(…) «Αυτή την ευθύνη αναλαμβάνει το ΚΚΕ, να το πάει μέχρι τέλους. Μέχρι την επαναστατική ανατροπή του εκμεταλλευτικού, καπιταλιστικού συστήματος, την εγκαθίδρυση μιας πραγματικής εργατικής – λαϊκής εξουσίας και διακυβέρνησης που θα ηγηθεί στην οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας στην Ελλάδα, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, την κοινωνία του σοσιαλισμού- κομμουνισμού». (…) Με αυτά τα λόγια έκλεισε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας την ομιλία του στο Σπόρτινγκ στις 15/3. «Μέχρι τέλους», λοιπόν, αναλαμβάνει να το πάει το ΚΚΕ, μόνο που για να φτάσει κανείς στο «τέλος», μεσολαβούν αρκετοί σταθμοί και η ηγεσία του ΚΚΕ ήδη από την «αφετηρία» των μεγαλειωδών κινητοποιήσεων για να μη συγκαλυφθεί το έγκλημα στα Τέμπη έδειξε και δείχνει τι ακριβώς εννοεί όταν λέει πως θα «το πάει μέχρι τέλους».

Δεν πρόλαβε να περάσει μία μέρα μετά τη μεγαλειώδη και συγκλονιστική συγκέντρωση στις 28 Φλεβάρη και η ηγεσία του Περισσού μέσα από καλέσματα σωματείων, ομοσπονδιών και εργατικών κέντρων είχε ήδη ανακοινώσει την επόμενη συγκέντρωση για τις 5 Μάρτη, ενώ σε αντίστοιχη ανακοίνωση για πρωινό συλλαλητήριο στις 7 Μάρτη είχαν προχωρήσει οι φοιτητικοί σύλλογοι που ελέγχονται από την ΠΚΣ. Χωρίς συνελεύσεις, χωρίς συζητήσεις στους χώρους δουλειάς, τα σχολεία και τις σχολές, χωρίς την παραμικρή άσκηση πίεσης στα τριτοβάθμια συνδικαλιστικά όργανα για την προκήρυξη νέας απεργίας, οι «ταξικές» δυνάμεις του ΠΑΜΕ προχώρησαν στην ανακοίνωση όχι ενός, αλλά δύο συλλαλητηρίων, τα οποία έγιναν γρήγορα τρία, αφού καλέστηκε την Πέμπτη νέο απογευματινό συλλαλητήριο για την Παρασκευή 7/3, ενώ υπήρχε και πρωινή κινητοποίηση την ίδια μέρα!

Οι πολλές και διαφορετικές κινητοποιήσεις, όσο κι αν στα μυαλά των καθοδηγητών του ΚΚΕ φαίνεται πως λειτουργούν προωθητικά για τον αγώνα και τη συσπείρωση των εργαζομένων και του λαού, στην πραγματικότητα λειτουργούν διασπαστικά και διαιρετικά, κατακερματίζουν τον αγώνα σε πολλά διαφορετικά συλλαλητήρια, αντί να τον συνενώνουν σε μαζικές και ενιαίες συγκεντρώσεις. Παράλληλα, πρέπει να σταθεί κανείς στο γεγονός πως οι κινητοποιήσεις που εξήγγειλαν οι δυνάμεις του ΚΚΕ πραγματοποιήθηκαν κατά την έναρξη και τη λήξη της πρότασης δυσπιστίας που έγινε από τα κόμματα της αστικής και ρεφορμιστικής αντιπολίτευσης στη Βουλή, εγκλωβίζοντας εκ των πραγμάτων τις συγκεντρώσεις αυτές στα όρια μιας κοινοβουλευτικής αντιπαράθεσης, μακριά από τα πραγματικά προβλήματα και αιτήματα του παλλαϊκού-πανεργατικού κινήματος.

Και ύστερα από το τέλος της κοινοβουλευτικής συζήτησης και το άδοξο τέλος της πρότασης δυσπιστίας, επανήλθαν ξανά οι γνωστές στην τακτική του ΚΚΕ «πολύμορφες δράσεις». Ούτε προτάσεις για συνελεύσεις στα σωματεία και τους συλλόγους, ούτε πρόταση για απεργιακή κινητοποίηση, αλλά «αγωνιστική κλιμάκωση» στην απεργία στις 9 Απρίλη. Με μια συναυλία των φοιτητικών συλλόγων που ελέγχονται από την ΠΚΣ στο Σύνταγμα την Πέμπτη 13 Μάρτη επέλεξε η κατά τ’ άλλα «πρώτη δύναμη» στα πανεπιστήμια να δώσει το στίγμα της «κλιμάκωσης», αρνούμενη κατά τ’ άλλα να καλέσει σε οποιαδήποτε αγωνιστική κινητοποίηση ή έστω σε γενικές συνελεύσεις για να συζητήσουν οι φοιτητές τη συνέχιση του αγώνα. Κι αν δεν ήταν η προγραμματισμένη εκδήλωση στο Πάντειο με κεντρική ομιλήτρια την Μαρία Καρυστιανού, η οποία συγκέντρωσε χιλιάδες κόσμου, η εικόνα της συναυλίας ή των φοιτητικών συλλαλητηρίων, θα έσπερνε μόνο απογοήτευση και ηττοπάθεια.

Όπως ακριβώς έκαναν και πριν από δύο χρόνια, κλείνοντας τις κινητοποιήσεις για το έγκλημα στα Τέμπη με μια σύσκεψη σωματείων και «κλιμακώνοντας» αγωνιστικά ενάμιση μήνα αργότερα, την …Πρωτομαγιά, έτσι έκαναν και τώρα. Σε σύσκεψη που κάλεσε το Εργατικό Κέντρο Πειραιά (που ελέγχεται από το ΠΑΜΕ) στις 16/3, τα «ταξικά» σωματεία, ομοσπονδίες και εργατικά κέντρα αποφάσισαν πως το επόμενο «αγωνιστικό» ραντεβού είναι στις 9 Απρίλη, σε μια απεργία που είχε εξαγγείλει από τις αρχές Φλεβάρη η κατά τ’ άλλα «ξεπουλημένη» και «υποταγμένη» ηγεσία της ΓΣΕΕ.

Κι ενώ το κοινωνικό κλίμα είναι τέτοιο, ενώ ο κόσμος βρίσκεται σε αγωνιστικό αναβρασμό, οι δυνάμεις του ΚΚΕ, όχι μόνο δεν πιέζουν για την προκήρυξη ενδιάμεσης απεργιακής κινητοποίησης, αλλά ούτε καν καλούν σε συνελεύσεις τα σωματεία και τους συλλόγους, παρά μόνο καλούν μέσα από αποφάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων στα οποία έχουν πλειοψηφία σε μία «σύσκεψη» που οι δικές τους δυνάμεις αποφάσισαν, έξω από κάθε πραγματική συλλογική και δημοκρατική διαδικασία των μαζικών φορέων.

Όπως έκλεισαν τις κινητοποιήσεις για τα Τέμπη πριν από δύο χρόνια, όπως πρωταγωνίστησαν από κοινού με τα ΕΑΑΚ στο κλείσιμο των κινητοποιήσεων ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια πέρυσι, όπως κλείνουν για μία ακόμη χρονιά τις αγροτικές κινητοποιήσεις με την εκδήλωση στο Κιλελέρ, ο λαός, οι εργαζόμενοι κι η νεολαία γίνονται ακόμη μία φορά «στο ίδιο έργο θεατές». Στη γνωστή τακτική της ηγεσίας του ΚΚΕ να κλείνει τους αγώνες και στη θέση της χιλιοδιακηρυγμένης «100% μαχητικής εργατικής-λαϊκής αντιπολίτευσης» να παίρνει το γνώριμο ρόλο του «υπεύθυνου» κόμματος, για τον οποίο έλαβε για μια ακόμη φορά τα εύσημα στην κοινοβουλευτική συζήτηση, τόσο από τον πρωθυπουργό για την «ευπρεπή κοινοβουλευτικώς» στάση του και τον διαχωρισμό του από τα άλλα κόμματα που στήριξαν τα προηγούμενα χρόνια «θεωρίες συνωμοσίας» για τα Τέμπη, όσο και από τον πρόεδρο της βουλής Νικήτα Κακλαμάνη για την άρνηση του προεδρεύοντα βουλευτή του ΚΚΕ Λαμπρούλη να δεχτεί να εντάξει στα πρακτικά της βουλής στοιχεία για το έγκλημα στα Τέμπη επειδή «δεν προβλεπόταν από τον κανονισμό της βουλής». Οι ασπασμοί και τα εκατέρωθεν γέλια με τον γνωστό αντικομμουνιστή και κατηγορούμενο για απόκρυψη στοιχείων για το έγκλημα στα Τέμπη νέο πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τασούλα -αλήθεια- ποια «αγωνιστική κλιμάκωση», ποια «μαχητική αντιπολίτευση» εξέφραζαν;

Δίπλα στη γνωστή στάση κλεισίματος του αγώνα, έρχεται και η θέση του ΚΚΕ «για να μπουν στην υπηρεσία του λαού τα οικονομικά εργαλεία», δηλαδή για το σοσιαλισμό. Σε συνθήκες που ο λαός ενώνεται και παλεύει μαχητικά για να μη συγκαλυφθεί το έγκλημα στα Τέμπη, η ηγεσία του ΚΚΕ παραπέμπει και τον αγώνα αυτόν στο «σοσιαλιστικό αύριο». Η θέση για «κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής» στις συνθήκες αυτές όχι μόνο απομακρύνει αυτόν καθαυτόν το σοσιαλισμό και την ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος, γιατί στενεύει το περιεχόμενο του αγώνα και τη βάση ενότητας και πλατιάς συσπείρωσης των εργαζομένων και του λαού, αλλά αποδεικνύει και την έλλειψη πίστης της ηγεσίας του Περισσού πως οι εργατικοί-λαϊκοί αγώνες μπορούν να νικήσουν, πως το παλλαϊκό-πανεργατικό κίνημα μπορεί να επιτύχει να μη συγκαλυφθεί το έγκλημα στα Τέμπη.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το