Το 1939, πέθανε η επαναστάτρια Νατζέζντα Κρούπσκαγια, έχοντας συμπληρώσει τα 70 της χρόνια.
Στο παρακάτω άρθρο της, η Κρούπσκαγια πραγματεύεται άλλο ένα θέμα στο οποίο δόθηκε ιδιαίτερος αγώνας στην ΕΣΣΔ στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’30, όταν είχε οικοδομηθεί η οικονομική βάση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ: έχει να κάνει με τις αμβλώσεις, για τις οποίες είχε υπάρξει νέα νομοθεσία, στα πλαίσια της απλόχερης υλικής βοήθειας του σοβιετικού κράτους προς τη γυναίκα και τις οικογένειες γενικά, που χειραφετούσε πραγματικά και πλήρως τη γυναίκα. Το νέο νομικό πλαίσιο έριχνε το βάρος της άμβλωσης όχι τόσο στη γυναίκα (που, ούτως ή άλλως, ανεξαρτήτως νομοθεσίας, είχε ψυχολογικά), όσο σε εκείνους που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ανάγκαζαν ή υποβοηθούσαν τη γυναίκα, ακόμα και σε τέτοιες καλές συνθήκες που παρείχε ο σοσιαλισμός σε αυτή, να προβαίνει σε άμβλωση. Και η Κρούπσκαγια ισχυρίζεται το απλό: ότι, ούτως ή άλλως, δημιουργείται ένα βάρος στη γυναίκα όταν αναγκάζεται να προβεί σε άμβλωση και ότι είναι οι άσχημες γενικές συνθήκες της ζωής που την οδηγούν να απαρνείται αυτή τη μεγαλύτερη ατομική χαρά.
Προσοχή: δεν είναι το ίδιο πράγμα με την παροχή υλικών μέσων βοήθειας από φιλανθρωπικές θρησκευτικές οργανώσεις σε μητέρες για την αποτροπή της άμβλωσης, όπου λειτουργούν εν είδει τερματοφύλακα, αφήνοντας την γυναίκα σε κατάσταση πολιορκίας σε όλες τις άλλες πτυχές της ζωής της αμέσως μετά τη γέννα, άνεργη, σε κατάσταση ανισότητας έναντι των αντρών, και με την κοινωνία να την κοιτά με περιφρονητικό βλέμμα. Δεν είναι το ίδιο πράγμα με το “ιδανικό” αστικό κράτος πρόνοιας. Εδώ μιλάμε για τη βελτίωση των γενικών συνθηκών ζωής, αλλαγή προς το καλύτερο για όλους, ακόμα και για τους άντρες.
Για αυτό, ο αγώνας για την προστασία της μητρότητας και της οικογένειας ταυτίζεται με τον αγώνα για την κατακόρυφη άνοδο του επιπέδου των συνθηκών ζωής, δηλαδή, με τον αγώνα για το σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό.
***
Μια ισχυρή σοβιετική οικογένεια – Πρόλογος στη μπροσούρα “Ο νέος νόμος για τη μητέρα και το παιδί” (1936)
Μετά από πλατιά συζήτηση σε συνελεύσεις εργαζομένων και στον Τύπο, το σχέδιο απόφασης «Διάταγμα για την απαγόρευση των αμβλώσεων, τη βελτίωση της υλικής βοήθειας των γυναικών με παιδιά, τη θέσπιση κρατικής βοήθειας σε πολύτεκνους γονείς, την επέκταση του δικτύου των ξενώνων για εγκύους και των μαιευτηρίων, των βρεφονηπιακών σταθμών και των νηπιαγωγείων, την αυστηροποίηση των ποινών για τη μη καταβολή της διατροφής και διάφορες τροποποιήσεις στη νομοθεσία για τα διαζύγια» (σ.parapoda:βλ.εδώ) πέρασε από την Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή και το Συμβούλιο Λαϊκών Επιτρόπων της ΕΣΣΔ, με κάποιες προσθήκες και τροποποιήσεις.
Η εφαρμογή του διατάγματος στη ζωή συνδέεται με πολύ μεγάλες δαπάνες από την πλευρά του σοβιετικού κράτους. Όμως η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών μας κατέστη αρκετά ισχυρή και πλούσια ώστε να μπορεί να αναλάβει τέτοιες δαπάνες.
Γιατί η κυβέρνηση προχωρεί σε τέτοιες μεγάλες δαπάνες; Γιατί θεωρεί τα προβλεπόμενα στο διάταγμα μέτρα πολύ θεμελιακά για την υπόθεση της αναδιάρθρωσης της ζωής των πολιτών, για την υπόθεση της πραγματικής χειραφέτησης των εργαζόμενων γυναικών, για την υπόθεση της δημιουργίας κανονικών οικογενειακών σχέσεων.
Ακριβώς επειδή ο νόμος που υιοθετήθηκε έχει τέτοια μεγάλη σημασία, είναι που τέθηκε πρώτα σε συζήτηση από το λαό.
Μια τέτοια συζήτηση έχει τεράστια σημασία. Πρώτον, η παλλαϊκή συζήτηση του προσχεδίου του διατάγματος προκάλεσε την προσοχή όλων σε αυτό, έφερε το διάταγμα σε γνώση των πιο πλατιών μαζών. Καθένας έκανε και την υπόδειξή του. Φυσικά, η ενσωμάτωση στο διάταγμα αποδείχτηκε δυνατή μόνο για μικρό αριθμό υποδείξεων, των πιο βασικών, των πιο ουσιαστικών. Όμως, οι προτάσεις αυτές έθεσαν σειρά σοβαρών ζητημάτων, η επίλυση των οποίων θα επιτρέψει την ορθή εφαρμογή του διατάγματος στη ζωή.
Οι εργαζόμενοι των Λαϊκών Επιτροπάτων Δικαιοσύνης, Υγείας και Παιδείας θα μελετήσουν πολλές ακόμα φορές τις προτάσεις διαφόρων στρωμάτων εργαζομένων, ώστε να είναι σε θέση πραγματικά, με το σοβιετικό τρόπο, έτσι όπως το ήθελε ο Λένιν, όπως το ζητά ο Στάλιν, να εφαρμοστεί αυτό το διάταγμα στη ζωή.
Η παλλαϊκή συζήτηση του διατάγματος κινητοποιεί την κοινωνική επαγρύπνηση, θα βοηθήσει στην δημιουργία ενός πρακτικού κοινωνικού ελέγχου επί της υπόθεσης.
Η παλλαϊκή συζήτηση του διατάγματος διδάσκει τις μάζες να διευθύνουν. Προκειμένου να διευθύνουν, χρειάζεται να γνωρίζουν την υπόθεση που χειρίζονται. Η συζήτηση του διατάγματος συμβάλλει σε αυτή τη γνώση, φέρνει στο διάταγμα ζωντανό, συγκεκριμένο περιεχόμενο. Η συζήτηση του διατάγματος έδωσε τη δυνατότητα συγκέντρωσης τεράστιου συγκεκριμένου υλικού επί της ζωής και της καθημερινότητας των εργαζομένων. Τα τμήματα των σοβιέτ θα μπορούν να ασχοληθούν άμεσα και από κοντά με την αναδιάρθρωση της ζωής, μη μεταθέτοντας τη δουλειά αυτή στα γραφεία τους. Η δουλειά των τμημάτων των σοβιέτ για την αναδιάρθρωση της ζωής θα γίνει αρκετά πλατύτερη και βαθύτερη.
Τα ζητήματα που επιλύονται από το διάταγμα, αφορούν εξαιρετικά κάθε οικογένεια και ιδίως τις γυναίκες.
Οι γυναίκες ιδιαίτερα ενεργά συμμετείχαν στη συζήτηση του διατάγματος και αυτό, φυσικά, έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία.
Όλοι γνωρίζουν πόση τεράστια σημασία απέδιδε ο Λένιν στην υπόθεση της χειραφέτησης της γυναίκας, την ανύψωση της συνείδησής της, την ένταξή της στην κοινωνική δουλειά.
Προς αυτή την κατεύθυνση γινόταν όλη την ώρα μεγάλο έργο.
Άραγε δέκα χρόνια πριν θα μπορούσε το κράτος να δαπανήσει τόσα μέσα για μαιευτήρια, βρεφοκομεία και νηπιαγωγεία; Άραγε θα ήταν δυνατό δέκα χρόνια πριν να τεθεί σε συζήτηση ένα τέτοιο διάταγμα, να προσελκυστεί σε αυτή τη συζήτηση το χωριό, άραγε θα μπορούσε τόσο δυνατά να ηχήσει τότε η φωνή των αγροτισσών;
Ιδιαίτερα θερμή συζήτηση προκάλεσε το σημείο για τις αμβλώσεις.
Το 1920 είχαν επιτραπεί οι αμβλώσεις. Ανατρέχοντας στα παλιά μου άρθρα, βρήκα ανάμεσα σε αυτά ένα (σ.parapoda:είναι το πρώτο άρθρο εδώ), στο οποίο στεκόμουν ιδιαίτερα στο ζήτημα των αμβλώσεων. Το άρθρο περιλήφθηκε στο τεύχος 1-2 του περιοδικού «Η Κομμουνίστρια» το 1920. Είχε τίτλο «Πόλεμος και τεκνοποιία».
«Ο πόλεμος», έγραφα σε εκείνο το άρθρο, «έχει φέρει τη χώρα στο πιο ακραίο όριο φτώχειας και καταστροφής. Και η φτώχεια, εν είδει κανόνα, επιδρά σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις.(…) Η φτώχεια αναγκάζει τη γυναίκα να ξεπουλιέται, όχι την πόρνη, η οποία βγάζει από αυτό εμπόρευμα, αλλά τη μητέρα της οικογένειας, συχνά προς χάρη των παιδιών, προς χάρη των γηραιών μητέρων τους».
Η σοβιετική νομοθεσία άλλαξε το χαρακτήρα του γάμου [,μετατρέποντάς τον από μια καθαρά εμπορική συναλλαγή όπως ήταν συχνά πριν από την Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση σε μια ένωση στη βάση της αμοιβαίας συμπάθειας]. Όμως οι συνθήκες του εμφυλίου πολέμου, οι συνεχείς εκκενώσεις περιοχών, η ρήξη με την παλιά, από αιώνες καθιερωμένη κοινωνική δομή – όλα αυτά έκαναν τον γαμήλιο δεσμό πολύ ασταθή.
Η αστάθεια του γάμου και οι δύσκολες υλικές συνθήκες του εμφυλίου πολέμου, η καταστροφή στη χώρα, η ανεπάρκεια στην τροφοδοσία, οδήγησαν σε μια κατάσταση όπου σε σειρά περιπτώσεων όλο το βάρος της διατροφής και της ανατροφής του παιδιού έπεφτε πλήρως και αποκλειστικά στη μητέρα.
«Πώς να βοηθήσει κανείς τη μητέρα, που έχει γονατίσει από το βάρος της τεκνοποίησης, της διατροφής και της ανατροφής;», έγραφα σε εκείνο το άρθρο. «Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: χρειάζεται, το κράτος να πάρει πάνω του όχι μόνο την ασφάλεια της μητρότητας και της ανάπτυξης των παιδιών, όχι μόνο να φροντίζει τη γυναίκα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, την ώρα της γέννας και μετά, αλλά απαραίτητα, το κράτος να ιδρύσει δεκάδες χιλιάδες βρεφοκομεία, δεκάδες νηπιαγωγεία, δεκάδες παιδοκομεία και εστίες, όπου τα παιδιά να λαμβάνουν φροντίδα, τροφή, όπου να ζουν, να αναπτύσσονται, να λαμβάνουν παιδεία σε συνθήκες δέκα φορές καλύτερες από αυτές που θα μπορούσε να παρέχει με τις δικές της μόνο προσπάθειες η πιο στοργική μητέρα».
Η σοβιετική εξουσία κατάργησε τα παλιά κέντρα ανατροφής, που αποσπούσαν δια παντός τα παιδιά από τη μητέρα, κατάργησε τις «φάμπρικες αγγέλων», που υπήρχαν επί του παλιού καθεστώτος και αποτελούσαν στην πραγματικότητα ιδρύματα κεκαλυμμένης παιδοκτονίας, άνοιξε σπίτια για στέγαση και διατροφή για παιδιά, παιδικούς σταθμούς και βρεφοκομεία, όμως όλα αυτά εκείνη την περίοδο ήταν μια σταγόνα στον ωκεανό.
Ιδιαίτερα δύσκολα ήταν τα πράγματα στο χωριό, όπου οι κουλάκοι διεξήγαγαν ενεργή ζύμωση ενάντια στους παιδικούς σταθμούς. Το 1919 εμείς λαμβάναμε ακόμα δηλώσεις υπογεγραμμένες με σταυρό, με το αίτημα να μην μπαίνουν τα παιδιά στους σταθμούς, να μην αποσπώνται για πάντα τα παιδιά από τους γονείς. Τα σπίτια για παιδιά συχνά ήταν ιδρύματα, τα οποία εκμεταλλεύονταν σε βάρος των παιδιών «εκπαιδευτές» που καμία σχέση δεν είχαν με την παιδαγωγική, την ανάπτυξη και τη διδασκαλία παιδιών.
Να πώς το 1920 έγινε οξύ το ζήτημα των αμβλώσεων. Η άμβλωση μέχρι τότε ήταν ποινικά κολάσιμη. Όμως η τιμωρία στρεφόταν όχι σε αυτόν που υποχρέωνε την γυναίκα σε άμβλωση, αυτόν που προέβαινε σε αμβλώσεις υπό εξαιρετικά ανθυγιεινές συνθήκες, και μεθόδους, οι οποίοι έβλαπταν για μεγάλο χρονικό διάστημα την υγεία των μητέρων – λογοδοτούσε για την άμβλωση η μητέρα. Έγραφα τότε:
«Ο αγώνας ενάντια στις αμβλώσεις πρέπει να διεξαχθεί όχι με τη δίωξη των μητέρων που προχωρούν σε άμβλωση συχνά με κίνδυνο για τη ζωή τους, αλλά πρέπει να στραφεί στην εξάλειψη των κοινωνικών συνθηκών, οι οποίες καθιστούν αναγκαία για τις γυναίκες την άμβλωση.
Φυσικά, η ατιμωρησία της άμβλωσης δεν μπορεί να εξαλείψει από τη μητέρα αυτό το βαρύ αίσθημα το οποίο της προκαλεί η άμβλωση. Όλος ο οργανισμός της ήδη είχε μπει στις ράγες, να το πούμε έτσι, της τεκνοποιίας, στον οργανισμό ήδη είχε αρχίσει η προσαρμογή για την θρέψη του ευρισκόμενου εντός αυτού εμβρύου, και τη διακοπή αυτής της διαδικασίας συχνά υποκειμενικά την αισθάνεται η μητέρα ως έγκλημα σε βάρος της και σε βάρος του παιδιού.
Αξίζει να δει κανείς στο συχνά γεμάτο λαχτάρα και μελαγχολία βλέμμα των γυναικών που ωθήθηκαν στην άμβλωση, για να καταλάβει πόσο ακριβά εξαγοράζεται από τη μητέρα η ελευθερία.
Μόνο η πικρή ανάγκη εξαναγκάζει την εργάτρια να απαρνιέται τη μητρότητα.
Η βελτίωση των γενικών συνθηκών της ζωής και ιδιαίτερα της διασφάλισης της μητρότητας και της παιδικής ηλικίας και η κοινωνική ανατροφή των παιδιών εξαλείφουν αυτή την κύρια αιτία, η οποία αυτή τη στιγμή εξαναγκάζει τη γυναίκα να βιάζει τα φυσικά της ένστικτα και να την κάνει να απαρνιέται τη μητρότητα – αυτή τη μεγαλύτερη χαρά.
Αυτός που σοβαρά θέλει να μπουν στην ημερήσια διάταξη όλα αυτά τα εφιαλτικά ζητήματα για την παιδοκτονία, για τις αμβλώσεις, για τα αντισυλληπτικά, θα πρέπει να μην σταματά τη δουλειά για την οικοδόμηση της νέας ζωής, όπου η μητρότητα θα έχει τη θέση που της πρέπει».
Από τότε, όταν γραφόταν αυτό το άρθρο, έχουν περάσει 15 χρόνια.
Και εκ νέου τέθηκε ζήτημα περί αμβλώσεων. Η χώρα μας έγινε πλούσια, ισχυρή και ευημερούσα. Αναπτύχθηκαν ο πολιτισμός και η συνείδηση του πληθυσμού. Η γυναίκα στο κολχόζ έγινε ισχυρή. Έγινε δρώσα στην κοινωνική ζωή. Πολλές ανάμεσα στις γυναίκες είναι σταχανοβίτισσες, με επιμονή διδάσκονται.
Το κόμμα και η κυβέρνηση περιβάλλουν τα παιδιά με κοινωνική φροντίδα, δημιουργούν για αυτά μια ευτυχισμένη παιδική ηλικία. [Δεν είναι τυχαίο που εκατομμύρια εργαζόμενων γυναικών είναι αφοσιωμένες στο Στάλιν – βλέπουν την έγνοιά του για τις εργαζόμενες γυναίκες.]
Υπό τις νέες συνθήκες εκ νέου τέθηκε το ζήτημα της οικογένειας και των αμβλώσεων. Το πρόσφατο διάταγμα θα παίξει τεράστιο ρόλο στην υπόθεση της αναδιάρθρωσης των συνθηκών της καθημερινής ζωής.
Χρειάζεται όσο το δυνατότερο πλατύτερα να εργαστούμε για την υλοποίηση του υιοθετημένου διατάγματος στη ζωή, χρειάζεται να αγωνιστούμε για την ποιότητα των μαιευτηρίων, των παιδικών σταθμών, των νηπιαγωγείων. Μας περιμένει πολλή δουλειά ακόμα.
Μετάφραση από τα ρωσικά (στην έκδοση του 2014, εδώ, έχουν αφαιρεθεί οι προτάσεις εντός των αγκυλών). Στα αγγλικά υπάρχει εδώ.
Πηγή: parapoda.wordpress.com
e-prologos.gr