Παρουσιάζουμε ένα ντοκουμέντο της περιόδου του Πολυτεχνείου. Πρόκειται για τις εκτιμήσεις της Οργάνωσης Μαρξιστών Λενινιστών Ελλάδας, της ΟΜΛΕ (εκεί ανήκε και η φοιτητική παράταξη ΠΠΣΠ) για την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Κυκλοφόρησε τον Δεκέμβρη του 1973.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΜΑΡΞΙΣΤΩΝ ΛΕΝΙΝΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1973
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΛΑΪΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ»- ΦΛΕΒΑΡΗΣ 1974
Μετά το μεγαλειώδη λαϊκό ξεσηκωμό του Νοέμβρη και παρά την ένταση της φασιστικής καταπίεσης που έντρομοι επιβάλλουν οι νέοι στρατοκράτες, λακέδες της Ουάσινγκτον, η αγανάκτηση, η αποφασιστικότητα και το ψηλό επίπεδο των αγωνιστικών διαθέσεων κυριαρχούν μέσα στις λαϊκές μάζες. Τα αποτελέσματα, οι βαθύτερες συνέπειες και η αποφασιστική επίδραση αυτού του ξεσηκωμού μόνο μερικά έχουν ως τώρα εκφραστεί στις εξελίξεις και την πολιτική ζωή της χώρας. Οι εσωτερικοί τρανταγμοί στο στρατόπεδο του φασισμού βρίσκονται μόνο στην αρχή τους, ενώ η έκταση και το βάθος της κρίσης του καθεστώτος της αμερικανοκρατίας, το αδιέξοδο όλου του κόσμο της ξενοκρατίας και της υποτέλειας βρίσκεται σε εξέλιξη.
Τα συγκλονιστικά γεγονότα του Νοέμβρη αποτελούν ένα μεγάλο σταθμό στη νέα ανοδική πορεία που ακολουθεί το λαϊκό κίνημα της χώρας μας. Αναλύοντας την ως τώρα πάλη τους και τη συμμετοχή τους μέσα στο λαϊκό ξεσηκωμό του περασμένου μήνα κάτω απ’ αυτό το πρίσμα, οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας θεωρούν πως τα γεγονότα αυτά αποτελούν ένα σταθμό και της δικής τους πορείας και δράσης, αλλά ταυτόχρονα και αφετηρία για ακόμα μεγαλύτερους, σε ένταση και πλάτος, λαϊκούς μαζικούς αγώνες που οπωσδήποτε θα επακολουθήσουν, όσο βαριές και δύσκολες κι αν είναι οι συνθήκες κάτω απ’ τη φασιστική διακυβέρνηση κι όσο άγρια και βάρβαρη καταπίεση κι αν ασκηθεί και τώρα και στο μέλλον από τα σημερινά ή τα αυριανά ανδρείκελα της Ουάσινγκτον.
1. Η ανοδική πορεία του λαϊκοδημοκρατικού κινήματος
Η φασιστική καταπίεση εξήμιση χρόνων, όχι μόνο δεν κατάφερε να συσπειρώσει ένα τμήμα του λαού γύρω από το αμερικανόδουλο φασιστικό καθεστώς, μα αντίθετα συντέλεσε στην ανάπτυξη των αντιφασιστικών-αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων των λαϊκών μαζών, στην ανάπτυξη μαζικών αντιφασιστικών κινητοποιήσεων και αγώνων. Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας επισήμαναν έγκαιρα τις διαδικασίες ανάπτυξης και διάδοσης στις λαϊκές μάζες των αντιαμερικάνικων διαθέσεων και αισθημάτων, όταν αυτά βρίσκονταν ακόμα στο αρχικό, εμβρυϊκό τους στάδιο, παλεύοντας για τη μετατροπή αυτών των διαθέσεων και αισθημάτων σε αγωνιστική πράξη. Υπογραμμίζοντας τότε ότι το κύριο χαρακτηριστικό της κατάστασης στη χώρα μας, τρία χρόνια μετά το φασιστικό πραξικόπημα της 21ης του Απρίλη 1967, ήταν πως η πανεθνική κρίση που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια μπήκε σ’ ένα νέο στάδιο, που βασικό του στοιχείο είναι η μετατροπή της αντίθεσης της συντριπτικής πλειοψηφίας του έθνους στη διχτατορία, σε αντίθεση προς την αμερικάνικη κατοχή στη χώρα μας που όργανά της είναι οι φασίστες μιλιταριστές. Ότι στις βασικές τάξεις και στρώματα του λαού, αλλά και παραπέρα, συντελούνταν βαθιές διεργασίες που προμήνυαν σοβαρές ανακατατάξεις. Ότι αντικειμενικά οι συνθήκες ήταν ώριμες όχι μονάχα για την ανάληψη ενός αποφασιστικού αντιδιδαχτορικού αγώνα, αλλά και για τη συσπείρωση και δραστηριοποίηση ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων, για τη μετατροπή της αντιαμερικάνικης αντιιμπεριαλιστικής διάθεσης σε συγκεκριμένη αγωνιστική πράξη, για το σπάσιμο του «νόμιμου» και αβλαβούς για τα συμφέροντα της μεγαλοαστικής τάξης και των προστατών της αντιαμερικανισμού και τη συγχώνευσή του με το συνεπές αντιιμπεριαλιστικό αντιαμερικάνικο ρεύμα.
Το στάδιο της πρώτης φάσης της μεταπριλιανής περιόδου, μέσα στο οποίο συντελούνταν σε ευρύτατα λαϊκά στρώματα οι πιο βαθιές διεργασίες ανάπτυξης και ισχυροποίησης του αντιαμερικανικού ρεύματος, ακολούθησε η σημερινή φάση της ανοιχτής μαζικής λαϊκής αντιπαράθεσης με το φασισμό και την αμερικανοκρατία που οδήγησε στον ηρωικό λαϊκό ξεσηκωμό του Νοέμβρη. Αυτή η ανοδική πορεία του λαϊκού δημοκρατικού κινήματος και η ισχυρή έκρηξη που ακολούθησε, ήταν αναπόφευκτη και υπαγορευόταν από τη μόνιμη και εξελισσόμενη κρίση του καθεστώτος της ξενοκρατίας και της υποτέλειας. Η κρίση αυτή, που γνώρισε το τελευταίο διάστημα μια μεγάλη ένταση, με την όξυνση των αντιθέσεων στους κόλπους του φασιστικού στρατοπέδου και όλου του κόσμου της ξενοδουλείας μπροστά στη μεγάλη άνοδο των αγωνιστικών διαθέσεων των λαϊκών μαζών, την αποδέσμευση τους από την επιρροή των πολιτικών σχηματισμών του αστικού κόσμου και του ρεβιζιονισμού και τη ριζοσπαστικοποίησή τους, είχε επισημανθεί έγκαιρα από τους μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας. Αυτοί από το 1970 τόνιζαν ότι στη χώρα μας αναπτύσσεται μια πανεθνική κρίση, γιατί οι ιθύνουσες τάξεις στάθηκαν ανίκανες να διατηρήσουν ή να παλινορθώσουν και την πιο διάτρητη κοινοβουλευτική δημοκρατία, γιατί τρία χρόνια μετά την επιβολή της φασιστικής διχτατορίας η διάσταση τους βάθυνε περισσότερο, έτσι που η εξέλιξη των πραγμάτων δεν αποκλείει συγκρούσεις και περιπλοκές ανάμεσα τους. Τόνιζαν ακόμα πως πρόκειται για μια αναπτυσσόμενη πανεθνική κρίση, γιατί οι βασικές μάζες και στρώματα όχι μόνο αντιτίθενται στη φασιστική διχτατορία, αλλά όλο και περισσότερο ξεκόβουν από τα πολιτικά σχήματα που συνδέονται με την προαπριλιανή “δημοκρατία”.
Οι φοιτητικοί αγώνες, που απ’ την προηγούμενη χρονιά άρχισαν να παίρνουν μορφή μαζικών αντιφασιστικών κινητοποιήσεων, μετατράπηκαν βαθμιαία σε μόνιμο πόλο αντιφασιστικής συσπείρωσης, ξεπερνώντας τα στενά συνδικαλιστικά ή τα ανώδυνα “αντιχουντικά” πλαίσια συγκράτησης που προσπαθούσαν να επιβάλλουν η αστική και η ρεβιζιονιστική γραμμή. Οι αγώνες αυτοί άρχισαν ήδη στη διάρκεια της προηγούμενης χρονιάς να πλαισιώνονται σταδιακά, άμεσα ή έμμεσα, με τις κινητοποιήσεις εργατών, αγροτών και διαφόρων άλλων κλάδων εργαζομένων, κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν στη βάση της διεκδίκησης συγκεκριμένων συνδικαλιστικών αιτημάτων και γρήγορα κατέληξαν στην ίδια κατεύθυνση: στη σύνδεση της ριζικής λύσης των συγκεκριμένων διεκδικήσεων με τη ριζική ανατροπή του φασισμού και της αμερικανοκρατίας.
Οι χειρισμοί που υιοθέτησε ο αμερικανοφασισμός για την αντιμετώπιση των ανερχόμενων λαϊκών αγώνων στη δοσμένη περίοδο, η εναλλαγή κι ο συνδυασμός της φασιστικής τρομοκρατίας με τα δημαγωγικά μέτρα και τις υποσχέσεις “φιλελευθεροποίησης” του καθεστώτος, όχι μόνο δεν μπόρεσαν να ανακόψουν την παραπέρα ανάπτυξη αυτών των αγώνων, αλλά, μέσα στις συνθήκες της επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης των εργαζομένων, η λαϊκή αντίσταση και πάλη άρχισε να παίρνει μεγάλες διαστάσεις. Κι αυτό, παρά την αμέριστη βοήθεια που δέχτηκαν οι φασίστες στους ελιγμούς τους αυτούς από τις δυνάμεις της αστικής αντιπολίτευσης και τις δυο πτέρυγες του ρεβιζιονισμού, με τα κηρύγματα της προσαρμογής στα πλαίσια του αμερικανοφασισμού, με την ουσιαστική αποδοχή της παπαδοπουλικής νομιμότητας, πράγμα που εκφράστηκε λίγο αργότερα, πολύ καθαρά, με τη στάση αυτών των δυνάμεων στο δημοψήφισμα-απάτη που διοργάνωσαν οι φασίστες.
Την περίοδο αυτή έγινε φανερή και η έκταση και η ένταση των αντιφασιστικών-αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων που αναπτύχθηκαν στις λαϊκές μάζες όλο το μεταπριλιανό διάστημα και οι διαθέσεις αυτές άρχισαν να μετατρέπονται σε συγκεκριμένη αγωνιστική πράξη. Ο λαός και η νεολαία μπήκαν αποφασιστικά στο δρόμο της αποδέσμευσης τους από την ασφυκτική επιρροή της αστικορεβιζιονιστικής γραμμής, πράγμα που εκφράστηκε στις μαχητικές, φοιτητικές και άλλες κινητοποιήσεις αυτής της περιόδου παρά τις κατευθύνσεις ‘συγκράτησης’ και ‘σωφροσύνης’ των αστικών πολιτικών δυνάμεων και του ρεβιζιονισμού. Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας, μιλώντας για τους φοιτητικούς αγώνες αυτής της περιόδου, έλεγαν ότι οι αγώνες αυτοί, με την έκταση, τη μαζικότητα και ωριμότητα τους, αποτελούν την πρακτική έκφραση τα αντίθεσης του λαού και της νεολαίας προς το καθεστώς της ξενοκρατίας και της υποτέλειας. Είναι το μεγάλο αισιόδοξο κι ελπιδοφόρο μήνυμα για το ξέσπασμα ακόμα μεγαλύτερων και σημαντικότερων αγώνων που σίγουρα θα ακολουθήσουν, αγκαλιάζοντας όλο και ευρύτερες μάζες του ελληνικού λαού. Ακόμα ότι με την ηρωική πάλη και τις ανοιχτές συγκρούσεις των φοιτητών ενάντια στον καταπιεστικό μηχανισμό των ανδρείκελων της Ουάσιγκτον έγινε η αρχή της μετατροπής των αντιαμερικανικών διαθέσεων και αισθημάτων του λαού σε συγκεκριμένη αγωνιστική πράξη.
Στη διάρκεια αυτής της χρονιάς και ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, όλα έδειχναν ότι ωριμάζει η μεγάλη λαϊκή έκρηξη. Η ολοκληρωτική και ασταμάτητα αυξανόμενη αντίθεση του λαού με τον αμερικανοφασισμό, η κλιμάκωση των λαϊκών κινητοποιήσεων κι η ανάπτυξη των μαζικών αντιφασιστικών αγώνων, η αυξανόμενη δυσφορία όλων των λαϊκών στρωμάτων για τη φασιστική καταπίεση που εντάθηκε τους τελευταίους μήνες με τη μεγάλη ακρίβεια της ζωής και τη μαύρη αγορά, η όξυνση των αντιθέσεων στους κόλπους του ίδιου του φασιστικού καθεστώτος αλλά και στο σύνολο των δυνάμεων της υποτέλειας, οδηγούσαν αναπόφευκτα σ’ αυτή την έκρηξη.
Αυτή η κατάσταση ήταν τόσο φανερή που μόνο όσοι ζουν ολοκληρωτικά αποκομμένοι από το λαό δεν ήταν σε θέση να αντιληφθούν. Μόνο όσοι στήριξαν και στηρίζουν ελπίδες στην «αυτοεξέλιξη» του φασισμού σε δημοκρατία, μόνο όσοι έτρεφα αυταπάτες για την «ομαλή πορεία» των διαδικασιών «φιλελευθεροποίησης» του φασισμού, μόνο όσοι ανησυχούσαν για τον «κίνδυνο να απομονωθεί η πολιτική ηγεσία από τα πεντέμισι εκατομμύρια ψηφοφόρων οι οποίοι οπωσδήποτε θα ψηφίσουν στις εκλογές» που προετοίμαζε ο Παπαδόπουλος δεν μπορούσαν να αντιληφθούν και τελικά δεν ήθελαν μια τέτοια εξέλιξη.
Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας τόνιζαν ένα μήνα πριν από το λαϊκό ξεσηκωμό του Νοέμβρη ότι για όποιον δε νοσταλγεί την αντιπολίτευση στα πλαίσια της φασιστικής νομιμότητας, όπως συμβαίνει με την αστική αντιπολίτευση και τους συρόμενους πίσω απ’ αυτήν ρεβιζιονιστές ηγέτες αυτό που επέρχεται στη χώρα και που έχει τεράστια σημασία, δεν είναι η επάνοδος στο κοινοβούλιο και οι εκλογές με τη συμμετοχή των υπό τον έλεγχο του «συνταγματικού δικαστηρίου» «εθνικοφρόνων» κομμάτων, αλλά η ανάπτυξη των μαζικών αγώνων της εργατικής τάξης και της νεολαίας που ανοίγουν ελπιδοφόρες προοπτικές για την ανάπτυξη ενός πλατιού αντιφασιστικού-αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Ακόμα ότι σήμερα στη χώρα μας οι μαζικοί αγώνες των εργαζομένων και της νεολαίας έχουν ξεκινήσει και έχει διανυθεί κιόλας μια ορισμένη πορεία. Οι αγωνιστικές διαθέσεις των μαζών και τα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί και καθημερινά συνεχίζουν να συσσωρεύονται και να οξύνονται είναι τέτοια ώστε σε κάθε περίπτωση οι μαζικοί αγώνες μπορεί να γενικευτούν και να πάρουν μεγάλες διαστάσεις. Και τέλος ότι η κατάσταση στα πλατύτερα στρώματα των εργαζομένων είναι πραγματικά εκρηκτική.
Για να αποφευχθούν οι συνέπειες αυτής της εκρηκτικής κατάστασης, για να εκτονωθούν οι ψηλές αγωνιστικές διαθέσεις των μαζών, ο αμερικανοφασισμός αποπειράθηκε να κάνει μια ψευτοαλλαγή, στη μορφή βέβαια και όχι στο περιεχόμενο. Με το ίδιο πνεύμα είδαν την κατάσταση οι αστοί και οι ρεβιζιονιστές ηγέτες. Η «φιλελευθεροποίηση» του φασισμού, παρά τις επιμέρους αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν, συσπείρωσε τελικά γύρω από το καθεστώς την πλειοψηφία των ηγετών του αστικού πολιτικού κόσμου και την ηγεσία και των δύο πτερύγων του ρεβιζιονισμού. Έχοντας ουσιαστικά και οι πρώτοι και οι δεύτεροι αποδεχτεί τη φασιστική νομιμότητα, προσπάθησαν να περιορίσουν τη λαϊκή πάλη, διεκδικώντας καλύτερους όρους για τη διενέργεια των εκλογών από αυτούς που πρότεινε η φασιστική κυβέρνηση Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη. Αλλά η αστική αντιπολίτευση και ο ρεβιζιονισμός υπολόγισαν λάθος εκεί που υπολόγισε λάθος και το ίδιο το φασιστικό καθεστώς. Βάζοντας σε εφαρμογή τη «φιλελευθεροποίηση», για να εκτόνωσε. τους λαϊκούς αγώνες ο αμερικανοφασισμός άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου αδυνατώντας από κει και πέρα να ελέγξει τις συνέπειες. Όταν για εξήμιση χρόνια οργιάζει η φασιστική καταπίεση και η τρομοκρατία, όταν η χώρα ξεπουλιέται με τους πιο ξέφρενους ρυθμούς, όταν το έδαφος της παραχωρείται στην ανεξέλεγκτη δικαιοδοσία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, όταν ο λαός υπόκειται σε εξευτελισμούς από τους αμερικάνους πεζοναύτες με τη κάλυψη του φασιστικού κράτους, όταν το κόστος της ζωής πολλαπλασιάζεται και η μαύρη αγορά επισημοποιείται, τότε χρεοκοπούν ολοκληρωτικά όλες οι εκτονωτικές προσπάθειες του αμερικανοφασισμού. Ο. λαϊκές μάζες παύουν να υπακούουν και αγνοούν τις συμβουλές των αστών πολιτικών και του ρεβιζιονισμού, παραμερίζουν τους κ.κ.Κανελόπουλο. Μαύρο και Ηλιού, παύουν να είναι «συνετές» και «πειθαρχημένες» στις απαιτήσεις της νόμιμης εκλογικής πάλης και κατεβαίνουν στους δρόμους για να κατακτήσουν το δικαίωμα τους να ζήσουν ανθρώπινα, λεύτερα, σε μια Ελλάδα πραγματικά δημοκρατική κι ανεξάρτητη, με το λαό στη εξουσία. Η «πολιτική ηγεσία» που εννοούσε ο κ Ηλιού, και φυσικά και ο ίδιος τελικά απομονώθηκε από τις λαϊκές μάζες για λόγους εντελώς αντίθετους απ’ αυτούς που πρόβλεπε. Οι γλυκές ονειροπολήσεις των ηγετών του αστικού πολιτικού κόσμου και του ρεβιζιονισμού, οι μανούβρες, οι συζητήσεις τα σχόλια και οι «αντιρρήσεις» μπρος τις …επερχόμενες εκλογές του αμερικανοφασισμού έγιναν στάχτη. Τις έκανε στάχτη ο μεγάλος ξεσηκωμός του Νοέμβρη.
Οι χιλιάδες λαού της Αθήνας που κατάκλυσαν το Πολυτεχνείο, που διαδήλωσαν μαχητικά στους δρόμους που συγκρούστηκαν σκληρά και άνισα με τον πάνοπλο αμερικανοφασισμό, έγραψαν νέες δοξασμένες σελίδες στην ιστορία του δημοκρατικού λαϊκού κινήματος της χώρας μας. Οι σκηνές άφταστου ηρωισμού που ξετυλίχτηκαν στους δρόμους της Αθήνας το βράδυ της Παρασκευής, οι γιομάτες αυταπάρνηση συγκρούσεις του άοπλου λαού με τα τανκς και τα πολυβόλα του αμερικανοφασισμού, δίνουν το μέτρο της αληθινά επαναστατικής κατάστασης που επικρατούσε μέσα στις λαϊκές μάζες. Ο λαός έδειξε καταπληκτική πολιτική ωριμότητα που εκφράστηκε στον αντιφασιστικό αντιαμερικανικό, στο συνεπή αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα των συνθημάτων & όλη τη διάρκεια των γεγονότων. Αυτά ακριβώς τα συνθήματα έρχονται σε πλήρη αντιστοιχία με τις απίστευτα ψηλές αγωνιστικές διαθέσεις του λαού.
Ο αμερικανοφασισμός σκότωσε άναντρα εργάτες φοιτητές μαθητές έβαψε τους δρόμους της Αθήνας για μια ακόμη φορά με το αίμα του λαού. Εξαπόλυσε κύμα συλλήψεων σ’ όλη τη χώρα. Πασχίζει με την άγρια φασιστική τρομοκρατία να λυγίσει το αγωνιστικό φρόνημα του λαού. Όμως οι νέοι μάρτυρες του αγώνα ατσάλωσαν ακόμα περισσότερο τις λαϊκές δημοκρατικές μάζες. Δυνάμωσαν αφάνταστα την απόφαση τους να αγωνιστούν ως το τέλος για το γκρέμισμα του φασισμού, για το διώξιμο των αμερικάνων και όλων των ιμπεριαλιστών από τη χώρα μας για να απαλλαγεί η Ελλάδα από τα φασιστικά και ιμπεριαλιστικά δεσμά.
2. Η νίκη της αντιφασιστικής αντιιμπεριαλιστικής γραμμής πάνω στην ρεβιζιονιστική γραμμή
Στη διάρκεια των μαχητικών αντιφασιστικών εκδηλώσεων, πραγματοποιήθηκε στην πράξη μια πλατειά αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική ενότητα. Η ενότητα αυτή προήλθε απ’ την ανατροπή μιας άλλης ‘ενότητας’, αντιλαϊκής κι εχθρικής στα συμφέροντα των λαϊκών δημοκρατικών μαζών, μιας ενότητας στη κορυφή κι έξω απ’ την αντιφασιστική δράση με ριγμένους παράγοντες της υποτέλειας. Η αντιφασιστική – αντιιμπεριαλιστική ενότητα που οικοδομήθηκε μέσα στη φωτιά της πάλης κι αγκάλιασε πλατειά χιλιάδες δημοκράτες κι αντιφασίστες που κατέβηκαν στους δρόμους πριν και μετά την επιβολή του στρατιωτικού νόμου προήλθε απ’ την αντιπαράθεση δύο πολιτικών κατευθύνσεων, δύο βασικά αντίθετων πολιτικών γραμμών αντιπαράθεση που εκφράστηκε οργανωμένα μέσα στα γεγονότα και που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής φυσιογνωμίας των ηρωικών λαϊκών εκδηλώσεων. Οι δύο αυτές βασικές κατευθύνσεις αντιπαρατέθηκαν απ’ την αρχή ως το τέλος των γεγονότων.
Η πρώτη, είναι μια συντηρητική, λεγκαλιστική, οπορτουνιστική γραμμή συγκράτησης και υπονόμευσης του μαζικού αντιφασιστικού κινήματος και των αντιφασιστικών αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων των μαζών. Αυτή η πολιτική γραμμή υποστηρίχτηκε και προβλήθηκε απ’ τις δύο πτέρυγες του ρεβιζιονισμού, την «Ορθόδοξη» και την «ανανεωτική», καθώς και από κεντρώους, ανθρώπους του συγκροτήματος Λαμπράκη και της Επιτροπής για την αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας- των Κανελόπουλου, Μαύρου κλπ. Από τις δυνάμεις αυτές, η «ορθόδοξη» ρεβιζιονιστική πτέρυγα ήταν εκείνη που πεισματικά, με περισσότερη ανοχή, πιο οργανωμένη από τους άλλους, υποστήριζε αυτή τη γραμμή με φορέα την ΚΝΕ και βασικά τη δήθεν ακομματική ΑντιΕΦΕΕ.
Η δεύτερη, μια αγωνιστική αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική γραμμή, που όπως έδειξαν τα γεγονότα όχι μόνο ήταν σωστή, αλλά και ανταποκρινόταν απόλυτα στο ψηλό επίπεδο των αγωνιστικών διαθέσεων των λαϊκών μαζών. Τη γραμμή αυτή υποστήριξαν με συνέπεια και ως το τέλος και πάλεψαν σκληρά & όλα τα επίπεδα για την επικράτηση της οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας και όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές. Η γραμμή αυτή κυριάρχησε και καθόρισε το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διεξήχθηκε η πάλη του λαού και της νεολαίας σ’ όλη τη διάρκεια των γεγονότων.
Οι “ορθόδοξοι” ρεβιζιονιστές με την Αντι-ΕΦΕΕ προσπάθησαν εκ των υστέρων να εμφανιστούν σαν οι οργανωτές και εμψυχωτές του λαϊκού ξεσηκωμού του Νοέμβρη. Στην πράξη έγινε ακριβώς το αντίθετο. Αυτοί προσπάθησαν αρχικά να απομονώσουν τους φοιτητές του Πολυτεχνείου από τους άλλους φοιτητές που κατέβηκαν για συμπαράσταση. Πρώτη υπονομευτική ενέργεια και αποτυχία. Όταν η προσπάθεια αυτοί απέτυχε, χτύπησαν λυσσασμένα την ιδέα της κατάληψης του Πολυτεχνείου που συζητιόταν πλατιά μέσα στις φοιτητικές μάζες. Όταν απέτυχαν και εκεί, πάλεψαν για να παραμείνουν οι εκδηλώσεις στο Πολυτεχνείο σε καθαρά φοιτητικά πλαίσια, αρνούμενοι τη συμμετοχή των εργατών, άλλων εργαζομένων, μαθητών κλπ. Όταν και στο επίπεδο αυτό οι προτάσεις τους απορρίφθηκαν, έδωσαν την τελευταία μάχη στο ζήτημα της πολιτικής γραμμής, υποστηρίζοντας πως ο αγώνας είναι καθαρά αντιδιχτατορικός και προτείνοντας να σταλεί έκκληση προς όλες τις “αντιδιχτατορικές οργανώσεις και κόμματα” για το σχηματισμό της κυβέρνησης “εθνικής ενότητας”. Χάνοντας τη μάχη και σ’ αυτό το επίπεδο και σ’ όλες σχεδόν τις συνελεύσεις, έβαλαν σε εφαρμογή τη γνωστή τακτική αντιδημοκρατικής παραβίασης των αποφάσεων, πραξικοπηματικών ενεργειών και τραμπουκισμού για να περισώσουν ό,τι μπορούσαν. Παρά τις αντίθετες αποφάσεις, έκαναν έκκληση προς τις «αντιδιχτατορικές οργανώσεις και κόμματα», φρόντισαν να διατηρήσουν την επιρροή τους σε επιτροπές και συνέχισαν να ενεργούν χωρίς εξουσιοδότηση ή έλεγχο και σε αντίθεση με το πνεύμα των αποφάσεων που είχαν δημοκρατικά εγκριθεί. Έβαλαν ανθρώπους τους να σβήσουν συνθήματα (“Λαοκρατία”, “Έξω οι αμερικανοί” κλπ) που ήταν μέσα στο πνεύμα των αποφάσεων που είχαν παρθεί στις συνελεύσεις αλλά αντίθετα με τη δική τους γραμμή.
Στα ίδια πλαίσια κινήθηκαν και οι “ανανεωτικοί” ρεβιζιονιστές και οι κεντρώοι. Οι πρώτοι μάλιστα πρότειναν ανοιχτά τη συνεργασία με την “Επιτροπή για την αποκατάσταση της δημοκρατικής ομαλότητας”. Η γραμμή τους απορρίφθηκε στο σύνολο της και αναγκάστηκαν να συρθούν πίσω από την εξέλιξη των γεγονότων. Μετά από ένα ορισμένο διάστημα στη διάρκεια των γεγονότων, μερίδα της βάσης των κεντρώων και των “ορθόδοξων” και “ανανεωτικών” ρεβιζιονιστών αρνιόταν να εκτελέσει τις “ντιρεκτίβες” της ηγεσίας, και συνενωνόταν με τις μάζες που είχαν υιοθετήσει τα αντιφασιστικά αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα.
Η παρέμβαση στη διάρκεια των γεγονότων διάφορων αναρχοσυνδικαλιστικών ομάδων χωρίς καμιά οργανωτική συγκρότηση και συνοχή, όπως και η παρέμβαση ορισμένων “ανανεωμένων” και αναβαπτισμένων παλιών τροτσκιστικών ομάδων δεν έπαιξε ρόλο στην πορεία και εξέλιξη των γεγονότων ούτε είχε καμιά σοβαρή επίπτωση στη διαμόρφωση της κατεύθυνσης που επικράτησε σ’ αυτά. Η ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική σύγχυση που προκάλεσε και προκαλεί ο ρεβιζιονισμός μέσα στο λαϊκό δημοκρατικό κίνημα διευκολύνει την ύπαρξη τέτοιων ομάδων που προσπαθούν να εμφανιστούν σαν επαναστατικές τάσεις και προσπαθούν να παγιδεύσουν στις γραμμές τους αντιφασίστες που η θέση τους βρίσκεται στο χώρο του συνεχούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Παρόλο που οι ομάδες αυτές ρίξαν μια σειρά αναρχοσυνδικαλιστικά ή τροτσκιστικά συνθήματα, δε βρήκαν στη διάρκεια των διαδηλώσεων την παραμικρή απήχηση μέσα στις λαϊκές μάζες και τελικά αναγκάστηκαν να συρθούν μέσα στο γενικό αντιφασιστικό αντιαμερικανικό ρεύμα.
Οι μαρξιστές λενινιστές και όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές πρόβαλαν από την αρχή των γεγονότων τις πιο συνεπείς αγωνιστικές θέσεις και συγκρούστηκαν σε όλα τα επίπεδα με τους εκπροσώπους της αστικής και ρεβιζιονιστικής γραμμής. Οι λαϊκές υιοθέτησαν πλατιά τα συνθήματα που πρόβαλαν οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας. Η ήττα των κεντρώων και ρεβιζιονιστών στην προσπάθεια τους να απομονώσουν τους φοιτητές του Πολυτεχνείου από τους υπόλοιπους φοιτητές και το λαό, η ήττα τους στο ζήτημα της απόφασης για την κατάληψη του Πολυτεχνείου, η απόρριψη των απόψεων τους για ενότητα με τους αστούς πολιτικούς και ο καθορισμός του αγώνα σαν αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού και όχι απλά αντιδιχτατορικού, οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στις δραστήριες παρεμβάσεις των μαρξιστών λενινιστών και όλων των αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών, στις ζυμώσεις που προηγήθηκαν και στις συνελεύσεις που ακολούθησαν, στη συνεχή προπαγάνδα μέσα και έξω απ’ αυτές, στην αδιάκοπη αποκάλυψη του ρόλου των κεντρώων και ρεβιζιονιστών παραγόντων. Οι συνεπείς αντιφασίστες-αντιιμπεριαλιστές κινήθηκαν δραστήρια μ’ όλες τους τις δυνάμεις και βρέθηκαν κοντά στο λαό προπαγανδίζοντας σ όλους τους χώρους, μέσα στο Πολυτεχνείο, στις ξεσηκωμένες συνοικίες, σ’ όλα τα σημεία συγκέντρωσης των λαϊκών μαζών, τις συνεπείς αγωνιστικές θέσεις. Πήραν ενεργητικό μέρος στις συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις, συντελώντας αποφασιστικά στην υιοθέτηση των αντιιμπεριαλιστικών αντιφασιστικών συνθημάτων, και στις σκληρές συγκρούσεις με τη φασιστική αστυνομία.
Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας, όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές με την παρουσία και δράση τους έβαλαν αποφασιστικά τη σφραγίδα τους στη διαμόρφωση και επικράτηση, στην αποδοχή από τις πλατιές λαϊκές μάζες της αγωνιστικής αντιφασιστικής αντιιμπεριαλιστικής γραμμής και την κατανίκηση της υπονομευτικής αστικορεβιζιονιστικής γραμμής στην πορεία των γεγονότων του Νοέμβρη.
Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας, όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές με τη σκληρή πάλη τους πριν και στη διάρκεια των γεγονότων, παρά τα σοβαρά χτυπήματα που δέχτηκαν, πλάτυναν ακόμα περισσότερο τους δεσμούς τους με τις μάζες του λαού και της νεολαίας. Το οργανωτικό ατσάλωμα, η ανάπτυξη και η επιρροή τους αυξήθηκαν και δυνάμωσε η ικανότητα τους να παρεμβαίνουν όλο και πιο αποφασιστικά και δραστήρια στον καθορισμό των εξελίξεων.
Η σημαντικότερη πολιτική κατάκτηση των μαρξιστών λενινιστών της Ελλάδας, στη διάρκεια των γεγονότων του Νοέμβρη, είναι πως οι θέσεις που διατύπωσαν από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησαν οργανωμένα την πάλη τους, τα συνθήματα που υποστηρίζουν και προπαγανδίζουν, υιοθετήθηκαν από τις λαϊκές μάζες κι έγιναν συνθήματα του μεγάλου λαϊκού ξεσηκωμού. Οι κεντρώοι και ρεβιζιονιστές παράγοντες είχαν κάθε λόγο να αντιπαρατεθούν στα συνθήματα “Έξω οι αμερικάνοι”, “Έξω το ΝΑΤΟ”, “Θάνατος στο φασισμό” ,”Λαοκρατία”, κι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να τα αποτρέψουν. Αναρχοσυνδικαλιστές, τροτσκιστές, και αντίστοιχα ρεύματα είχαν απ’ την πλευρά τους κάθε λόγο να αντιτεθούν ολοκληρωτικά σε τέτοια συνθήματα. Όμως αυτές ακριβώς οι θέσεις ανταποκρίθηκαν στις διαθέσεις και τους πόθους των λαϊκών μαζών, μ’ αυτές εκφράστηκε η αγανάκτηση τους, η ριζική αντίθεση τους στην αμερικανοκρατία και στο φασισμό, η αποφασιστικότητα τους να παλέψουν για τη λευτεριά και την ανεξαρτησία της χώρας μας. Κι ανεξάρτητα από το πώς ελίσσεται σήμερα, ύστερα από τα γεγονότα κάθε μία από αυτές τις πολιτικές δυνάμεις και να μην έρθει σ’ ανοιχτή σύγκρουση με το βαθύτερο περιεχόμενο του ηρωικού ξεσηκωμού του περασμένου μήνα τα γεγονότα τη φορά αυτή ορθώνονται κατηγορηματικά για να διαψεύσουν κάθε πιθανή καπηλεία και να δείξουν ποιες θέσεις βρήκαν πραγματικά ανταπόκριση στους πόθους και στις διαθέσεις των λαϊκών μαζών και ποιες ξεπεράστηκαν κι απορρίφθηκαν στη διάρκεια των συγκλονιστικών γεγονότων του Νοέμβρη.
Παρόλο που η πάλη που διεξάγουν οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας βρίσκεται ακόμα στην αρχή της, παρόλο που η πολιτική και οργανωτική τους ανάπτυξη δε βρίσκεται σε τέτοιο επίπεδο που να τους επέτρεπε να καθοδηγήσουν απ’ την αρχή ως το τέλος και απ’ άκρη & άκρη συνολικά τις διαδηλώσεις, η πλατειά προώθηση, διάδοση και υιοθέτηση απ’ τις λαϊκές μάζες των θέσεων και των συνθημάτων τους αποτελεί ένα σημαντικό βήμα, μία ουσιαστική πολιτική κατάκτηση. Οι συνθήκες είναι εξαιρετικά ευνοϊκές για την ανάπτυξη της πάλης των μαρξιστών λενινιστών της Ελλάδα κι οι συνέπειες των διαδικασιών που συντελούνται σήμερα με πολύ γοργούς ρυθμούς μέσα στις λαϊκές μάζες θα εκφραστούν σύντομα στην πολιτική και οργανωτική ανάπτυξη του μαρξιστικού λενινιστικού και του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.
3. Το αδιέξοδο του φασιστικού καθεστώτος. Η αστική και ρεβιζιονιστική τακτική.
Το φασιστικό καθεστώς και οι ξένοι προστάτες του δεν έχουν συνέλθει ακόμα απ’ τον πανικό που τους προκάλεσε το λαϊκό ξεσήκωμα του Νοέμβρη. Πλήρης σύγχυση επικρατεί στις γραμμές της φασιστικής κλίκας Ιωαννίδη -Γκιζίκη -Ανδρουτσόπουλου που χαρακτηρίζει όλες της τις ενέργειες. Ένα σχεδόν μήνα μετά την επιβολή της στην εξουσία, αδυνατεί να χαράξει μία οποιαδήποτε πορεία, μια οποιαδήποτε προοπτική για το ξενόδουλο φασιστικό καθεστώς.
Το νέο αμερικανόπνευστο φασιστικό πραξικόπημα της 25ης Νοέμβρη όχι μόνο δεν άμβλυνε τις αντιθέσεις ανάμεσα στις διάφορες πτέρυγες της υποτέλειας, όχι μόνο δεν εξασφάλισε μια μεγαλύτερη σταθερότητα στις ίδιες τις δυνάμεις του φασισμού και στο φασιστικό καθεστώς, αλλά αντίθετα είχε σαν αποτέλεσμα να αυξηθεί η ρευστότητα που το χαρακτήριζε σε όλο αυτό το τελευταίο διάστημα και ιδιαίτερα μετά το ψευτοδημοψήφισμα του Ιούλη και μέχρι την ανατροπή του Παπαδόπουλου στις 25 του Νοέμβρη. Εγκατεστημένη με τη βία πάνω σε ένα ηφαίστειο η «ανανεωμένη» φασιστική κλίκα δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει κανένα από τους στόχους που ανέλαβε και ιδιαίτερα αυτό που οι φασίστες και το σύνολο του κόσμου της υποτέλειας αποκαλούν κοινωνική γαλήνη, τάξη και ασφάλεια. Η ολόπλευρη αντίθεση των λαϊκών μαζών προς το φασιστικό καθεστώς και η οξυνόμενη οικονομική κρίση φτάνουν σε τέτοια επίπεδα που δεν αφήνουν πολλά περιθώρια ελιγμών στις αμερικάνικες υπηρεσίες και στα ντόπια ανδρείκελα τους. Έτσι, μοναδική λύση για τον αμερικανοφασισμό, έστω και κοντοπρόθεσμα, είναι η άμεση φασιστική βία και καταπίεση. Συλλαμβάνοντας χιλιάδες αγωνιστές, προσπαθούν να τρομοκρατήσουν τις λαϊκές μάζες να αποθαρρύνουν τις διαθέσεις τους για αγώνα ενάντια σο φασισμό και τον ιμπεριαλισμό, να ανακόψουν την ορμητική μαζικοποίηση του λαϊκού αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα, να απομονώσουν, τέλος τους πιο δραστήριους και μαχητικούς λαϊκούς αγωνιστές από τις λαϊκές μάζες που στη διάρκεια των διαδηλώσεων του περασμένου μήνα εκφράσανε με κάθε τρόπο τη συμπαράσταση τους και στάθηκαν ολόψυχα στο πλευρό των αγωνιστών που συγκρούστηκαν με το φασισμό και την αμερικανοκρατία.
Ανεξάρτητα απ’ το ποια αποτελεσματικότητα μπορεί να έχει η φασιστική καταπίεση, σήμερα δε φαίνεται να υπάρχει καμία άλλη διέξοδος για το καθεστώς. Είναι σίγουρο ότι θα αποτελέσει την κυρίαρχη πλευρά του σημερινού σχήματος και όποιου άλλου το διαδεχθεί αύριο, με οποιαδήποτε μορφή και αν εφαρμοστεί.
Παράλληλα με την ανάπτυξη της βίαιης φασιστικής καταπίεσης, εντείνεται τις μέρες αυτές απ’ το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και τον κυβερνητικό τύπο μία ξέφρενη αντικομμουνιστική προπαγάνδα, που σκοπεύει στον ίδιο στόχο, δηλαδή στη διάσπαση της ομόφωνης αντίθεσης των λαϊκών μαζών προς το καθεστώς και στην απομόνωση των κομμουνιστών απ’ τις λαϊκές μάζες. Εξήμιση χρόνια μετά την επιβολή της στην εξουσία, που είχε κύριο στόχο την «πάταξιν του κομμουνισμού» και των «πεζοδρομιακών εκδηλώσεων» και παρά τη βοήθεια που της πρόσφερε αντικειμενικά ο ρεβιζιονισμός με τη διάλυση που προκάλεσε μέσα στο λαϊκό δημοκρατικό κίνημα της χώρας μας, η αμερικανοκρατία όχι μόνο βρέθηκε αντιμέτωπη σε «πεζοδρομιακές εκδηλώσεις» πιο μαζικές και πιο μαχητικές απ’ αυτές που αρχικά θέλησε να «πατάξει», μα παραπέρα είδε τις αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές ιδέες να αγκαλιάζουν τις λαϊκές μάζες και τους αγωνιστές του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα να κολυμπάνε σε μια θάλασσα συμπάθειας και συμπαράστασης του λαού, ιδιαίτερα στη διάρκεια του λαϊκού ξεσηκωμού του περασμένου μήνα. Η σημερινή ένταση της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας είναι η πρώτη συνέπεια των συμπερασμάτων που βγάζουν οι αμερικανικές υπηρεσίες και οι ντόπιοι φασίστες απ’ τις διαδηλώσεις του Νοέμβρη. Επιδιώκουν παράλληλα και κάτι άλλο. Τονίζοντας το κομμουνιστικό, ανατρεπτικό κλπ περιεχόμενο των τελευταίων εκδηλώσεων, προσπαθούν να βάλουν τέρμα στην καιροσκοπική στάση της αστικής αντιπολίτευσης, που στο παρελθόν δε δίστασε να καπηλευτεί για δικούς της σκοπούς τους λαϊκούς αγώνες, να αποσπάσουν απ’ τα στελέχη του ριγμένου αστικού πολιτικού κόσμου δηλώσεις που να τους διαχωρίζουν κατηγορηματικά απ’ τους λαϊκούς αντιφασιστικούς αγώνες, επιδιώκοντας έτσι τη συνεργασία τους στα πλαίσια του νέου σχήματος της 25ης Νοέμβρη.
Απέναντι στην ογκούμενη λαϊκή αντίθεση, ο αμερικανοφασισμός δεν είναι σε θέση να επιβάλει στην εξουσία μια κλίκα στοιχειωδώς συμπαγή. Οι αντιθέσεις έχουν αρχίσει να εκφράζονται στους κόλπους της νέας φασιστικής κυβέρνησης πριν καλά καλά ολοκληρωθεί ο σχηματισμός της. Το αδιέξοδο της οικονομικής κρίσης είναι τέτοιο που ακόμα και ξεσκολισμένα στελέχη του αμερικανοφασισμού διστάζουν να συνδέσουν το όνομά τους με την πλήρη αδυναμία αντιμετώπισης τεράστιων οικονομικών προβλημάτων που αγκαλιάζουν πια όλα τα στρώματα των εργαζομένων. Το σχήμα που επιβλήθηκε με το πραξικόπημα της 25ης Νοέμβρη δεν είναι σε θέση ούτε καν να μπαλώσει την κατάσταση. Είναι γι’ αυτό πιθανό στους κόλπους του αμερικανοφασισμού να υπάρξουν σχετικά σύντομα αλλαγές.
Για να ξεπεραστεί το σημερινό αδιέξοδο, στα μαγειρεία της αντίδρασης και των ξένων προστατών της, αντιμετωπίζονται διάφορες παραλλαγές αντιλαϊκών λύσεων. Όμως οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο αμερικανοφασισμός για να αποκτήσει μια “ευπρεπεστέρα” βιτρίνα είναι τεράστιες. Ανάμεσα στις πιθανές εναλλαχτικές “λύσεις”, αντιμετωπίστηκε και η λύση Καραμανλή και διεξάγονται διαπραγματεύσεις προς αυτή την κατεύθυνση, υπό την κηδεμονία και τον έλεγχο των αμερικάνικων υπηρεσιών. Παρόλο που με τη λύση Καραμανλή, που αποτελεί σήμερα την ισχυρότερη εφεδρεία του, ο αμερικανοφασισμός επιδιώκει να εξασφαλίσει κοντοπρόθεσμα ορισμένα πλεονέκτημα στο καθεστώς, είναι πολύ αμφίβολο αν θα καταφέρει να ξεπεράσει τις τεράστιες δυσκολίες που ορθώνονται μπροστά του για την προώθηση μιας τέτοιας “λύσης”.
Έχοντας απερίφραστα επιδοκιμάσει το φασιστικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, ο Καραμανλής φρόντισε παράλληλα σ’ όλα αυτά τα χρόνια, με τη βοήθεια της αστικής αντιπολίτευσης και του ρεβιζιονισμού, να μην ταυτίζεται απόλυτα με τις ανοιχτά φασιστικές λύσεις, παρόλο που υπήρξε και στο παρελθόν και τώρα θερμός υποστηρικτής των «βαθειών τομών» και των «ισχυρών λύσεων». Με τη λύση Καραμανλή η αμερικανοκρατία θα μπορούσε να αποκτήσει τα προσχήματα για τη συσπείρωση γύρω από το καθεστώς της πλειοψηφίας των στελεχών της Δεξιάς και του Κέντρου και τουλάχιστον ενός τμήματος της ηγεσίας του ρεβιζιονισμού. Παράλληλα, έχοντας αναπτύξει σ’ αυτό το διάστημα δεσμούς με ιμπεριαλιστικούς κύκλους της Δ. Ευρώπης, θα μπορούσε να εξασφαλίσει μεγαλύτερη οικονομική υποστήριξη απ’ την Κοινή Αγορά προς το φασιστικό καθεστώς, που προστιθέμενη στις αμερικάνικες οικονομικές ενέσεις θα μπάλωνε, έστω και προσωρινά, κάπως καλύτερα το σημερινό οικονομικό αδιέξοδο.
Παρ’ όλα αυτά είναι αμφίβολο αν σήμερα είναι δυνατή τέτοια «λύση». Είναι ακόμα αμφίβολο αν θα προωθηθεί «ομαλά» ή με την εφαρμογή της τρίτης έκδοσης του σχεδίου «Προμηθεύς», σε περίπτωση που υιοθετηθεί απ’ τους αμερικανούς ιμπεριαλιστές που έχουν τον τελευταίο λόγο στις αποφάσεις και στις λύσεις που επιβάλλονται απ’ την αντίδραση στη χώρα μας. Ο λαϊκός παράγοντας ήταν και θα είναι καθοριστικός για οποιαδήποτε εξέλιξη. Με τα σημερινά δεδομένα, απέναντι σε μια ολοκληρωτική λαϊκή αντίθεση προς το καθεστώς, μέσα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης που επιδεινώνεται απ’ την παγκόσμια κρίση του καπιταλισμού, μέσα στην αστάθεια και τη ρευστότητα που χαρακτηρίζουν το ξενόδουλο φασιστικό καθεστώς, συγκολλήσεις τέτοιου είδους είναι εξαιρετικά δύσκολες, ανάμεσα στις πτέρυγες της ξενοκρατίας που οι αντικειμενικές συνθήκες ευνοούν τη διάσπαση και την αντιπαράθεσή τους και δεν επιτρέπουν την ενότητα και την άμβλυνση των αντιθέσεων που τις αντιπαραθέτουν.
Πέρα απ’ αυτό ένας ακόμα βασικός παράγοντας δυσκολεύει σήμερα λύσης τύπου Καραμανλή. Η πλατειά συνειδητοποίηση του ρόλου του ιμπεριαλισμού και κύρια του αμερικάνικου και η σύνδεση της πάλης ενάντια στο φασισμό με την πάλη για την απελευθέρωση της χώρας μας από την ιμπεριαλιστική εξάρτηση, δεν αφήνουν στην αμερικανοκρατία μεγάλα περιθώρια για τέτοιου τύπου ελιγμούς. Για τους λόγους αυτούς, λύσεις τύπου Καραμανλή συγκαταλέγονται στις λιγότερο πιθανές απ’ όλες τις ενδεχόμενες αλλαγές ή εξελίξεις στο στρατόπεδο του φασισμού.
Δύο βασικά συμπεράσματα βγαίνουν για το λαϊκό αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα σε σχέση με τις πιθανές εξελίξεις στους κόλπους του αμερικανοφασισμού. Το πρώτο είναι πως, παράλληλα με την καταγγελία του σημερινού φασιστικού σχήματος, πρέπει να καταγγέλλεται και κάθε άλλη πιθανή αντιλαϊκή λύση, κάτω από οποιοδήποτε σχήμα και με οποιοδήποτε πρόσωπο κι αν εμφανιστεί. Το δεύτερο, πως όσο περιορίζονται τα περιθώρια ελιγμών του αμερικανοφασισμού, όσο φουντώνει το αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, τόσο το φασιστικό καθεστώς θα προστρέχει στη βία, στην τρομοκρατία και στην καταπίεση που θα είναι η κυρίαρχη πλευρά της πολιτικής εξουσίας, είτε αυτή διατηρήσει το σημερινό της χαρακτήρα, είτε φέρει τον Καραμανλή, είτε αποκτήσει μια ψευτοκοινοβουλευτική βιτρίνα. Αυτό σημαίνει πως οι περιοδικές υφέσεις ήταν και θα είναι μόνο φαινομενικές και το κλίμα της νομιμότητας που μπορούν να γεννήσουν, κλίμα που ευνοούν και καλλιεργούν συστηματικά αστική αντιπολίτευση και ρεβιζιονισμός, δεν πρέπει να εξαπατά τους συνεπείς αντιφασίστες-αντιιμπεριαλιστές, που οφείλουν απερίσπαστα να συνεχίζουν τον αγώνα με προοπτική μια μακρόχρονη σύγκρουση με τις δυνάμεις της φασιστικής βίας, της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, μέχρι τη ριζική και τελειωτική ανατροπή τους.
Τα στελέχη και οι προσωπικότητες της αστικής αντιπολίτευσης είναι οι μεγάλοι χαμένοι των τελευταίων εξελίξεων. Απ’ τη μια εξακολουθούν να βρίσκονται εκτός εξουσίας, παραμερισμένοι όπως και πριν την 25η Νοέμβρη. Απ’ την άλλη βρέθηκαν ακόμα πιο απομονωμένοι απ’ τις λαϊκές μάζες, ανίκανοι τη φορά αυτή, λόγω της έκτασης της μαχητικότητας, του καθαρά αντιφασιστικού αντιαμερικανικού περιεχομένου του λαϊκού ξεσηκωμού, να καπηλευτούν τους λαϊκούς αγώνες. Αντίθετα, έσπευσαν να διαχωρίσουν τις ευθύνες τους με τις λαϊκές κινητοποιήσεις και να καταθέσουν πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης στη νέα φασιστική κλίκα. Η απέχθεια τους για το λαϊκό ξεσήκωμα είναι δικαιολογημένη όχι μόνο γιατί με το περιεχόμενο του στράφηκε ενάντια και σε αυτούς και οποιονδήποτε φορέα ξενοδουλείας, μα γιατί οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών οδήγησαν σε αντιπαράθεση τις λαϊκές αντιφασιστικές μάζες με την κυρίαρχη πτέρυγα της αμερικανοκρατίας, αφήνοντας το αντιπολιτευόμενο κομμάτι της ξενοκρατίας έξω από το χορό. Κι ενώ τους τελευταίους μήνες είχαν καταφέρει να βγουν στην επιφάνεια και να εμφανίζονται σαν πρωταγωνιστές των πολιτικών εξελίξεων, τα σχέδια τους ανατράπηκαν βίαια και μπήκαν για μια ακόμα φορά στο περιθώριο.
Σήμερα η πλειοψηφία του ριγμένου αστικού πολιτικού κόσμου κρατάει στάση αναμονής. Ενώ τίποτα ριζικά δεν άλλαξε στο καθεστώς η αστική αντιπολίτευση εγκατάλειψε για την ώρα τουλάχιστον την τακτική της των τελευταίων μηνών και περιορίζεται στο να περιμένει “θετικά βήματα” απ’ την κυβέρνηση, δείχνοντας απ’ τη μεριά της όση κατανόηση και καλές προθέσεις της επιτρέπουν οι σημερινές συνθήκες προς την κλίκα Ιωαννίδη-Γκιζίκη-Ανδρουτσόπουλου. Πιέζοντας βασικά για μια λύση τύπου Καραμανλή, αποφεύγουν τη ρήξη με τη φασιστική κυβέρνηση, όσο δεν έχουν εξαντλήσει τα περιθώρια συνεργασίας μαζί της.
Στο πρώτο σκέλος, απέναντι δηλαδή στο λαϊκό ξεσήκωμα του Νοέμβρη, ανάλογη είναι και η στάση των δύο πτερύγων του ρεβιζιονισμού, με την εξής διαφορά. Ενώ η πολιτική του όχι μόνο δεν ευνοούσε μα ερχόταν σε ριζική αντίθεση με το χαρακτήρα και το περιεχόμενο των εκδηλώσεων του περασμένου μήνα, ενώ αντιτάχθηκε και προσπάθησε όσο του ήταν δυνατό να περιορίσει και να συγκρατήσει τις αντιφασιστικές εκδηλώσεις, πληρώνει σήμερα τα σπασμένα της γενικότερης αντικομμουνιστικής εκστρατείας της φασιστικής κλίκας και δυσκολεύεται ο δρόμος της ειρηνικής μεταρρύθμισης του φασισμού που είχε χαράξει και ακολουθούσε μέχρι το Νοέμβρη.
Η πτέρυγα του γραφείου εσωτερικού πραγματοποίησε ένα νέο μεγάλο βήμα στην κατεύθυνση της ολοκληρωτικής ταύτισης της με την αστική αντιπολίτευση. Οι δηλώσεις που έκανε ο Μπάμπης Δρακόπουλος λίγες ώρες πριν την επιβολή του στρατιωτικού νόμου, όπου ισχυρίζεται πως τα γεγονότα προκλήθηκαν από προβοκάτορες που θέλαν να ανακόψουν το δρόμο προς τις εκλογές, αποτελούν μνημείο εχθρικής προς το κίνημα αντιλαϊκής τοποθέτησης και φανερώνουν αυτό που οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας ισχυρίζονται από καιρό, ότι δηλαδή η «ανανεωτική» πτέρυγα του ελληνικού ρεβιζιονισμού οδηγείται ανοιχτά γρήγορα, χωρίς προσχήματα, στη μετατροπή της σε πολιτική δύναμη καθαρά αστικού τύπου. Με τις δηλώσεις αυτές εκφράζεται το μίσος προς τους λαϊκούς αγώνες που χάλασαν τα εκλογικά σχέδια του γραφείου εσωτερικού. Και παρόλο που όλη πολιτική του γραφείου εσωτερικού οδηγούσε σ’ αυτήν ακριβώς την τοποθέτηση, η έλλειψη προσχημάτων και ο ανοιχτά εχθρικός τόνος ήταν τέτοιος που προκάλεσε αναταραχή στις ήδη κλονισμένες και διασπασμένες φράξιες και ομάδες του γραφείου εσωτερικού, με αποτέλεσμα να αποσχιστούν τμήματα του που αρνούνται να υποταχτούν και να ταυτιστούν με μια τέτοια θέση.
Πολύ πιο προσεκτική, ελικτική, είναι η στάση της “ορθόδοξης” πτέρυγας του ρεβιζιονισμού. Ενώ στην πράξη εξάντλησε κάθε περιθώριο όχι μόνο για να περιορίσει την έκταση και το πολιτικό χρώμα των εκδηλώσεων, μα για να μη γίνουν αυτές οι εκδηλώσεις καθόλου, εμφανίζεται εκ των υστέρων σαν εμπνευστής και πρωτοπόρος της αντιφασιστικής πάλης, επιδιώκοντας με την προπαγάνδα της να αποκρύψει τις πλευρές των εκδηλώσεων που έρχονται σε ριζική αντίθεση με την πολιτική της και αναπροσαρμόζοντας τη γραμμή της στα υπόλοιπα, ώστε να εμφανιστεί ολοκληρωτικά ξένη προς το πνεύμα και το περιεχόμενο των μεγάλων διαδηλώσεων και των μαχητικών συγκρούσεων. Παρόλο που μέλη της χτύπησαν ανοιχτά τα αντιαμερικανικά συνθήματα στη διάρκεια της κατάληψης του Πολυτεχνείο, η “ορθόδοξη” ρεβιζιονιστική πτέρυγα άρχισε τελευταία να μιλάει για αντιαμερικανικό αγώνα χωρίς ωστόσο να αναθεωρεί τη βασική πολιτική της γραμμή της καθαρά αντιδιχτατορικής πάλης.
Η διπλή αυτή τακτική της ρεβιζιονιστικής ομάδας Φλωράκη- Λουλέ της επιτρέπει να εξαπατά και να παγιδεύει στις γραμμές της αγωνιστές που αντικειμενικά η θέση τους είναι στις γραμμές του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Εξακολουθεί να αποτελεί τη βασική και πιο επικίνδυνη πτέρυγα του ελληνικού ρεβιζιονισμού κι απ’ αυτήν την άποψη αποκάλυψη του πραγματικού διασπαστικού και αντεπαναστατικού της ρόλου αποτελεί βασικό καθήκον για τους μαρξιστές λενινιστές και για όλους τους συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές.
Πρωταρχικό βασικό μέλημα της νέας φασιστικής κλίκας, απ’ τη στιγμή που αδυνατεί να δώσει οποιαδήποτε λύση στα λαϊκά αιτήματα, ήταν να προσπαθεί να τσακίσει και να αποθαρρύνει τις λαϊκές αντιδράσεις. Ύστερα από τις δολοφονίες και τους τραυματισμούς εκατοντάδων πατριωτών, συνέλαβε χιλιάδες αγωνιστές και συνεχίζει κάθε μέρα με νέες συλλήψεις την τρομοκρατική της εκστρατεία. Παρ’ όλο το τρομοκρατικό όργιο, δεν κατάφερε να λυγίσει τις αγωνιστικές διαθέσεις των λαϊκών μαζών. Αντίθετα το μόνο που κατάφερε είναι να μεγαλώσει το μίσος τους για την αμερικανοκρατία και το φασισμό.
Η αγανάκτηση του λαού εκφράζεται παντού, στους τόπους δουλειάς και στους δημόσιους χώρους, στις γειτονιές, με ανοιχτές συζητήσεις παρ’ όλη τη χαφιεδοκρατία και τις απειλές. Το αγωνιστικό κλίμα που κυριαρχούσε μέσα στις λαϊκές μάζες, σ’ όλο το τελευταίο διάστημα πριν το Νοέμβρη, ενισχύθηκε και ανέβηκε από την πείρα που κατακτήθηκε στη διάρκεια των μεγάλων διαδηλώσεων. Η αδιάκοπη συσσώρευση άλυτων πολιτικών και οικονομικών προβλημάτων οδηγεί αναπόφευκτα σε νέες εκρηκτικές καταστάσεις, ανεξάρτητα και πέρα από το τρομοκρατικό όργιο. Η πάλη ενάντια στη φασιστική καταπίεση, η πάλη για τα προβλήματα της επιβίωσης των εργαζομένων, συνδεδεμένες ακόμα πιο στενά με το γενικό αίτημα για αποδέσμευση της χώρας απ’ τα φασιστικά και ιμπεριαλιστικά δεσμά, θα γνωρίσουν σύντομε νέα ανάπτυξη. Οι αγωνιστικές διαθέσεις των μαζών ανεβαίνουν και οι συνθήκες είναι ώριμες για νέους αγώνες.
4. Συμπεράσματα και προοπτικές
Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας, όλοι οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές, στηριζόμενοι στα ευνοϊκά από κάθε άποψη δεδομένα για τη συνέχιση της πάλης τους και την ανάπτυξη του λαϊκού επαναστατικού αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, πρέπει να πάρουν υπ’ όψιν όλες τις αδυναμίες και τα αρνητικά που εμφανίστηκαν στη διάρκεια των τελευταίων αγώνων, να βγάλουν τα απαιτούμενα συμπεράσματα και να τα μεταδώσουν μέσα από την προπαγάνδας τους όσο πλατύτερα μπορούν μέσα στις λαϊκές μάζες.
Με αφορμή τις θέσεις του ρεβιζιονισμού και της αστικής αντιπολίτευσης, γίνονται σήμερα συζητήσεις περί προβοκατόρων καθώς και για το ρόλο που έπαιξαν στα γεγονότα. Ο ρεβιζιονισμός, είτε τους δίνει καθοριστικό ρόλο ή υπερτονίζει το ρόλο τους, με σκοπό τελικά να διαβάλει τους λαϊκούς αγώνες ή να μειώσει τη σημασία και τις επιπτώσεις τους.
Φυσικά μέσα στις διαδηλώσεις υπήρξαν προβοκάτορες. Ορισμένοι μάλιστα απ’ αυτούς εντοπίστηκαν και αποκαλύφθηκαν. Η ασφάλεια παίρνει τα μέτρα της κι ανάμεσα σ’ αυτά είναι και η χρησιμοποίηση χαφιέδων και προβοκατόρων, με σκοπό την υπονόμευση των λαϊκών κινητοποιήσεων και των εκδηλώσεων. Η χρησιμοποίηση προβοκατόρων από την ασφάλεια στη διάρκεια των τελευταίων διαδηλώσεων δεν αποτελεί κάτι το πρωτότυπο. Πολύ περισσότερο δε μειώνει καθόλου τη σημασία του λαϊκού ξεσηκωμού ούτε αλλάζει το χαρακτήρα του. Αν σε ορισμένες περιπτώσεις οι προβοκάτορες της ασφάλειας μπόρεσαν να κάνουν μια ζημιά αυτό έγινε όχι γιατί η ασφάλεια αποδείχτηκε ιδιαίτερα έξυπνη και δυνατή, αλλά γιατί το σχετικά χαμηλό σημερινό επίπεδο οργάνωσης του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα δεν επέτρεπε αντικειμενικά έναν πλήρη οργανωτικό έλεγχο και μια καλύτερη περιφρούρηση του λαϊκού αγώνα από τέτοιες ενέργειες Το μοναδικό συμπέρασμα που πρέπει να βγει απ’ αυτό είναι η πιεστική ανάγκη πολιτικής και οργανωτικής ανάπτυξης του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, συμπέρασμα που κυριαρχεί απ’ όλες τις απόψεις και απ’ όσες πλευρές κι αν αναλυθεί η πείρα των αγώνων του Νοέμβρη, συμπέρασμα που γίνεται σήμερα πλατειά κατανοητό στις μάζες των αντιφασιστών και διευκολύνει, την προώθηση της προπαγάνδας των μαρξιστών λενινιστών και των συνεπών αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών.
Στη διάρκεια της κατάληψης του Πολυτεχνείου ρίχτηκαν και λαθεμένα συνθήματα. Μερικά μάλιστα απ’ αυτά ήταν και επικίνδυνα λαθεμένα και σκόρπιζαν σύγχυση. Για παράδειγμα το σύνθημα «ή σήμερα ή ποτέ» καλλιεργούσε αυταπάτες για τη δυνατότητα να πέσει σε μια βραδιά ο φασισμός από ένα λαό άοπλο και χωρίς να υπάρχει ο οργανωμένος επαναστατικός φορέας που θα τον συντρίψει, προκάλεσε απογοήτευση όταν λίγο αργότερα αποδείχτηκε πως ο φασισμός δεν έπεσε «σήμερα», άρα, σύμφωνα μ’ αυτόν που έριξε το σύνθημα, δε θα πέσει ποτέ. Μια σειρά από άλλα λαθεμένα συνθήματα ρίχτηκαν για δυο λόγους. Απ’ τη μια γιατί μέσα στις εκδηλώσεις βρέθηκαν δυνάμεις εχθρικές προς τον αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό αγώνα που έριξαν τέτοιου είδους συνθήματα. Απ’ την άλλη γιατί η ανάπτυξη του οργανωμένου αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος δεν του επέτρεπε να ασκήσει απ’ άκρη σ’ άκρη την επιρροή του, για να προβληθούν ενιαία και ομοιόμορφα αποκλειστικά και μόνο τα αντιφασιστικά αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα. Όμως τα λαθεμένα συνθήματα που σίγουρα υπήρξαν δεν αλλοίωσαν ούτε καθόρισαν το χαρακτήρα του λαϊκού ξεσηκωμού από πολιτική και αγωνιστική πλευρά . Αντίθετα, εκείνο που καθόρισε το χαρακτήρα του ήταν το αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό πνεύμα κι η αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική γραμμή. Όσο για την ύπαρξη των λαθεμένων συνθημάτων που αποτελούν δευτερεύον στοιχείο στα σημερινά δεδομένα, εδώ και πάλι προβάλλει ο ρόλος της οργάνωσης και η ανάγκη της παραπέρα οργανωτικής ανάπτυξης του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.
Παρ’ όλο που στη διάρκεια των τελευταίων γεγονότων ξεπεράστηκε η πολιτική της αστικής αντιπολίτευσης και του ρεβιζιονισμού, γεγονός που αποτελεί ένα ποιοτικά νέο στοιχείο στην πορεία της ανάπτυξης του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος τόσο οι πολιτικές δυνάμεις της αστικής αντιπολίτευσης όσο και ο ρεβιζιονισμός, κι ιδιαίτερα ο «ορθόδοξος», διατηρούν μεγάλη επιρροή και παγιδεύουν σημαντικό τμήματα των λαϊκών μαζών που δεν διέκριναν ακόμα και στα τελευταία γεγονότα τον αρνητικό κι εχθρικό πόλο αυτών των δυνάμεων . Παρ’ όλο που τα γεγονότα προώθησαν σημαντικά αυτή τη διαδικασία, βασικό καθήκον των μαρξιστών – λενινιστών κι όλων των αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών παραμένει η ριζική μετατροπή του συσχετισμού των δυνάμεων υπέρ του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος και σε βάρος της αστικής και ρεβιζιονιστικής επιρροής . Είναι λάθος να θεωρηθεί, με βάση την πείρα των πρόσφατων αγώνων, πώς το στάδιο της αρνητικής επιρροής του ρεβιζιονισμού μέσα στο λαϊκό δημοκρατικό κίνημα της χώρας μας ξεπεράστηκε ολοκληρωτικά .
Στη διάρκεια των πρόσφατων αγωνιστικών κινητοποιήσεων, φάνηκε πως οι δεσμοί των ρεβιζιονιστών με τμήμα τουλάχιστον των δυνάμεων που επηρεάζουν, ιδιαίτερα στη νεολαία, είναι πολύ χαλαροί. Πολλοί αντιφασίστες αυτού του χώρου, καθώς έρχονται σ’ επαφή με τις σωστές αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές θέσεις στην πορεία της αντιφασιστικής πάλης και μη έχοντας στερεούς πολιτικοϊδεολογικούς δεσμούς με το ρεβιζιονισμό μπορούν να πεισθούν και να κερδηθούν στις γραμμές του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα . Χρειάζεται γι’ αυτό μία συνεχής κι επίμονη προπαγανδιστική δουλειά απ’ την μεριά των μαρξιστών – λενινιστών και των συνεπών αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών, φροντίζοντας ν’ αποφεύγεται συστηματικά η ταύτιση των αντιφασιστών που για διάφορους λόγους βρέθηκαν κάτω από ην επιρροή του ρεβιζιονισμού αλλά που δυναμικά ανήκουν στο κίνημα μας, με τα στελέχη και τους υπεύθυνους φορείς του ρεβιζιονισμού που ανήκουν σ’ εχθρικό προς το αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα στρατόπεδο.
Στον ίδιο βασικά αυτό χώρο της νεολαίας, ένας αριθμός δημοκρατών κι αντιφασιστών, ενώ στέκονται ευνοϊκά απέναντι στις αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές θέσεις , ενώ απορρίπτουν τη γραμμή και την πρακτική του ρεβιζιονισμού , παγιδεύονται σε αστικούς σχηματισμούς χωρίς να συνειδητοποιούν πως απ’ αυτούς δεν μπορούν να εκπληρωθούν οι πόθοι τους για μια ριζική ανατροπή του σημερινού καθεστώτος. Χωρίς να έχουν καθαρά αντικομμουνιστικές προκαταλήψεις, στέκουν με επιφύλαξη και φόβο απέναντι στις κομμουνιστικές ιδέες, επηρεασμένοι όχι μόνο απ’ την αντιδραστική προπαγάνδα μα και από τη δυσφήμιση που έκανε και κάνει στο κομμουνιστικό κίνημα η χρεωκοπία του διεθνούς και του ελληνικού ρεβιζιονισμού.
Μέσα απ’ το χώρο αυτό, το μαρξιστικό – λενινιστικό και το αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα μπορούν να αποσπάσουν και να κερδίσουν στις γραμμές τους δυνάμεις, εξηγώντας αναλυτικά και υπομονετικά τις θέσεις και το πρόγραμμα τους και δείχνοντας την αδυναμία να προωθηθεί και να εκπληρωθεί με συνέπεια και ως το τέλος ένα αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό πρόγραμμα από αστικούς σχηματισμούς, ακόμα κι όταν αυτοί οι τελευταίοι αναγκάζονται για καθορισμένους πολιτικούς λόγους, να υιοθετήσουν δημαγωγικά προωθημένα συνθήματα.
Μια ανάλογη δουλειά πρέπει να αναπτυχθεί σε μία τρίτη κατεύθυνση, σ’ ένα χώρο που πολιτικά βρίσκεται κοντά στο προηγούμενο. Μέσα στη σύγχυση που έχει δημιουργήσει ο ρεβιζιονισμός , εμφανίζονται σαν νεωτεριστικές ορισμένες παμπάλαιες αναρχοσυνδικαλιστικές τάσεις . Η επιρροή τους εμφανίζεται αποκλειστικά στο χώρο της φοιτητικής νεολαίας και είναι από κάθε άποψη αρνητική, γιατί διοχετεύοντας το δυναμισμό αυτών που τις ακολουθούν με αναρχοσυνδικαλιστικές θέσεις και οδηγώντας τον σε λαθεμένους στόχους και λαθεμένα συνθήματα, ευνουχίζει κι εκτονώνει τις αγωνιστικές τους διαθέσεις και την επαναστατική τους ορμή .
Το ότι αντιφασίστες και από τους τρεις αυτούς χώρους ακολούθησαν κι υποστήριξαν στην διάρκεια των διαδηλώσεων του Νοέμβρη τα σωστά αντιφασιστικά αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα , δείχνει ότι η συγκεκριμένη πολιτική τους ένταξη είναι τυχαία και προσωρινή και δεν εκφράζει μια κατασταλαγμένη και στέρεα θεμελιωμένη πίστη στις ιδέες του χώρου απ’ τον οποίο επηρεάζονται. Βάζει για το λόγο αυτό στους μαρξιστές λενινιστές και στους αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές έντονα κι επιτακτικά το καθήκον της ανάπτυξης μιας πλατιάς διαφωτιστικής δουλειάς με στόχο τη συγκέντρωση όλων των δυνάμεων που μπορούν και πρέπει να κερδηθούν στις γραμμές του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος.
Η πάλη των μαρξιστών λενινιστών και των συνεπών αντιφασίστων αντιιμπεριαλιστών μέσα στα γεγονότα του περασμένου μήνα, η υποστήριξη και προβολή των σωστών αγωνιστικών θέσεων, η υπεράσπιση της γραμμής σύγκρουσης και η αποφασιστική απόρριψη κάθε συνδιαλλαγής με το φασισμό και με το σύνολο των δυνάμεων της ξενοκρατίας, που βρήκαν απήχηση πλατιά στις μάζες των αντιφασιστών βοήθησαν αποφασιστικά στην ανάπτυξη των δεσμών τους με νέους δημοκράτες και αντιφασίστες. Το πλάταιμα και η παραπέρα ανάπτυξη και σύσφιξη των δεσμών με τις μάζες παραμένει σήμερα βασικό καθήκον για τους μαρξιστές λενινιστές και τους συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές.
Παραπέρα ανάπτυξη των δεσμών με τις λαϊκές μάζες. Σωστή εκτίμηση των δικών μας δυνάμεων και του γενικού συσχετισμού δυνάμεων. Σωστή εκτίμηση ων διαθέσεων των μαζών γενικά και σε κάθε ξεχωριστό χώρο. Με βάση αυτά τα στοιχεία και παίρνοντας υπόψη πως στη νέα αυτή φάση, παρόλη τη ξέφρενη φασιστική καταπίεση, λόγω της οξύτητας των αντιθέσεων που αντιπαραθέτουν τις λαϊκές μάζες με την αμερικανοκρατία και το φασισμό οι συνθήκες είναι ώριμες για την ανάπτυξη νέων ακόμα πιο μαζικών και μαχητικών αντιφασιστικών αγώνων, οι μαρξιστές λενινιστές και αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές, στους χώρους όπου έχουν τη δυνατότητα να παρεμβαίνουν, θα προωθήσουν και θα υποστηρίξουν τις συνεπείς αγωνιστικές αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές θέσεις και απόψεις και θα συμβάλουν με όλες τους τις δυνάμεις ώστε να εκφραστεί η αγανάκτηση που έχει αγκαλιάσει όλα τα λαϊκά στρώματα σε συγκεκριμένους αγώνες.
Η κατάληψη του Πολυτεχνείου και οι διαδηλώσεις που είναι το αποτέλεσμα οργανωμένης και όχι ανοργάνωτης, αυθόρμητης πάλης των μαζών. Στο ζήτημα αυτό επικράτησε μία σύγχυση, απ’ τη οποία προσπάθησαν και προσπαθούν να επωφεληθούν και οι ρεβιζιονιστές και διάφορα άλλα αντιμαρξιστικά, εχθρικά προς το συνεπές αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα ρεύματα, οι πρώτοι για να προβληθούν σαν η κινητήρια δύναμη των διαδηλώσεων και οι δεύτεροι για να αρνηθούν το ρόλο της οργανωμένης επαναστατικής πάλης και να υπερασπιστούν την αυθόρμητη, ανοργάνωτη πάλη των μαζών. Οι αιτίες αυτής της σύγχυσης καθορίστηκαν από τις ίδιες τις αδυναμίες του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Το επίπεδο της πολιτικής και οργανωτικής του ανάπτυξης, η ανάπτυξη των δεσμών του με τις μάζες δεν είναι τέτοια που να του επέτρεπε να παίξει ένα καθοριστικό ρόλο στα γεγονότα από την αρχή ως το τέλος, δηλαδή, όχι μόνο στο ξεκίνημα και στη διαμόρφωση της πολιτικής φυσιογνωμίας των εκδηλώσεων, μα στο σύνολο τους, ακόμα και όταν έφταναν στο αποκορύφωμα της μαζικότητας τους το βράδυ της Παρασκευής 16 Νοέμβρη. Όμως ανεξάρτητα από αυτό, η αφετηρία του παλλαϊκού αντιφασιστικού ξεσηκωμού ήταν η οργανωμένη πάλη και η οργανωμένη αντιπαράθεση διαφορετικών κατευθύνσεων για τη συνέχιση του αγώνα. Από κει και πέρα, και αφού μέσα από αυτές τις διαδικασίες διαμορφώθηκε αρχικά ένας αγωνιστικός αντιφασιστικός πόλος με την κατάληψη του Πολυτεχνείου, η πλειοψηφία των αντιφασιστών πήρε μέρος στα γεγονότα αυθόρμητα. Αυθόρμητα, όχι γιατί οι λαϊκές μάζες ήταν υπέρ της αυθόρμητης πάλης, υπέρ της «απολύτρωσης» από κάθε οργανωμένο σχήμα, όπως ισχυρίστηκαν και προπαγάνδισαν διάφορες αναρχοσυνδικαλιστικές ομάδες που εξάλλου τα συνθήματα τους καμία απήχηση δεν βρήκαν μέσα στις ίδιες αυτές μάζες. Οι λαϊκές μάζες συμμετείχαν αυθόρμητα στις διαδηλώσεις, γιατί το αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα της χώρας μας δεν έχει ακόμα υπερνικήσει τις αρνητικές διαλυτικές επιδράσεις του ρεβιζιονισμού. Το σχετικά χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης δεσμών ανάμεσα στο οργανωμένο αντιφασιστικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα και στις λαϊκές μάζες, οι αδυναμίες του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού επαναστατικού κινήματος που αναφέρονται πιο πάνω, είναι συνέπεια της διαλυτικής γραμμής και πράξης του ρεβιζιονισμού. Αυτό καθόρισε την αυθόρμητη συμμετοχή αντιφασιστών στις διαδηλώσεις. Όμως όσοι αγωνίστηκαν αυθόρμητα, γιατί για την ώρα δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς, δε σημαίνει πως είναι υπερασπιστές της αυθόρμητης πάλης. Αντίθετα, η ανάγκη της ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ, οι αδυναμίες του αυθόρμητου κινήματος των μαζών, είναι τα στοιχεία που συνειδητοποιήθηκαν πλατιά στη διάρκεια των τελευταίων γεγονότων από τις μάζες των αντιφασιστών, ακόμα και εκείνων που αγωνίστηκαν αυθόρμητα. Αυτό εξάλλου αποτελεί βασικό πολιτικό συμπέρασμα ύστερα από τις διαδηλώσεις του Νοέμβρη και τις πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν.
Έγινε φανερό πως η αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική επαναστατική πάλη, στο βαθμό που διεξάγεται ανοργάνωτα ή αυθόρμητα, ακόμα και όταν φτάσει σε στιγμές μεγάλης ανόδου από πολιτική και αγωνιστική άποψη, έχει ορισμένα όρια που καθορίζονται από τις αδυναμίες που παρουσιάζει απέναντι σε ένα καλά οργανωμένο και συντονισμένο καταπιεστικό μηχανισμό. Το αυθόρμητο κίνημα των μαζών, όσο επαναστατικό χαρακτήρα και αν έχει σε στιγμές που οξύνονται οι αντιθέσεις του χώρου που αναπτύσσεται, ή θα συντριβεί ανελέητα από την αντίδραση ή θα οδηγηθεί σύντομα στο ρεφορμισμό, ποτέ όμως δεν θα μπορέσει να καταλάβει την πολιτική εξουσία ανατρέποντας τους μηχανισμούς του κοινωνικού συστήματος που ορθώνεται απέναντι του.
Κεντρικός στόχος των μαρξιστών λενινιστών της Ελλάδας είναι η ανασυγκρότηση του μαρξιστικού λενινιστικού ΚΚΕ και παραπέρα του πλατειού λαϊκού αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού μετώπου, που θα αποτελέσει το φορέα της πάλης για την ανατροπή του ξενόδουλου φασισμού και την εγκαθίδρυση ενός νέου λαϊκού αντιιμπεριαλιστικού δημοκρατικού καθεστώτος. Η πείρα των γεγονότων του περασμένου μήνα συνηγορεί από όλες τις απόψεις για την ορθότητα αυτής της κατεύθυνσης και διευκολύνει την προώθηση της.
Η πραγματική αδυναμία του μεγαλειώδους λαϊκού ξεσηκωμού του Νοέμβρη ήταν η έλλειψη αυτών των φορέων που μόνο η ύπαρξη τους θα μπορούσε να δώσει σε αυτούς τους αγώνες μια ευρύτερη προοπτική για τη συντριβή του αντιλαϊκού ξενόδουλου φασιστικού καθεστώτος. Τα γεγονότα και το σύνολο των πολιτικών εξελίξεων του Νοέμβρη συνέβαλαν στο να γίνει αισθητή η έλλειψη και η αδυναμία αυτή πολύ πλατειά. Πάνω στο φούντωμα των διαδηλώσεων, αλλά και μετά από αυτές, οι συζητήσεις γύρω από το θέμα της οργάνωσης, οι συζητήσεις για την ανάγκη να υπάρχει ένας πρωτοπόρος επαναστατικός οργανισμός ικανός να οδηγήσει οργανωμένα και συντονισμένα τη λαϊκή έκρηξη μέχρι την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, πολλαπλασιάστηκαν και κυριάρχησαν στα σχόλια που έγιναν γύρω από τα γεγονότα.
Οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας συνεχίζουν σήμερα την πάλη για την πολιτική και οργανωτική ανάπτυξη της οργάνωσης τους και του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Οι αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές ομάδες που συγκροτήθηκαν με πρωτοβουλία τους σε διάφορους χώρους πήραν δραστήρια μέρος στους λαϊκούς αγώνες υπερασπίστηκαν, πρόβαλαν και διάδωσαν με συνέπεια τα σωστά αγωνιστικά συνθήματα, με αποτέλεσμα να μεγαλώσουν την επιρροή τους στους χώρους που πάλεψαν, αλλά και σε νέους χώρους . Πρέπει οι αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές ομάδες να ενισχυθούν και να πλατύνουν και πρέπει να δημιουργηθούν νέες σε χώρους που δεν υπάρχουν με την εντατικοποίηση της δουλειάς των μαρξιστών λενινιστών και των συνεπών αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών και χωρίς να αναθεωρηθούν καθόλου τα κριτήρια για την οργανωτική ένταξη νέων δυνάμεων που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα και που η πείρα επιβεβαίωσε σαν σωστά. Η πολιτική και οργανωτική ανάπτυξη του μαρξιστικού λενινιστικού και του συνεπούς αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος δεν πρέπει να στηριχθεί στη χαλάρωση των ποιοτικών κριτηρίων που καθορίζουν οι ανάγκες και ο μακρόχρονος χαρακτήρας του αγώνα που διεξάγουμε. Οι μαρξιστές λενινιστές και οι συνεπείς αντιφασίστες αντιιμπεριαλιστές για την πάλη τους λογαριασμό δίνουν μονάχα στο προλεταριάτο και τις εργαζόμενες μάζες της χώρας μας. Δεν έχουν να δώσουν κανέναν απόλυτα λογαριασμό στους διάφορους διαφημιστικούς οίκους ή στα σαλόνια των σχολιαστών των πολιτικών εξελίξεων. Υποτασσόμενες σε μια τέτοια κοντόφθαλμη καιροσκοπική πολιτική, αστικές ρεβιζιονιστικές αλλά και άλλες οργανώσεις εμφανίζονται σαν επαναστατικές, εκδηλώνουν τις γενικότερες καιροσκοπικές τους θέσεις και τον τρόπο με τον οποίο συγκροτούνται οργανωτικά, με όλα τα αρνητικά επακόλουθα που έχει μια τέτοια τακτική. Σε ό,τι μας αφορά, οφείλουμε στα δύο επίπεδα, στην οικοδόμηση του μαρξιστικού λενινιστικού και του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, να στήσουμε στέρεα βάθρα που αποτελούν προϋπόθεση για την εκπλήρωση των στόχων που η αντικειμενική κατάσταση της χώρας μας καθόριζε.
Στη διάρκεια των διαδηλώσεων του περασμένου μήνα, οικοδομήθηκε μέσα στην πάλη μια πλατειά αντιφασιστική αντιιμπεριαλιστική ενότητα κι ο χαραχτήρας της θα είναι περιορισμένος αν δεν ενεργήσουμε για τη σταθεροποίηση της. Οι αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές ομάδες, παλεύοντας για την πολιτική και οργανωτική τους ανάπτυξη, οφείλουν να ενεργούν ώστε να σταθεροποιείται, με αφορμή και την παραμικρή αντιφασιστική εκδήλωση, η πλατειά λαϊκή ενότητα που εκφράστηκε στα τελευταία γεγονότα και να διευρύνεται παραπέρα, αγκαλιάζοντας ακόμα πλατύτερες μάζες. Πρέπει γι’ αυτό, σε όλους τους χώρους που δρουν και σε κάθε ευκαιρία να διατυπώνουν καθαρά, αναλυτικά και επίμονα τις σωστές αγωνιστικές και αντιφασιστικές αντιιμπεριαλιστικές θέσεις και να παλεύουν για να συσπειρώσουν γύρω από αυτές τον πιο μεγάλο δυνατό αριθμό αντιφασιστών και δημοκρατών.
Ιδιαίτερα στη διάρκεια της τελευταίας χρονιάς, τα δημαγωγικά μέτρα που προσπάθησε να εφαρμόσει το φασιστικό καθεστώς δημιούργησαν ένα φαινομενικό κλίμα ύφεσης, από το οποίο αρπάχτηκαν όσοι λατρεύουν τη νομιμότητα για να προσαρμοστούν στα μέτρα και στα πλαίσια που τους καθόριζε η παπαδοπουλική «δημοκρατία», παρασύροντας στο δρόμο τους την πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων και οργανώσεων. Το σύνολο των δυνάμεων αυτών κλαίνε σήμερα και οδύρονται, όπως και τον Απρίλη του ’67, για τις «διευκολύνσεις» που έχασαν. Εχτιμώντας όπως εξάλλου φάνηκε, σωστά, πως η ύφεση αυτή είναι φαινομενική, διαβλέποντας με βάση την ανάλυση της ελληνικής κατάστασης πως ο αγώνας τους θα είναι μακρόχρονος και η σύγκρουση με την ξενοκρατία και το φασισμό παρατεταμένη, οι μαρξιστές λενινιστές της Ελλάδας πάλεψαν για το δυνάμωμα της παράνομης οργάνωσης τους στη βάση της αποκέντρωσης και της αυστηρής τήρησης των συνωμοτικών κανόνων. Μόνο ρίχνοντας το κύριο βάρος στην παράνομη δουλειά και συνδέοντας τη σωστά και με όλα τα μέτρα με τη μισονόμιμη μαζική δουλειά, είμαστε σε θέση να συνεχίζουμε τον αγώνα παρά τις δυσκολίες που βάζουν στο κίνημα μας οι μηχανισμοί της φασιστικής καταπίεσης.
Απ’ την πείρα της πάλης μας στις διαδηλώσεις του Νοέμβρη, φάνηκε πως δουλεύοντας αποκεντρωμένα, μπορέσαμε να εξασφαλίσουμε σωστές παρεμβάσεις στο μαζικό χώρο, προφυλάσσοντας σύγχρονα την παράνομη δουλειά. Και παρά τα σοβαρά χτυπήματα που δεχτήκαμε με τις συλλήψεις των συντρόφων μας, είμαστε σε θέση να προχωρήσουμε μπροστά στην οργανωτικοπολιτική ανάπτυξη της οργάνωσης μας και των αντιφασιστικών αντιιμπεριαλιστικών ομάδων. Σήμερα, το δυνάμωμα της παράνομης δουλειάς στη βάση της αποκέντρωσης και της τήρησης των συνωμοτικών κανόνων μπαίνει ακόμα πιο επιτακτικά σαν βασικό καθήκον των μαρξιστών λενινιστών και των συνεπών αντιφασιστών αντιιμπεριαλιστών.
Η πείρα που βγαίνει απ’ τον ηρωικό ξεσηκωμό του Νοέμβρη είναι πολύτιμη και πλούσια από όλες τις πλευρές της. Οφείλουμε να τη μελετήσουμε προσεχτικά, αξιοποιώντας τα αμέτρητα γενικά και ειδικά θετικά αποτελέσματα που είχε και θα έχει στο μέλλον, γιατί και από γενική και από ειδική άποψη τα γεγονότα εξελίχθηκαν δικαιώνοντας τις θέσεις των μαρξιστών λενινιστών της Ελλάδας και διευκολύνοντας αντικειμενικά την ανάπτυξη του μαρξιστικού λενινιστικού και του αντιφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Με επαναστατική αισιοδοξία αλλά και με συναίσθηση ότι βρισκόμαστε μόνο στην αρχή και ότι το πιο μεγάλο και το πιο δύσκολο κομμάτι του δρόμου βρίσκεται μπροστά μας, ας δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις με μεγαλύτερη ακόμα αποφασιστικότητα και τόλμη για τη συνέχιση της πάλης μας, για την εκπλήρωση των τιμητικών καθηκόντων που έχουμε αναλάβει.
Δεκέμβρης 1973