Επαίρεται ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ότι: «Σε έναν χρόνο έχουμε ήδη αλλάξει το τοπίο στον πρωτογενή τομέα με τις παρεμβάσεις μας και θα καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να ανακουφίσουμε όλους τους κλάδους που επλήγησαν εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού».
Αυτά δήλωσε ο Μ. Βορίδης, παρουσιάζοντας τον απολογισμό του «έργου» του, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από την ανάληψη των καθηκόντων του, στο Συμβούλιο Στρατηγικού Σχεδιασμού (10/07). Παράλληλα αναφέρθηκε δίνοντας έμφαση: α) στο νέο Ν/σ που βάζει οριστικό τέλος στις λεγόμενες ελληνοποιήσεις αγροτικών προϊόντων με μία σειρά αυστηρών ελέγχων, β) στο ζήτημα της συγκροτημένης κατάρτισης και εκπαίδευσης αγροτών σε «νέες προτεραιότητες», γ) στην αναγκαιότητα δημιουργίας εφαρμοσμένης Έρευνας και μεταφοράς καινοτομίας στον αγροτικό χώρο, δ) στους στόχους και το στρατηγικό σχεδιασμό της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής με το σλόγκαν «από το χωράφι στο πιάτο». Κι όλ’ αυτά τα ζητήματα, θα αποτελέσουν την «επανεκκίνηση της αγροτικής πολιτικής, σε όφελος του Έλληνα αγρότη».
***
Είναι φανερή η κυβερνητική αγωνία και η προσπάθεια να δοθεί η εικόνα μίας κοσμογονίας στην ελληνική ύπαιθρο και στον πολύπαθο πρωτογενή τομέα της Γεωργίας-Κτηνοτροφίας-Αλιείας, που οδηγείται στον αφανισμό. Όμως, η ίδια η πραγματικότητα με τη συνεχιζόμενη φτώχεια και εξαθλίωση της φτωχομεσαίας αγροτιάς, διαψεύδει τις υπουργικές φλυαρίες και έρχεται να δώσει την απάντηση στα μεγαλεπίβολα σχέδια «επί χάρτου» των κοριντόρ των Βρυξελλών και των υπουργικών διαδρόμων.
Και πρώτ’ απ’ όλα να ξεκαθαρίσουμε πως η «ανακούφιση όλων των κλάδων που επλήγησαν», αφορά το ποσό των 150 εκατ. € που κατευθύνθηκε πρώτα και κύρια στις μεγάλες γεωργικές, κτηνοτροφικές και αλιευτικές εκμεταλλεύσεις με όριο τα 100-120.000 €, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζει ο προσωρινός κανονισμός της ΕΕ. Σύμφωνα με αυτόν, γύρω στις 360-370 μεγάλες εκμεταλλεύσεις μοιράστηκαν 42 εκατ. €. Τα υπόλοιπα θα χορηγηθούν σε αγρότες καλλιεργητές, κτηνοτρόφους, ψαράδες, σαν αποζημίωση από την πανδημία, σε ύψος που δεν θα ξεπερνά τα ψίχουλα των 150 € ανά αγρότη και πάντα ανάλογα με τις «αντοχές της οικονομίας»! Επιπλέον, εκατοντάδες χιλιάδες «μη κατ’ επάγγελμα» αγρότες αποκλείστηκαν από τη μείωση του 25% στην εφάπαξ καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών που ίσχυσε για τους «κατ’ επάγγελμα» αγρότες. Αυτή θα είναι η στήριξη.
Βεβαίως οι ίδιες μεγάλες επιχειρήσεις στο πλαίσιο στήριξης λόγω πανδημίας, απολαμβάνουν εισφοροαπαλλαγές και φοροαπαλλαγές, επιδοτήσεις και ενισχύσεις, παροχές και προνόμια, που απορρέουν από το ταξικό περιεχόμενο των νόμων και των αποφάσεων της κυβέρνησης της Δεξιάς και τις κοινοτικές αποφάσεις.
Ωστόσο, τα σοβαρά προβλήματα -πέρα από την πανδημία- που επηρέασαν σοβαρά τις εξαγωγές ήταν οι 2-3 μεγάλες κακοκαιρίες του Μάη που έπληξαν την παραγωγή σχεδόν σε όλη τη χώρα, προκαλώντας τεράστιες καταστροφές και αφήνοντας την αγροτιά χωρίς εισόδημα, να κρέμεται κυριολεκτικά από τις κουτσουρεμένες και καθυστερημένες αποζημιώσεις του υπολειτουργούντος ΕΛΓΑ. Σημειώνουμε, πως μέσα στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης είναι και η ιδιωτικοποίηση της ασφάλισης της παραγωγής και άρα η κατάργηση της κρατικής χρηματοδότησης και του ίδιου του ΕΛΓΑ. Στην πράξη αυτό σημαίνει μικρότερες αποζημιώσεις και ολοένα μεγαλύτερες εισφορές προς τις ιδιωτικές εταιρείες (κυρίως τραπεζικές ασφαλιστικές), οι οποίες προφανώς λειτουργούν με κριτήριο το κέρδος τους. Ήδη ο ΕΛΓΑ, εδώ και μία δεκαετία, έχει αφεθεί στην τύχη του, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανταποκριθεί ούτε στις αποζημιώσεις προς τους αγρότες, ούτε καν στα βασικά λειτουργικά έξοδά του, τη μισθοδοσία των υπαλλήλων, τα έξοδα κίνησης, τα ενοίκια.
Αυτό που απαιτεί η αγροτιά είναι ένας αμιγώς δημόσιος ΕΛΓΑ, χωρίς καμία αύξηση των ασφαλίστρων από τους αγρότες, με επαρκή κρατική χρηματοδότηση και προσωπικό, ώστε να ασφαλίζει και να αποζημιώνει την παραγωγή και το κεφάλαιο στο 100%, άμεσα και δίκαια, από όλους τους φυσικούς κινδύνους και τις νόσους, χωρίς εξαιρέσεις και σε όλα τα στάδια της παραγωγής. Παράλληλα, απαιτούνται έργα υποδομής για την ασφάλεια της παραγωγής από φυσικούς κινδύνους, επίγεια και εναέρια αντιχαλαζική και αντιπυρική προστασία, για τον παγετό, αντιπλημμυρικά έργα κλπ, κλπ.
Σε όλη αυτή την ιστορία η κυβερνητική θέση που αφήνεται να διαρρεύσει είναι πως τάχα περιμένοντας τις αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ οι αγρότες έχουν πάψει να ενδιαφέρονται για την παραγωγή τους και επομένως η ιδιωτικοποίηση θα βάλει φρένο στην αγροτική αδιαφορία! Λες και οι θεομηνίες υπάγονται στην ατομική ευθύνη ή εξαρτώνται από τις διαθέσεις των παραγωγών…
***
Οι εκτιμήσεις για την αποτελεσματικότητα της κυβερνητικής πολιτικής, την ορθότητα της ΚΑΠ και το θετικό απολογισμό του ΥΠΑΑ&Τ πέφτουν στο κενό μπροστά στη συνεχιζόμενη πολιτική των μεγαλεμπόρων, μεγαλοεξαγωγέων, τραπεζών και βιομηχάνων να τηρούν το ίδιο καθεστώς των «ανοιχτών» και αυθαίρετων τιμών προς τους αγρότες-παραγωγούς, με αποτέλεσμα να μην καλύπτουν οι τελευταίοι ούτε το κόστος παραγωγής (π.χ. ντομάτα 0,63 €/κιλό στον παραγωγό → 1,70 €/κιλό στον καταναλωτή, καρπούζι 0,06 €/κιλό → 0,30 €/κιλό αντίστοιχα, αρνί γάλακτος 3,80 €/κιλό → 6,50 €/κιλό, μοσχάρι 4,5 €/κιλό → 8 €/κιλό, αγελαδινό γάλα 0,37 €/λίτρο → 1,24 €/λίτρο, κοκ). Αμπελουργία, ελαιοκομία, οπωροκηπευτικά, ψάρια, κρέατα, τα πάντα υπόκεινται στον απόλυτο έλεγχο των κυκλωμάτων που για δεκαετίες δρουν ανεξέλεγκτα, κερδοσκοπώντας στις πλάτες του αγρότη, ενώ σκόπιμα διαχέεται στον καταναλωτή η εντύπωση πως για τις ακριβές τιμές ευθύνεται ο αγρότης-παραγωγός.
Η πανδημία του κορονοϊού και η πτώση του τουριστικού ρεύματος αποτέλεσε μία πρώτης τάξης ευκαιρία για να εκβιαστούν οι αγρότες να παραδώσουν τα προϊόντα τους σε εξευτελιστικές τιμές, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση και η ΕΕ -με τους άδικους νόμους τους- αφήνουν ανενόχλητους τους κάθε λογίς κερδοσκόπους να εκμεταλλεύονται το μόχθο της αγροτιάς.
Κάτω από αυτές τις απαράδεκτες προϋποθέσεις, το πάγιο αίτημα της αγροτιάς για τον καθορισμό κατώτατων εγγυημένων τιμών στα αγροτικά προϊόντα εξαφανίζεται κάτω από το βάρος του ανελέητου νόμου της «ελεύθερης αγοράς» και των κανονισμών της ΚΑΠ. Κάτω από την κυριαρχία των μονοπωλίων και μέσα στις συμπληγάδες της ΚΑΠ και της καπιταλιστικής κρίσης, η φτωχομεσαία αγροτιά της χώρας μας κυριολεκτικά αφανίζεται. Οι επιπτώσεις των συνεχών τροποποιήσεων της ΚΑΠ οδήγησαν σταδιακά: 1) στην κατάργηση των τιμών παραγωγού και την εγκατάλειψη της αγροτιάς στο έλεος των εμποροβιομηχάνων, 2) στην εκτόξευση του κόστους παραγωγής λόγω της αθρόας εισαγωγής μηχανημάτων και αγροτικών εφοδίων, 3) στην κατάργηση των τριτοβάθμιων συνεταιριστικών οργανώσεων που παρενέβαιναν μέσω των κρατικών επιδοτήσεων, 4) στην κατάργηση της ΑΤΕ, 5) στην κατάργηση των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων και την αντικατάστασή τους με «ομάδες παραγωγών», τις «διεπαγγελματικές οργανώσεις» και τις αγροδιατροφικές συμπράξεις (ν.4015/11). Ο «συνεταιριστικός» νόμος (ν.4384/16) της κυβέρνησης Τσίπρα μετέτρεψε τις συνεταιριστικές οργανώσεις σε ΑΕ, με υψηλό τίμημα συμμετοχής και άρα αποκλεισμό της φτωχομεσαίας αγροτιάς, 6) στην ανισοκατανομή των κοινοτικών επιδοτήσεων όπου το 20% των μεγαλοαγροτών και των «αγροτικών επιχειρήσεων» εισπράττει το 80% των επιδοτήσεων, 7) στη μετατροπή της χώρας μας από εξαγωγέα αγροτικών προϊόντων σε εισαγωγέα, με το έλλειμμα του αγροτικό εμπορικό ισοζυγίου να φτάνει τα 3-4 δις € το χρόνο. Παράλληλα, εμφανίζονται στο προσκήνιο η νέα ψηφιακή τεχνολογία, δύσχρηστη και ανεφάρμοστη για τη συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής αγροτιάς καθώς και η «πράσινη ανάπτυξη» με εφαρμογές ακατανόητες για τις συνήθειες των αγροτών μας.
Αυτό το ολέθριο καθεστώς απορρέει από την ένταξη της χώρας μας στις ΕΟΚ/ΕΕ και την εφαρμογή της ΚΑΠ που αποτελεί όργανο των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων και των μονοπωλίων τους. Όλες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις, -μη εξαιρούμενων των κυβερνήσεων συνασπισμού που μετείχε το ΚΚΕ- υπηρέτησαν πιστά τις ευρωπαϊκές πολιτικές και το καθεστώς εξάρτησης που απορρέει απ’ αυτές.
***
Σηκώνοντας τη σημαία της «ανταγωνιστικότητας» η ΕΟΚ/ΕΕ λεηλάτησε την ελληνική ύπαιθρο, είτε πουλώντας -αθρόα- τεχνολογία (τρακτέρ, θερμοκήπια, λιπάσματα, σπόρους, υβρίδια, μηχανήματα, εργαλεία, κ.α.), είτε συνάπτοντας συμφωνίες με χώρες (κυρίως από πρώην αποικίες) για εισαγωγές ομοειδών με τα ελληνικά προϊόντα, είτε «σηκώνοντας» τις τεχνικές και διαιτητικές προδιαγραφές των αγροτικών προϊόντων (τις οποίες όμως η ίδια καταπάτησε -βλέπε διοξίνες, τοξικά, εγκεφαλοπάθειες, ορυκτέλαια, κλπ, κλπ), είτε κόβοντας επιλεκτικά τις επιδοτήσεις μεσογειακών κυρίως προϊόντων, είτε επιβάλλοντας περιορισμούς και πρόστιμα στην παραγωγή, είτε διαμορφώνοντας τιμές -μέσω της «ελευθερίας της αγοράς»- απολύτως ασύμφορες για την πλειοψηφία της ελληνικής αγροτιάς του μικρού πολυτεμαχισμένου κλήρου, των μικρών κοπαδιών και ψαροκάϊκων, της χαμηλής παραγωγικότητας γενικά. Το κόστος παραγωγής για τη φτωχομεσαία αγροτιά εκτοξεύτηκε στα ύψη, ενώ παράλληλα ξεκίνησαν οι αθρόες εισαγωγές.
Παράλληλα, η ΚΑΠ έθετε συνεχή όρια για τη φυτική και ζωική παραγωγή, για την μείωση εκτάσεων και αγροκαλλιεργειών, όχι μόνο για πλεονασματικά, αλλά ακόμη και για ελλειμματικά προϊόντα για την Ευρώπη, όπως ο καπνός και το βαμβάκι. Έτσι, το ύπουλο όπλο των επιδοτήσεων σε συνδυασμό με τον άνισο ανταγωνισμό από τις ισχυρές -και άρα ανταγωνιστικότερες ευρωπαϊκές μονάδες- οδήγησαν την αγροτιά μας να ξεριζώσει δεκάδες χιλιάδες σταφιδάμπελα στη Κρήτη και την Πελοπόννησο, να συρρικνώσει τη παραγωγή και ποσότητα εξαγωγών καπνού, να μειώσει την παραγωγή σκληρού σταριού, να εξαφανίσει την τευτλοκαλλιέργεια, να διαλύσει τα θεμοκήπια, να παράγει οπωροκηπευτικά για τις «χωματερές» κλπ. Αυτή η καταστροφή της Γεωργίας μας από τη στιγμή που μπήκαμε στην ΕΟΚ αποτυπώνεται στο αγροτικό ισοζύγιο (εξαγωγές μείον εισαγωγές), το οποίο παρουσιάζει δραματική επιδείνωση σε ολόκληρη την περίοδο μετά την ένταξη μας στην ΕΟΚ/ΕΕ. Το έλλειμμα του αγροτικού ισοζυγίου έχει σχεδόν οκταπλασιαστεί μετά την ένταξη στην ΕΟΚ/ΕΕ. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι στη Γεωργία μας ακόμη απασχολούνταν υπερπενταπλάσιο ποσοστό του ενεργού πληθυσμού σε σχέση με τις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, που όμως έχουν συνήθως πλεόνασμα στο αγροτικό τους ισοζύγιο.
***
Σήμερα, η ΝΔ στηρίζει ανεπιφύλακτα την αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ, έχοντας στο πλευρό της όλα τα αστικά κόμματα. Όντας στην αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ επαναφέρει το δήθεν «νέο παραγωγικό μοντέλο που θα στηρίζεται στους συνεταιρισμούς σε σύνδεση με την επιχειρηματικότητα». Κατηγορεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη για αποσπασματικά μέτρα. Μιλά για οργανωμένα καρτέλ. Διαρρηγνύει τα ιμάτιά του απέναντι στην αυθαιρεσία των μεγαλοβιομηχάνων και των τραπεζών. Κομπάζει για τη στήριξη του αγροτικού κόσμου επί κυβέρνησής του.
Φυσικά κάνει πως ξεχνά πως με το τρίτο Μνημόνιο που συνυπόγραψε με τους δανειστές και νομοθέτησε με δεκάδες νόμους και υπουργικές αποφάσεις: α) αποστέρησε ένα μεγάλο μέρος των κοινωνικών παροχών (Υγεία, Παιδεία, Πρόνοια) από το λαό και ιδιαίτερα τα Κέντρα Υγείας της υπαίθρου, β) καθόρισε τη σύνταξη των 340 €/μήνα που δεν καλύπτει ούτε καν την επιβίωση των παλαίμαχων της δουλειάς, γ) συνέχισε το όργιο των αυθαίρετων, μειωμένων και καθυστερημένων αποζημιώσεων του ΕΛΓΑ, δ) άφησε την αγροτιά στο έλεος των τραπεζών και των υψηλότοκων δανείων, ε) κατάργησε την επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο των αγροτών, στ) αρνήθηκε να μειώσει το κόστος της ΔΕΗ στο αγροτικό ρεύμα, ζ) αύξησε τη φορολογία, ενώ παραχώρησε φοροαπαλλαγές δισεκατομμυρίων στους τραπεζίτες, βιομήχανους, μεγαλέμπορους, η) χτύπησε ανελέητα τους αγροτικούς αγώνες, θ) αποδέχθηκε το καθεστώς των «ανοιχτών» τιμών, ι) επιτάχυνε τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου στη Γεωργία-Κτηνοτροφία-Αλιεία, κ.α. Κι όλ’ αυτά με στόχο το ξεκλήρισμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς.
***
Γι’ άλλη μια φορά, κυβέρνηση και αντιπολίτευση συναγωνίζονται στη σπέκουλα και την ίντριγκα, τις υποσχέσεις και τις «δεσμεύσεις», προσπαθώντας η καθεμιά για λογαριασμό της ν’ αρπάξει το μεγαλύτερο κομμάτι της αγροτιάς, προκειμένου να προωθήσει τη θέση του στο πολιτικό σκηνικό που έχει στηθεί.
Το Μ-Λ ΚΚΕ έχει ταχθεί από την αρχή στο πλευρό της αγωνιζόμενης φτωχομεσαίας αγροτιάς, έχει αναλύσει με την αρθρογραφία του «Λαϊκού Δρόμου» και έχει συζητήσει για τα όλα τα αιτήματά της, την προοπτική του αγώνα, τη στάση του ΚΚΕ και της «Πανελλαδικής Επιτροπής των μπλόκων», την κυβερνητική αδιαλλαξία, τα στημένα αγροτοδικεία, τη θέση των αγροτοπατέρων της ΠΑΣΕΓΕΣ, το τεράστιο παλιρροιακό κύμα της «νέας» ΚΑΠ και των διεθνών συμφωνιών στο πλαίσιο του Π.Ο.Ε. και της ΤΡΡ που έρχονται να σαρώσουν τα φτωχομεσαία αγροτικά νοικοκυριά τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Η θέση του Μ-Λ ΚΚΕ είναι ξεκάθαρα προσανατολισμένη στη κατεύθυνση του ταξικού αγώνα στο πλευρό των αγροτικών συλλόγων και των αγροτικών επιτροπών, για την επίλυση μιας σειράς αιτημάτων που θα ανακουφίσουν τη μικρομεσαία αγροτιά και παράλληλα θα της δώσουν κουράγιο να συνεχίσει τους αγώνες της. Παράλληλα, θα πρέπει να συνδεθούν τα δικά της αιτήματα με τα γενικότερα αιτήματα του εργατολαϊκού κινήματος, ενάντια στις καταστροφικές συνέπειες των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών συμφωνιών, ενάντια στην εξοντωτική ΚΑΠ, ενάντια στους αντιδραστικούς νόμους των Μνημονίων, ενάντια στους αμερικανοΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς, ενάντια στην ένταξη της χώρας μας στην ιμπεριαλιστική ΕΕ, ενάντια στην εξάρτηση και την υποτέλεια.
Σήφης Σταυρίδης, μέλος της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ
e-prologos.gr