Άρης Χατζηστεφάνου

Δύο διαφορετικοί δείκτες κινούνται τις τελευταίες εβδομάδες με την ίδια πορεία… προς τον ουρανό. Ο πρώτος αφορά τα κρούσματα (συνολικά 4 εκατομμύρια) από τον κορονοϊό στις ΗΠΑ. Ο δεύτερος δείχνει το άθροισμα των κερδών των αμερικανικών χρηματιστηρίων.

Ο Dow Jones ενισχύθηκε με χίλιες μονάδες ενώ ο S&P 500 κινείται πλέον σε ανώτερα επίπεδα από την αντίστοιχη περίοδο της περασμένης χρονιάς.

Το φαινόμενο ίσως να μην φαντάζει παράδοξο σε όσους έχουν καταλάβει ότι οι χρηματιστηριακοί δείκτες των ΗΠΑ κινούνται συνήθως προς αντίθετη κατεύθυνση με τα επίπεδα διαβίωσης (ή επιβίωσης) των Αμερικανών πολιτών. Πολύ δυσκολότερο είναι όμως να εξηγηθεί το γεγονός ότι τα χρηματιστήρια κάνουν πάρτι, ενώ όλες οι ενδείξεις δείχνουν πως η αμερικανική οικονομία οδηγείται στα τάρταρα. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι προβλέπουν ύφεση που θα ξεπεράσει τα επίπεδα της δεκαετίας του ’30 και εκτίναξη της ανεργίας σε πρωτοφανή επίπεδα. Ο οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου, Κέβιν Χάσετ, προέβλεψε προ ημερών ότι η βιομηχανική παραγωγή των ΗΠΑ θα μειωθεί από 20% έως 30% στο δεύτερο τέταρτο της χρονιάς, δηλαδή ποσοστά πτώσης που συναντώνται μόνο ύστερα από παγκόσμιους πολέμους. Μόνο την τελευταία εβδομάδα 1,3 εκατομμύριο Αμερικανοί πολίτες κατέθεσαν για πρώτη φορά τα χαρτιά τους για το επίδομα ανεργίας – πρόκειται δηλαδή για την 17η εβδομάδα στη σειρά που οι νέοι άνεργοι ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο.

Γιατί η οικονομία βυθίζεται και το χρηματιστήριο ανεβαίνει;

Το φαινομενικά παράδοξο, να βυθίζεται η πραγματική οικονομία ενώ εκτοξεύονται στα ύψη τα κέρδη του χρηματοπιστωτικού τομέα, εξηγείται πολύ εύκολα αν παρατηρήσει κανείς τους τρόπους με τους οποίους ο πρόεδρος Τραμπ μετέτρεψε την πανδημία σε έναν μηχανισμό μεταφοράς πλούτου από τα φτωχότερα προς τα πλουσιότερα τμήματα της αμερικανικής κοινωνίας.

Από τα μέσα Μαρτίου οι Αμερικανοί δισεκατομμυριούχοι είδαν τις περιουσίες τους να αυξάνονται κατά 600 δισεκατομμύρια δολάρια τα οποία ουσιαστικά προέρχονταν από τους εργαζόμενους, τους φορολογούμενους και τα δημόσια ταμεία. Η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ έχει προσφέρει μέχρι σήμερα περισσότερα από πέντε τρισεκατομμύρια δολάρια, τα οποία στην πλειονότητά τους δεν κατευθύνονται στην πραγματική οικονομία ή τις ανάγκες του συστήματος υγείας, που βρίσκεται στα όρια της ολοκληρωτικής κατάρρευσης, αλλά απευθείας στις τσέπες μετόχων και επενδυτών.

Η σχετική τάση βέβαια δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ. Στις αρχές της εβδομάδας η ελβετική τράπεζα UBS υπολόγισε ότι επτά στους 10 δισεκατομμυριούχους του πλανήτη είδαν τα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια να πηγαίνουν καλύτερα ή τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο με τις προβλέψεις που είχαν κάνει πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας.

Μπάρες χρυσού

Έχει πραγματικά ενδιαφέρον (ειδικά για την Ελλάδα) να παρακολουθήσει κάποιος τους μηχανισμούς με τους οποίους οι ισχυρότερες οικονομίες της Δύσης χρησιμοποιούν τον κορονοϊό σαν πρόσχημα για να παρακάμψουν τους παραδοσιακούς μηχανισμούς ελέγχου των επιχειρήσεων και να στείλουν δισεκατομμύρια ευρώ σε επιλεγμένους επιχειρηματίες.

Στη μεγάλη Βρετανία, παραδείγματος χάριν, έρχονται καθημερινά στην επιφάνεια πληροφορίες απευθείας αναθέσεις δημοσίων έργων σε επιχειρήσεις που πρόσκεινται στην κυβέρνηση χωρίς κανέναν απολύτως έλεγχο. Εταιρίες τις οποίες κανένας δεν είχε ακούσει στο παρελθόν λαμβάνουν πακέτα δεκάδων εκατομμυρίων στερλίνων, άλλοτε για να συνδράμουν στην επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησης και άλλοτε για να προσφέρουν ιατρικά προϊόντα και υπηρεσίες αγνώστου ποιότητας (οποιαδήποτε ομοιότητα με τη χώρα μας μάλλον θα είναι συμπτωματική).

Και αυτή είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Στις ΗΠΑ οι αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες, που έλαβαν την μερίδα του λέοντος των άμεσων κρατικών επιδοτήσεων, προχωρούν τώρα σε δεκάδες χιλιάδες απολύσεις επιβεβαιώνοντας ότι τα χρήματα δεν χρησιμοποιήθηκαν για την διάσωση των εργαζομένων, αλλά των μετόχων. Ακόμη όμως και φαινομενικά άσχετες κυβερνητικές κινήσεις, όπως λόγου χάρη η απόφαση του Τραμπ να ξανανοίξει τα σχολεία, λαμβάνονται με αποκλειστικά οικονομικά κριτήρια. Ο Αμερικανός πρόεδρος γνωρίζει πολύ καλά ότι οι επιχειρήσεις απαιτούν την άμεση επιστροφή των υπαλλήλων τους και αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί εάν πρέπει να φροντίζουν τα παιδιά τους που μένουν κλεισμένα στο σπίτι. Για να αντιμετωπίσει, λοιπόν, το πρόβλημα κήρυξε πόλεμο στους επιστήμονες που προειδοποιούν ότι οι μαθητές και οι καθηγητές θα βρεθούν σε άμεσο κίνδυνο και απείλησε να διακόψει την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση όσων δημοσίων σχολείων δεν ανοίξουν άμεσα τι πόρτες τους.

Οι ΗΠΑ, σαν πειραματικό εργαστήριο όλων αυτών των επιλογών που βάζουν τα κέρδη των επιχειρήσεων πάνω από τη δημόσια υγεία, θα έπρεπε να αποτελέσει ένα παράδειγμα προς αποφυγή για την Ελλάδα. Η μέχρι στιγμής εμπειρία όμως δείχνει ότι τους επόμενους μήνες θα την έχουμε σαν πρότυπο.     

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το