Δύο χρόνια μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα η Τουρκία βρίσκεται εν μέσω οικονομικής αυτή τη φορά κρίσης που εκδηλώνεται με τη σοβαρή υποχώρηση της αξίας του εθνικού της νομίσματος. (40 % περίπου έχασε από την αξία της η τουρκική λίρα έναντι του δολαρίου από την αρχή του 2018)
Αν το πραξικόπημα σήμανε την προσπάθεια πολιτικής ανατροπής του Ερντογάν από δυνάμεις μέσα και έξω από την Τουρκία, τώρα ασκείται από τις ΗΠΑ αφόρητη πολιτικοοικονομική πίεση προς τον Ερντογάν για την ευθυγράμμιση του με τους Αμερικανικούς σχεδιασμούς στην περιοχή.
Ο πάστορας Μπρανσον και το αίτημα της απελευθέρωσης του που διατυπώνουν οι Αμερικανοί δεν είναι παρά το πρόσχημα ή η κορυφή του παγόβουνου, το πραγματικό αίτιο είναι η σταδιακή απομάκρυνση του Ερντογάν από το άρμα των ΗΠΑ. Η διαμόρφωση πολιτικής στάσης που ολοένα και περισσότερο χρωματίζεται με τα αυτοτελή συμφέροντα της Τουρκίας, αντιπαραθετικά με τα συμφέροντα και τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή που δεσπόζει η Τουρκία.
Με την πολυετή πολιτική που άσκησε ο Ερντογάν η τουρκική οικονομία ενισχύθηκε (μέσα σε 10 χρόνια το ΑΕΠ της Τουρκίας αυξήθηκε κατά 245%) και στο πρόσωπο του Ερντογάν ενσαρκώνονται οι φιλοδοξίες της ισχυροποιημένης μεγαλοαστικής τάξης της Τουρκίας για το ρόλο μιας περιφερειακής δύναμης στην ευρύτερη περιοχή της Μ. Ανατολής, της Ανατολικής Μεσογείου, του Αιγαίου, των Βαλκανίων, του Εύξεινου Πόντου και του Καυκάσου και των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών της νότιας Ρωσίας (Αζερμπαϊτζάν, Τουρκμενιστάν, Κιργιστάν, κ.λ.π.)
Η πολιτική του Ερντογάν δεν είναι η πολιτική των λακέδων των ιμπεριαλιστών, η μαριονέτα που παίζουν στα δάχτυλα τους άλλοι. Η Τουρκία των 80 εκατομμυρίων είναι η 2η στρατιωτική δύναμη του ΝΑΤΟ, με στρατιωτικές δυνάμεις στη Συρία, στο Ιράκ, στην Κύπρο στο Κατάρ. Με ΑΕΠ 800 δις δολάρια, συμμετέχει στους G 20 και στο πρόσωπο του Ερντογάν η οικονομική ολιγαρχία της Τουρκίας φιλοδοξεί να αναβιώσει το όραμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, με βλέψεις που εκτείνονται από το Αιγαίο και τη Κύπρο μέχρι τη Μοσούλη, θέτοντας ζήτημα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης, που καθόρισε πριν ένα αιώνα τα σύνορα της Τουρκίας, μέσα στα οποία φαίνεται να ασφυκτιά η σημερινή ηγεσία της. Αντιδρά απέναντι σε ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και αξιοποιώντας αντιθέσεις προσπαθεί να εξισορροπήσει και να διαμορφώσει νέες συμμαχίες, προωθώντας τους δικούς της σχεδιασμούς και συμφέροντα.
Η συμφωνία για την αγορά των ρωσικών πυραύλων S- 400, η καλλιέργεια στενότερων σχέσεων με τη Ρωσία, η απόφαση για κατάργηση του δολαρίου στις μεταξύ τους εμπορικές συναλλαγές και η εκκόλαψη του ανταγωνιστικού προς τις ΗΠΑ άξονα, Ρωσίας, Τουρκίας , Ιράν για το Συριακό, διευρύνουν το χάσμα και την αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ. Χάσμα που βάθυνε με το κουρδικό ζήτημα, το μεγάλο αγκάθι στα πλευρά της Τουρκίας που απειλεί την κρατική και εθνική της συνοχή, με τη στήριξη που παρέχουν οι ΗΠΑ σε κουρδικές δυνάμεις. Ενώ μπροστά υπάρχει και η εκμετάλλευση και το μοίρασμα των υδρογονανθράκων της Κύπρου γύρω από τα οποία ακροβολίζονται ισχυρά κρατικά και μονοπωλιακά συμφέροντα και ιδιαίτερα αμερικάνικα.
Με μια σειρά οικονομικών μέτρων και επιβολή δασμών κατά της Τουρκίας και έχοντας υπό τον έλεγχο τους οι ΗΠΑ τους διεθνούς οίκους αξιολόγησης , εργαλεία για τον έλεγχο των χρηματοπιστωτικών αγορών, εξαπέλυσαν την οικονομικοπολιτική τους επίθεση που κλιμακώνεται τις μέρες αυτές, υπογραμμίζοντας ωστόσο και το βαθμό εξάρτησης της τουρκικής οικονομίας από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Αυτή την οικονομική κρίση ήθελε να προλάβει και ο Ερντογάν προκηρύσσοντας πρόωρες εκλογές , πριν προχωρήσουν οι αναταράξεις στην τουρκική οικονομία και πριν εκδηλωθούν οι αρνητικές συνέπειες για τον τουρκικό λαό που πληρώνει το μάρμαρο και βλέπει τα εισοδήματα του να μειώνονται και τις τιμές να ανεβαίνουν.
Ο υψηλός δανεισμός στην τουρκική οικονομία και οι μεγάλες συναλλαγματικές ανάγκες σε δολάρια για την εξυπηρέτηση του, σε συνδυασμό με τη συνεχή υποχώρηση της τουρκικής λίρας δημιουργούν τριγμούς στην οικονομία με πιο σοβαρό μέχρι τώρα το βούλιαγμα του τηλεπικοινωνιακού κολοσσού Turk Telecom με 33 χιλιάδες εργαζόμενους και 43 εκατομμύρια συνδρομητές.
Η όξυνση της αντιπαράθεσης και τα σοβαρά οικονομά και πολιτικά ζητήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία τη στρέφουν πιο επιτακτικά προς την αναζήτηση νέων διεξόδων και νέων συμμαχιών, όχι μόνο προς τη Ρωσία και στην Κίνα, (όπου ζήτησε μάλιστα να ενταχθεί στους BRICS) ή στο Κατάρ από όπου θα αντλήσει βοήθεια 15 δις, αλλά και προς την ΕΕ και το ξεπάγωμα της συζήτησης για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ απέναντι στην οποία κρατάει και το ισχυρό χαρτί των μεταναστατευτικών ροών. Αξιοποιώντας στην κατεύθυνση αυτή τόσο τις αποστάσεις των βασικότερων ευρωπαϊκών χωρών από τα μέτρα των ΗΠΑ κατά της Τουρκίας όσο και την όξυνση της ίδιας της αντιπαράθεσης ΗΠΑ – ΕΕ.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο μπορεί να ερμηνευθεί και η κίνηση της απελευθέρωσης των δύο ελλήνων στρατιωτικών από τις τουρκικές φυλακές.
Η ανάγνωση της οικονομικής κρίσης της Τουρκίας που γίνεται στη χώρα μας από τα κυρίαρχα προπαγανδιστικά μέσα την μεγαλοποιούν, εμφανίζοντας την Τουρκία στα πρόθυρα οικονομικής κατάρρευσης, υπηρετώντας προφανείς πολιτικές σκοπιμότητες. Αν οι Αμερικάνοι διαμηνύουν πως όταν αφεθεί ελεύθερος ο πάστορας Μπράνσον τότε θα ηρεμήσει και η τουρκική οικονομία, αυτό δε δείχνει μια οικονομία υπό κατάρρευση, και άλλωστε δεν καταρρέει έτσι μια οικονομία που διαθέτει βάσεις και που για το 2018 καταγράφει ανάπτυξη 7%.
Η ανάγνωση αυτή περισσότερο βασίζεται σε φρούδες ελπίδες , προορίζεται για εσωτερική κατανάλωση και θέλει να στηρίξει το αφήγημα της ελληνικής ολιγαρχίας ότι αυτή αποτελεί τον πιο σταθερό, εγγυημένο, αξιόπιστο, υπηρέτη των ιμπεριαλιστών στην περιοχή.
Η οικονομική κρίση της Τουρκίας που πρώτα από όλα πληρώνει ο λαός της, απόρροια και συνέπεια της όξυνσης της αντιπαράθεσης ΗΠΑ – Τουρκίας, καθόλου δε δημιουργεί συνθήκες ευνοϊκές, αντίθετα αυξάνει την ένταση και τη ρευστότητα σε όλη την περιοχή και δημιουργεί μεγάλους κινδύνους για την ειρήνη και τους λαούς.
Δημήτρης Κοντοφάκας
e-prologos.gr