Σε ιλαροτραγωδία εξελίσσονται οι χειρισμοί της προέδρου της Κομισιόν Φον ντερ Λάιεν σχετικά με τις συμφωνίες της ΕΕ, για τα εμβόλια του κορονοϊού, με τις εταιρείες φαρμάκων.
Ο σάλος προκλήθηκε αρχικά με τις τεχνητές ελλείψεις της BioNTech/Pfizer, στη συνέχεια με τις παλινωδίες της AstraZeneca στις προτεραιότητες παράδοσης εμβολίων σε ΕΕκαι ΗΒ, έπειτα με την επίμονη άρνηση αποκάλυψης της τεχνογνωσίας των δύο εταιρειών στη χρηματοδότρια των ερευνών τους ΕΕ και τέλος από την άρνηση της Φον ντερ Λάιεν να δώσει στη δημοσιότητα τα κείμενα των συμφωνιών με το αιτιολογικό των «εμπορικών συμφωνιών εμπιστευτικότητας»! Και τούτο, παρά το γεγονός ότι οι συμφωνίες που σύναψε η ΕΕ με τις φαρμακευτικές εταιρείες, που παράγουν ή διακινούν τα εμβόλια, αφορούν κυρίως τα Ασφαλιστικά Ταμεία των εργαζομένων -αφού έτσι κι αλλιώς οι λαοί θα επιβαρυνθούν το κόστος μέσω των κρατικών Προϋπολογισμών-, ωστόσο οι τιμές καθώς επίσης και τα «ψιλά γράμματα» που αφορούν στη διάρκεια προστασίας, το βαθμό ασφάλειας, την ακριβή δοσολογία, τη δημοσιοποίηση της τεχνογνωσίας («πατέντα»), την αποτελεσματικότητα στις διάφορες μεταλλάξεις του ιού κ.ά. κρατούνται μυστικά! Εξάλλου είναι αποκαλυπτική η δήλωση της Κομισιόν τόσο για την ανάθεση στις πολυεθνικές, όσο και για τις «πατέντες», ότι: «…Ως ΕΕ επενδύσαμε 2,7 δισ. € για να αυξήσουμε τις ικανότητες ανάπτυξης εμβολίων των εταιρειών, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα το επιχειρηματικό ρίσκο. Χάρη σε αυτά τα χρήματα, η παρασκευή των εμβολίων ήταν ήδη διαθέσιμη τον Δεκέμβρη». Σε ό,τι αφορά στις τιμές, κατά σύμπτωση(;) ένα tweet (στις 15/12/2020) της υφυπουργού Προϋπολογισμού του Βελγίου, Ε. Μπλέκερ, αποκάλυψε την τιμή κάθε εμβολίου που αγόρασε η ΕΕ. Η τιμή ανά δόση που αναφέρεται για καθένα από τις έξι προς το παρόν εταιρείες, -οι τιμές φυσικά αναπροσαρμόζονται ανάλογα με την ζήτηση- ήταν η εξής:
BioNTech/Pfizer (ΗΠΑ): €12, Moderna: $18, Oxford/AstraZeneca (Βρετανία): €1.78, Johnson & Johnson (ΗΠΑ): $8.50, Sanofi/GSK (Γαλλία): €7.56, CureVac (Γερμανία): €10. Το ακριβές ποσό των προκαταβολών που έδωσε η ΕΕ δεν έχει διευκρινιστεί. Πάντως πρόκειται για μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Μέχρι στιγμής μόνον οι προπαραγγελίες της BioNTech/Pfizer, ξεπερνούν παγκόσμια τις 2,5 δισεκατομμύρια δόσεις, ενώ ένα μεγάλο μέρος του κόστους έχει προπληρωθεί. Αντιλαμβάνεται κανείς το χορό της απίστευτης κερδοσκοπίας που έχει στηθεί στις πλάτες δισεκατομμυρίων ανθρώπων, κυρίως των φτωχότερων τάξεων, και των χιλιάδων που ξεψυχούν καθημερινά χτυπημένοι από το θανατηφόρο ιό. (Στοιχεία Παν/μιου John Hopkins 3/02/2021: Παγκόσμια κρούσματα: 103.972.191, Θάνατοι: 2.255.496). Να παρατηρήσουμε πως τα ισχυρότερα καπιταλιστικά κράτη, με μόλις το 16% του παγκόσμιου πληθυσμού, συγκεντρώνουν το 65% των δόσεων εμβολίων που χορηγούνται σε όλο τον κόσμο, δίνοντας ανάγλυφα το ταξικοκοινωνικό στίγμα της πανδημίας. Σε ό,τι αφορά στις επιμέρους παραγγελίες, καθώς και στις προκαταβολές των ισχυρών κρατών που έχουν συνάψει ξεχωριστές εικονικές συμφωνίες «άνευ όρων» -τις οποίες επέβαλαν τα πανίσχυρα μονοπώλια-, με τελικές τιμές που θα ανακοινωθούν στην παράδοση, αυτές τις συμφωνίες δεν θα τις μάθουμε ποτέ, ούτε ακόμα και το τεράστιο πλέγμα της διαπλοκής και διαφθοράς που κρύβεται από κάτω!
***
Στο μεταξύ άγριος ανταγωνισμός έχει ξεσπάσει μεταξύ των μονοπωλίων για την κυριαρχία στο χώρο των εμβολίων και την πρωτοκαθεδρία στην επιστημονική έρευνα, στον οποίο εμπλέκονται και τα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη. Αντί να προχωρήσουν στην παραπέρα έρευνα και παραγωγή φτηνών αλλά ισχυρών αντιϊκών φαρμάκων (λ.χ. κοκτέιλ αντισωμάτων, μονοκλωνικά, ιντερφερόνη α (IFN-α) υπό μορφή εισπνοών, lopinavir/ritonavir, φωσφορική χλωροκίνη, ριμπαβιρίνη, κολχικίνη κ.ά.), επιλέγουν την κερδοσκοπική οδό των εμβολίων, χωρίς όμως να εγγυώνται και την αποτελεσματικότητα της ανοσίας. Ο δε διαγκωνισμός τους αφορά τόσο στη σειρά της παραγγελίας, το ποσοστό αποτελεσματικότητας και τις ηλικιακές ομάδες, όσο και στο ύψος της προκαταβολής και την ποσότητα παραλαβής. Ήδη η τεχνητή έλλειψη, με το αιτιολογικό της αδυναμίας παραγωγής, αποτελεί ένα από τα ισχυρά επιχειρήματα των μονοπωλίων για να αυξήσουν τις τιμές. Στο μεταξύ υπάρχουν ατέρμονες συζητήσεις για την «ανασύνταξη της παραγωγικής δομής λόγω αυξημένης ζήτησης» (sic), την επέκταση της δράσης των εμβολίων στις συνεχείς μεταλλάξεις του κορονοϊού, αλλά και την άρση του καθεστώτος της «πατέντας» προκειμένου να επεκταθεί η δυνατότητα παραγωγής εμβολίων και να σωθούν ζωές. Με δυο λόγια, την ώρα που χιλιάδες άνθρωποι στον Πλανήτη ζουν το δράμα των καθημερινών κρουσμάτων, των lockdown, της επαγγελματικής καταστροφής, των οικονομικών μέτρων και του βίαιου χτυπήματος των εργασιακών σχέσεων που εξαγγέλλονται καθημερινά με πρόσχημα την πανδημία, μία χούφτα μονοπωλίων αρνείται επίμονα τη φαρμακευτική παραγωγή, απειλεί και εκβιάζει ακόμα και τα ισχυρά κράτη από τα οποία έχουν χρηματοδοτηθεί για την έρευνα των εμβολίων. Στο μεταξύ, κάτω από τη συνεχή αμερικάνικη προπαγάνδα, οι οικονομικοί κερδοσκοπικοί δείκτες S&P 500, MSCI World και MSCI All-World εκτινάχθηκαν σε επίπεδα ρεκόρ, προκειμένου να προωθηθεί το εμβόλιο της αμερικανικής Pfizer και της γερμανικής BioNTech.
Σε αυτό το χορό του ανταγωνισμού των εμβολίων έχουν μπει τα κινέζικα, αλλά και τα ρώσικα μεγαθήρια, έχοντας λοιδορηθεί υπέρ το δέον από τους «δυτικούς», ως μη αποτελεσματικά, παρά το γεγονός ότι το ρωσικό Sputnik V παρέχει αποτελεσματικότητα πάνω από 90% στις διάφορες δοκιμές και ήδη έχει ξεκινήσει ο μαζικός εμβολιασμός. Ο Ρώσος πρωθυπουργός Μ. Μισούστιν ανακοίνωσε ότι από τον Φλεβάρη αρχίζει η μαζική παραγωγή δευτέρου εμβολίου, του EpiVacCorona του Ινστιτούτου Vector και παράλληλα θα τεθεί σε κυκλοφορία και τρίτο ρωσικό εμβόλιο. Πρώτη η Ουγγαρία από τα κράτη-μέλη της ΕΕ παρήγγειλε το ρωσικό εμβόλιο «Sputnik V». Τώρα, μετά τα κερδοσκοπικά παιγνίδια των «δυτικών» μονοπωλίων και την τεχνητή έλλειψη εμβολίων, ο Γερμανός υπουργός Υγείας Γ. Σπαν δηλώνει ανοιχτός στη χρήση εμβολίων από τη Ρωσία και την Κίνα στη Γερμανία, σε περίπτωση έγκρισής τους από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων, ανατρέποντας την μέχρι πρότινος πολιτική της ΕΕ έναντι των «ανατολικών» εμβολίων.
Στις ΗΠΑ εξακολουθεί να μαίνεται ο πόλεμος κατά του «θανατηφόρου κινέζικου ιού», ενώ στη Βραζιλία, ο ακροδεξιός πρόεδρος Μπολσονάρο επέκρινε τον Οκτώβριο τις δοκιμές του κινέζικου εμβολίου της Sinovac Biotech στη χώρα του, υποστηρίζοντας ότι «οι άνθρωποι δεν αισθάνονταν ασφαλείς λόγω της προέλευσής του»! Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ωστόσο, δήλωσαν ότι το εμβόλιο της Sinopharm έδειξε 86% αποτελεσματικότητα στις δοκιμές Φάσης 3. Στην Τουρκία έγιναν μεγάλες εισαγωγές κινέζικων εμβολίων και ήδη ξεκίνησαν οι εμβολιασμοί με 3 εκατ. δόσεις Sinovac ενώ αναμένονται 50 εκατ. δόσεις του Coronavac, οι οποίες θα καλύψουν μεγάλο μέρος των αναγκών, σε μια χώρα 82 εκατ. κατοίκων. Επιπροσθέτως, η τουρκική κυβέρνηση, στο πλαίσιο εξομάλυνσης των σχέσεων της με την ΕΕ, έκανε μια παραγγελία της τελευταίας στιγμής για 30 εκατ. δόσεις του εμβολίου των BioNTech/Pfizer, ενώ φιλοδοξεί να προωθήσει την εγχώρια παραγωγή του ρωσικού εμβολίου Sputnik V.
Τόσο το Πεκίνο, όσο και η Μόσχα κινήθηκαν με εντυπωσιακή ταχύτητα παρά το ότι αντιμετωπίστηκαν από τα ΜΜΕ (αλλά και από δυτικούς επιστήμονες) με αλαζονεία, αν όχι με εμφανή απαξίωση στα αρχικά στάδια των δοκιμών, καθώς και με θεωρίες συνωμοσιολογίας και ψεύτικές αρνητικές πληροφορίες. Παρ’ όλ’ αυτά, τα ρώσικα και κινέζικα εμβόλια έχουν ήδη τη μεγαλύτερη μερίδα της αγοράς του Πλανήτη, επειδή είναι ευκολότερα στην αποθήκευσή τους (δεν απαιτούν πολύ χαμηλές θερμοκρασίες συντήρησης) και πολύ φθηνότερα στην τιμή. Μάλιστα το Πεκίνο προσχώρησε στο πρόγραμμα Covax, το σχέδιο που υποστηρίζεται από τον ΠΟΥ για τη διανομή εμβολίων σε παγκόσμια κλίμακα, με βραχίονα εφοδιασμού τον κολοσσό της Alibaba, με παραγγελίες που ξεπερνούν τα 3,2 δισεκατομμύρια δόσεις.
***
Κι ενώ ο πόλεμος των εμβολίων καλά κρατεί, στο μικρό κάδρο, οι παλινωδίες του ντόπιου «εμβολιαστικού προγράμματος», δεν έχουν τέλος. Με την κυβέρνηση Μητσοτάκη να παίζει το γνωστό -ακατανόητου σκοπού- ακορντεόν των μέτρων, το υπουργείο Υγείας να ανασκευάζει συνεχώς τα περί «θωρακισμένου και έτοιμου ΕΣΥ», τα περί «2.150.000 εμβολιασμών το μήνα», τα περί «1.018 εμβολιαστικών κέντρων», τα περί «άμεσων προσλήψεων μονίμου νοσηλευτικού προσωπικού» κλπ, κλπ και με την αναποτελεσματική Πολιτική Προστασία να τρέχει εδώ και κει σαν αφηνιασμένο άλογο, στην πραγματικότητα είναι φανερό το στοιχείο της κυβερνητικής εγκατάλειψης, ανικανότητας και φθοράς. Τα δήθεν μελετημένα σχέδια των επιτελείων όχι μόνο αποκαλύπτονται ανεφάρμοστα, αλλά και καταρρέουν με πάταγο, καθώς τα κρούσματα καλπάζουν, οι ΜΕΘ γεμίζουν, τα Νοσοκομεία ξεπερνούν τις δυνατότητές τους, η δημόσια Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας υποστελεχώνεται, οι γιατροί και νοσηλευτές υπερβαίνουν τα όρια αντοχής τους, το πρόγραμμα εμβολιασμού παραπαίει, οι μεταλλάξεις του κορονοϊού πληθαίνουν, ο κυβερνητικός πανικός εντείνεται.
Αυτή τη στιγμή, λειτουργούν -εκτός από τα Νοσοκομεία- μόλις 144 εμβολιαστικά κέντρα σε Κέντρα Υγείας (αντί των 1.018 που εξαγγέλθηκαν), ενώ οι εμβολιασμοί μόλις που ξεπερνούν το 10% των προγραμματισμένων δύο εκατομμυρίων το μήνα! Η σύγχυση και οι κομπίνες της ΕΕ και η έλλειψη εμβολίων αποτελούν άλλοθι για την κυβέρνηση να δικαιολογεί την έλλειψη μόνιμου προσωπικού, την ακύρωση χιλιάδων ραντεβού εμβολιασμών, την παύση προγραμματισμένων επισκέψεων άλλων ασθενειών σε νοσοκομειακούς γιατρούς, τη μετατροπή σε ΕΣΥ-κορονοϊού και μόνο, το κλείσιμο των Περιφερειακών Ιατρείων για να «μπαλωθούν» οι τεράστιες ελλείψεις στα δημόσια Νοσοκομεία, τη διατήρηση εμβολιαστικών κέντρων μέσα στα Νοσοκομεία -σε συνθήκες συνωστισμού και συγχρωτισμού του υγιούς πληθυσμού με ασθενείς-, τη μεταφορά ηλικιωμένων σε μεγάλες αποστάσεις προκειμένου να εμβολιαστούν και τελικά την πλήρη απαξίωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Σημειώνουμε ότι ο Προϋπολογισμός του 2021 προβλέπει επιπλέον μείωση του κονδυλίου για την ΠΦΥ κατά 96 εκατ. €! Σε όλη αυτή την απερίγραπτη κατάσταση, τεράστιες ευθύνες έχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, που όχι μόνο υποβάθμισε το ΕΣΥ, αλλά και συνέβαλε αποφασιστικά στην ενίσχυση των ιδιωτικών κλινικών, προκρίνοντας την ιδιωτική πρωτοβουλία σε βάρος της δημόσιας δωρεάν Υγείας.
Η Αττική βρίσκεται ήδη σε «σκληρό» lockdown λόγω της πανδημίας που σαρώνει τους απροστάτευτους εργοστασιακούς χώρους, τον απίστευτο συνωστισμό στα σούπερ μάρκετς και στα ΜΜΜεταφοράς, του ανοιγοκλεισίματος των μεγάλων καταστημάτων, το απροετοίμαστο άνοιγμα των σχολείων χωρίς κανένα υγειονομικό μέτρο κ.ά., με απρόβλεπτες συνέπειες για τα χειμαζόμενα λαϊκά νοικοκυριά στο εισόδημα, την ανεργία, την ψυχολογία και πάνω απ’ όλα στην υγεία.
***
Είναι γεγονός πως η πανδημία, εκτός από το ότι προκάλεσε ισχυρές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές αντιδράσεις, έφερε στο προσκήνιο ακριβώς και το τεράστιο ζήτημα της δημόσιας δωρεάν Υγείας, παραμερίζοντας τις διάφορες νεοφιλελεύθερες απόψεις που εγκαταλείπουν τη δημόσια Υγεία στα νύχια των ιδιωτικοοικονομικών συμφερόντων. Η παγκόσμια κοινή γνώμη είδε έκπληκτη τα πανίσχυρα ιμπεριαλιστικά κράτη με τα προβεβλημένα ινστιτούτα (Κοχ, Παστέρ, Χόπκινς κ.ά.), όχι μόνον να μην διαθέτουν προγράμματα πρόληψης, αλλά ούτε κατά διάνοια επαρκή δημόσια συστήματα για την αντιμετώπιση υγειονομικών κρίσεων, ολοκληρωμένης περίθαλψης, δικτύου προμηθειών και τροφοδοσίας φαρμακευτικού υλικού, ελέγχου εξάπλωσης μιας πανδημίας, ετοιμότητα παραγωγής φαρμάκων και εμβολίων κλπ. Κι ακόμα είδε τις κυβερνητικές ακροβασίες να μεταθέτουν στους λαούς την πολιτική υποχρέωσή τους για όλα τα παραπάνω, στη βάση της “ατομικής ευθύνης”, χωρίς ωστόσο να τους παραχωρούν την παραμικρή πολιτική δικαιοδοσία. Κυβερνήσεις και ΜΜΕ, έξω και πέρα από κάθε ηθική, απαιτούν από το λαό όχι μόνο την αυτοπροστασία του, αλλά με πρόσχημα την πανδημία τού επιβάλλουν αντισυνταγματικά μέτρα που του στερούν βασικά δημοκρατικά δικαιώματα.
Κι ενώ η ιατρική πρακτική θα έπρεπε -λέμε τώρα- να συνδέεται άμεσα με το πλέγμα των κανόνων ηθικής που επέβαλε μεταπολεμικά η Διακήρυξη της Γενεύης, επηρεασμένη από τα εγκλήματα των Ναζί και το πνεύμα της Δίκης της Νυρεμβέργης (και που τηρήθηκαν για ένα διάστημα με την επικράτηση της κεϋνσιανικής αντίληψης του «κοινού καλού», έναντι των ναζιστικών απόψεων της «ευγονικής»), ωστόσο η απ’ άκρη σ’ άκρη κυριαρχία του καπιταλιστικού ιμπεριαλιστικού συστήματος και μάλιστα στη νεοφιλελεύθερη έκφανσή του, αφήνει την Υγεία στα νύχια της «αγοράς», ξεχνώντας και ηθικές αξίες και διακηρύξεις και ανθρωπισμό και αλληλεγγύη. Η δημόσια (αλλά και η ιδιωτική) ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καθορίζεται πλέον από τους όρους των πλανητικών μονοπωλίων φαρμάκων κι από ένα χειραγωγούμενο επιστημονικό προσωπικό που βασίζεται πάνω στις κερδοσκοπικές απόψεις των επικεφαλής των μονοπωλίων. Με λίγα λόγια «δούλα των δήμιων επιστήμη»…
Οι κυβερνήσεις, εντολοδόχοι των πολυεθνικών, απορρύθμισαν τα δημόσια συστήματα, απαξίωσαν τη δημόσια Έρευνα, ελαχιστοποίησαν τα δημόσια Νοσοκομεία, περιόρισαν τα διαθέσιμα δημόσια εργαλεία και μέσα προφύλαξης, απαξίωσαν κάθε τι δημόσιο και δωρεάν στο χώρο της Υγείας, και όχι μόνο.
Σήμερα, τα καπιταλιστικά κράτη και οι αστικές κυβερνήσεις τους, χωρίς να έχουν πάρει κανένα ουσιαστικό μέτρο αποκατάστασης των παραπάνω, επιβάλλουν με τη βία και τον εξαναγκασμό μέτρα εγκλεισμού-αποκλεισμού, αποθεώνοντας παράλληλα την “ατομική ευθύνη” για την αυτοπροστασία των λαϊκών στρωμάτων.
***
Στον αντίποδα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας πάνω στο θέμα της Υγείας, στέκεται βράχος ακλόνητος η κοινωνικοποίηση της σοσιαλιστικής αντίληψης για την ιατρική. Το ΚΚΣΕ πρώτο είχε θέσει την προστασία της υγείας όλου του λαού ως αποκλειστική υποχρέωση του κράτους. Με ιατρικές υπηρεσίες που ήταν δωρεάν και προσβάσιμες για όλους, με πρόληψη των ασθενειών στο κέντρο όλων των δραστηριοτήτων του συστήματος Υγείας, με δράσεις που σχεδιάζονταν κεντρικά και σε μεγάλη κλίμακα από την Επιτροπή Υγείας, η ΕΣΣΔ είχε εγκαινιάσει μία νέα περίοδο στην ιστορία της Ιατρικής, σε απείρως πιο δύσκολες συνθήκες και με πολύ λιγότερα επιστημονικά μέσα από αυτά που έχει στη διάθεσή της σήμερα η ανθρωπότητα. Το σοσιαλιστικό κράτος ανακήρυξε την υγεία του λαού ουσιαστικό παράγοντα για την ευημερία ενός έθνους. Στις 13 Νοεμβρίου του 1917, πέντε μόλις μέρες μετά την Επανάσταση, η σοβιετική κυβέρνηση εξέδωσε το ακόλουθο διάταγμα: «Το προλεταριάτο έχει βάλει ως στόχο την πλήρη Κοινωνική Ασφάλιση των εργατών και στις πόλεις και στα χωριά. Η τσαρική κυβέρνηση, οι τσιφλικάδες και οι καπιταλιστές απέτυχαν να εξασφαλίσουν τις ανάγκες των εργατών».
Χωρίς καμία αμφιβολία το σοβιετικό σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης ήταν απείρως ανώτερο από οποιοδήποτε άλλο ασφαλιστικό σύστημα στις καπιταλιστικές χώρες, εξασφαλίζοντας πλήρη δωρεάν ιατρική φροντίδα και περίθαλψη σε κάθε πολίτη.
Σημειώνουμε πως ολόκληρο το σύστημα Υγείας χτίστηκε πάνω στην αντίληψη της προληπτικής ιατρικής και της παρακολούθησης της υγείας καθενός ξεχωριστά, από τη γέννησή του μέχρι το θάνατό του. Αυτό άλλωστε εκφραζόταν στο πρόγραμμα του ΚΚΣΕ ως αποτέλεσμα μιας νέας κοινωνικής πραγματικότητας και της ιδεολογικοπολιτικής γραμμής του συστήματος: «Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης θα βασίσει την πολιτική του συστήματος Υγείας σε μια ευρεία σειρά από υγειονομικά μέτρα, που θα έχουν ως στόχο την πρόληψη της ανάπτυξης ασθενειών».
4-2-2021
Ιωσήφ Σταυρίδης, μέλος της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ
e-prologos.gr