Με αφορμή μια επέτειο…
Τον επόμενο μήνα συμπληρώνονται 76 χρόνια από την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου (25-11-1942) μιας ιδιαίτερα σημαντικής αντιστασιακής πράξης ενάντια στην πανίσχυρη, τότε, φασιστική κατοχή. Με αφορμή αυτή την επέτειο το blog “Ευρυτάνας ιχνηλάτης” παρουσιάζει για πρώτη φορά ένα άγνωστο ποιημα εκείνης της εποχής, αφιερωμένο στον πρωτοκαπετάνιο του θρυλικού Ε.Λ.Α.Σ. Άρη Βελουχιώτη.
Το ποίημα “ανιχνεύσαμε” στην παράνομη αντιστασιακή εφημερίδα “Αντάρτικη Ζωή” (Όργανο των Ομάδων του Αρχηγείου Ευρυτανίας του Ε.Λ.Α.Σ., φύλλο 5, 12 Αυγούστου 1943). Η εφημερίδα αυτή αποτελεί τμήμα ενός σπάνιου-πολύτιμου αρχειακού υλικού που μας δώρισε το φιλικό ιστολόγιο “Αγρίνιο…γλυκές μνήμες” το οποίο και ευχαριστούμε θερμά. Οι στίχοι που θα διαβάσετε παρακάτω είναι του Δώρη Άνθη, ενός νεαρού Ευρυτάνα ποιητή ο οποίος ήταν ανάμεσα στους πρώτους αντάρτες που ακολούθησαν τον Άρη Βελουχιώτη στο μεγάλο ξεσηκωμό. Μετέπειτα διετέλεσε και ο ίδιος καπετάνιος του Ε.Λ.Α.Σ. μέχρι που έπεσε παλικαρίσια στις μάχες των Δεκεμβριανών κάτω από τις ερπύστριες των εγγλέζικων τανκς.
ΣΤΟΝ ΑΡΧΗΓΟ ΑΡΗ
Για, σε Αρχηγέ, τα λόγια μου σ’ ύμνους ας τα υψώσω τώρα
που μες στη σκέψη μου τερπνά σα γίγαντας ψηλώνεις
όσο σε κράζει , ημίθεο Λαός, Στρατός κι’ η χώρα
που με τον άνεμο πετάς και την ελευθερώνεις.
Δέξου, Αρχηγέ, τα λόγια μου, που ύμνος απ’ τα στήθεια
Πετιέται, αγνά κι’ αυθόρμητα, χυτός για να σε ράνη,
καθάρια κι’ ολοζώντανη κι’ αυθόρμητη αλήθεια
που σ’ ασημώνει αχτιδωτά, του επάθλου σου στεφάνι.
Λάμπει στα μάτια σου η φωτιά κι’ ο κεραυνός κι’ η μάχη
η λαύρα, η δόξα, ο θρίαμβος, η Λευτεριά κι η Νίκη,
το χαμογέλιο της χαράς και του καρπού το στάχυ,
της θέλησής σου της καρδιάς σου, ασήμι και τσελίκι.
Αναμεράν στο διάβα σου αητοί ταπεινωμένοι
κι’ αχολογεί ως τα σύννεφα τραγούδι τ’ όνομά σου.
Στις διαταγές σου πειθαρχούν αντάρτες δοξασμένοι
που στη φωνή της Λευτεριάς ταχθήκανε σιμά σου.
Δαρμένοι σκύφτουν οι εχθροί. Θεριό με σε η ελπίδα
αναπτερώνει τις καρδιές, δίνει πνοή στην πάλη.
Σοφό της καθοδηγητή σ’ ευγνωμονεί η Πατρίδα
για τον αγώνα που κρατείς. Και μια ευλογιά μεγάλη
με μύρια τάματα μιλάει, με μύριες γλώσσες κρένει
για να μας ζήσης, Αρχηγέ, σαν τα ψηλά βουνά μας.
Κι’ αχολογεί ως τα σύννεφα η ευκή μας που ανεβαίνει:
«Να ζης, να σ’ έχουμε, Αρχηγέ, κοντά παντοτινά μας»
Δώρης Άνθης
e-prologos.gr