του Graig Mokhiber*
Οι δυτικές εταιρείες μέσων ενημέρωσης έχουν γίνει μέρος του μηχανισμού της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη, και υπάρχει ιστορικό προηγούμενο για την απόδοση ευθυνών
Η σκληρότητα της ισραηλινής μηχανής γενοκτονίας στην Παλαιστίνη και η άμεση συνενοχή των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και άλλων δυτικών κυβερνήσεων συνιστούν δύο βασικούς πυλώνες της θηριωδίας που διαπράττεται εναντίον του παλαιστινιακού λαού (και των επιθέσεων εναντίον υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο).
Υπάρχει όμως κι ένας ουσιαστικός τρίτος πυλώνας: ο ρόλος των συνένοχων δυτικών εταιρειών μέσων ενημέρωσης που εν γνώσει τους διαδίδουν ισραηλινή παραπληροφόρηση και προπαγάνδα, δικαιολογώντας εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, απανθρωποποιώντας τους Παλαιστινίους και συσκοτίζοντας πληροφορίες για τη γενοκτονία στη Δύση. Από τη σκοπιά του διεθνούς δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τέτοιες ενέργειες θα μπορούσαν και θα έπρεπε να υπόκεινται σε κυρώσεις. Και υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα.
Πριν από εβδομήντα έξι χρόνια, όταν οι εκπρόσωποι συγκεντρώθηκαν στα νεοϊδρυθέντα Ηνωμένα Έθνη για να συντάξουν μια Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (UDHR), η σημασία της προστασίας της ελευθερίας της έκφρασης ήταν στην πρώτη γραμμή και στο επίκεντρο. Επρόκειτο να δηλώσουν ότι «καθένας έχει δικαίωμα στην ελευθερία της γνώμης και της έκφρασης. Αυτό το δικαίωμα περιλαμβάνει την ελευθερία της γνώμης χωρίς παρεμβάσεις, και την αναζήτηση, λήψη και μετάδοση πληροφοριών και ιδεών μέσω οποιωνδήποτε μέσων και ανεξαρτήτως συνόρων».
Στον απόηχο όμως μισού αιώνα φρικιαστικών θηριωδιών, που καθοδηγήθηκαν σε σημαντικό βαθμό από την απανθρωποποίηση εκατομμυρίων λόγω της φυλής, της εθνικότητας, της θρησκείας ή άλλης κατάστασής τους, γνώριζαν όλοι πολύ καλά ότι ο δημόσιος λόγος μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί ως ισχυρό όπλο για την κατάργηση των δικαιωμάτων των άλλων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στη ζωή. Έτσι, στο ίδιο έγγραφο, ο ΟΗΕ κατέστησε σαφές ότι η ελευθερία της έκφρασης δεν παρέχει σε εταιρείες μέσων ενημέρωσης ή σε οποιονδήποτε άλλο το δικαίωμα «να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δραστηριότητα ή να πραγματοποιούν οποιαδήποτε πράξη που αποσκοπεί στην καταστροφή οποιουδήποτε των λοιπών δικαιωμάτων και ελευθεριών».
Ταυτόχρονα, σε μια άλλη αίθουσα συνεδριάσεων του ΟΗΕ συγκεντρώθηκαν εκπρόσωποι για τη δημιουργία μιας νέας Σύμβασης για την Πρόληψη και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας. Και εκεί οι συντάκτες γνώριζαν τον κίνδυνο του δημόσιου λόγου που απανθρωποποιεί και υποκινεί. Η τελική σύμβαση θα ποινικοποιούσε όχι μόνο τη γενοκτονία, αλλά και την υποκίνηση σε γενοκτονία και τη συνενοχή σε γενοκτονίες – απαγορεύσεις που ισχύουν όχι μόνο για τα κράτη αλλά και για ιδιωτικούς φορείς.
Οι συντάκτες και των δύο πράξεων γνώριζαν την καταδίκη στο Δικαστήριο της Νυρεμβέργης μόλις δύο χρόνια νωρίτερα του εκδότη Julius Streicher για υποκίνηση και “δίωξη για πολιτικούς και φυλετικούς λόγους”. Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι η δημοσίευση του μέσου ενημέρωσης του Στράιχερ Der Sturmer συνέχισε να δημοσιεύει άρθρα που περιελάμβαναν “υποκίνηση σε φόνο και εξόντωση” ακόμα και ενώ γνώριζε τη θηριωδία που διαπράττονταν εναντίον των Ευρωπαίων Εβραίων από τη ναζιστική Γερμανία.
Πενήντα χρόνια αργότερα, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τη Ρουάντα (ICTR) θα καταδίκαζε τρεις προσωπικότητες των μέσων ενημέρωσης για το ρόλο τους στην υποκίνηση της γενοκτονίας της Ρουάντα. Δύο εργάστηκαν για την τηλεοπτική και ραδιοφωνική εταιρεία Mille Collines και ένας για την εφημερίδα Kangura. Και οι τρεις κρίθηκαν ένοχοι για υποκίνηση σε γενοκτονία (μεταξύ άλλων εγκλημάτων). Κατά τη διάρκεια της καταδίκης, ο δικαστής του ICTR Navi Pillay (τώρα επίτροπος στη διεθνή επιτροπή έρευνας του ΟΗΕ για τη διερεύνηση των εγκλημάτων του Ισραήλ) προειδοποίησε τους δράστες: «Είχατε πλήρη επίγνωση της δύναμης των λέξεων και χρησιμοποιήσατε το.. μέσο επικοινωνίας με την ευρύτερη εμβέλεια για το κοινό προκειμένου να διαδώσετε το μίσος και τη βία…Χωρίς πυροβόλο όπλο, ματσέτα ή οποιοδήποτε φυσικό όπλο, προκαλέσατε το θάνατο χιλιάδων αθώων πολιτών».
Το Der Sturmer ήξερε τι έκανε. Το Mille Collines ήξερε τι έκανε. Και, σήμερα, το CNN, το Fox, το BBC, οι New York Times και η Wall Street Journal ξέρουν τι κάνουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτά τα δυτικά μέσα είναι από κάθε άποψη τα σύγχρονα ισοδύναμα του Der Sturmer και του Mille Collines (δεν είναι). Όμως, όπως στην περίπτωση αυτών των ιστορικών παραδειγμάτων, έχουν απερίσκεπτα ξεπεράσει τα όρια της ηθικής δημοσιογραφίας και, σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι πιθανό να βρεθούν νομικά εκτεθειμένοι επίσης.
Απέναντι στην πρώτη ζωντανή γενοκτονία στην ιστορία που ξεδιπλώνεται στις οθόνες ανθρώπων από τη Βοστώνη έως τη Μποτσουάνα, το να υποδηλώνει κανείς ότι οι δυτικές εταιρείες μέσων ενημέρωσης δεν έχουν επίγνωση της πραγματικότητας επί του εδάφους και του τι κάνουν για να τη συσκοτίσουν, δεν γίνεται πιστευτό. Έχουν αναμφισβήτητα επιλέξει συνειδητά να κρύψουν τη γενοκτονία από το κοινό τους, να απανθρωποποιήσουν με συστηματικό τρόπο τους Παλαιστίνιους που θυματοποιούνται, και να προστατέψουν τους ισραηλινούς δράστες από κάθε λογοδοσία.
Μετά τα πορίσματα του Διεθνούς Δικαστηρίου ότι οι κατηγορίες για γενοκτονία έχουν βάση, τη διαταγή έκδοσης προσωρινών μέτρων, το αίτημα του Εισαγγελέα του ΔΠΔ για εντάλματα σύλληψης και την έκδοση διαδοχικών καταδικαστικών εκθέσεων για τη στάση του Ισραήλ από ανεξάρτητους διεθνείς μηχανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αντί να αναφερθούν εφ’ όλης της ύλης σ’ αυτές τις εξελίξεις, οι δυτικές εταιρείες μέσων ενημέρωσης απέκρυψαν τις σχετικές πληροφορίες και διπλασίασαν την κάλυψη του ισραήλ.
Εξίσου σημαντικό, το γεγονός ότι το κοινό που αποτελεί στόχο αυτών των εταιρειών μέσων ενημέρωσης δεν περιορίζεται σε μη εμπλεκόμενους θεατές. Περιλαμβάνει επίσης δυτικούς κυβερνητικούς αξιωματούχους και πολιτικούς που συμμετείχαν άμεσα στη γενοκτονία, μέσω της παροχής στρατιωτικής, οικονομικής, υπηρεσιών πληροφοριών και διπλωματικής υποστήριξης στο Ισραήλ, καθώς και το κοινό των ψηφοφόρων που επιτρέπει αυτή την υποστήριξη. Και περιλαμβάνει έναν σημαντικό αριθμό ισραηλινών με διπλή υπηκοότητα που πηγαίνουν πέρα δώθε για να συμμετάσχουν στους σκοτωμούς. Ο δεσμός μεταξύ υποκίνησης μέσων ενημέρωσης και επιβλαβών ενεργειών είναι πιο άμεσος απ’ όσο θα ήθελαν να ομολογήσουν αυτές οι εταιρείες μέσων ενημέρωσης.
Πράγματι, εάν η μόνη πηγή πληροφοριών σας είναι τα κύρια δυτικά μέσα ενημέρωσης, μπορεί να μην έχετε ιδέα για τ’ ότι το Ισραήλ δικάζεται για γενοκτονία στο Διεθνές Δικαστήριο ή ότι για τους ηγέτες του Ισραήλ εκκρεμούν εντάλματα σύλληψης για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Είναι πιθανό να μην έχουν φτάσει ποτέ στ’ αυτιά σας οι πολυάριθμες δηλώσεις γενοκτονικής πρόθεσης από τον ισραηλινό πρόεδρο, τον πρωθυπουργό, τους υπουργούς του υπουργικού συμβουλίου και τους στρατιωτικούς διοικητές.
Θα εξακολουθείτε πιθανότατα να πιστεύετε τις ιστορίες αποκεφαλισμένων ισραηλινών μωρών (για τις οποίες έχει αποδειχτεί εδώ και καιρό ότι είναι κατασκευασμένες) και δεν θα γνωρίζετε για τα αμέτρητα μωρά της Παλαιστίνης που έχουν αποκεφαλιστεί στην πραγματικότητα. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα γνωρίζετε για τις συστηματικές δολοφονίες Παλαιστινίων πολιτών, παιδιών, βρεφών, γυναικών, ηλικιωμένων ατόμων, ατόμων με αναπηρία και άλλων. Δεν θα γνωρίζετε για τα στρατόπεδα βασανιστηρίων, τους συστηματικούς βιασμούς κρατουμένων και για τους ισραηλινούς ελεύθερους σκοπευτές που στοχεύουν μικρά παιδιά στη Γάζα. Και ίσως να μην γνωρίζετε καν ότι το Ισραήλ κατέχει πλέον το παγκόσμια ρεκόρ στη δολοφονία δημοσιογράφων, εργαζομένων στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας, αξιωματούχων του ΟΗΕ και εργαζομένων στον τομέα της υγείας.
Αντίθετα, ολοφάνερα ψευδής ισραηλινή παραπληροφόρηση και προπαγάνδα δημοσιεύονται τακτικά και χωρίς κριτική στα δυτικά μέσα ενημέρωσης για να δικαιολογήσουν εγκλήματα πολέμου, να απανθρωποποιήσουν τους Παλαιστίνιους και να αποσπάσουν την προσοχή του κοινού από τις καθημερινές φρικαλεότητες που διαπράττονται κατά την ισραηλινή εκστρατεία εξόντωσης. Οι ιστορίες που καλύπτουν τη γενοκτονία λογοκρίνονται. Οι φωνές των Παλαιστινίων και των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καταστέλλονται.
Οι δημοσιογράφοι παίρνουν οδηγίες να μην αναφέρουν “κατεχόμενα εδάφη”, “Παλαιστίνιους” ή “στρατόπεδα προσφύγων”. Αυτά τα θύματα μεταξύ των Παλαιστινίων αμάχων που δεν διαγράφονται εξ ολοκλήρου, περιορίζονται σε “παράπλευρες ζημιές” ή “ανθρώπινες ασπίδες” στην καλύτερη περίπτωση, ή σε “τρομοκράτες” στη χειρότερη. Σε σφαγές επί σφαγών, οι Παλαιστίνιοι στους τίτλους των εφημερίδων δεν σκοτώνονται από το Ισραήλ, απλώς “πεθαίνουν”.
Στο βιβλίο κανόνων των δυτικών εταιρικών μέσων ενημέρωσης, δεν υπάρχει γενοκτονία, μόνο πόλεμος αυτοάμυνας. Και η ιστορία ξεκίνησε στις 7 Οκτωβρίου. Απουσιάζει οποιαδήποτε κάλυψη του πλαισίου 76 ετών εθνοκάθαρσης, διώξεων, μαζικών φυλακίσεων, κατάφωρων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και απαρτχάιντ.
Εν ολίγοις, οι δυτικές εταιρείες μέσων ενημέρωσης έχουν γίνει μέρος του μηχανισμού της γενοκτονίας στην Παλαιστίνη. Ελλείψει ουσιαστικής λογοδοσίας, αυτοί οι παράγοντες με επιρροή θα συνεχίσουν να καταχρώνται την εξουσία τους, καταπατώντας έτσι τα ανθρώπινα δικαιώματα οποιουδήποτε λαού βρίσκεται στη λάθος πλευρά, μεταξύ εκείνων που υποστηρίζονται από αυτές τις εταιρείες και εκείνων που επιλέγουν να υποτιμήσουν και να απανθρωποποιήσουν.
Φυσικά, οι υπερασπιστές των παλαιστινιακών ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δύση που αντιτίθενται στην ισραηλινή γενοκτονία και το απαρτχάιντ γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα πόσο σημαντικό είναι να διατηρηθεί το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου. Καμία ομάδα στη σύγχρονη ιστορία δεν έχει αντιμετωπίσει πιο επίσημη ή εταιρική φίμωση ούτε έχει δει το δημόσιο λόγο του να ποινικοποιείται περισσότερο από τις δυτικές κυβερνήσεις. Οι περιορισμοί του λόγου δεν επιβάλλονται ποτέ σε όσους έχουν τη μεγαλύτερη δύναμη, αλλά στοχεύουν πάντα αυτούς που περιφρονούνται από την εξουσία. Τώρα είναι η ώρα να στηρίξουμε την προστασία της ελευθερίας του λόγου, όχι να τη διαβρώσουμε.
Αλλά οι εγγυήσεις για την ελευθερία του λόγου δεν προστατεύουν την υποκίνηση εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονίας. Αυτές οι πράξεις μπορούν και πρέπει να υπόκεινται σε ποινική λογοδοσία. Τόσο η συκοφαντική δυσφήμιση όσο και η υποκίνηση μπορούν επίσης να είναι ποινικά υπόλογες στα αστικά δικαστήρια. Οι δράσεις στα διεθνή δικαστήρια για τα εγκλήματα του Ισραήλ κατά της ανθρωπότητας και τη γενοκτονία στην Παλαιστίνη έχουν ήδη ξεκινήσει, και είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν περισσότερες. Όπως ακριβώς στις περιπτώσεις των δικαστηρίων της Νυρεμβέργης και της Ρουάντα, το ενδεχόμενο ορισμένες εταιρείες ή άτομα μέσων ενημέρωσης να αντιμετωπίσουν πραγματική νομική ευθύνη τους επόμενους μήνες και τα επόμενα χρόνια, δεν είναι αδιανόητο.
Ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει στις αίθουσες της δικαιοσύνης, είναι βέβαιο ότι τα εν λόγω μέσα ενημέρωσης θα λογοδοτήσουν τελικά στο δικαστήριο της κοινής γνώμης. Για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τους απανταχού ανθρώπους που ενδιαφέρονται για τη λογοδοσία της εξουσίας, πρόκειται για επείγουσα διαδικασία. Και έχει μάλιστα ξεκινήσει ήδη. Το κορυφαίο κύμα δημόσιας κριτικής για την κραυγαλέα μεροληψία που επιδείχθηκε από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης κατά τη διάρκεια αυτής της γενοκτονίας ανάγκασε ορισμένες εταιρείες να αρχίσουν να προσαρμόζουν τις αναφορές τους, έστω και ελαφρώς. Αυτό αποδεικνύει ότι η αλλαγή μπορεί να συμβεί εάν οι παράγοντες της αλλαγής κινητοποιηθούν. Υπάρχει δύναμη στο να μιλήσουμε ανοιχτά, να στηρίξουμε τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και το μποϊκοτάζ. Ως πρώτο βήμα, όλοι όσοι ενδιαφέρονται θα πρέπει να αγνοήσουν αυτά τα μέσα, τόσο τα έντυπα όσο και τα ραδιοφωνικά, να στραφούν σε ανεξάρτητες πηγές μέσων ενημέρωσης και να ενθαρρύνουν άλλους να κάνουν το ίδιο.
Για να αναφέρω ξανά την δικαστή Pillay στην απόφαση της Ρουάντα: «Η δύναμη των μέσων ενημέρωσης να δημιουργούν και να καταστρέφουν θεμελιώδεις ανθρώπινες αξίες συνοδεύεται από μεγάλη ευθύνη. Όσοι ελέγχουν τέτοια μέσα ενημέρωσης λογοδοτούν για τις συνέπειές τους». Το καθήκον της διασφάλισης ότι το βάρος της λογοδοσίας θα πέσει τελικά σε όλους μας.
*Ο Κρέγκ Μοκχίμπερ είναι Αμερικανός πρώην αξιωματούχος των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ειδικός στο διεθνές δίκαιο. Στις 28 Οκτωβρίου 2023, ο Μοκχίμπερ παραιτήθηκε από διευθυντής του γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (OHCHR) στη Νέα Υόρκη, τέσσερις ημέρες πριν συνταξιοδοτηθεί. Στην τελευταία του επιστολή προς τον Ύπατο Αρμοστή Φόλκερ Τουρκ, άσκησε δριμεία κριτική στην αντίδραση του Οργανισμού για τον πόλεμο στη Γάζα, αποκαλώντας τη στρατιωτική επέμβαση του Ισραήλ «γενοκτονία εγχειριδίου» και κατηγορώντας τα Ηνωμένα Έθνη ότι δεν ενήργησαν ως όφειλαν.
πηγή: mondoweiss.net, info-war.gr
e-prologos.gr