Γιώργης-Βύρων Δάβος

Η ταύτιση του συλλόγου με τον Μπερναμπέου, που μεγαλούργησε επί Φράνκο, επισκίασε την ιστορική πραγματικότητα της Ρεάλ Μαδρίτης και την εξίσωσε με τη δικτατορία

Η 4η Αυγούστου 1939 είναι μία ημερομηνία που δεν περνά απαρατήρητη για τους μελετητές του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου. Εκείνη την ημέρα το πρώτο έκτακτο στρατοδικείο του Φράνκο εκδίδει τις πρώτες καταδικαστικές αποφάσεις για τις εκτελέσεις Ρεπουμπλικανών κρατουμένων στη Μαδρίτη, που μία ημέρα αργότερα θα οδηγήσουν στην εκτέλεση, 13 γυναικών, τα γνωστά Δεκατρία Ρόδα (Las Trece Rosas). Όμως πολύ περισσότερο απαρατήρητη περνά για τους φιλάθλους, μέσα και έξω από την Ισπανία, μία άλλη εκτέλεση, λίγο νωρίτερα, που καθορίζει την ιστορία μίας ομάδας και την πορεία της μέσα στον Εμφύλιο. Αυτής που διέγραψε η Ρεάλ Μαδρίτης, ο σύλλογος που εν γένει, αλλά υπό μία άποψη αναληθώς, ταυτίζεται με το φρανικό καθεστώς. Ένας μύθος, που είτε οφείλεται στην διόγκωση της ρεπουμπλικανικής παράδοσης, με την οποία έχει ταυτισθεί η «κλασική» αντίπαλός της η Βαρκελώνη, που απαριθμεί στα ένδοξα θύματα του Εμφυλίου τον πρόεδρό της Τζουζέπ Σουνιόλ. Μόνο που η πραγματική ιστορία της Ρεάλ είναι πολύ πιο κόκκινη από όσο θέλει να δείξει η ολόλευκη εμφάνισή της και όπως μαρτυρά η εκτέλεση στις 15 Ιουλίου 1939 από τις φασιστικές δυνάμεις του Ρεπουπλικανού προέδρου της, Αντόνιο Ορτέγα Γκουτιέρεθ.

Το όνομα του Ορτέγα Γκουτιέρεθ, συνταγματάρχη του Δημοκρατικού Στρατού και υπεύθυνου ασφαλείας στη Μαδρίτη κατά τα χρόνια της ασφυκτικής πολιορκίας της από τις φασιστικές δυνάμεις του Φράνκο και των ναζιφασιστών συμμάχων του, ούτε καν περιλαμβάνεται στο απάνθισμα του καταλόγου και στα πορτραίτα των διατελεσάντων προέδρων της διάσημης ομάδας, ούτε συναγωνίζεται την αίγλη τους. Μία απουσία, που οφείλεται βέβαια στη λάμψη του πασίγνωστου και εμβληματικού διαδόχου του Σαντιάγο Μπερναμπέου, που η κληρονομιά του έχει συντρίψει, όχι απλώς επισκιάσει τους επιγόνους και τους προκατόχους του, με τις επιτυχίες, τα τρόπαια και τη μακροημέρευσή του. Οφείλεται όμως εν μέρει στο γεγονός πως η προεδρία του Ορτέγα στον ιστορικό σύλλογο είχε αποφασισθεί από τη δημοκρατική κυβέρνηση και όχι από τις αρχαιρεσίες του συλλόγου, όπως άλλοτε.

Ορτέγα Γκουτιέρεθ

Η ταύτιση του συλλόγου με τον Μπερναμπέου, που μεγαλούργησε επί Φράνκο, επισκίασε επίσης και την ιστορική πραγματικότητα της Ρεάλ Μαδρίτης και την εξίσωσε με τη δικτατορία. Σήμερα κανείς δεν αναγνωρίζει στον ιστορικό σύλλογο ότι από το 1931, με και την πτώση της δικτατορίας του Μιγέλ Πρίμο ντε Ριβέρα και την κατάργηση της μοναρχίας του Αλφόνσο Η’, η ομάδα της Μαδρίτης είχε καταργήσει το πρόθεμα Ρεάλ (βασιλική) από τον τίτλο της. Άλλωστε, μέχρι την ανάρρηση του Αλφόνσο Η’ την δεκαετία του 1920, η μεγάλη τούτη ομάδα ονομαζόταν «Π.Σ. Μαδρίτη» (Madrid FC). Μάλιστα τα πρωταθλήματα που κατέκτησε το 1932 και 1933 ή το «Κόπα ντελ Ρέι» του 1934 είχαν μετονομασθεί σε Πρωταθλήματα/Κύπελλα του Προέδρου της Δημοκρατίας και η πρώην Ρεάλ, χωρίς το στέμμα στο έμβλημά της, ήταν η ενσάρκωση του πνεύματος της Δημοκρατίας.

Εξάλλου και ο προκάτοχος του Ορτέγα, ο εκλεγμένος το 1935 (ως «ανακαινιστής» απέναντι σε μια συντηρητική ομάδα επίδοξων προέδρων, στην οποία περιλαμβανόταν και ο Σαντιάγο Μπερναμπέου) Ραφαέλ Σάντσεθ-Γκέρα ήταν ένας Ρεπουμπλικανός, με φήμη ικανού πολιτικού. Σε αυτόν άλλωστε πιστώνεται η διάσωση των εγκαταστάσεων του Τσαμαρτίν, στη διάρκεια της κερδοσκοπικής επιχείρησης για την επέκταση της λεωφόρου Καστελιάνα. Ο Γκέρα εγκατέλειψε τη θέση του μέσα στο χάος που επακολούθησε με την ανάφλεξη του φρανκικού πραξικοπήματος, με τη διοίκηση να αναλαμβάνει μία ρεπουμπλικανική επιτροπή, που ελεγχόταν από διακεκριμένα στελέχη, όπως ο Χουάν Χοσέ Βαγιέχο, ο Κάρλος Αλόνσο Ροδρίγεθ και ο Πάβλο Κορονάδο, ο οποίος και μεταπολεμικά θα ήταν εκλέκτορας της εθνικής ομάδας τρεις φορές (μεταξύ αυτών και στο Μουντιάλ του 1962). Υποστηρικτές του έργου της επιτροπής ήσαν άνθρωποι ταγμένοι στα δημοκρατικά ιδεώδη, όπως ο Ελιόδορο Ρούιθ, εκπαιδευτής φυσικής αγωγής του Δημοκρατικού Στρατού. Μάλιστα ήταν επικεφαλής της ρεπουμπλικανικής φρουράς που προστάτευε τις γηπεδικές εγκαταστάσεις της ομάδας στο Τσαμαρτίν από τις επιθέσεις, ώστε να μπορεί να προπονείται.

Ο Αντόνιο Ορτέγκα, συνταγματάρχης του Δημοκρατικού Στρατού και γενικός διευθυντής ασφαλείας, ανέλαβε τα ηνία της διευθύνουσας επιτροπής, που παρότι περιελάμβανε ονόματα σαν του Κορονάδο ή του Αλόνσο, δέχθηκε ισχυρό το στίγμα του. Συνήθως και για να δικαιολογηθεί η εσκεμμένη (;) λήθη γύρω από το όνομά του, αναφέρεται ότι ο Ορτέγκα ήταν πρόεδρος που δεν είχε εκλεγεί νόμιμα. Εντούτοις, παραγνωρίζουν οι πάντες πως, όταν ανέλαβε, η Μαδρίτη πολιορκείτο και γύρω της αχολογούσε η κλαγγή των όπλων. Και στον πόλεμο οι λειτουργίες (ακόμη και των ομάδων, που σε πείσμα των μαχών, έδιναν αγώνες στα γήπεδα, κρατώντας ψηλά το φρόνημα των πολιορκημένων) δεν είναι δυνατόν να γίνονται κανονικά. Όπως έγραφε ο Χουλιάν Γκαρθία Κανδάου (Julián García Candau) στο σπουδαίο βιβλίο του «Ο Αθλητισμός στον Εμφύλιο Πόλεμο» (El Deporte en la Guerra Civil) η Ρεάλ Μαδρίτης ακολούθησε τον ίδιο δρόμο που είχαν πολλοί σύλλογοι που παρέμειναν σε περιοχές ελεγχόμενες από τη νόμιμη, ρεπουμπλικανική, κυβέρνηση. Κατά τις πρώτες εκείνες εβδομάδες του χάους, πέρασαν στον έλεγχο συνδικάτων και επιτροπών, που είχαν σχέση με την πολιτική εξουσία – κάτι σαν αθλητικά «σοβιέτ». Όμως αυτό έγινε κατά τρόπο που η ομάδα συνέχιζε χωρίς προβλήματα τους αγώνες και δραστηριότητές της. Εκείνη την εποχή, επί Ορτέγα, η Μαδρίτη έδινε αγώνες για φιλανθρωπικούς σκοπούς και σε εκδηλώσεις υπέρ της δημοκρατικής ιδέας, για να εμψυχώνει τον κόσμο που υπέφερε από τους καθημερινούς βομβαρδισμούς και την πείνα και είχε διοργανώσει υπό την αιγίδα του το «Τρόπαιο του Στρατού του Κέντρου».

Ενδεικτικοί οι τίτλοι των εφημερίδων της εποχής: Η Informaciones γράφει: «Ένας δημοκρατικός σύλλογος όπως η Μαδρίτη, με μια ομάδα ξεκάθαρα αριστερών δημοκρατικών μελών, δεν μπορούσε να φοβηθεί τίποτα. Η Εργατική (επιτροπή) Αθλητισμού, η οποία τρέφει μια εξαίρετη αντίληψη για τις αρχές του αθλητισμού, βρήκε δίκαιο το σκεπτικό ορισμένων εταίρων και μαζί συνέλαβαν ένα σχέδιο που έχει εφαρμοστεί και εγκριθεί χωρίς εξαίρεση από όλους τους αθλητικούς τομείς στη Μαδρίτη. Τα συγκεντρωμένα μέλη της Μαδρίτης και οι διευθυντές της Ομοσπονδίας Εργαζομένων συμφώνησαν να ορίσουν μια Διοικούσα Επιτροπή για να αντικαταστήσει το σημερινό Διοικητικό Συμβούλιο. Η προαναφερθείσα Επιτροπή, που έχει ήδη διοριστεί, αποτελείται από δύο διευθυντές που ανήκουν στην Ομοσπονδία Εργατικού Αθλητισμού. Ένας από αυτούς είναι ο Χουάν Χοσέ Βαγιέχο». Ενώ η El Liberal προσέθετε πως «το Λαϊκό Μέτωπο θα διοικήσει τις τύχες της Μαδρίτης FC και ανακοινώνει ότι ο σύλλογος συμφώνησε να διεξαγάγει διεθνή αγώνα με την Σοβιετική Εθνική Ομάδα για να συγκεντρώσει κεφάλαια για την ανοιχτή συνδρομή των θυμάτων των πεσόντων οικογενειών στον αγώνα κατά των τρομοκρατών». Ανακοίνωνε επίσης πως ανοίγει κατάλογος συνδρομών για τα θύματα του φασισμού: «Τούτος ο σύλλογος πρωτοστάτησε στην καταβολή συνδρομών με 5.000 πεσέτες, που παρέδωσε αμέσως στον επικεφαλής του υπουργικού συμβουλίου, κ. Χιράλ. Όλοι οι εργαζόμενοι έχουν συνεισφέρει στην εν λόγω συνδρομή παραχωρώντας ένα ημερομίσθιό τους, συγκεντρώνοντας συνολικά 286,30 πεσέτες. Σε λίγες μέρες και οι παίκτες θα τους μιμηθούν, παραχωρώντας ένα ημερομίσθιο από τις αμοιβές τους».

Μέλος του ΚΚ Ισπανίας, ο Ορτέγα, πρώην καραμπινιέρος, είχε διακριθεί σε πολλές μάχες του Εμφυλίου (ιδίως στο Ιρούν και τη Γκιπούθκοα), ήταν μέλος των Βασκικών Πολιτοφυλακών και παράλληλα ήταν ο υπεύθυνος για την άμυνα της πόλης. Σαν κομμουνιστής και υπεύθυνος της άμυνας της Μαδρίτης εκτελέσθηκε και ο Ορτέγα, ο οποίος συνελήφθη λίγο προτού διαφύγει, όπως πολλοί άλλοι Ρεπουμπλικάνοι, για το Αλγέρι. Και μάλιστα, ο Ορτέγα δύο μήνες μετά τη σύλληψή του δεν τουφεκίσθηκε ως στρατιωτικός, αλλά απαγχονίστηκε. Διότι ο Φράνκο είχε διατάξει για παραδειγματισμό, οι υπεύθυνοι των Ρεπουμπλικανών να μην εκτελούνται δια τυφεκισμού, έναν θάνατο άξιο για τους στρατιώτες, αλλά ως κοινοί εγκληματίες να σύρονται στην αγχόνη. Garrote y prensa, ήταν το σύνθημά του, ικρίωμα και δυσφήμιση.

Η Μαδρίτη, όχι μόνο κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, αλλά και πριν, όπως και για πολύ καιρό αργότερα, έχαιρε μίας πολύ διαφορετικής εκτίμησης από τον δημοκρατικό κόσμο, απ’ όσο σήμερα. Ένας παλιός αριστερός και σημαντικός δημοσιογράφος ο Εδουάρδο Άρο Τεθγκλέν (Eduardo Haro Tecglen) θυμάαι πως η Μαδρίτη έχαιρε περισσότερης συμπάθειας ανάμεσα στους παλιούς, επιζώντες, «κόκκινους» (Rojos), απ’ όσο η συγκάτοικός της Ατλέτικο. Μάλιστα, η Ατλέτικο, τότε ήταν το «προπύργιο» των Φρανκιστών και των φιλο-μοναρχικών και ονομαζόταν Atlético Aviación, καθώς την είχε υιοθετήσει προπολεμικά η Εθνική Αεροπορία. Πολλοί παίκτες της μάλιστα είχαν προσχωρήσει στο στρατόπεδο του Φράνκο και πολέμησαν για την πτώση της Μαδρίτης και κάποιοι από αυτούς εκτελέσθηκαν από τους Ρεπουμπλικανούς. Για εκείνους όμως η (φρανκική) Ιστορία ήταν πολύ πιο ευμενής και θριαμβική, όπως μαρτυρά η περίπτωση του παίκτη της Ατλέτικο Χουάν Εμίλιο Γκόμεθ ντε Λεκούβε, που έγινε πράκτορας των Ναζί και συνελήφθη από τους Άγγλους για να σωθεί με την παρέμβαση του Φράνκο μεταπολεμικά.

Όμως και πολλά στελέχη της Ρεάλ Μαδρίτης πέρασαν εν στόματι μαχαίρας ή καταδιώχθηκαν από το φρανκικό καθεστώς. Όπως και ο Ραφαέλ Σάντσεθ Γκέρα, πρόεδρός της ίσαμε το 1936 και πρώτος σε ψήφους Ρεπουμπλικανός σύμβουλος στο Δημοτικό Συμβούλιο της Μαδρίτης. Αυτός παρέμεινε στην πόλη καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, παρέα με τον μεγάλο του φίλο, τον σοσιαλιστή Χουλιάν Μπαστέιρο. Κανείς τους δεν θέλησε να ακολουθήσει τον δρόμο προς την εξορία, επιμένοντας στα ιδανικά τους και διατρανώνοντας πως δεν διέπραξαν κανένα άλλο έγκλημα πλην το έκαναν να μένουν πιστοί στις ιδέες τους. Τούτο δεν τους γλίτωσε από τις βαρειές ποινές με τις οποίες καταδικάσθηκαν. Στον Μπαστέιρο, ο ίδιος ο κατήγορός του εισαγγελέας αναγνώρισε τον αμέπτου ηθικής χαρακτήρα του. Ο Μπαστέιρο πέθανε λίγο μετά στη φυλακή, ενώ ο Σάντσεθ Γκέρα, χάρις στη μεσολάβηση συγγενών του συμπαθώντων του καθεστώτος Φράνκο, μπόρεσε να φύγει στην εξορία το 1946. Από εκεί επέστρεψε το 1959 με την υπόσχεση ότι θα κατέληγε… σε μοναστήρι. Και ως Δομινικανός μοναχός άφησε την τελευταία του πνοή το 1964. Προηγουμένως τον είχαν επισκεφθεί στο ερημητήριό του ο Σαντιάγο Μπερναμπέου και όλη η ομάδα, που τότε μεσουρανούσε διεθνώς.

Ακόμη πιο χαρακτηριστική για το δημοκρατικό πνεύμα των παικτών της Μαδρίτης είναι η ιστορία του εμβληματικού αρχηγού της στη δεκαετία του ’20 Περίκο Εσκοβάλ, ο οποίος, καίτοι έβρισε τον Φράνκο, σώθηκε ως εκ θαύματος από τις φυλακές ή τα εκτελεστικά αποσπάσματα του στυγνού δικτάτορα.

Ο σκληροτράχηλος αμυντικός, που ήταν μέλος και της Ολυμπιακής Ομάδας του 1924, πολέμησε υπέρ της Δημοκρατίας, υπέφερε πολλά στις φυλακές του φρανκικού καθεστώτος και γλίτωσε τέσσερις φορές την εκτέλεση, μόνον και μόνον επειδή ήταν διάσημος ποδοσφαιριστής κάποτε και αναγνωρίσθηκε από τους δήμιούς του. Μάλιστα, τη μία φορά τον έσωσε ο θαυμασμός ενός Ιταλού στρατηγού, ο οποίος τον άκουσε θαρρετά να φωνάζει, μαθαίνοντας και τον θάνατο του ιδρυτή της Φάλαγγας Μιγιάν Αστράι, όταν του ζήτησε να απαρνηθεί τα ιδανικά του: «Χέζω τον Φράνκο σας και σας τον ίδιο». Κάτι ανάλογο με την απαξιωτική (του θανάτου και των δημίων του) πράξη του παίκτη της Α Κορούνια Μπεμπέλ Γκαρθία, ο οποίος κατούρησε το εκτελεστικό απόσπασμα, που θα τον έστελνε στον θάνατο. Μία σελίδα της Ιστορίας που έχει απαθανατίσει ο γνωστός για την αγάπη του για το ποδόσφαιρο Ουρουγουανός συγγραφέας Εδουάρδο Γαλεάνο σε ένα ποίημά του, το «Καθρέπτες: Μία ιστορία σχεδόν οικουμενική».

Ύστερα από πολλές περιπέτειες και μεταγωγές από φυλακή σε φυλακή, μετά τη μάχη με την φυματίωση, κατάφερε και έφυγε στην Κούβα κι έπειτα στη Νέα Υόρκη, όπου έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 98 ετών το 2002. Το 1968 έγραψε ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο, όπου κατέθετε τα βιώματά του και τους αγώνες του (Las sacas, στα αγγλικά εκδόθηκε ως Death Row το 1974). Επέστρεψε στην Ισπανία μόνον το 1974 για τον θάνατο της μητέρας του και έκτοτε κανένας δεν τον θυμάται, καθώς η δικτατορία του Φράνκο και η τροπαιούχος πορεία του Μπερναμπέου, όπως και στην περίπτωση του Ορτέγα και άλλων αγωνιστών αθλητών, φρόντισε για πάντα να θάψει τα ίχνη τους στη λήθη.

Ομοίως και του Αντόνιο Κάλπε, ο οποίος αρνήθηκε το 1966 να μεταβεί με την ομάδα στο μέγαρο του Φράνκο για να του δείξουν το έκτο τρόπαιο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών που είχε κερδίσει η μεγάλη τότε ομάδα. Ο Κάλπε, που άκουγε στο όνομα ενός εκτελεσμένου από τους φασίστες θείου του, «δεν μπορούσε να προκαλέσει τέτοια απέχθεια στην οικογένειά του».

Η Ιστορία γράφεται μεν, αλλά εκείνη η εκδοχή της που κατορθώνει και επιβιώνει στο συλλογικό ασυνείδητο είναι αυτή που έχει επιβληθεί από τη γραφίδα του «κραταιού». Όποιος σήμερα ξεσκαλίσει την επίσημη Ιστορία της Ρεάλ Μαδρίτης δεν πρόκειται να βρει αναφορές για μορφές όπως ο Ορτέγα, ο Εσκοβάλ ή μόλις και μετά βίας του Σάντσεθ Γκέρα ή του Κάλπε. Όπως και στη Μάχη της Μαδρίτης θα μνημονεύονται η Πανεπιστημιούπολη, ο Μανθανάρες, το Κάσα ντε Κάμπο, το Καραμπαντσέλ. Όχι όμως και η ποδοσφαιρική ομάδα, τότε χωρίς το πρόθεμα Ρεάλ, που έδινε άλλες μάχες για να κρατήσει ψηλά το φρόνημα των πολιορκημένων. Σήμερα, όλος ο κόσμος δεν θυμάται τη δική της μάχη, μόνον τα τρόπαια και την κατασκευή και ανακατασκευή των γηπέδων της.

πηγή: kosmodromio.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το