του Ανδρέα Κοσιάρη
Τη λογοκρισία από το Twitter και το YouTube ενός ντοκιμαντέρ του BBC για τον ρόλο του πρωθυπουργού της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι στη σφαγή του Γκουτζαράτ, ανακοίνωσε πανηγυρικά στέλεχος του ινδικού υπουργείου Πληροφοριών και Ραδιοτηλεόρασης.
Σε σειρά αναρτήσεών του, ο Καντσάν Γκούπτα, ανώτερο στέλεχος του υπουργείου, κατηγόρησε το ντοκιμαντέρ ως «εχθρική προπαγάνδα και αντι-Ινδικά σκουπίδια» και ενημέρωσε πως οι δύο πλατφόρμες έχουν λάβει εντολή αποκλεισμού συνδέσμων για την ταινία, προτού προσθέσει πως «έχουν συμμορφωθεί με τις οδηγίες».
Πράγματι, την ίδια ώρα πλήθαιναν οι καταγγελίες χρηστών του Twitter στην Ινδία που είχαν αναρτήσει συνδέσμους για το ντοκιμαντέρ, οι αναρτήσεις των οποίων αφαιρέθηκαν και αντικαταστάθηκαν με νομική ειδοποίηση.
«Η κυβέρνηση έχει στείλει εκατοντάδες αιτήματα σε διάφορες πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ειδικά στο YouTube και στο Twitter, για να αφαιρέσουν τις αναρτήσεις που μοιράζονται αποσπάσματα ή συνδέσμους προς το ντοκιμαντέρ», δήλωσε στο The Intercept ο Ινδός δημοσιογράφος Ρακίμπ Χαμίντ Ναΐκ. «Και δυστυχώς, οι εταιρείες συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις τους και έχουν αφαιρέσει πολλά βίντεο και δημοσιεύσεις».
Η σφαγή του Γκουτζαράτ και ο Μόντι
Πρόκειται για ένα ντοκιμαντέρ παραγωγής του BBC, που εξετάζει τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν το 2002 στην πολιτεία Γκουτζαράτ της Ινδίας, της οποίας πρωθυπουργός ήταν εκείνη την περίοδο ο σημερινός πρωθυπουργός ολόκληρης της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι. Τότε, ομάδες ακροδεξιών ινδουιστών εθνικιστών, στο ευρύτερο κίνημα των οποίων ανήκει και το κόμμα του Μόντι, BJP, ξεκίνησαν μια δολοφονική καμπάνια εναντίων των μουσουλμάνων στο Γκουτζαράτ, με τις ταραχές να οδηγούν στον θάνατο περισσότερων από 1.000 ανθρώπων και των εκτοπισμό περίπου 150.000. Βιασμοί γυναικών, ακρωτηριασμοί ανθρώπων και πυρπολήσεις μουσουλμανικών χώρων λατρείας, είναι μερικά από τα καταγεγραμμένα εγκλήματα που συνέβησαν μέσα σε διάστημα λίγων ημερών στα τέλη Φεβρουαρίου και τις αρχές Μαρτίου 2002 — ακαδημαϊκοί περιγράφουν τα γεγονότα ως μία «επιχείρηση εθνοκάθαρσης».
Η τότε κυβέρνηση της πολιτείας κατηγορείται ότι όχι απλά επέτρεψε, αλλά ενθάρρυνε την αντι-μουσουλμανική βία, με τον ίδιο τον Μόντι να διαπράττει εκείνη την περίοδο υποδαυλιστικές δηλώσεις και να φέρεται να διατάσσει την τοπική αστυνομία να μην παρέμβει στα γεγονότα και να επιτρέψει στους ινδουιστές να ασκήσουν βία κατά των μουσουλμάνων. Αν και μία αμφιλεγόμενη έρευνα τριμελούς επιτροπής υπό το Ανώτατο Δικαστήριο απάλλαξε τον Μόντι από οποιαδήποτε ευθύνη το 2013, εντούτοις ο σημερινός πρωθυπουργός δείχνει να φοβάται τις περαιτέρω έρευνες για τον ρόλο του σε εκείνα τα γεγονότα.
«Το ντοκιμαντέρ έχει εκνευρίσει τον κ. Μόντι καθώς συνεχίζει να αποφεύγει την ευθύνη για τη συνενοχή του στη βία», είπε στο Intercept ο Naik. «Βλέπει το ντοκιμαντέρ ως απειλή για την εικόνα του διεθνώς και έχει ξεκινήσει μια άνευ προηγουμένου καταστολή στην Ινδία».
Τα γεγονότα του 2002 είχαν οδηγήσει τις ΗΠΑ, τη Μεγάλη Βρετανία και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες να εφαρμόσουν ντε φάκτο απαγόρευση εισόδου στον Μόντι — από την πλευρά της Ευρώπης και του Ηνωμένου Βασιλείου η απαγόρευση ήρθη το 2013, ενώ η αμερικανική κυβέρνηση προσκάλεσε τον Ινδό πρωθυπουργό το 2015, λίγο καιρό μετά την εκλογή του στον θώκο, όπου παραμένει μέχρι σήμερα.
Σημαντικά, η εθνικιστική και αντι-μουσουλμανική ρητορική συνεχίζει μέχρι σήμερα να είναι ίδιον του Μόντι, ο οποίος εφαρμόζει το πολιτικό πρόγραμμα της «Hindutva» (κυριολεκτικά, «Ινδικότητα») — ένα κράμα θρησκείας, εθνικισμού και ταυτοτισμού με έντονα ακροδεξιά στοιχεία.
Ο ρόλος του Twitter και του Έλον Μασκ
Δεν είναι η πρώτη φορά που το Twitter υπακούει στις εντολές της ινδικής κυβέρνησης για αφαίρεση περιεχομένου και λογοκρισία επικριτικών αναρτήσεων. Όμως μέχρι την ανάληψη της ιδιοκτησίας της πλατφόρμας από τον Έλον Μασκ, το Twitter είχε ποσοστό συμμόρφωσης περίπου 20% σε τέτοιου είδους αιτήματα από την κυβέρνηση της Ινδίας.
Από τη στιγμή που ο Μασκ ανέλαβε τα ηνία, και παρά τους ισχυρισμούς του περί διασφάλισης της ελευθερίας του λόγου στο μέσο, οι πιέσεις της ινδικής κυβέρνησης φαίνεται να πιάνουν περισσότερο τόπο. Στο πλαίσιο των μαζικών απολύσεων που εφάρμοσε ο δισεκατομμυριούχος, το 90% των περίπου 200 υπαλλήλων του ινδικού παραρτήματος του Twitter απολύθηκε. Και τα επιχειρηματικά συμφέροντα του Μασκ ίσως να υποδεικνύουν ένα κίνητρο για την υπακοή του. Συγκεκριμένα, η εταιρεία ηλεκτρικών αυτοκινήτων Tesla, της οποίας επίσης ηγείται, επιχειρεί εδώ και χρόνια (ανεπιτυχώς μέχρι στιγμής) να κερδίσει φορολογικές ελαφρύνσεις από το ινδικό κράτος ώστε να επεκταθεί στην τοπική αγορά.
Το «μαύρο» του Twitter στις αναρτήσεις που οδηγούσαν στο ντοκιμαντέρ του BBC δεν αφορούσε μονάχα λογαριασμούς Ινδών χρηστών. Το ινδικό κοινό αποκλείστηκε από την πρόσβαση και σε αναρτήσεις τρίτων χρηστών για το ντοκιμαντέρ, όπως του Αμερικανού ηθοποιού Τζον Κιούζακ, ο οποίος μεταξύ άλλων έχει γράψει βιβλίο με την ακαδημαϊκό Αρουντάτι Ρόι, η οποία επικρίνει σκληρά το καθεστώς Μόντι.
Η εντολή αφαίρεσης επικριτικού προς την κυβέρνηση περιεχομένου συνδέεται επίσης και με πρόσφατη κυβερνητική πρόταση για τη δημιουργία ενός ελεγχόμενου από αυτήν οργάνου που θα αποφασίζει ποιες πληροφορίες αποτελούν «ψεύτικες ειδήσεις» και θα διατάσσει την αφαίρεσή τους από τις διαδικτυακές πλατφόρμες.
πηγή: info-war.gr
e-prologos.gr