Σημειώσεις πάνω στο βιβλίο του Βαρθολομαίου Ντε Λας Κάζας “Σύντομη ανασκόπηση της καταστροφής των Ινδιών” (εκδ. Αίολος)
“Θα γνωρίζετε ήδη που λέγεται ότι οι χριστιανοί καταφθάνουν, και έχετε εμπειρία για το τι έχουν κάνει στον έναν ή στον άλλον άρχοντα, στον πληθυσμό της Αϊτής (που είναι η Ισπανιόλα). Το ίδιο έρχονται να κάνουν και εδώ. Ξέρετε γιατί το κάνουν;” Απάντησαν: “Όχι, αλλά γνωρίζουμε την σκληρή και απάνθρωπη φύση τους”. Και εκείνος είπε: Δεν οφείλεται μόνο σ’ αυτό, μα και γιατί έχουν έναν θεό, που θαυμάζουν και λατρεύουν πολύ, και που για να τον αποκτήσουν από εμάς προσπαθούν να μας υποδουλώσουν και να μας σκοτώσουν”.Είχε μαζί του ένα μικρό πουγκί γεμάτο από χρυσά νομίσματα και κοσμήματα, και είπε: “Ορίστε, εδώ βλέπετε τον θεό των χριστιανών. Ας τον τιμήσουμε, αν θέλετε, με areitos (αρέιτος-που είναι χοροί και τραγούδια) και ίσως τον ευχαριστήσουμε και διατάξει αυτούς να μην μας κάνουν κακό.” Όλοι φώναξαν: “Εντάξει, ας γίνει έτσι”. Χόρεψαν μπροστά από το χρυσάφι μέχρι να κουραστούν, και μετά ο κασίκ (άρχοντας) Χατουέυ είπε: “Βλέπετε, όπως και να πάνε τα πράγματα, αν τον κρατήσουμε θα καταλήξουμε να μας σκοτώσουν για να μας τον πάρουν: Ας τον πετάξουμε στο ποτάμι”.Αυτός ο κασίκ και άρχοντας πάντα ξέφευγε από τους χριστιανούς, όταν αυτοί έφτασαν στο νησί της Κούβας, γιατί τους γνώριζε καλά, και αμυνόταν όταν τους συναντούσε, μα στο τέλος τον πιάσανε. Και μόνο επειδή ξέφευγε από ανθρώπους τόσο άδικους και σκληρούς και αμυνόταν από αυτούς που θέλανε να τον σκοτώσουν ή να τον βασανίσουν μέχρι θανάτου, μαζί με τον λαό του και την οικογένειά του, διέταξαν να τον κάψουν ζωντανό.Δεμένος πια σε πάσσαλο, ένας φραγκισκανός ιερωμένος, ένας άγιος άνθρωπος που βρισκόταν εκεί, του έλεγε ορισμένα πράγματα για τον Θεό και για την πίστη μας (για την οποία ο ίδιος ποτέ δεν είχε ακούσει) σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα που οι δήμιοι του τού είχαν παραχωρήσει. Και αν ήθελε να πιστέψει σε αυτά που του έλεγε, θα πήγαινε στον παράδεισο και στην αιώνια ανάπαυση, αλλιώς θα έπρεπε να πάει στην κόλαση να υποστεί αιώνια μαρτύρια.Ο άρχοντας σκέφτηκε λίγο και ρώτησε αν υπάρχουν χριστιανοί που πάνε στον παράδεισο. Ο ιερωμένος του απάντησε ναι, μα πηγαίνανε εκεί μόνο όσοι ήτανε καλοί. Τότε ο κασίκ, χωρίς να διστάσει, είπε ότι δεν ήθελε να πάει εκεί, προτιμούσε να πάει στην κόλαση για να μην βλέπει και να μην βρίσκεται μαζί με τόσο άγριους ανθρώπους. Αυτή είναι η φήμη και η τιμή που ο Θεός και η πίστη μας κέρδισαν εξαιτίας των χριστιανών που πήγαν στις Ινδίες.
Αυτή είναι η αφήγηση ενός χριστιανού ιερωμένου, και μάλιστα επισκόπου, του φρα Βαρθολομαίου ντε λας Κάζας του τάγματος των Δομηνικανών. Ο ντε λας Κάζας στάλθηκε μαζί με πολλούς άλλους ιερωμένους για να προσηλυτίσουν αρχικά τους “άπιστους” ιθαγενείς των λεγόμενων Δυτικών Ινδιών. Το παραπάνω απόσπασμα συμπεριλαμβάνεται στην “Σύντομη αναφορά για την καταστροφή των Ινδιών” που συνέταξε το 1542 για να “ενημερώσει” τον διάδοχο του ισπανικού θρόνου Φίλιππο ΙΙ (στην πραγματικότητα απευθυνόταν στο Συμβούλιο των Ινδιών) πάνω στα αίσχη που διέπραξαν οι κονκισταδόρες στους λαούς της Λατινικής Αμερικής από τις πρώτες κιόλας ημέρες που αυτοί πάτησαν το πόδι τους στην αχανή ήπειρο. Η λέξη αίσχη μάλλον είναι μετριοπαθής. Η σωστή λέξη είναι γενοκτονία. Ο ντε λας Κάζας περιγράφει απίστευτες σφαγές και βασανιστήρια, αδιάκριτα και συστηματικά, αναφέρει την ερήμωση ολόκληρων περιοχών, μεγάλων σαν τις επαρχίες της Ισπανίας, τις απάτες, την πονηριά και το ασταμάτητο πλιάτσικο που διέπραξαν οι ομοεθνείς του, που αν τα διαβάσει κανείς σφίγγεται η καρδιά του. Σε αντίθεση με άλλους παπάδες που στάλθηκαν, ο ντε λας Κάζας σοκαρίστηκε με αυτά που είδε. Οι υπόλοιποι, αντιθέτως, συμμετείχαν πρόθυμα και έλαβαν το μερίδιο που τους αναλογούσε σε χρυσό και σκλάβους. Αναφέρει για έμφαση ότι τέτοιες θηριωδίες δεν έκανε ούτε το φόβητρο της εποχής, ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής (μεγάλος αντίπαλος τότε του Ισπανού βασιλιά Καρόλου Κουίντου) στους χριστιανούς που υπέταξε. Τέσσερις αιώνες αργότερα, ο μεγάλος Περουβιανός διανοητής και πολιτικός (συνιδρυτής και γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Περού) Χοσέ Κάρλος Μαριάτεγκι, στο βιβλίο του “Εφτά Δοκίμια για την ερμηνεία της περουβιανής πραγματικότητας” (εκδ. Άγρα, μτφρ. Ρήγα Καππάτου) αναφέρει:
[…] Το αποικιακό καθεστώς αποδιοργάνωσε και κατέστρεψε την αγροτική οικονομία των Ίνκας, χωρίς να την αντικαταστήσει από άλλη καλύτερης απόδοσης. Κάτω από μια αριστοκρατία ιθαγενών, οι ντόπιοι αποτελούσαν ένα έθνος δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων, μ’ ένα κράτος αποτελεσματικό και οργανικό, του οποίου η δράση έφτανε σε όλη την επικράτειά του· κάτω από μια ξένη αριστοκρατία, οι ιθαγενείς περιορίστηκαν σε μια σκόρπια άναρχη μάζα ενός εκατομμυρίου ανθρώπων, που είχαν πέσει στη θέση του δουλοπάροικου και του “φελλάχου”.[…] (σελ.80)
Μόνο το χρυσάφι και το ασήμι ενδιέφεραν τους κονκισταδόρες. Όσοι Ινδιάνοι της Λατινικής Αμερικής αιχμαλωτίστηκαν και γλύτωσαν από την πυρά και τη λόγχη, ακόμα και παιδιά, στάλθηκαν σε ορυχεία να εξορύσσουν πολύτιμα μέταλλα μέχρι που πέθαναν από τις κακουχίες και την κακομεταχείριση. Στην αρχή, οι καλλιέργειες δεν απασχόλησαν τους κατακτητές. Όταν όμως ο αποικισμός ξεκίνησε να μαζικοποιείται χρειάστηκαν εργατικά χέρια για τα χωράφια, μόνο που πλέον δεν υπήρχαν. Έτσι άρχισε η εισαγωγή σκλάβων από την Αφρική. Η αίσθηση που αποκομίζεται από την αναφορά του Ντε λας Κάσας είναι ότι η κατάσταση στην Λατινική Αμερική τα πρώτα πενήντα χρόνια της επιδρομής-αποίκισης ήταν ανεξέλεγκτη, ακόμα και για το ισπανικό στέμμα. Σε αντίθεση με τους πιονιέρους που κυρίευσαν σταδιακά τις περιοχές των Ινδιάνων της Βόρειας Αμερικής, οι οποίοι ήταν άποικοι οικογενειάρχες με συνοδεία πιστολάδων για να προστατευτούν από τις (δίκαιες) επιθέσεις που θα δεχόταν, οι αντίστοιχοι Ισπανοί ήταν συμμορίες καθαρμάτων, θανατοποινιτών και απόβλητων της μητρόπολης που είχαν σκοπό αποκλειστικά το πλιάτσικο. Ο ντε λας Κάζας, εκτός του ότι γνωστοποιεί ότι ο χρυσός που οι κονκισταδόρες αποστέλλουν ως φορολογία πίσω στην Ισπανία είναι απειροελάχιστος μπροστά σ’ αυτόν που μαζεύεται από τους ιθαγενείς, στην αφήγηση για τη Βενεζουέλα γράφει ότι ο εκεί κυβερνήτης δεν δίστασε να πουλήσει κομμάτι της επικράτειάς του σε Γερμανούς (προτεστάντες), οι οποίοι επίσης κατέσφαξαν τον πληθυσμό για να εξασφαλίσουν το χρυσάφι τους. Συνεπώς, η κατάκτηση της Αμερικής ξεκίνησε περίπου σαν ιδιωτική υπόθεση.
Η φεουδαρχία είναι, κατά την κρίση του Βασκονσέλος, η ζημιά που μας άφησε να πληρώνουμε η αποικιοκρατία. Όσες χώρες κατάφεραν μετά την απελευθέρωση να απαλλαγούν από αυτήν, προόδευσαν. Οι καθυστερημένες είναι αυτές που πληρώνουν ακόμα.
Ο Ισπανός δεν είχε τις προϋποθέσεις του Αγγλοσάξονα. Η δημιουργία των ΗΠΑ παρουσιάζεται σαν έργο του πιονιέρου. Η Ισπανία, μετά την εποποιία της κατάκτησης, δεν μας έστειλε σχεδόν τίποτα άλλο εκτός από ευγενείς, κληρικούς, κακούργους. Οι Κονκισταδόρες ήταν μια ηρωϊκή γενιά· οι αποικιοκράτες δεν ήταν. Αισθάνονταν κύριοι, δεν αισθάνονταν πιονιέροι. Όσοι σκέφτηκαν ότι τα πολύτιμα μέταλλα του Περού ήταν δικά τους πολύτιμα μέταλλα, μετέτρεψαν τα ορυχεία, με την πρακτική της ειλωτείας των καταναγκαστικών έργων, σε έναν παράγοντα εξάντλησης του ανθρώπινου κεφαλαίου και παρακμής της γεωργίας. Ακόμα και στην ίδια τη ρητορική των “εκπολιτιστών” συναντάμε κατηγορητήρια. Ο Χαβιέρ Πράδο γράφει ότι “η κατάσταση που παρουσιάζει η γεωργία στην Αντιβασιλεία του Περού είναι εντελώς αξιοθρήνητη και οφείλεται στο παράλογο οικονομικό σύστημα των Ισπανών”, και πως για το ξεκλήρισμα του πληθυσμού ευθυνόταν το καθεστώς εκμετάλλευσης.
Ο αποικιστής, που αντί να εγκατασταθεί στα χωράφια εγκαταστάθηκε στα ορυχεία, είχε την ψυχολογία του χρυσοθήρα. Επομένως, δεν ήταν δημιουργός πλούτου.
(Μαριάτεγκι. ο.π. σελ.86-87)
Οι Νέοι Νόμοι
Ο λόγος που απευθύνεται τυπικά στον Φίλιππο ΙΙ είναι άγνωστος. Ίσως, διότι τότε ο διάδοχος ήταν μόλις 15 χρονών και άρα, λογικά θα υπέθεσε ότι, θα ήταν πιο ευαίσθητος σε ανθρωπιστικά θέματα. Αλλά και επειδή θα προσδοκούσε τουλάχιστον αυτός να αλλάξει κάτι, όταν έρθει η ώρα του να κυβερνήσει. Αυτό συνέβη νωρίτερα. Την ίδια κιόλας χρονιά, το Νοέμβριο του 1542, θεσμοθετήθηκαν οι “Νέοι Νόμοι” (Nuevas Leyes) που αφορούσαν την μεταχείριση των Ινδιάνων. Η βασική διοικητική πράξη των Νέων Νόμων ήταν η κατάργηση της “ενκομιέντας” (encomienta). Η ενκομιέντα ήταν η παραχώρηση γης και εργατικού προσωπικού (δουλοπαροίκων) από το Στέμμα σε Ισπανούς αποίκους με την υποχρέωση του κάθε ιδιοκτήτη να εκχριστιανίσει και να εγγυηθεί για τη διαβίωση των Ινδιάνων που είχε στην ιδιοκτησία του. Η γη αυτή κληρονομούνταν στους διαδόχους του τσιφλικά, μαζί και οι εργάτες. Με τους Νέους Νόμους, η γη, όταν πέθαινε ο ιδιοκτήτης, επέστρεφε στο Στέμμα, για να αποδοθεί ξανά σε άλλον, και οι Ινδιάνοι χαρακτηρίζονταν ελεύθεροι εργάτες που έπρεπε να πληρώνονται, τουλάχιστον για την παραπανίσια εργασία. Οι υπόλοιπες διατάξεις αφορούσαν την μεταχείριση των ιθαγενών. Αν τις διαβάσει κανείς θα κατανοήσει αμέσως την άθλια κατάσταση που αυτοί βίωναν. Η αναφορά του ντε λας Κάζας αποτέλεσε συνεπώς την τεκμηρίωση των δηλωμένων προθέσεων του Ισπανού βασιλιά να αλλάξει προς όφελός του την κατάσταση στη Λατινική Αμερική. Είχαν προηγηθεί το 1512 οι “Νόμοι του Μπούργκος”, σαφώς μετριοπαθέστεροι και σε εφαρμογή μόνο στην Καραϊβική, οι οποίοι τεκμηριώθηκαν πάλι από την μαρτυρία-διαμαρτυρία ενός δομηνικανού μοναχού, του Αντόνιο ντε Μοντεσίνος.
Ο Γκονζάλο Πιζάρρο |
Οι αντιδράσεις στη μεταρρύθμιση ήταν σφοδρές, διότι με το σύστημα της ενκομιέντας είχε αρχίσει να διαμορφώνεται μια αποικιακή κάστα φεουδαρχών με σημαντική πολιτική ισχύ στη νέα Ήπειρο, και το κυριότερο, με στρατό ιδιόκτητο, τους πρώην Κονκισταδόρες. Έτσι, ο αδερφός του Φρανσίσκο Πιζάρρο (κατακτητή του Περού), Γκονζάλο, οργάνωσε γενική εξέγερση κατά του Αντιβασιλέα (τον δολοφόνησαν τελικά) και των απεσταλμένων του Κάρολου Κουίντου. Φοβούμενος ο βασιλιάς για την απόσχιση των χρυσοφόρων περιοχών ανέστειλε την εφαρμογή των Νόμων. Δέκα χρόνια αργότερα παρουσίασε μια ευμενέστερη εκδοχή για τους “ενκομεντέρος”, που διαφύλασσε την ιδιοκτησία τους και για την επόμενη γενιά. Έχοντας ο Κάρολος στο μεταξύ συλλάβει και εκτελέσει τον Πιζάρρο, η μεταρρύθμιση ουσιαστικά πέρασε, δημιουργώντας παράλληλα και μια καινούργια ελίτ στις κατακτημένες περιοχές, αυτή των γραφειοκρατών, δικαστών, ανωτέρων υπαλλήλων. Η φεουδαρχία άρχισε να οργανώνεται σε μια πιο ορθολογική βάση, όμως η ζημιά είχε γίνει και συνεχιζόταν.
Στο βιβλίο αυτό ο ντε λας Κάσας παίρνει σαφώς το μέρος των Ινδιάνων, χωρίς να τους καταλογίζει τίποτα κακό. Δικαιολογεί την αντίστασή τους, όπου αυτή εκδηλώνεται, ακόμα και τη δολοφονία καλόγερων, λέγοντας ότι οι πραγματικοί ένοχοι είναι οι κονκισταδόρες που με τις πράξεις τους σαμποτάρουν το ιεραποστολικό έργο και προκαλούν τα αδιάκριτα αντίποινα των Ινδιάνων. Στην πραγματικότητα, αν αφαιρεθεί το έντονο συναισθηματικό στοιχείο της αναφοράς του, ο ντε λας Κάσας εξηγεί ότι η “Κονκουίστα” (η Κατάκτηση [της Αμερικής]) απαιτεί έναν εξορθολογισμό. Έναν στοιχειώδη σεβασμό στους ντόπιους πληθυσμούς (ο εκχριστιανισμός τους άλλωστε δεν συζητιέται-οι ινδιάνοι τον επιζητούν, αναφέρει [1]), με πρώτο βήμα την πάταξη των συμμοριών των κονκισταδόρων, καθαρμάτων διαλεγμένων από τα πιο περιθωριακά και τυχοδιωκτικά κομμάτια της ισπανικής κοινωνίας, φυγόδικοι και βαρυποινίτες, πρώην πολεμιστές κόντρα στους Μαυριτανούς, αιρετικοί που ψάχναν σωτηρία από την Ιερά Εξέταση κλπ, και στη συνέχεια την κατάργηση της “ενκομιέντα”, το δουλοκτητικό σύστημα που επινόησαν οι κονκισταδόρες, δηλαδή εισηγούνταν ένα φεουδαρχικό σύστημα ελεγχόμενο στενά από το στέμμα.
Η εκδοτική περιπέτεια του βιβλίου
Το βιβλίο του ντε λας Κάζας μεταφράστηκε κατά κόρον στις χώρες που γεννήθηκε ο προτεσταντισμός για να χρησιμοποιηθεί ουσιαστικά εναντίον του καθολικισμού και εναντίον ιδιαίτερα του (καθολικού) Ισπανικού Βασιλείου. Έτσι η αναφορά στο Φίλιππο ΙΙ, αλλά και το συνολικό συγγραφικό του έργο, είναι περισσότερο τυπωμένη από οποιοδήποτε άλλο βιβλίο το οποίο εξιστορεί την κατάκτηση της Αμερικής, παρά το ότι δεν αποτελεί τίποτα περισσότερο από ένα σύνολο τραγικών μικρών ιστοριών-παραδειγμάτων της απάνθρωπης συμπεριφοράς των Ισπανών αποίκων. Ο αριθμός των εκδόσεων του βιβλίου, μέχρι το 1700 είναι ενδεικτικός: 29 ολλανδικές, 13 γαλλικές, 6 αγγλικές, 6 γερμανικές, 3 στα λατινικά, 3 ιταλικές (η πρώτη-φυσικά-στη Βενετία που ήταν εχθρική στον Πάπα) και μόλις 2 ισπανικές-η πρώτη δέκα (!) χρόνια μετά την παρουσίαση της αναφοράς στον Βασιλιά. Φυσικά όλοι αυτοί δεν είναι ότι λυπήθηκαν τους Ινδιάνους, άλλωστε, οι Ολλανδοί, για παράδειγμα, που εξέδωσαν το βιβλιαράκι το 1578 ήταν εξίσου αποικιοκράτες. Το έκαναν για να τεκμηριώσουν την πολεμική τους ενάντια στους Ισπανούς για εθνικούς και πολιτικούς λόγους. Η Ολλανδία άρχισε να αναπτύσσει καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής την ώρα που η Ισπανία παρέμενε μια σφικτή φεουδαρχική κοινωνία. Επίσης την περίοδο της έκδοσης υποστήριζε την εξέγερση των προτεσταντών της Φλάνδρας ενάντια στον Φίλιππο ΙΙ.
Η κυκλοφορία του στην Ισπανία δεν κράτησε πολύ. Επτά χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση, το 1559 η Ιερά Εξέταση απαγόρευσε το βιβλίο χαρακτηρίζοντας το επιζήμιο για τα συμφέροντα του κράτους. Η δεύτερη έκδοση βγήκε σχεδόν έναν αιώνα μετά, το 1646, στη Βαρκελώνη, τη χρονιά που η Καταλωνία εξεγέρθηκε ενάντια στους Καστιλιάνους βασιλείς. Δηλαδή, εκδόθηκε πάλι για πολιτικούς λόγους, αλλάζοντας μάλιστα τη λέξη “Ισπανοί” της αναφοράς με τη λέξη “Καστιλιάνοι”. Για τους ίδιους λόγους εκδόθηκε και στις ΗΠΑ το 1898, κατά τη διάρκεια του Ισπανο-Αμερικάνικου πολέμου. Η χρήση του λοιπόν ήταν καθαρά εργαλειακή και καιροσκοπική, και μάλιστα από χώρες που διέπρατταν τα ίδια αίσχη στα εδάφη που εκείνες έλεγχαν. Αυτό το γεγονός αδικεί το θαρραλέο συγγραφέα του, σε μια εποχή που δεν ήθελε πολύ να συμβεί μια “παρεξήγηση”, θύματα των οποίων έπεσαν αρκετοί μοναχοί που έγιναν μάρτυρες φρικαλεοτήτων, πολλές φορές από συναδέλφους τους.
Σημειώσεις:
[1]: Σε αυτό συμφωνεί και ο Μαριάτεγκι. Αναφέρει στο ίδιο βιβλίο, σελ. 197-198:
Δομηνικανοί και Ιησουίτες, χάρη στην αφομοιωτική τους ικανότητα, χαρακτηριστική κυρίως για τους Ιησουίτες, εντρύφησαν σε ουκ ολίγα μυστικά της ιστορίας και του πνεύματος των ιθαγενών. Και οι Ινδιάνοι, κάτω από άγρια εκμετάλλευση στα ορυχεία, στις βιοτεχνίες και στα αγροκτήματα, βρήκαν στα μοναστήρια τους πιο ένθερμους υπερασπιστές τους. Ο αδελφός Λας Κάσας, ο οποίος συγκέντρωνε τις καλύτερες αρετές του ιεραπόστολου, του εκχριστιανιστή, είχε προκατόχους και συνεχιστές.
Ο καθολικισμός με την πλούσια τελετουργία του, με την όλο πάθος λατρεία, διέθετε μια σχεδόν μοναδική ικανότητα για να αιχμαλωτίσει έναν πληθυσμό που αδυνατούσε να εξυψωθεί και να κατανοήσει μια αφηρημένη πνευματική θρησκεία. Και διέθετε, επιπλέον, μια εκπληκτική ικανότητα να προσαρμόζεται στο πνεύμα κάθε ιστορικής εποχής. […] Οι καθολικές θρησκευτικές εορτές ήταν εμποτισμένες από το παγανιστικό πνεύμα των Ινδιάνων, το οποίο εκδηλωνόταν με προσφορές κτηνοτροφικών προϊόντων και των πρώτων καρπών της σοδειάς προς τις εκκλησίες. […] Οι ιεραπόστολοι δεν επέβαλαν το Ευαγγέλιο· επέβαλαν τη λατρεία, τη λειτουργία, προσαρμόζοντάς τες σοφά στις παραδόσεις των ιθαγενών. Ο ιθαγενής παγανισμός επέζησε κάτω από τη λατρεία του καθολικισμού.
Πηγή: giati-baba.blogspot.com
e-prologos.gr