Βασίλης Λιανός*
Επιτήρηση και καταστολή εν καιρώ κορονοϊού
Το 1975, δημοσιεύτηκε το βιβλίο του Μισέλ Φουκώ «Επιτήρηση και Τιμωρία». Στο βιβλίο αυτό, μεταξύ άλλων, ο Φουκώ περιγράφει τις πρακτικές σωφρονισμού και ελέγχου των κοινωνιών του 17ου αιώνα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Εκθέτει τις διαδικασίες απομόνωσης των ανθρώπων μέσα στο σπίτι τους καθώς και τη θεσμοθέτηση ειδικών ομάδων από φύλακες οι οποίοι επιτηρούσαν τις γειτονιές. Η τιμωρία για την παραβίαση της καραντίνας ήταν ο θάνατος. Έτσι, οι πολίτες βρίσκονταν συνεχώς κάτω από μία κατάσταση διαρκούς επιτήρησης. Η έξοδος από το σπίτι συνεπαγόταν θάνατο, είτε εξαιτίας μόλυνσης είτε εξαιτίας τιμωρίας.
Σε κάποια σημεία του βιβλίου, ο Φουκώ αναφέρεται στο Πανοπτικόν. Το Πανοπτικόν είναι ένας τύπος κτιρίου-φυλακής, σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε οι κρατούμενοι (από φυλακισμένοι έως και ασθενείς) να βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση, να γνωρίζουν ότι παρακολουθούνται, όμως να μην μπορούν να δουν ποιος τους παρακολουθεί.
Πριν από λίγο καιρό, μία τέτοια κατάσταση θα φάνταζε μη-ρεαλιστική, αν όχι εξωφρενική, στον μέσο Έλληνα. Τώρα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ο κορωνοϊός χτύπησε. Σε σχέση με άλλες χώρες, η Ελλάδα φάνηκε έτοιμη να τον αντιμετωπίσει. Η κυβέρνηση πήρε καθολικά μέτρα τα οποία κρίθηκαν απαραίτητα, ο Έλληνας όμως τέθηκε σε ένα καθεστώς παρακολούθησης παρόμοιο με αυτό που περιγράφει ο Φουκώ. Υποχρεώθηκε να απομονωθεί στο σπίτι του, με την παραβίαση της καραντίνας να σηματοδοτεί την τιμωρία ή την μόλυνση, ίσως μάλιστα και τον θάνατο.
Μετά τη λήξη της καραντίνας η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας μιλάει για το πέρασμα σε μία νέα «κανονικότητα». Φυσικά, η ρητορική περί «κανονικότητας» εγκυμονεί πολλαπλούς κινδύνους. Αν εξαιρέσουμε την ίδια την χρήση της λέξης, η οποία είναι στην καλύτερη περίπτωση αμφίβολη, πρέπει να αναρωτηθούμε ποια είναι αυτή η «κανονικότητα» στην οποία θέλει η κυβέρνηση να μεταβούμε. Φαίνεται πως αυτή η ‘κανονικότητα’ συνεπάγεται φόβο, παρακολούθηση και καταστολή. Θα μπορούσε να πει κανείς πως η απόσταση ανάμεσα σε αυτό και τις πρακτικές που έχει εφαρμόσει η κυβέρνηση στο παρελθόν, όπως η αστυνομική βία, δεν είναι μεγάλη.
Ένας τρόπος με τον οποίον εντείνεται η επιτήρηση είναι η εγκατάσταση κάμερας στις σχολικές τάξεις. Έπειτα από μαζική λαϊκή αντίδραση, η Υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως αναγκάστηκε να προβεί σε κάποιες εξηγήσεις. Σύμφωνα με τα λεγόμενα της, οι κάμερες θα χρησιμοποιούνται μόνο ως μέσα μετάδοσης του μαθήματος έτσι ώστε να αναμεταδίδεται ζωντανά σε μαθητές που δεν μπορούν να μεταβούν στα σχολεία. Η βιντεοσκόπηση δεν θα αποθηκεύεται.
Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Πολλές φορές η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει δεσμευτεί με υποσχέσεις που όμως δεν τήρησε. Η παρουσία κάμερας από μόνη της προκαλεί μία αίσθηση παρακολούθησης, και δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι η χρήση της δεν θα υπερβεί τα ασφαλή μέτρα. Ο Φουκώ έλεγε πως τα σχολεία είναι δομημένα σαν φυλακές. Η στοίβαξη των μαθητών σε κλειστούς χώρους, η θεσμοθέτηση ορίων, η ψυχρή βαθμολόγηση, η παρουσία κάμερας και η επαναφορά της ‘διαγωγής’ στα σχολεία μάλλον επιβεβαιώνουν τις παρατηρήσεις του. Πόσο μάλλον όταν όλα αυτά συμβαίνουν εν καιρώ πανδημίας, κατά τον οποίο οι μαθητές ήδη υποβάλλονται σε τεράστιο ψυχολογικό στρες.
Είναι πολύ σημαντικό να μην επιτραπεί στην κυβέρνηση να εφαρμόσει ένα καθεστώς τρόμου και παρακολούθησης το οποίο θα μετατρέψει τις σχολικές τάξεις αλλά και την κοινωνία εν γένει σε ένα τεράστιο Πανοπτικόν στο οποίο θα είμαστε όλοι φυλακισμένοι.
* Φοιτητής Πολιτικών και Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου
e-prologos.gr