Οι αποκαλύψεις της Ν. Μπεκατώρου για το βιασμό της από μεγαλοπαράγοντα της Νέας Δημοκρατίας στο χώρο της ιστιοπλοΐας έφεραν στην επιφάνεια μια σειρά θέματα και ερωτήματα τα οποία έμεναν θαμμένα για πολύ χρόνο κάτω από τόνους στρέβλωσης και σιωπής. Γύρω από αυτά αναπτύσσονται ιδέες και «θεωρίες» με αποτέλεσμα ένα πέπλο να καλύπτει την πραγματικότητα και να οδηγεί το μυαλό μας σε αμφίβολα μονοπάτια. Ας πατήσουμε στέρεα στο έδαφος της υλιστικής ανάλυσης, της μόνης που μπορεί να μας οδηγήσει σε ασφαλές λιμάνι.

Καταρχήν, όσο και αν σημειώνουμε τη συγκυρία, δεν μπορεί και δεν πρέπει να μας αλυσοδένει το ερώτημα «γιατί τώρα». Μπορούμε να υποθέτουμε, να εικάζουμε και να αυτοσχεδιάζουμε, αλλά πάντα οφείλουμε να αγκυρωνόμαστε στο βασίλειο των αντιθέσεων, των αριθμών και στη «στερεά γη». Κάποιος φίλος ανακάλυψε -πάλι- την περιπτωσιολογία, δηλαδή «κάποιος μου ’πε». Σφάλμα ολκής, διότι η περίπτωση είναι μια αγαπημένη παράγραφος του μεταμοντέρνου, αλλά δεν αποτελεί ιστορία. Το αντιδραστικό ιστορικό δίδυμο Καλύβας-Μαραντζίδης προσπάθησαν να μηδενίσουν το ΕΑΜ και την Αντίσταση με μικρές ιστορίες «της μάνας που ’χασε από αντάρτη το παιδί της». Να κλάψουμε μαζί της, αλλά αυτό δεν συγκροτεί ιστορία. Αυτό που έχουμε είναι μια πατριαρχική-ανδροκρατική αντίληψη που διαπερνά ως δευτερεύουσα αντίθεση όλα τα εκμεταλλευτικά καθεστώτα από τη δουλοκτησία ως τον καπιταλισμό. Ο άνδρας καταπιέζει και καταπιέζει τη γυναίκα η οποία συγκαταλέγεται στα πράγματα (res στα λατινικά) της κοινωνίας. Το ανδρικό φύλο είναι αυτό που πολεμά (και πολεμιέται) και ορίζει τους όρους αναπαραγωγής της κοινωνίας.

Είπαμε ότι το κύριο είναι το ταξικό ζήτημα, αλλά μέσα στην κύρια αντίθεση ενυπάρχουν άλλες μικρότερες. Ο ρόλος ισχύος ενδυναμώθηκε από τις θέσεις που κατέλαβε (το ανδρικό φύλο) στους εκμεταλλευτικούς κοινωνικούς σχηματισμούς, πράγμα που ανάγκασε τον Φρ. Ένγκελς να γράψει πως το μέτρο του πολιτισμού καθορίζεται από τη θέση της γυναίκας σ’ αυτόν. Η ψήφος, η αξία του μεροκάματου, η μόρφωση, οι θέσεις στη (δημοκρατική) εκκλησία, τα στερεότυπα ορίστηκαν από την Πατριαρχία. Αυτό οδήγησε σφαλερά το τρίτο κύμα του «φεμινισμού» να στραφεί ενάντια στο ανδρικό φύλο και, αντί να δείξει τα δόντια του στον καπιταλισμό, να κηρύξει μίσος και πόλεμο ενάντια στο διπλανό και εξίσου καταπιεζόμενο από τον καπιταλισμό φύλο. Μόνο οι σοσιαλιστικές ιδέες έδωσαν στη γυναίκα «το μισό τ’ ουρανού» και ανάγκασαν το αστικό σύστημα να τις αποδεχτεί.

Το δεύτερο ζήτημα σχετίζεται με τα σωματεία του αθλητισμού. Όσο ο τελευταίος ξεκόβει από τη λαϊκή, μαζική άθληση και γίνεται «κλειστό κλαμπ», όσο απομακρύνεται από τον ερασιτεχνισμό και ψαχουλεύει τους σπόνσορες, όσο φεύγει από την κοινωνική και φυσική ανάγκη του «αγωνίζεσθαι» και προσκυνάει τα ρεκόρ και τον πρωταθλητισμό, τόσο θα γίνεται εκτροφείο φασιστών, ελληναράδων, ανόητων και «ειδικών». Πάει καιρός που οι μαύροι σήκωναν τη γροθιά τους στα στάδια, ο ποδοσφαιριστής Μπεστ δήλωνε μαοϊκός και ο Μαραντόνα ζωγράφιζε τον τσε Γκεβάρα στο μπράτσο του. Τώρα οι αθλητές είναι υποχρεωμένοι να υπογράφουν συμβόλαια με τις εταιρείες, να σωπαίνουν και να γλείφουν τις κατουρημένες ποδιές των παραγόντων. Όπως περίπου συμβαίνει και στο χώρο της τέχνης, όπου οι «στάρλετ» αναγκάζονται να αποδεχτούν τις ορέξεις των μεγαλοπαραγόντων.

Τρίτον. Το αμερικανικό κίνημα «Μe too» δεν έχει σχέση με την πραγματική αριστερά και τις ανάγκες της. Πρόκειται για ένα ενσωματωμένο, ψευδοριζοσπαστικό κίνημα το οποίο στηρίζεται στις θεωρίες του πολιτικά ορθού και αντιστρέφει τις πραγματικές αντιθέσεις. Είναι ένα ξεδοντιασμένο ρεύμα life style σαν τις Αγγλίδες κόμισσες που χειροκροτούν τον πόλεμο, αλλά αντιτίθενται στις νάρκες κατά προσωπικού. Σαν τις πολυεθνικές εταιρείες που απομυζούν το αίμα χιλιάδων εργατών και κάνουν μόδα το «σώστε τον πλανήτη».

Το γυναικείο κίνημα απελευθέρωσης μπορεί να είναι πραγματικά τέτοιο όταν ενώνεται με τους καταπιεσμένους όλου του κόσμου ενάντια στον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό, το φασισμό και τον πόλεμο. Δεν παραγνωρίζουμε την έμφυλη βία, ούτε την παραγκωνισμένη θέση της γυναίκας. Αλλά προτιμάμε να φωτίζουμε πρώτιστα τους θανάτους και τους βιασμούς των προσφύγων γυναικών, τη βία στους χώρους δουλειάς και να καλούμε τις γυναίκες στη διαδήλωση και τον αγώνα. Να τραβάμε τα πράγματα ως τις τελικές συνέπειές τους. Όσο η αριστερά δεν έχει τη δύναμη να ανατρέψει τις σφηκοφωλιές των αθλητικών σωματείων και τις ανάλογες «παράγκες», τόσο θα δυναμώνει η καταπίεση και η έμφυλη βία. Διαφωνούμε με τη θέση που λέει πως οι γυναίκες απελευθερώνονται με τον αγώνα και το μίσος ενάντια στους άντρες και προσπερνάμε τα όψιμα και κροκοδείλια δάκρυα του αστικού κόσμου και των ΜΜΕ. Για μας, θεμέλιο και πρωτεύουσα αρχή είναι η ενότητα και πάλη όλων των καταπιεσμένων στο οικονομικό πεδίο και σ’ όλα τα παράγωγά του. Σ’ αυτόν τον αγώνα οφείλουμε να κατανοήσουμε τις αδύναμες φωνές που βγήκαν τώρα στην επιφάνεια, αλλά πρέπει να τις υψώσουμε -για να έχουν αποτέλεσμα- ως τα ουράνια. Η αξιοπρέπεια των γυναικών είναι πολύ σοβαρό ζήτημα για να την αφήσουμε στα χέρια του ΣΚΑÏ.

Θανάσης Τσιριγώτης

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το