκαίνια  ξεδίπλωσαν ένα πανό και ανέγνωσαν το κείμενο, με το οποίο ανέπτυσσαν  τα προβλήματα και τις ανησυχίες τους. Προβλήματα και ανησυχίες που σε λίγο καιρό θα είναι κοινά σε πολλούς εργαζόμενους στον πολιτισμό και τα Μουσεία, με βάση τις αλλαγές που ετοιμάζονται στους κανονισμούς και τον χαρακτήρα τους. Η Δαμόκλεια σπάθη της ιδιωτικοποίησης βρίσκεται πάνω από πολλούς θεσμούς του πολιτισμού, ανατρέποντας εργασιακές σχέσεις, μισθολογικές κλίμακες και ασφαλιστικές πρόνοιες.

Οι εργαζόμενοι στο ΕΜΣΤ υπενθύμισαν σε όλους μας την πραγματικότητα στην οποία καλούνται να εργασθούν κι αυτοί, όπως και πολλοί άλλοι συνάδελφοί τους σε ομοειδείς οργανισμούς. Θύμισαν πως πίσω από κάθε απαστράπτον γεγονός, μία εντυπωσιακή έρευνα, υπάρχουν άνθρωποι που εξακολουθούν να εργάζονται χωρίς ΣΣΕ, δίχως διαδικασίες αντικειμενικών κι αμερόληπτων κρίσεων, χωρίς εναρμονισμένους κανονισμούς εργασίας και εργασίας του Μουσείου, χωρίς προβλέψεις για χώρους ανάπαυσης και διαλειμμάτων ή άλλων προβλέψεων για την ασφάλειά τους στον χώρο δουλειάς. Η διοίκηση του Μουσείου ήδη έχει απορρίψει τις περισσότερες από τις προτάσεις των εργαζομένων, ενώ η δική της πρόταση για ΣΣΕ ακόμη αποτελεί τον «Φοίνικα της Αραβίας»: όλοι έχουν ακούσει ότι ετοιμάζονται, αλλά κανείς δεν τις έχει δει για να ασκήσει παρατηρήσεις κι αντιπροτάσεις.

Όμως η απουσία μίας επαρκούς ΣΣΕ είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία για τους εργαζομένους. Η απουσία μετενέργειας, λόγω των νόμων Χατζηδάκη, δεν εξασφαλίζει τη μισθολογική τους ασφάλεια, αλλά ούτε και την ισχύ των δικαιωμάτων τους που εγγυάτο η προηγούμενη. Ιδίως μετά την έμπρακτη αλλαγή  του ΕΜΣΤ από αμιγές Μουσείο, που δίνει έμφαση στην υπάρχουσα συλλογή του και στην ανάδειξη του ιστορικού ρόλου των σύγχρονων καλλιτεχνών, σε ένα θεσμό  τύπου Kunst Halle ή Κέντρου Τέχνης, όπως φιλοδοξεί να το μετατρέψει στο όραμά της η καλλιτεχνική του διευθύντρια, απαιτούνται διαφορετικές λειτουργίες κι εργασιακές σχέσεις. Η «παραγωγή» νέων εκθέσεων, με αναθέσεις ή επιλογές έργων έξω από τις συλλογές και τις υλικές και οργανωτικές δυνατότητες του ΕΜΣΤ, δημιουργεί νέες ανάγκες και συνθήκες εργασίας. Με προσωπικό που δεν επαρκεί και υπηρεσίες που δεν υποστηρίζονται εκ των ενόντων, οι αναθέσεις -και μάλιστα απ’ ευθείας, όπως υποστηρίζουν οι εργαζόμενοι- σε εξωτερικούς συνεργάτες απορροφούν μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού. Το όραμα της διευθύντριας δεν περιλαμβάνει τη μουσειολογική έρευνα, αλλά την παραγωγή, με αποτέλεσμα αυτό να δημιουργεί αυξημένα έξοδα για τις αμοιβές των προσκεκλημένων καλλιτεχνών και των επιλεγμένων εξωτερικών συνεργατών, όπως και αυξημένα έξοδα μεταφοράς, κατασκευής των έργων κι εγκατάστασής τους.

Στις επιπλέον  δαπάνες θα πρέπει να προστεθούν οι μελέτες για την εγκατάσταση, τον σχεδιασμό, τον φωτισμό, την έκδοση των καταλόγων ή του υλικού κλπ, που  ανατίθενται σε ιδιώτες, καθώς το Μουσείο διαθέτει π.χ. μόλις μία (!) αρχιτέκτονα, ενώ στο τεχνικό του τμήμα δεν υπάρχει το απαραίτητο αναγκαίο προσωπικό. Οι υπεργολαβίες σε πολλούς τομείς, τη φύλαξη, την καθαριότητα, τα συνεργεία για το στήσιμο των εκθέσεων, έχουν γίνει κανόνας και βοηθούν επιπλέον ώστε να εξανεμισθεί ο προϋπολογισμός του ΕΜΣΤ.

Οι εργασιακές συνθήκες δε, που δε συνάδουν με την πρώτη εντύπωση που κάποιος αποκομίζει από τον εκθεσιακό χώρο και τις ελκυστικές κτηριακές εγκαταστάσεις, οδηγούν ικανό αριθμό από μόνιμο προσωπικό να αναζητεί μέσω της κινητικότητας μετάταξή του σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου, αποψιλώνοντας ακόμη περισσότερο το δυναμικό του ΕΜΣΤ.

Το προσωπικό όμως του Μουσείου συνθλίβεται και από τις διαφορετικές ταχύτητες στον τρόπο αμοιβής και απασχόλησής του. Η έλλειψη σταθερού προσωπικού, φυσικά καλύπτεται από συμβασιούχους οκτάμηνης απασχόλησης και περιστασιακούς εργαζομένους. Η νέα τακτική δε της πληρωμής με τιμολόγιο χρήσης κτήσης αποσπά μεγάλο τμήμα από τον μισθό των συμβασιούχων, αφαιρώντας τους κίνητρα κι απομυζώντας τους ταυτόχρονα την όρεξη να προσφέρουν. Την ίδια στιγμή που οι «σύμβουλοι» που πλαισιώνουν την καλλιτεχνική διευθύντρια και έχουν μάλιστα και διοικητικές αρμοδιότητες «αντ’ αυτής» σε περιπτώσεις απουσίας της, έχουν επιλεγεί όχι μέσω ΑΣΕΠ ή άλλων διαφανών τρόπων επιλογής και βάσει προσόντων, αλλά αποτελούν προσωπικές επιλογές, αμείβονται με υψηλούς μισθούς που δεν προβλέπονται από συμβάσεις και τους κανόνες «εξοικονόμησης» στο Δημόσιο.

Οι εργαζόμενοι του ΕΜΣΤ διαμαρτύρονται. Όχι όμως μόνο για τα δικά τους προβλήματα, γιατί εν μέρει ό,τι συμβαίνει στο ΕΜΣΤ είναι ένα δείγμα των όσων ισχύουν εργασιακά, μισθολογικά και λειτουργικά, αλλά και όσων μέλλουν να γίνουν στο μέλλον και σε άλλα Μουσεία και δημόσιους οργανισμούς, πολιτιστικούς τε και μη. Όπως κι οι ίδιοι επισημαίνουν στο κείμενο που διένειμαν, ο αγώνας τους δεν θα πρέπει να γίνει ορατός μόνο σαν κλαδική ή επιμέρους διεκδίκηση, αλλά εμπεριέχει όλα εκείνα τα προβλήματα και τις ανησυχίες που διακατέχουν κάθε κλάδο εργαζόμενου. Επομένως είναι ανάγκη να στηρίξουμε όλες τις προσπάθειες διεκδίκησης, γιατί –αντίθετα με όσα η συνδικαλιστική και κυρίως η εργοδοτική πρακτική στις μέρες μας έχει εμφυσήσει στο σύνολο της κοινωνίας–όλοι οι αγώνες συνδέονται μεταξύ τους και είναι οι στόχοι τους κοινοί.

Ακολουθεί το κείμενο διαμαρτυρίας των εργαζομένων:

Οι εργαζόμενοι στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης για μια ακόμα φορά βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την άρνηση του Δ.Σ. & της Διεύθυνσης  Ε.Μ.Σ.Τ. για την υπογραφή μιας αξιοπρεπούς και δίκαιης Συλλογικής Σύμβαση Εργασίας.

Αντί λοιπόν να αποδεχθεί την πρόταση του Σωματείου μας για την υπογραφή Σ.Σ.Ε. που θα επιλύει στοιχειωδώς κάποια από τα εργασιακά προβλήματα των εργαζομένων του Ε.Μ.Σ.Τ., αντιπροτείνει μια Σ.Σ.Ε. συρρικνωμένη, ακόμα και σε σχέση με εκείνη που είχε υπογραφεί για τη διετία 2021- 2023. Ψαλιδίζει τις ελάχιστες παροχές που θα μπορούσε να δώσει το Μουσείο, έστω για να ισχυρισθεί ότι κατανοεί τις μεγάλες απώλειες που είχαν τα εισοδήματα των εργαζομένων λόγω της αύξησης του πληθωρισμού και της ακρίβειας. Κι αυτή είναι η επιλογή της διοίκησης τη στιγμή, μάλιστα, που την τελευταία χρονιά ο προϋπολογισμός του Ε.Μ.Σ.Τ. έχει υπερδιπλασιαστεί σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.

Από την άλλη έρχεται να επιβάλει τη διευθυντική αυθαιρεσία, αφού δεν αποδέχεται καμία αντικειμενική και αξιοκρατική διαδικασία για τις κρίσεις των υπαλλήλων και τη διασφάλιση του επιστημονικού τους έργου. Φτάνει δε στο σημείο να μη δέχεται καν στο κείμενο της Σ.Σ.Ε. την αναφορά στα όσα ορίζει ο νόμος για τη εύρεση χώρου ανάπαυσης και διαλείμματος για το προσωπικό του Ε.Μ.Σ.Τ. και για τη σύσταση Επιτροπής Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (Ε.Υ.Α.Ε.).

Το Σωματείο είναι αποφασισμένο να συνεχίσει τον αγώνα του για την υπογραφή μιας αξιοπρεπούς Σ.Σ.Ε. σε μια εποχή που το εργατικό εισόδημα συρρικνώνεται και η συνδικαλιστική δράση στοχοποιείται, ενώ την ίδια στιγμή οι κυβερνητικές επιλογές και τα σχέδια των εργοδοτών προσπαθούν να καταργήσουν τις Σ.Σ.Ε., σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.

Οι εργαζόμενοι του ΕΜΣΤ αγωνιζόμαστε για τα αυτονόητα.

·Κανένας εργαζόμενος χωρίς Σ.Σ.Ε. σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα

·Αυξήσεις στους μισθούς, μείωση τιμών στα βασικά αγαθά και στην ενέργεια

·Προσλήψεις μόνιμου προσωπικού σε πολιτισμό, υγεία, παιδεία

ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΥΧΓΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

πηγή: kosmodromio.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το