О Λ. Ν. ΤΟΛΣΤΟΙ KAI ТО ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
*(Άπαντα Λένιν, τόμ. 20, σελ. 39-42, 28 Νοέμβρη 1910).
Οι Ρώσοι εργάτες σ‘ όλες σχεδόν τις μεγάλες πόλεις της Ρωσίας έχουν πάρει θέση σχετικά με το θάνατο του Λ. Ν. Τολστόι και εκφράσανε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τα αισθήματά τους προς το συγγραφέα, ο οποίος έδωσε μια σειρά από τα πιο θαυμάσια καλλιτεχνικά έργα, που τον τοποθετούν ανάμεσα στους μεγάλους συγγραφείς όλου του κόσμου, προς το στοχαστή που με τεράστια δύναμη, πεποίθηση και ειλικρίνεια έβαλε μια σειρά ζητήματα που αφορούν τα κύρια χαρακτηριστικά του σύγχρονου πολιτικού και κοινωνικού καθεστώτος. Τα αισθήματα αυτά εκφράστηκαν σε όλη τους την έκταση στο τηλεγράφημα που έστειλαν οι εργάτες βουλευτές της ΙΙΙ Δούμας** και δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες.Ο Λ. Τολστόι άρχισε τη φιλολογική του δράση σε μια εποχή που υπήρχε ακόμη το δουλοπαροικιακό καθεστώς, μα που το καθεστώς αυτό ζούσε ολοφάνερα τις τελευταίες του μέρες. Η κύρια δράση του Τολστόι πιάνει την περίοδο εκείνη της ιστορίας της Ρωσίας, που βρίσκεται ανάμεσα στα δυο σημεία στροφής της, ανάμεσα στο 1861 και στο 1905. Στην περίοδο αυτή οι συνέπειες του δουλοπαροικιακού καθεστώτος, οι άμεσες επιβιώσεις του, διαπότιζαν πέρα για πέρα όλη την οικονομική (ιδιαίτερα στο χωριό) και όλη την πολιτική ζωή της χώρας. Και ταυτόχρονα αυτή ακριβώς η περίοδος ήταν περίοδος γοργής ανάπτυξης του καπιταλισμού από τα κάτω και επιβολής του από τα πάνω.Πού εκδηλώνονταν οι επιβιώσεις του δουλοπαροικιακού καθεστώτος; Περισσότερο και καθαρότερα στο γεγονός ότι στη Ρωσία, χώρα κυρίως αγροτική, η γεωργία στην περίοδο αυτή βρισκόταν στα χέρια των κατεστραμμένων, των εξαθλιωμένων αγροτών που εφάρμοζαν έναν παλιό, πρωτόγονο τρόπο οικονομίας στους παλιούς δουλοπαροικιακούς κλήρους, που είχαν κουτσουρευτεί το 1861 προς όφελος των τσιφλικάδων. Και από την άλλη μεριά η γεωργία βρισκόταν στα χέρια των τσιφλικάδων, που στην Κεντρική Ρωσία καλλιεργούσαν τη γη με τη δουλειά του αγρότη, με το αλέτρι του αγρότη, με το άλογο του αγρότη, για τα «οτρέζκι», τα λιβάδια, τις ποτίστρες που παραχωρούσαν στους αγρότες. Στην ουσία αυτό ήταν το παλιό δουλοπαροικιακό σύστημα οικονομίας. Το πολιτικό καθεστώς της Ρωσίας στην περίοδο αυτή ήταν επίσης πέρα για πέρα διαποτισμένο από τη δουλοπαροικία. Αυτό φαίνεται και από την κρατική οργάνωση προτού αρχίσουν οι πρώτες αλλαγές της το 1905, και από την κυρίαρχη επιρροή των ευγενών γαιοκτημόνων στις κρατικές υποθέσεις, και από την παντοδυναμία των δημοσίων υπαλλήλων, που κι αυτοί βασικά ήταν κυρίως οι ανώτεροι ευγενείς-γαιοκτήμονες.Αυτή η παλιά πατριαρχική Ρωσία ύστερα από το 1861 άρχισε να καταστρέφεται γρήγορα κάτω από την επίδραση του παγκόσμιου καπιταλισμού. Οι αγρότες πεινούσαν, αργοπέθαιναν, καταστρέφονταν όσο ποτέ άλλοτε και έφευγαν για την πόλη, παρατώντας τη γη. Κατασκευάζονταν με γοργούς ρυθμούς σιδηροδρομικές γραμμές, φάμπρικες και εργοστάσια, χάρη στη «φτηνή εργασία» των κατεστραμμένων αγροτών. Στη Ρωσία αναπτύσσονταν το μεγάλο χρηματιστικό κεφάλαιο, καθώς και το μεγάλο εμπόριο και η βιομηχανία.Αυτό ακριβώς το γρήγορο, επίπονο, σκληρό σπάσιμο όλων των παλιών «βάθρων» της παλιάς Ρωσίας, βρήκε την έκφρασή του στα έργα του Τολστόι-καλλιτέχνη, στις αντιλήψεις του Τολστόι-στοχαστή.Ο Τολστόι ήξερε θαυμάσια τη Ρωσία του χωριού, τη ζωή του τσιφλικά και του αγρότη. Στα λογοτεχνικά του έργα έδωσε από τη ζωή αυτή τέτοιες εικόνες, που συγκαταλέγονται στα καλύτερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Το σκληρό σπάσιμο όλων των «παλιών βάθρων» της Ρωσίας του χωριού όξυνε την προσοχή του, βάθυνε το ενδιαφέρον του για όσα γίνονταν γύρω του, τον έκανε ν’ αλλάξει όλη την κοσμοθεωρία του. Ο Τολστόι από καταγωγή και ανατροφή ανήκε στην ανώτατη τσιφλικάδικη αριστοκρατία της Ρωσίας, όμως ξέκοψε απ’ όλες τις συνηθισμένες αντιλήψεις του περιβάλλοντος αυτού  και, στα τελευταία του έργα, επιτέθηκε με τη γεμάτη πάθος κριτική του, ενάντια σ’ όλο το σύγχρονο κρατικό, εκκλησιαστικό, κοινωνικό, οικονομικό σύστημα, που βασίζεται στην υποδούλωση των μαζών, στην εξαθλίωσή τους, στην καταστροφή των αγροτών και των μικρονοικοκυρέων γενικά, στη βία και την υποκρισία, που διαποτίζουν από τα πάνω ως τα κάτω όλη τη σύγχρονη ζωή.Η κριτική του Τολστόι δεν είναι καινούργια. Δεν είπε τίποτε που να μην είχε ειπωθεί πολύ πριν απ‘ αυτόν και στην ευρωπαϊκή και στη ρωσική φιλολογία, από εκείνους που στέκονταν στο πλευρό των εργαζομένων. Το χαρακτηριστικό όμως γνώρισμα της κριτικής του Τολστόι και η ιστορική της σημασία είναι ότι η κριτική αυτή εκφράζει με μια δύναμη που προσιδιάζει μόνο στους μεγαλοφυείς καλλιτέχνες, την αλλαγή που έγινε στις αντιλήψεις των πλατύτατων λαϊκών μαζών της Ρωσίας της περιόδου που αναφέραμε, και συγκεκριμένα της Ρωσίας του χωριού, της Ρωσίας της αγροτιάς.
Γιατί η κριτική του σημερινού συστήματος στα έργα του Τολστόι, διαφέρει από την κριτική που κάνουν στο ίδιο σύστημα οι εκπρόσωποι του σύγχρονου εργατικού κινήματος, ακριβώς κατά το ότι ο Τολστόι μένει με την άποψη του πατριαρχικού, του αφελή αγρότη, την ψυχολογία του οποίου και μεταφέρει ο Τολστόι στην κριτική του και στη διδασκαλία του.
Την κριτική του Τολστόι τη διακρίνει τέτοια δύναμη αισθήματος, τέτοιο πάθος, πειστικότητα, φρεσκάδα, ειλικρίνεια, θάρρος στην προσπάθεια «να φτάσει ως τη ρίζα», να βρει την πραγματική αιτία της δυστυχίας των μαζών, ακριβώς γιατί η κριτική αυτή καθρεφτίζει πραγματικά, τη μεταστροφή στις αντιλήψεις των εκατομμυρίων αγροτών που μόλις απαλλάχτηκαν από το δουλοπαροικιακό καθεστώς και είδαν πως η ελευθερία αυτή σημαίνει καινούργιες φρίκες καταστροφής, λιμοκτονία, άστεγη ζωή ανάμεσα στους «εξυπνάκηδες» της πόλης κτλ.
Ο Τολστόι καθρεφτίζει τις διαθέσεις τους τόσο πιστά, ώστε κι’ ο ίδιος έμπασε στη διδασκαλία του την αφέλειά τους, την αδιαφορία τους προς την πολιτική, το μυστικισμό τους, την επιθυμία τους να φύγουν από τον κόσμο, τη «μη αντίσταση στο κακό», τις ανίσχυρες κατάρες κατά του καπιταλισμού και της «εξουσίας του χρήματος». Τη διαμαρτυρία των εκατομμυρίων αγροτών και την απελπισία τους, να τι περιέχει η διδασκαλία του Τολστόι.Οι εκπρόσωποι του σημερινού εργατικού κινήματος βρίσκουν πως έχουν πολλούς λόγους να διαμαρτύρονται, δεν έχουν όμως λόγο να απελπίζονται. Η απελπισία είναι χαρακτηριστικό των τάξεων που χάνονται, ενώ η τάξη των μισθωτών εργατών αναπόφευκτα μεγαλώνει, αναπτύσσεται και δυναμώνει σε κάθε καπιταλιστική κοινωνία, μαζί και της Ρωσίας. Η απελπισία χαρακτηρίζει όσους δεν καταλαβαίνουν τις αιτίες του κακού, δεν βλέπουν τη διέξοδο, είναι ανίκανοι να παλέψουν. Το σημερινό βιομηχανικό προλεταριάτο δεν ανήκει σ‘ αυτές τις τάξεις.«Νας Πουτ», αρ. φυλ. 7, 28 του Νοέμβρη 1910
Υπογραφή: В. Ι. ΛένινΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ :* Το άρθρο «Ο Λ. Ν. Τολστόι και το σύγχρονο εργατικό κίνημα» δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Νας Πουτ».
«Νας Πουτ» («Ο Δρόμος μας»)—μισονόμιμη εφημερίδα που καθοδηγούνταν από τους μπολσεβίκους, έβγαινε στη Μόσχα από τις 30 του Μάη (12 του Ιούνη) 1910 ως τις 9 (22) του Γενάρη 1911, βγήκαν συνολικά 8 φύλλα. Η έκδοση της εφημερίδας οργανώθηκε με τη συμμετοχή του Κεντρικού γραφείου των συνδικάτων της Μόσχας, σαν συνέχεια της εφημερίδας «Βέστνικ Τρουντά», που έβγαινε το 1909. Ουσιαστικός διευθυντής της εφημερίδας ήταν ο Ι.Ι. Σκβορτσόφ-Στεπάνοφ. Η εφημερίδα φώτιζε τα ζητήματα της δράσης των συνδικάτων, δημοσίευε υλικό για την κατάσταση των εργατών στις φάμπρικες και στα εργοστάσια, για το απεργιακό κίνημα στη Ρωσία, δημοσίευε άρθρα για την Κρατική Δούμα, για το συνδικαλιστικό κίνημα και την πάλη των εργατών στο εξωτερικό και άλλα.
Όλα τα φύλλα της εφημερίδας κατάσχονταν, όμως ουσιαστικά δεν σταματούσε η διάδοση της εφημερίδας, γιατί ολόκληρο το τιράζ μεταφερόταν από το τυπογραφείο ταυτόχρονα με την αποστολή του φύλλου, στη λογοκρισία για τον έλεγχο. Στα 7 φύλλα της εφημερίδας μπήκε πρόστιμο 1.900 ρουβλίων. Η εφημερίδα σταμάτησε την έκδοσή της ύστερα από το χτύπημα που δόθηκε στον βασικό πυρήνα των συνεργατών, που προδόθηκαν από προβοκάτορες, και την απαγόρευσή της από το εφετείο.
** Πρόκειται για το τηλεγράφημα που στάλθηκε από τους σοσιαλδημοκράτες βουλευτές της ΙΙΙ Δούμας στο Αστάποβο, στον Β. Γκ. Τσερτκόφ, στενό φίλο και οπαδό του Α. Ν. Τολστόι. Το τηλεγράφημα έγραφε: «Η σοσιαλδημοκρατική ομάδα της Κρατικής Δούμας, εκφράζοντας τα αισθήματα του ρωσικού και όλου του διεθνούς προλεταριάτου, θλίβεται βαθιά για την απώλεια του μεγαλοφυούς καλλιτέχνη, του ανειρήνευτου και ακατανίκητου αγωνιστή ενάντια στην επίσημη εκκλησία, εχθρού της αυθαιρεσίας και του εξανδραποδισμού, του ανθρώπου που ύψωσε τη βροντερή φωνή του ενάντια στη θανατική καταδίκη, του φίλου των καταδιωγμένων».

(Άπαντα Λένιν, τόμ. 20, σελ. 39-42).


Αντίστοιχα ο Αντόνιο Γκράμσι, θεωρεί αναγκαίο να υπογραμμίσει την παγκοσμιότητα και την αξία του έργου του Τολστόι σε γράμμα που στέλνει από τη φυλακή στον γιο του Ντέλιο (η φυλάκισή του διήρκεσε από το 1928 ως το 1937, τη χρονιά του θανάτου του).  

«Αγαπητέ Ντέλιο,

Έμαθα από τη μαμά Τζούλια ότι το τελευταίο μου γράμμα (ή μήπως και άλλα;) σε δυσαρέστησε. Γιατί δεν μου έγραψες τίποτα γι’ αυτό; Όταν κάτι δεν σ’ αρέσει στα γράμματά μου είναι καλύτερο να μου το λες και να μου εξηγείς τους λόγους.Μου είσαι πολύ αγαπητός και δεν θέλω να σου προξενώ καμιά στενοχώρια: βρίσκομαι πολύ μακριά και δεν μπορώ να σε χαϊδέψω και να σε βοηθήσω να λύσεις τα προβλήματα που γεννιούνται στο μυαλό σου. Για παράδειγμα, πρέπει να μου επαναλάβεις το ερώτημα που μια φορά μου είχες βάλει σχετικά με τον Τσέχοφ, και στο οποίο δεν σου έδωσα απάντηση: Εγώ δεν θυμάμαι τίποτα. Αν υποστήριζες ότι ο Τσέχοφ είναι ένας κοινωνικός συγγραφέας, είχες δίκιο, αλλά αυτό δεν πρέπει να σε κάνει να υπερηφανεύεσαι, γιατί ήδη ο Αριστοτέλης είχε πει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ζώα κοινωνικά. Πιστεύω ότι ήθελες να πεις περισσότερα, ότι ο Τσέχοφ αντιπροσώπευε μια ορισμένη κοινωνική κατάσταση, ότι εξέφραζε κάποιες μορφές της ζωής του καιρού του και τις εξέφραζε κατά τέτοιον τρόπο ώστε να θεωρείται ένας «προοδευτικός» συγγραφέας. Φυσικά δεν γίνεται να εκφραστεί κανείς για τον Τσέχοφ με τόσο λίγες κουβέντες. Το ίδιο ισχύει και για τον Τουργκένιεφ.Παρατηρείς ότι το περιοδικό των πιονέρων, στο παρελθόν, αφιέρωνε πολύ χώρο για τον Τολστόι και πολύ λίγο για τον Γκόρκι.Τώρα που ο Γκόρκι πέθανε και έγινε αισθητός ο πόνος του χαμού του, αυτό μπορεί να φαίνεται άδικο. Πρέπει, όμως, να εκτιμούμε τα γεγονότα με πνεύμα κριτικής κάθε στιγμή, κατά συνέπεια δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο Τολστόι υπήρξε ένας «παγκόσμιος» συγγραφέας, ένας απ’ τους λίγους συγγραφείς όλων των χωρών που έφθασε την τελειότητα στην τέχνη, προκάλεσε και προκαλεί χείμαρρους συγκίνησης παντού, πολλές φορές με χείριστες μεταφράσεις, ακόμα σε άνδρες και γυναίκες που κάτω απ’ το βάρος της κούρασης της ζωής δεν μπόρεσαν να έχουν μια στοιχειώδη καλλιέργεια. Ο Τολστόι υπήρξε στ’ αλήθεια φορέας του πολιτισμού και της ομορφιάς, και στον σύγχρονο κόσμο κανένας δεν τον έφτασε: για να του βρεις συντροφιά, πρέπει ν’ ανατρέξεις στον Όμηρο, στον Αισχύλο, στον Δάντη, στον Σαίξπηρ, στον Γκαίτε, στον Θερβάντες και σε πολύ λίγους άλλους.Ευχαριστήθηκα από το γράμμα σου, και ακόμα περισσότερο γιατί αισθάνεσαι καλύτερα, γιατί σκαρφαλώνεις στους τοίχους για να δεις τις εκλείψεις, για το ότι θα κάνεις μπάνια και περιπάτους στην εξοχή και γιατί θα μάθεις τα ιταλικά. Ακόμα και το να δυναμώνεις είναι κάτι σημαντικό.

Αγαπητέ μου, σ’ αγκαλιάζω δυνατά Αντόνιο»
Δείτε και αυτό:

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το