Το φιλί πάει παντού.
Στον αποχωρισμό, το κρύο μέτωπο της παντοτινής αναχώρησης, τα γερασμένα όλο φακίδες χέρια της μάνας σου, την παιδική κούκλα, τα είδωλα στα εικονοστάσια, τη φωτογραφία του ξενιτεμένου, το γράμμα του, το χώμα του τόπου σου στο γυρισμό, το καλωσόρισμα, το εξώφυλλο του βιβλίου που σε μάγεψε, την υπόμνηση με κόκκινο κραγιόν στο χαρτί ή τον καθρέφτη, στα τελευταία λόγια της επιστολής, στα πολλά αγαπησιάρικα Χ του σημειώματος, το κωλαράκι του μωρού που μυρίζει πούδρα και ύπνο, στα ίδια τ’ ακροδάχτυλά σου που γνέφουν χαιρετισμό ή ακουμπάνε το κεφάλι κοιμισμένου παιδιού. Τα ίδια τα χείλη σου όταν τρως μέλι.
Το φιλί πάει παντού τις νύχτες και γίνεται κεράσια στα σεντόνια και ανομολόγητα που δεν μπαίνουν στο χαρτί.
Κι είναι τόσο παράξενο να μη μπορείς να φιλήσεις κάποια αγαπημένα.
Όπως, ας πούμε, τη βροχή. Την πρώτη γλυκιά σταγόνα, που κάνει το χώμα ν’ ανατριχιάζει μετά την κάψα του καλοκαιριού, που χώνεται στον κόρφο του αμπελιού και κάνει ένα δυνατό πάταγο στην άδεια στέρνα.
Μια όλη κι όλη πρώτη σταγόνα και να κάνει τόσο εκκωφαντική χλαπαταγή. Ήρθα!
Έτυχε ξημέρωμα, με το αυτί ν’ ακουμπάει ακόμη στο μαξιλάρι, να πιάσω αυτό τον αδιόρατο, στην αρχή, ήχο της στάλας που την κατάπιε η υδρορροή και μετά έγινε σάλαγος μες στην κοιλιά της στέρνας μου. Χαρά.
Γιατί η βροχή είναι ζωή κι ας μην αφήνει τη μπουγάδα να στεγνώσει στην ταράτσα.
Η βροχή φουσκώνει τα στεγνά ποτάμια, όπως το γάλα τα στήθια της λεχώνας.
Η βροχή μπαίνει βαθιά στα απρόσιτα σωθικά της γης και κάνει τα αλμυρά ρυάκια της, σιρόπια.
Γιατί η βροχή ξεπλένει τ’ αποκαΐδια, τις στάχτες και κατεβάζει τη λάσπη στην απέραντη κολυμπήθρα της θάλασσας. Να τα ξαναβαφτίσει σε ομορφιά.
Να μπορούσα μόνο να τη φιλήσω.
Την αφήνω να κυλάει στο πρόσωπο. Να στάζει απ’ τα μαλλιά μου, στα ρούχα μου και τη σταγόνα που πέφτει απ’ την κορφή της μύτης, την παίρνω με την άκρη της γλώσσας, να την πιω. Να την καταπιώ.
Όμως και πάλι αυτό δεν είναι φιλί. Είναι μια υποψία γουλιάς, που όμως μέσα μου γίνεται ποτάμι.
Όσα δεν μπορείς να τα φιλάς, τουλάχιστον να τα φυλάς.
Όπως φυλάς την ανάμνηση, την ελπίδα, την προσμονή, την προσδοκία, έτσι να φυλάς και τη βροχή, στη στέρνα, στην πηγή, στο χείμαρρο.
Να τη φυλάς αν δεν μπορείς να τη φιλάς.
Νίνα Γεωργιάδου
e-prologos.gr