Πολλές ιδιαιτερότητες και ποικίλες αντιδράσεις έχει προκαλέσει η φετινή διοργάνωση του Παγκόσμιου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου (Μουντιάλ) σε μία αραβική χώρα, όπως είναι το Κατάρ. Ο θόρυβος αυτός έχει ξεκινήσει από τον αμφιλεγόμενο τρόπο που η Παγκόσμια Συνομοσπονδία Ποδοσφαίρου (FIFA), την ανάθεσε στο Κατάρ, τον πακτωλό δισεκατομμυρίων που δαπανήθηκαν, τις χιλιάδες θανάτους εργαζομένων στα έργα, την πρωτοφανή άγρια εκμετάλλευση και τη μεγάλη επιχείρηση εξωραϊσμού και “ξεπλύματος” του βαθιά αντιδραστικού μοναρχικού καθεστώτος του Κατάρ με τη δοκιμασμένη μέθοδο του “sportswashing”.

Εξαρχής η επιλογή του Κατάρ για τη διοργάνωση του Μουντιάλ στιγματίστηκε από αποκαλύψεις για σκάνδαλα διαφθοράς και χρηματισμού παραγόντων της FIFA προκειμένου να ψηφίσουν υπέρ της ανάθεσης της διοργάνωσης στο Κατάρ, ενώ τα χρόνια που ακολούθησαν εκδηλώθηκαν διαμαρτυρίες ενάντια στην εν λόγω πετρελαιομοναρχία, όπου είναι καθεστώς η καταπάτηση δημοκρατικών ελευθεριών και οι διακρίσεις με βάση το φύλο και τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Και βέβαια, για το εργατικό αίμα με το οποίο έχουν ποτιστεί τα κέρδη που προσδοκούν οι διοργανωτές και η FIFA από το πανάκριβο πρότζεκτ «Μουντιάλ στο Κατάρ».

Όλα αυτά βέβαια γίνονται και ταιριάζουν “γάντι” με την άκρα εμπορευματοποίηση του αθλητισμού και ιδιαίτερα του ποδοσφαίρου και την εξυπηρέτηση πολιτικών και γεωστρατηγικών σκοπιμοτήτων παρά τις υποκριτικές περί του αντιθέτου δηλώσεις ηγετικών και πολιτικών παραγόντων. Σε μία ακόμα αθλητική διοργάνωση κάποιοι ήδη έχουν κλειδώσει τον τίτλο του νικητή πολύ πριν την έναρξή της. Πολυεθνικές, χορηγοί και η διοργανώτρια FIFA είναι που μπορούν ήδη να θεωρηθούν τροπαιούχοι στο κυνήγι των κερδών που διεξάγεται στο έδαφος της διοργάνωσης, η οποία αποτελεί και τη ναυαρχίδα στο οικοδόμημα του εμπορευματοποιημένου ποδοσφαίρου.

Ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν δήλωσε ότι «ο αθλητισμός δεν πρέπει να πολιτικοποιείται», λίγες ημέρες πριν από την έναρξη του Μουντιάλ. Όταν ρωτήθηκε για το ιστορικό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Κατάρ, τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο της διοργάνωσης και τον φόρο αίματος των εργατών, απάντησε πως «Αυτές οι ερωτήσεις πρέπει να απαντηθούν όταν τελειώσει το Μουντιάλ». Η υποκρισία του περισσεύει και προκαλεί, αφού ο ίδιος και πολλές χώρες της Δύσης λίγους μήνες πριν απέκλεισαν τη Ρωσία, που πριν από τέσσερα χρόνια διοργάνωσε το Μουντιάλ, και όλες τις ομάδες και αθλητές της από όλες τις διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις. Για να μη μιλήσουμε για τα μποϋκοτάζ Ολυμπιακών Αγώνων στο παρελθόν.

Σφοδρές αντιδράσεις προκάλεσαν οι πρόσφατες υποδείξεις του προέδρου της FIFA, Tζιάνι Ινφαντίνο, προς τους παίκτες, τους προπονητές και τα επιτελεία των ομάδων του Μουντιάλ στο Κατάρ να «εστιάσουν στο ποδόσφαιρο». Μέσω δημόσιας σχετικής επιστολής ο πρόεδρος της FIFA προέτρεψε μεταξύ άλλων τις ομάδες «να μην επιτρέψουν να σύρεται το ποδόσφαιρο σε κάθε ιδεολογική ή πολιτική μάχη που υπάρχει». Ανεπίσημα, από πλευράς FIFA, αφέθηκε να εννοηθεί ότι σκοπός της επιστολής ήταν να μη βρεθούν στο προσκήνιο της διοργάνωσης θέματα που σχετίζονται με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο πρόεδρος της FIFA μάλιστα πρότεινε να υπάρξει εκεχειρία ενός μήνα στις πολεμικές επιχειρήσεις, όσο διαρκούν οι αγώνες. Ωστόσο οι εξηγήσεις δεν φαίνεται να έπεισαν σχετικά με τον πραγματικό σκοπό της επιστολής.
Αφενός επειδή η ίδια η FIFA το προηγούμενο διάστημα συνέβαλε, ώστε και το ποδόσφαιρο να γίνει μέρος του πολέμου προπαγάνδας γύρω από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αφετέρου διάχυτη είναι η αίσθηση ότι η επιστολή Ινφαντίνο στόχο είχε να προλάβει τις όποιες αντιδράσεις απέναντι στους θανάτους χιλιάδων εργατών στα έργα υποδομής της διοργάνωσης αλλά και στην καταπάτηση των δημοκρατικών ελευθεριών στη χώρα. Πολύ περισσότερο τη στιγμή που ειδικά στο θέμα των νεκρών εργατών, το τελευταίο διάστημα απασχολεί το ζήτημα με τις αποζημιώσεις που διεκδικούν από τους διοργανωτές του Κατάρ και τη FIFA εκατοντάδες οικογένειες από τους περίπου 6.500 μετανάστες εργάτες που έχουν χάσει τη ζωή τους στα έργα.

Η εικόνα της διοργάνωσης έχει ήδη στιγματιστεί από τους χιλιάδες θανάτους και τους εκατοντάδες τραυματισμούς εργατών στα έργα της διοργάνωσης, κυρίως μεταναστών από φτωχότερες χώρες της Ασίας. Θανάτους και τραυματισμούς με βασικές αιτίες τις άθλιες συνθήκες δουλειάς, αλλά και τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης. Και, φυσικά, δεν πρόκειται για εργατικά «ατυχήματα», ούτε για μεμονωμένα περιστατικά, αλλά για προφανή εργοδοτικά εγκλήματα, στον βωμό της μπίζνας δισεκατομμυρίων μεταξύ του Κατάρ, της FIFA, των κατασκευαστικών εταιρειών και των χορηγών που θησαυρίζουν μέσω της διοργάνωσης. Αυτό άλλωστε αποδεικνύει και η τεράστια προσπάθεια συγκάλυψης των όσων συνέβησαν όλα τα προηγούμενα χρόνια από τους αρμόδιους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν έναν χρόνο περίπου, αρχές Δεκέμβρη του 2021, σε ρεπορτάζ της αγγλικής εφημερίδας «Guardian» γινόταν λόγος για 6.500 θανάτους εργατών από το 2010 που ξεκίνησαν τα έργα. Αντίστοιχο ρεπορτάζ του γερμανικού δικτύου ΖDF ανέβαζε τον αριθμό των θυμάτων στις 15.000, συμπεριλαμβανομένων και όσων πέθαναν εξαιτίας των συνθηκών διαβίωσης, περισσότερο συνθηκών σύγχρονης σκλαβιάς, όπως έχει αναδειχθεί σε πολλές περιπτώσεις, με εργάτες να στοιβάζονται κατά δεκάδες σε κοντέινερ, ακόμα και στη μέση της ερήμου, χωρίς στοιχειώδη μέτρα υγιεινής, ενίοτε χωρίς καν πόσιμο νερό κ.λ.π.

Τα θύματα ήταν στην πλειονότητά τους εργάτες με καταγωγή από την Ινδία, το Νεπάλ, το Μπαγκλαντές, το Πακιστάν, τη Σρι Λάνκα και άλλες φτωχές γειτονικές χώρες. Μέχρι σήμερα έχει γίνει πλήθος καταγγελιών από διεθνείς οργανώσεις για τις συνθήκες εργασίας στα φαραωνικού τύπου έργα στο Κατάρ, όπου κυριάρχησαν μεταξύ άλλων η έλλειψη μέτρων προστασίας και ασφάλειας, η εντατικοποίηση της εργασίας, με ελάχιστο χρόνο ξεκούρασης, αλλά και η εξοντωτική πίεση από μεγαλοεργολάβους και πολυεθνικές για την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων παράδοσης των έργων. Ο μέσος μισθός για τους εργαζόμενους στις κατασκευές ήταν περίπου 275 δολάρια τον μήνα, μισθός που αντιστοιχεί σε 1 δολάριο την ώρα. Οι βάρδιες έφταναν τις 12 ώρες την ημέρα, 30 μέρες το μήνα. Κι όλα αυτά σε μια χώρα με το 4ο υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. Καταγγελίες υπήρξαν και για απειλές και μεθόδους τρομοκράτησης προς τους εργάτες, όπως κατάσχεση διαβατηρίων και εγγράφων, προκειμένου να μη διαμαρτύρονται ενάντια στην κατάσταση που βίωναν, καθώς και για μη τήρηση των συμφωνηθέντων όσον αφορά τις αμοιβές των εργατών.

Με αφορμή και το αίτημα που διατυπώθηκε πρόσφατα για αποζημιώσεις στις οικογένειες των νεκρών και τραυματισμένων εργατών, Κατάρ και FIFA προσπάθησαν να παρουσιάσουν τη δική τους εικονική πραγματικότητα, με την Παγκόσμια Συνομοσπονδία να παραδέχεται τον θάνατο μόλις 3 εργατών στα έργα και τους διοργανωτές να αναφέρουν τον θάνατο άλλων 36, αλλά «από παθολογικές αιτίες», θέσεις που προκάλεσαν νέες αντιδράσεις σε διεθνές επίπεδο. Όσον αφορά τα χρηματικά ποσά που σχετίζονται με τη διοργάνωση, υπολογίζεται ότι μέχρι σήμερα έχουν δαπανηθεί κοντά στα 200 δισ. ευρώ για τα έργα που απαιτούνταν (στάδια, υποδομές, συγκοινωνίες, χώροι φιλοξενίας), ποσό σχεδόν 20πλάσιο απ’ αυτό που δαπανήθηκε για το Μουντιάλ του 2018 στη Ρωσία (11 δισ. ευρώ), προσδίδοντας έτσι στη φετινή διοργάνωση τον τίτλο της ακριβότερης στην ιστορία του Μουντιάλ.

Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν δοθεί στη δημοσιότητα από στελέχη της Οργανωτικής Επιτροπής «Κατάρ 2022», η διοργάνωση αναμένεται να φέρει κέρδη μέχρι και 17 δισ. δολάρια. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται τα έσοδα από τη διεξαγωγή του Μουντιάλ, από τα οποία βάσει διαφόρων συμφωνιών το Κατάρ θα καρπωθεί περίπου το 85%.
Μέσω του ποδοσφαίρου και δη της δημοφιλέστερης διοργάνωσής του, η κυβέρνηση του Κατάρ, της μικρότερης χώρας που έχει διοργανώσει Μουντιάλ, μετά την Ελβετία το 1954, επιδιώκει την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προβολή και ενίσχυση της χώρας. Οι προσδοκίες της πετρελαιομοναρχίας δεν είχαν να κάνουν μόνο με τα έσοδα από τη βιομηχανία του εμπορευματοποιημένου ποδοσφαίρου, αλλά και με πολύπλευρα οφέλη, σε ζητήματα που αφορούν μεταξύ άλλων τις γεωπολιτικές αντιθέσεις στην ευρύτερη περιοχή, όπως τη σχέση του Κατάρ με τα γειτονικά αραβικά κράτη, αλλά και την προσέγγισή του με το Ιράν.

Πρόκειται για μία οργανωμένη επιχείρηση “αθλητικού ξεπλύματος” (sportswashing), στην οποία εκτός από τη διοργανώτρια χώρα, το Κατάρ, εμπλέκονται διεθνείς αθλητικοί οργανισμοί και χώρες. Χώρες όπως το Κατάρ δεν θα μπορούσαν να εξωραΐσουν την εικόνα τους χωρίς την ενεργό στήριξη θεσμών όπως η FIFA ή η ΔΟΕ και χωρίς τη σιωπηρή ανοχή των χωρών που συμμετέχουν και των τηλεοπτικών δικτύων που αναμεταδίδουν τις διοργανώσεις. .

Σε άλλες περιπτώσεις, το “αθλητικό ξέπλυμα” έρχεται με τη μορφή αθλητικών επενδύσεων από τα καθεστώτα του Κόλπου προς χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Βρετανία. Η απόκτηση π.χ. μιας ομάδας, όπως η Νιουκάστλ Γιουνάιτεντ από τη Σαουδική Αραβία, μεταφράζεται σε μεταφορά κεφαλαίων, προς τη Βρετανία για παράδειγμα, η οποία με τη σειρά της καλείται να ανταποδώσει σε γεωπολιτικό επίπεδο, στηρίζοντας τον πόλεμο εναντίον της Υεμένης.

Το φαινόμενο, όμως, συνδέει τη Δύση με αυταρχικά καθεστώτα όπως το Κατάρ και με έναν άλλο τρόπο. Ενώ σήμερα το Κατάρ χρησιμοποιεί μία μεγάλη αθλητική διοργάνωση για να εξωραΐσει την εικόνα του προς το εξωτερικό, οι δυτικές “δημοκρατικές” χώρες εκμεταλλεύονται τις δικές τους διοργανώσεις για να επιβάλουν πολιτικές που σε άλλες περιπτώσεις θα προκαλούσαν θύελλα αντιδράσεων από τους λαούς τους. Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Ζανέιρο και της Αθήνας μέχρι τις μελλοντικές διοργανώσεις στο Παρίσι το 2024 και στο Λος Άντζελες το 2028, η ανάληψη των Αγώνων ταυτίζεται με μέτρα λιτότητας και επιβολή μέτρων αστυνόμευσης και παρακολούθησης που καμία δημοκρατική κοινωνία δεν θα αποδεχόταν σε άλλες συνθήκες. Τη στιγμή λοιπόν που τα αυταρχικά καθεστώτα στήνουν, με τη βοήθεια της Δύσης, μια βιτρίνα ώστε να μοιάζουν με τις αστικές Δημοκρατίες, οι δεύτερες εφαρμόζουν πραγματικά στοιχεία των πρώτων.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το