του Σπύρου Κουζινόπουλου
Στις 2 Φεβρουαρίου 1942, ένα διπλό σαμποτάζ που σημειώνεται ταυτόχρονα σε δύο διαφορετικές περιοχές της ανατολικής Θεσσαλονίκης κατά γερμανικών αυτοκινήτων, συνταράσσει τους υπερόπτες κατακτητές. Η είδηση για την ανατίναξη τριών τουλάχιστον στρατιωτικών αυτοκινήτων, από τη δυναμίτιδα που τοποθετούν κάτω από αυτά τολμηροί πατριώτες, κάνει το γύρο της Μακεδονίας, αναπτερώνοντας το ηθικό των υπόδουλων στους Ναζί Ελλήνων. Οι ανατινάξεις, η μία στην περιοχή του Ντεπό, πίσω από το γήπεδο του «Μεγάλου Αλεξάνδρου» και η δεύτερη στο συνοικισμό «151», μεταξύ Κάτω Τούμπας και Χαριλάου, ήταν έργο μιας από τις ομάδες σαμποτέρ, που είχε δημιουργήσει η εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση «Ελευθερία». Η οποία, από την ίδρυσή της, στις 15 Μαίου 1941, ένα μόλις μήνα μετά την εισβολή των χιτλερικών στη Θεσσαλονίκη, είχε οργανώσει μια σειρά από σημαντικές πράξεις αντίστασης, που ξεκινούσαν από την κυκλοφορία προκηρύξεων και την έκδοση της ομότιτλης εφημερίδας και έφταναν στην καταστροφή τηλεφωνικών καλωδίων, δυσχεραίνοντας την επικοινωνία των κατοχικών δυνάμεων, ακόμη και σε δυναμιτιστικές ενέργειες.
Όπως μας είχε εξιστορήσει γύρω στο 1980 ο επικεφαλής της ομάδας των σαμποτέρ, Χάρης Αντωνιάδης, ένας ομορφάντρας Καλαμαριώτης που βρέθηκε να μένει στην Τούμπα, στα χρόνια της Κατοχής: «Δεν είχε περάσει πολύς καιρός από την εισβολή των Γερμανών, όταν πληροφορήθηκε για τη δημιουργία της οργάνωσης «Ελευθερία», στην οποία μου έγινε κρούση να ενταχθώ κι’ εγώ. Δέχτηκα. Έτσι πήρα επαφή με τον Σίμο Κερασίδη κι οργανώσαμε στη συνέχεια μερικά παιδιά σαν τον Καράνταη, τον Βακαλόπουλο και τους άλλους. Αρχίσαμε να δουλεύουμε στην αρχή με πολυγραφημένες προκηρύξεις για τη διαφώτιση του λαού, ενώ αργότερα από την οργάνωση τοποθετηθήκαμε στο «ημιστρατιωτικό τμήμα», όπως λεγόταν τότε οι ομάδες των σαμποτέρ. Γρήγορα η ομάδα μας άρχισε να αναπτύσσει σοβαρή δραστηριότητα κατά του κατακτητή. Ανατινάξαμε γερμανικά αυτοκίνητα, καταστρέψαμε το σταθμό ασυρμάτου του κατακτητή που υπήρχε στην περιοχή του Ντεπό, καθώς και εναέρια τηλεφωνικά καλώδια».
Στην ομάδα, μετείχαν εκτός του Αντωνιάδη και οι Μιχάλης Καράνταης, Γιώργος Βακαλόπουλος, Χρήστος Κερασίδης (αδελφός του Σίμου Κερασίδη), Κώστας Οδοιπορίδης και Νίκος Ιωαννίδης, ενώ καθοδηγητής και σύνδεσμος με την οργάνωση «Ελευθερία», ήταν ο Αντώνης Αντωνόπουλος. Σε μία συνάντηση που έγινε στα τέλη Ιανουαρίου 1942 στο καφενείο «Μαύρη Θάλασσα» της Τούμπας, ο Αντωνόπουλος μετέφερε στον Αντωνιάδη την οδηγία της οργάνωσης για την ανατίναξη των γερμανικών αυτοκινήτων τα οποία στάθμευαν σε δύο διαφορετικά σημεία της ανατολικής Θεσσαλονίκης: Στην οδό Αθηνών, μπροστά στο χαρτοσακκουλοποιείο Αρών (συνοικισμός «151») και στον όρχο που βρισκόταν σε κοντινή απόσταση από το γήπεδο του αθλητικού συλλόγου «Μέγας Αλέξανδρος», στην περιοχή του Ντεπό. Για την επιτυχή πραγματοποίηση της επιχείρησης, τα μέλη της ομάδας χωρίστηκαν στα δύο: Την ανατίναξη στα αυτοκίνητα του «Μεγάλου Αλεξάνδρου» ανέλαβε ο Μιχάλης Καράνταης, μαζί με τους Κερασίδη και Οδοιπορίδη, ενώ για την τοποθέτηση των εκρηκτικών στην οδό Αθηνών, υπεύθυνος ήταν ο Χάρης Αντωνιάδης, με βοηθούς τους υπόλοιπους της ομάδας.
Σε ένα ιστορικό της ανάγνωσμα, με τίτλο «Τιτάνες της λευτεριάς», που δημοσίευε όλο το χειμώνα του 1945 η αριστερή εφημερίδα της Θεσσαλονίκης, Ελευθερία, έδινε σημαντικές λεπτομέρειες για το πώς έγινε η ανατίναξη στα γερμανικά της οδού Αθηνών: «Η χειμωνιάτικη μέρα βρισκόταν στο τέλος της. Ήταν η ώρα 6 μμ της 2ας Φεβρουαρίου, όταν ο Καράνταης παραλάμβανε τον δυναμίτη από τον Χάρη. Οι δύο άνδρες αφού περπατήσανε λίγο μαζί, χωρίσανε. Παρακάτω συναντήσανε ο καθένας τους δύο συντρόφους και όλοι μαζί ξεκίνησαν. Ο Χάρης για τα αυτοκίνητα της οδού Αθηνών και ο Καράνταης για τον «Μέγα Αλέξανδρο.Νύχτωνε, όταν ο Χάρης και οι δύο σύντροφοί του πλησίασαν τα αυτοκίνητα. Κρυφτήκανε πίσω από τη γωνία ενός σπιτιού και την ώρα που η σιλουέτα του Γερμανού σκοπού απομακρυνόταν από το τελευταίο αυτοκίνητο, που είχε επισημανθεί για την ανατίναξη, οι τρεις σαμποταριστές σκύβοντας όσο μπορούσαν, με γρηγοράδα, χώθηκαν από κάτω.Εντείνοντας τις δυνάμεις τους, κατόρθωσαν να κολλήσουν το κορμί τους στην κάτω επιφάνεια του αυτοκινήτου, έτσι που να μην διακρίνονται από οποιονδήποτε που θα περνούσε πλάϊ στο αυτοκίνητο. Αυτός αφού έφτασε στην άκρη του αυτοκινήτου, στάθηκε. Στριφογύρισε λίγο στη θέση του και πλησιάζοντας το αυτοκίνητο ακούμπησε με τη ράχη στα πλάγια του. Αγωνία κατέλαβε τους τρεις σαμποτέρ. Ο Γερμανός σφύριξε τώρα ένα εύθυμο τραγουδάκι, μα ο Χάρης δεν άκουσε ποτέ τρομερότερο τραγούδι. Επιτέλους σηκώθηκε και τράβηξε πέρα, εκτελώντας τη σκοπιά του. Οι τρεις σαμποτέρ ανέπνευσαν.Αμέσως ο Χάρης τοποθέτησε το δυναμίτη εφαρμόζοντάς τον στη βάση του αυτοκινήτου, έβαλε φωτιά στο φυτίλι με τον αναπτήρα του και αμέσως σύρθηκε κάτω από το αυτοκίνητο και απομακρύνθηκε αθόρυβα. Πίσω του έτρεξαν ο Βακαλόπουλος και ο Ιωαννίδης. Πριν ακόμα γυρίσει ο Γερμανός, οι σαμποτέρ εξαφανίστηκαν στα γύρω στενά Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μια δυνατή έκρηξη. Το αυτοκίνητο είχε τιναχτεί στον αέρα». Με τον ίδιο τρόπο, έγινε η ανατίναξη των γερμανικών αυτοκινήτων και στην περιοχή «151». Σύμφωνα με την εξιστόρηση που μας είχε κάνει το 1980 ο Χάρης Αντωνιάδης: «..Οι νεολαίοι αγωνιστές […] σύρθηκαν με την κοιλιά και τοποθέτησαν δυναμίτιδα. Το φυτίλι το άναψε ο Μιχάλης Καράνταης. Η έκρηξη που επακολούθησε ήταν τρομακτική. Δύο γερμανικά αυτοκίνητα διαλύθηκαν σχεδόν, ενώ και τα διπλανά έπαθαν σημαντικές ζημιές».
Η ανακοίνωση των κατακτητών για το διπλό σαμποτάζ Πέντε μέρες μετά τις δύο δυναμιτιστικές ενέργειες, αποτέλεσμα των οποίων ήταν να καταστραφούν ολοσχερώς τρία τουλάχιστον γερμανικά αυτοκίνητα και να υποστούν σοβαρές ζημιές πολλά άλλα, δημοσιεύονταν στη φιλοναζιστική εφημερίδα Νέα Ευρώπη της Θεσσαλονίκης ανακοίνωση του Στρατιωτικού Διοικητή Θεσσαλονίκης-Αιγαίου για το συγκεκριμένο γεγονός, που έδειχνε και το βαθμό ενόχλησης των κατακτητών από αυτή τη διπλή ηρωϊκή πράξη αντίστασης. Όπως έλεγε συγκεκριμένα: «ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣΤην 2αν Φεβρουαρίου 1942, κομμουνισταί και οι συνεργοί των, παραπλανημένοι υπό της εγκληματικής προπαγάνδας, ενήργησαν δυναμιτιστικάς αποπείρας εναντίον αυτοκινήτων του γερμανικού στρατού. Προς διατήρησιν της κοινής ησυχίας και ασφαλείας, έχω διατάξει τον τυφεκισμόν 20 κομμουνιστών ως αντίποινον με τα επόμενα μέτρα:1. Ο τυφεκισμός 10 κομμουνιστών έλαβεν χώραν την 7ην Φεβρουαρίου 19422. Ο τυφεκισμός των άλλων 10 κομμουνιστών θα λάβη χώραν την 14ην Φεβρουαρίου 1942, αν μέχρι της προθεσμίας αυτής ο πληθυσμός δεν έχει υποδείξει τους αυτουργούς των δυναμιτιστικών αποπειρών εις το γερμανικό φρουραρχείον.Λόγω τούτων των γεγονότων αποτρέπω πάλιν σοβαρώς όλους τους κύκλους του πληθυσμού να λάβουν μέρος εις οιασδήποτε αποπείρας. Προσδοκώ να αφήνουν όλοι οι κύκλοι του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης τας αχρήστους και ανοήτους αποπείρας, αι συνέπειαι των οποίων πλήττουν μόνον τον ελληνικόν πληθυσμόν. Εν περιπτώσει επαναλήψεως θα λάβουν χώραν ακόμη σκληρότερα μέτρα πλήττοντα γενικώς τον πληθυσμόν.Ο Στρατιωτικός Διοικητής Θεσσαλονίκης-Αιγαίου».
H προπαγάνδα των χιτλερικών
Την επόμενη μέρα, η ίδια εφημερίδα σε πρωτοσέλιδο άρθρο της, υπό τον τίτλο «Αι απόπειραι», εμφανίζεται χιτλερικότερη των χιτλερικών, αποκαλώντας εγκληματίες τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και ζητώντας σκληρή τιμωρία για τους δράστες των σαμποτάζ. Όπως έγραφε: «Εγένοντο και πάλιν δυναμιτιστικαί απόπειραι εναντίον γερμανικών αυτοκινήτων. Ποιοι είναι άραγε οι εγκληματίες ούτοι, οι εχθροί του Ελληνισμού, οι οποίοι επιβουλεύονται την τάξιν και την ησυχίαν του λαού μας; […] Χρειάζεται αυστηρά επαγρύπνησις. Οι εχθροί του τόπου πρέπει να συλληφθούν και να τιμωρηθούν με τον σκληρότερον τρόπον».
Επιστρατεύονται και οι … «αληθινοί Έλληνες» Τρεις μέρες αργότερα, στις 11 Φεβρουαρίου, μπαίνουν από τους ναζί και τους συνεργάτες τους σε εφαρμογή ακόμη και ανώνυμες επιστολές με πομπώδεις τίτλους, όπως αυτή του… «αληθινού Έλληνα», προτρέποντας τους πολίτες να καταδώσουν τους σαμποτέρ στον «γενναίο στρατό», όπως αποκαλούσαν τη χιτλερική Βέρμαχτ. Έλεγε η επιστολή κάτω από τον τίτλο “Οι αληθινοί Έλληνες εναντίον των ανάνδρων δυναμιτιστών”: «Είναι ζήτημα εθνικής τιμής η ανακάλυψις των ενόχων, οι οποίοι δεν διαπράττουν μόνον έγκλημα εναντίον ενός γενναίου στρατού εις τον οποίον οφείλομεν ευγνωμοσύνην δια το ενδιαφέρον του προς τον λαόν μας, αλλά κατασπιλώνουν συγχρόνως την εθνικήν αξιοπρέπειαν και καθυβρίζουν την ιστορίαν μας και τις παραδόσεις μας ως λαού και ως έθνους». Τέλος ο ίδιος γερμανόφιλος «Αληθινός Έλλην», καλούσε τις εκκλησιαστικές αρχές και τις επαγγελματικές οργανώσεις της Θεσσαλονίκης να καταγγείλουν το σαμποτάζ, αλλά και τους Θεσσαλονικείς να μεταβληθούν ομαδικά σε καταδότες και προδότες. Κι αυτό ως απόδειξη σεβασμού στην … «ηρωϊκή ελληνική ιστορία»! Καθώς, σύμφωνα με όσα έγραφε: «… Χρειάζεται να κινηθώμεν όλοι με αποφασιστικότητα, να αγρυπνώμεν, να φριουρήσωμεν, να καταδώσωμεν, να συλλάβωμεν. […] Χρειάζεται μια ομαδική εκδήλωσις η οποία θα αποδείξη ότι η Ελλάς δεν είναι μερικοί σκοτεινοί εγκληματίαι. Πρέπει να αποδείξωμεν ότι ο ελληνικός λαός ενθυμείται και σέβεται την ηρωϊκήν ιστορίαν του, την ιστορίαν αγώνων και θυσιών και ότι μισεί θανασίμως τους αναξίους και χυδαίους υβριστάς της, όπως αυτοί οι επονείδιστοι εγκληματίαι των δυναμιτιστικών αποπειρών. Αι οργανώσεις ας κινηθούν. Ο Άμβων ας νουθετήσει. Κάθε πολίτης ας σκεφθεί. Η εθνική μας τιμή κατεσπιλώθη…»
Η ενεργοποίηση του Άμβωνα Χρειάστηκε ένα μόλις 24ωρο από την προτροπή για την ενεργοποίηση των εκκλησιαστικών αρχών και ο «Άμβων» ενεργοποιήθηκε, με τις «πατρικές συστάσεις» του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Γεννάδιου, που δημοσιεύθηκαν πρωτοσέλιδα στη φιλοναζιστική εφημερίδα της πόλης. Έλεγαν εκείνες οι «συστάσεις» του Δεσπότη:
«Ευλογημένοι Χριστιανοί της καθ’ ημάς Θεοσώστου Επαρχίας Θεσσαλονίκης.Μετά λύπης παρετηρήσαμεν, ότι καίτοι δι’ επανειλημμένων εγκυκλίων συνεστήσαμεν την αποφυγήν ενεργειών στρεφομένων κατά του Στρατού Κατοχής και αντικειμένων εις τας σχετικάς αυτών αυστηράς διαταγάς, εν τούτοις εξακολουθούν αι δυναμιτιστικαί απόπειραι, συνεπεία των οποίων αυστηρότατα μέτρα λαμβάνονται και τιμωρούνται άνθρωποι αθώοι.Όθεν κηδόμενος της κοινής ησυχίας και ασφαλείας και πρωτίστως εις αυτό τούτο το καλώς εννοούμενον συμφέρον της πόλεως αποβλέποντες, και πάλιν απευθύνομεν πάσι την πατρικήν ημών σύστασιν, όπως αποφεύγονται τοιαύτα κατακριτέα και ολέθρια υφ’ όλας τας απόψεις κινήματα, έχοντα ως αποτέλεσμα την λήψιν μέτρων αυστηροτάτων, συνεπεία των οποίων οι πάντες αλγούμεν και θλιβόμεθα.Και ταύτα μεν ούτως είητε ο εν Κυρίω υγιαίνοντεςΕν Θεσσαλονίκη τη 11 Φεβρουαρίου 1942Ο Μητροπολίτης ο Θεσσαλονίκης, Γεννάδιος».
“Μετά βδελυγμίας”
Πάντα στο πλαίσιο της παρότρυνσης του «αληθινού Έλληνα», ακολούθησε κοινή ανακοίνωση 15 επαγγελματικών, επιστημονικών και εργατικών οργανώσεων της Θεσσαλονίκης με την οποία αποδοκίμαζαν «μετά βδελυγμίας και αποστροφής τας τοιαύτας ανοήτους και εγκληματικάς αποπείρας, στρεφομένας κατά των Αρχών Κατοχής και κατά της ησυχίας του τόπου και δημιουργούσας κινδύνους δια τα γενικότερα συμφέροντα της χώρας». Οι δεκαπέντε αυτές οργανώσεις, που είναι άγνωστο μέχρι σήμερα αν προσυπέγραψαν την ανακοίνωση κάτω από πίεση των κατοχικών δυνάμεων ή εθελούσια, ανέφεραν ότι «αι βάρβαροι αύται πράξεις, ξέναι προς τον χαρακτήρα και τας παραδόσεις του Έλληνος και αντίθετοι προς το έκδηλον συμφέρον της χώρας, προέρχονται πιθανότατα από στοιχεία και ενεργείας ξένας προς τον Ελληνικόν πληθυσμόν, αποσκοπούσας εις την μείωσιν της προς αυτόν εμπιστοσύνης των Αρχών Κατοχής». Τέλος καλούσαν τον πληθυσμό της Θεσσαλονίκης όπως «…καταβάλει κάθε δυνατήν προσπάθειαν προς παρακολούθησιν και ανακάλυψιν παντός υπόπτου στοιχείου, επιδιώκοντος την διαταραχήν της δημοσίας τάξεως και υπονόμευσιν της εσωτερικής γαλήνης της χώρας και προς ενίσχυσιν των προσπαθειών των Αρχών Κατοχής δια την ανακάλυψιν των ενόχων». Την ανακοίνωση υπέγραφαν: Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, Βιοτεχνικό Επιμελητήριο, Εθνικόν Εργατοϋπαλληλικόν Κέντρον, Σύνδεσμος Βιομηχάνων, Εμπορικός Σύλλογος, Παγκτηματικός Σύνδεσμος, Ιατρικός Σύλλογος, Δικηγορικός Σύλλογος, Οδοντιατρικός Σύλλογος, Φαρμακευτικός Σύλλογος, Ένωσις Συντακτών, Σύλλογος Καπνεμπόρων, Ομοσπονδία Υφασματεμπόρων, Σύνδεσμος Ξυλεμπόρων, Σύνδεσμος Αντιπροσώπων Εμπορίου και Βιομηχανίας.
Η επικήρυξη Όταν είδαν οι κατακτητές και οι συνεργάτες τους ότι δεν πιάνουν τόπο οι «παροτρύνσεις» και οι «συστάσεις» των διαφόρων φορέων της Θεσσαλονίκης για την παράδοση των δυναμιτιστών πατριωτών της αντίστασης, μπήκαν στη μέση τα μεγάλα μέσα της εξαγοράς και της κατάδοσης. Κι έτσι, σε ανακοίνωση που εξέδωσε στις 12 Φεβρουαρίου 1942 η ελεγχόμενη και καθοδηγούμενη από τους Γερμανούς Γενική Διοίκηση Μακεδονίας, δήλωνε ότι «παρέχει αμοιβήν πεντακοσίων χιλιάδων δραχμών (500.000) εις οιονδήποτε θέλει καταγγείλει τον δράστην της κατά την 4ην Φεβρουαρίου ε.έ. γενομένης ενταύθα εγκληματικής δυναμιτιστικής αποπείρας εναντίον αυτοκινήτων του Γερμανικού Στρατού». Τέλος στην ίδια ανακοίνωση της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας, δίνονταν η διαβεβαίωση πως «η παροχή των ως άνω πληροφοριών δύναται να γίνει ενώπιον πάσης Γερμανικής ή Ελληνικής Δημοσίας Αρχής», καθώς και ότι «το όνομα του καταγγέλοντος ή πληροφοριοδότου θα τηρηθεί πάντως απολύτως μυστικόν».
Το μεγάλο δίλημμα Το δίλημμα που έμπαινε εκείνες τις δύσκολες στιγμές, ήταν αν θα έπρεπε ή όχι να παραδοθούν στους κατακτητές οι νεαροί σαμποτέρ για να μη βρουν το θάνατο στο εκτελεστικό απόσπασμα οι όμηροι. Όντως πολύ δύσκολη η θέση στην οποία είχαν βρεθεί και οι ίδιοι και η εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση, καθώς έπρεπε να διαλέξουν ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς τρόπους ενέργειας, που παρουσίαζαν όμως εξίσου σοβαρές αβεβαιότητες ή δυσκολίες και καθιστούσαν εξαιρετικά κρίσιμη την απόφαση που θα έπρεπε να ληφθεί. Από τη μία, έμπαινε ως φρένο η άποψη «τι φταίνε για να την πληρώσουν αθώοι όμηροι», και από την άλλη η εκτίμηση ότι κάθε απελευθερωτικός αγώνας έχει και θυσίες, παράπλευρες απώλειες όπως θα λέγαμε σήμερα. Δεδομένου ότι και οι αγωνιστές της Επανάστασης του 1821, αν πήγαιναν και παραδίδονταν, κάθε φορά που χτυπούσαν τους Τούρκους, θα είχε αποτύχει τότε η Εθνεγερσία.
Για να επανέλθουμε στην εξιστόρηση των γεγονότων εκείνων των ημερών: «Οι Γερμανοί για αντίποινα, τουφεκίσανε 20 πατριώτες από του Παύλου Μελά. Τουφεκίσανε πρώτα τους 10 και δώσανε προθεσμία αυτοπαράδοσης, μέσα στην οποία έπρεπε να παραδοθούν οι δράστες. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας θα σκοτώνανε και άλλους 10. Ήταν η πρώτη φορά που εφαρμόζονταν στη Θεσσαλονίκη η χιτλερική θηριωδία που αμέσως αναστάτωσε όλους τους τίμιους πολίτες.“Άραγε ήταν σωστό να αφήσουν να σκοτωθούν άλλοι 10 αθώοι ή έπρεπε να πάνε να παραδοθούν;”. Αυτά σκεφτότανε οι φιλότιμοι σαμποταριστές της Τούμπας, όταν διαβάσανε τη νέα ανακοίνωση του Φον Κρένσκι. Μα ύστερα από ώριμη και ψυχρή σκέψη, είδανε πως δεν ήταν σωστό πράγμα η αυτοπαράδοσή τους από την άποψη της διεξαγωγής και συνέχισης του αγώνα. Αν κάθε φορά οι Γερμανοί εφαρμόζανε τα ίδια μέτρα και ύστερα από κάθε σαμποτάζ πήγαιναν οι αγωνιστές να παραδοθούν μονάχοι τους, τότε δεν μπορούσε να γίνεται λόγος για πραγματικό εθνικό αγώνα και οι Γερμανοί θα κατορθώνανε να επιβληθούν με τα απάνθρωπα αντίποινά τους». Στο ίδιο πνεύμα και η μυστική εφημερίδα Ελευθερία, που ήταν όργανο του ΕΑΜ Μακεδονίας, σε σχόλιό της, από αφορμή ανάλογο σαμποτάζ που είχε σημειωθεί στην Αθήνα, κατά των συγκοινωνιών του κατακτητή, και τις απειλές της δωσίλογης κυβέρνησης Τσολάκογλου ότι ο μόνος σωστός δρόμος ήταν η συνεργασία με τους Γερμανούς και όχι η εναντίωση σ’ αυτούς, απαντούσε: «Ο ελληνικός λαός απόγονος υπερήφανων ηρωϊκών αγωνιστών που έχυσαν ποτάμια αίμα για την τιμή και την ελευθερία της Ελλάδας, δεν θα σκύψει δουλικά το κεφάλι μπροστά στους Ούννους, δεν θα προσκυνήσει και δεν θα πεθάνει γλύφοντας τα χέρια του τυράννου που τον καταδίκασε. ΟΧΙ. Θα προτιμήσει να πέσει πολεμώντας στις επάλξεις του ιερότερου αγώνα, παρά μοιρολατρικά να περιμένει το θάνατο από την πείνα και τη σκλαβιά.Ο σημερινός μας αγώνας ενάντια στον βάρβαρο Γερμανοϊταλικό φασισμό, είναι αγώνας ιερός, αγώνας τιμής και υπάρξεως, γιαυτό είναι αγώνας δίκαιος και νόμιμος με όλες του τις μορφές και εκδηλώσεις και καμιά θυσία δεν θα σταθεί ικανή να τον σταματήσει…»
Η πρώτη κλιμακωτή εκτέλεση αντιποίνων Τελικά οι εκτελέσεις των 10+10 = 20 Ελλήνων πατριωτών έγιναν τις ημερομηνίες ακριβώς που είχαν καθορίσει οι χιτλερικοί δήμιοι. Επρόκειτο για την πρώτη και τελευταία κλιμακωτή εκτέλεση αντιποίνων. Το μέτρο απέβλεπε όχι μόνο στον εκφοβισμό των πολιτών, αλλά παρ’ ελπίδα και στη σύλληψη των δραστών ή τουλάχιστον στη μετάθεση της ευθύνης της δεύτερης εκτέλεσης.
Οι πρώτοι δέκα όμηροι που τους άρπαξαν οι Γερμανοί από το στρατόπεδο του «Παύλου Μελά» και τους εκτέλεσαν στις 7 Φεβρουαρίου 1942, ως αντίποινα για το διπλό σαμποτάζ που είχε πραγματοποιηθεί πέντε μέρες νωρίτερα, ήταν οι:- -Αλγάβα Σολομών, κουρέας -Γερμανός Βασίλειος του Νικολάου, από τη Θεσσαλονίκη, φοιτητής -Ιωαννίδης Χρήστος, καραγωγέας -Κασιλτζής Ανδρέας, ξυλουργός -Κόκκινος Ελευθέριος, υποδηματοποιός -Κουρούκλης Ευθύμιος, καθηγητής φιλόλογος από το Ληξούρι Κεφαλονιάς -Μισιλογλου Θωμάς, οικοδόμος -Νικήτας Δημήτριος του Κωνσταντίνου, 33 χρόνων, οικοδόμος από τις Συκιές Θεσσαλονίκης -Τιάνος Δαυίδ από τη Θεσσαλονίκη -Στρονίδης Πασχάλης
Οι άλλοι δέκα Οι άλλοι δέκα πατριώτες που τους εκτέλεσαν οι Γερμανοί κατακτητές στις 14 Φεβρουαρίου, ως συνέχεια των αντιποίνων για τα σαμποτάζ της 2ας Φεβρουαρίου, ήταν οι: -Αρίρα Μερχάϊμ -Καρακατσάνης Χριστόδουλος του Αντωνίου -Κοτρώφ Γεώργιος -Μπεχέρ Αλβέρτος -Παπαδιαμάντης Δημήτριος του Πούλιου, σιδηρουργός – Παππάς Δημήτριος -Παυλίδης Νικόλαος του Θεόδωρου -Σινάνογλου Βασίλειος -Σουλάμ Δαυίδ, βουλευτής του Παλλαϊκού Μετώπου -Τρυφερίδης Βασίλειος
«O απαίσιος τίτλος Zum Tod» Όπως έγραψε ο μεγάλος των γραμμάτων της Θεσσαλονίκης, Γιώργος Βαφόπουλος, οι τοιχοκολλήσεις στους τοίχους των δρόμων των ονομάτων όλων αυτών που τουφεκίζονταν, ήταν ένα καθημερινό σχεδόν φαινόμενο. «Zum Tod», ήταν ο απαίσιος τίτλος στις στήλες των σκοτωμένων Ελλήνων. «Δεν ήσαν πάντοτε «φταίχτες» τούτα τα θύματα της γερμανικής σκληρότητας. Ήσαν οι αθώοι, που έπρεπε με το αίμα τους να σφραγίσουν τη σκοπιμότητα μιας τρομοκρατίας. […] Το στρατόπεδο Παύλου Μελά είχε τώρα γίνει η ανεξάντλητη αποθήκη των μελλοθάνατων. Και με το πρώτο κρούσμα κάποιου «σαμποτάζ», άνοιγε η πύλη του στρατοπέδου κι ανασύρονταν από μέσα σαράντα «κομμουνισταί». Έτσι ονόμαζαν τους μελλοθάνατους Έλληνες οι Γερμανοί, φροντίζοντας να κολακεύουν τη φιλοτιμία των άλλων, των «νομιμοφρόνων Ελλήνων». Το σαμποτάζ στο λεξικό της Κατοχής, είχε μια απεριόριστη κλίμακα εννοιών, που άρχιζε από την ανατίναξη κάποιας γέφυρας ή από το σκότωμα ενός Γερμανού, και έφθανε ως το κλέψιμο μισής κουραμάνας από ένα πεινασμένο παιδί ή το δήθεν στραβοκοίταγμα ενός αξιωματικού…»
Οι συλλήψεις των σαμποτέρ Ακόμη και μετά τις εκτελέσεις, τόσο η γερμανική Γκεστάπο, όσο και η «ελληνική» Ειδική Ασφάλεια, συνέχισαν τις έρευνες για τον εντοπισμό και τη σύλληψη των δραστών του διπλού αντιστασιακού χτυπήματος της 2ας Φεβρουαρίου 1942. Και δύο εβδομάδες αργότερα, έφτασαν στα ίχνη των νεαρών σαμποτέρ, κάτω από αδιευκρίνιστες μέχρι σήμερα συνθήκες. Σύμφωνα με μία εκδοχή, που μας την είχε παρουσιάσει ο Χάρης Αντωνιάδης, η αποκάλυψή τους έγινε από τον πατέρα του νεαρότερου μέλους της ομάδας, που φοβήθηκε για την ζωή του παιδιού του και κατέδωσε τους υπόλοιπους. Όπως έλεγε: «Οι κατακτητές λύσσαξαν. Γέμισαν την πόλη με αγγελίες επικήρυξης των σαμποτέρ. Υπόσχονταν σε όποιον έδινε πληροφορίες, εκτός από χρήματα και βούτυρα, λάδι, αλεύρι. Μεγάλο πράγμα για εκείνη την εποχή. Και τότε ο πατέρας ενός από τους συντρόφους μας κιότεψε και μας «κάρφωσε». Έτσι άρχισαν οι συλλήψεις και το άγριο κυνηγητό από τη Γκεστάπο».
Μία διαφορετική πληροφορία για το πώς έγινε η αποκάλυψη της ταυτότητας των νεαρών σαμποτέρ, έδινε λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση η ΕΑΜική εφημερίδα Ελευθερία στο ιστορικό της ανάγνωσμα «Τιτάνες της λευτεριάς»: Την ώρα που απομακρύνονταν από τα αυτοκίνητα της οδού Αθηνών, τους είδε τυχαία ο αστυνομικός της Ειδικής Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, Αλμπάνης. Και καθώς γνώριζε καλά τον Χάρη Αντωνιάδη, μια και κατοικούσαν και οι δύο στην Τούμπα, όταν πληροφορήθηκε τα σαμποτάζ, και κυρίως όταν διάβασε την ανακοίνωση του Φον Κρένσκι, πήγε στα γραφεία της μισητής Γκεστάπο και ανέφερε την πληροφορία. Το αποτέλεσμα; «Την άλλη μέρα κινητοποιήθηκε ολόκληρη η Γκεστάπο. Ο ίδιος ο αρχηγός της Ντόλφους, πήγαινε καθημερινά στην Τούμπα για να δει και να συλλάβει, μαζι με τον Αλμπάνη, τον Χάρη Αντωνιάδη και την παρέα του. Μάλιστα ο Αλμπάνης κατόρθωσε, χωρίς να εξακριβωθεί πως, να μάθει τα ονόματα και για τους δράστες του σαμποτάζ του “Μ. Αλεξάνδρου”. Ανέφερε τα ονόματά τους στον Ντόλφους και από τη στιγμή εκείνη η Γκεστάπο κυνηγούσε και τους Καράνταη, Χρ. Κερασίδη και Οδοιπορίδη που αποτελούσαν τη σαμποταριστική ομάδα του “Μ. Αλεξάνδρου”. Τελικά, μετά το ανθρωποκυνηγητό που είχαν εξαπολύσει οι Γερμανοί και η Ειδική Ασφάλεια, κατόρθωσαν ύστερα από μερικές εβδομάδες να εντοπίσουν και να συλλάβουν όλα, και τα έξι μέλη της ομάδας, περνώντας τους από άγρια βασανιστήρια στα άντρα της Γκεστάπο και προσάγοντάς τους σε λίγες μέρες, σε δίκη στο γερμανικό Στρατοδικείο. Το αποτέλεσμα ήταν να καταδικαστούν οι τέσσερις από τους έξι (Αντωνιάδης, Καράνταης, Βακαλόπουλος και Χρ. Κερασίδης) σε θάνατο, ενώ στον Ιωαννίδη επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 15 χρόνων και ο Οδοιπορίδης καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκιση. Μετά την καταδίκη τους, ο μεν Χρήστος Κερασίδης, όπως μου είχε πει λίγο πριν το θάνατό του, είχε μεταφερθεί στις φυλακές του Γεντί-Κουλέ, παραμένοντας μελλοθάνατος μέχρι την απελευθέρωση, ενώ οι άλλοι τρεις, οδηγήθηκαν στα κρατητήρια του κολαστήριου της Γκεστάπο, στην πρώην κλινική Βαγιανού, όπου τοποθετήθηκαν σε διαφορετικά κελιά, διαφορετικών ορόφων. Για να συνεχίσουμε με την αφήγηση του Χάρη Αντωνιάδη: «Στα γραφεία της Κομαντατούρ, με είχαν δεμένο σαν σαλάμι. «Πως λέγεσαι», με ρωτάνε και μετά μπήκαν στο ψητό. Ποιοι είναι οι σαμποτέρ, από πού παίρναμε εντολές, ποιοι μας καθοδηγούσαν, ποιοι ήταν οι αρχηγοί στην οργάνωση «Ελευθερία». -Δεν σας καταλαβαίνω τι μου λέτε, απαντούσα.Όταν είδαν ότι δεν πρόκειται να μου πάρουν τίποτα, με μετέφεραν στα μπουντρούμια της επιταγμένης ψυχιατρικής κλινικής Βαγιανού, στην Ανάληψη, που τη χρησιμοποιούσαν για να κρατούν τους μελλοθάνατους. Τον Καράνταη τον είχαν στο υπόγειο, εμένα με βάλανε στον 2ο όροφο».
Σε σύντομο διάστημα, ο Αντωνιάδης κατόρθωσε στις 16 Μαίου 1942 «ένα βράδυ που έριχνε βροχή με το τουλούμι», όπως έλεγε, να δραπετεύσει μαζί με άλλους δύο συγκρατουμένους του, ξηλώνοντας την κάσα του παραθύρου και τα σίδερα που υπήρχαν και να καταφύγει με τη βοήθεια της οργάνωσης στο βουνό, όπου έγινε αντάρτης του ΕΛΑΣ. Ενάμισι μήνα αργότερα, στις 3 Ιουλίου 1942, οι δύο Τουμπιώτες ήρωες, Μιχάλης Καράνταης και Γιώργος Βακαλόπουλος, μέλη και οι δύο της ΟΚΝΕ και της οργάνωσης «Ελευθερία», οδηγήθηκαν από τους ναζί στο εκτελεστικό απόσπασμα. Τουφεκίσθηκαν σε άγνωστο σημείο, μαζί με άλλους επτά πατριώτες, ένας από τους οποίους ήταν ο 35χρονος γεωπόνος από τα Γιαννιτσά, Πασχάλης Πασχαλίδης.
Η συγκλονιστική τελευταία επιστολή Λίγο πριν εκτελεστεί ο Τουμπιώτης εργάτης Μιχάλης Καράνταης, έστελνε στους δικούς του την παρακάτω συγκλονιστική επιστολή, προσπαθώντας να τους δώσει θάρρος και δύναμη για να αντιμετωπίσουν το χαμό του: «Προς την οικογένειά μου,Αγαπητοί μου γονείς,Μάθετε ότι στις 3 Ιουλίου θα εκτελεσθώ. Δεν θέλω να σας λυπήσει αυτό. Πρέπει να είστε υπερήφανοι και να με ξεχάσετε, μια μέρα θα αμοιφθείτε με το παραπάνω.Για ότι υποφέρατε για μένα, θέλω να με συγχωρέσετε. Προπαντός εσύ μαμά, θέλω να με ξεχάσεις και να αφοσιωθείς στα άλλα παιδιά σου. Πες ότι δεν με γέννησες, ότι δεν είχες κανένα παιδί με το όνομα Μιχάλης.Επίσης και συ πατέρα και αδελφές μου, πρέπει να φανείτε γενναίοι για να παρηγορήσετε τη μαμά μου και τα άλλα αδέλφια μου.Σας χαιρετώ και σας φιλώ για πάντα.Ο αγαπητός σαςΜιχάλης».
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου Σελίδες Κατοχής
πηγή: http://farosthermaikou.blogspot.com
e-prologos.gr