γράφει ο Δημήτρης Τσιριγώτης
Το «άβατο» της τάξης πρέπει να ζήσει. Ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να ζήσει. Το σωματείο πρέπει να ζήσει. Τότε το δημοκρατικό σχολείο θα συνεχίσει να υπάρχει.
Το «άβατο» της τάξης πρέπει να πεθάνει. Ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να πεθάνει. Το σωματείο πρέπει να πεθάνει. Αν πεθάνουν αυτά τότε το δημοκρατικό σχολείο μπορεί να γκρεμιστεί συθέμελα και αμέσως να αρχίσει η ανοικοδόμηση του Νέου Σχολείου.
Αφού οι κάμερες δεν μπήκαν στις αίθουσες ας μπουν μάτια
Για να παραβιαστεί το άβατο της τάξης υπάρχουν τρόποι. Ένας τρόπος είναι η τοποθέτηση κάμερας παρακολούθησης μέσα στην αίθουσα, ο οποίος όμως είναι παράνομος και έτσι δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Ένας άλλος τρόπος, που επιχειρήθηκε να εφαρμοστεί στη χώρα μας κατά τη διάρκεια της καραντίνας, είναι η ζωντανή αναμετάδοση του μαθήματος (live streaming). Ευτυχώς συνάντησε την καθολική αποδοκιμασία και αντίσταση της εκπαιδευτικής κοινότητας και την καταδίκη των θεσμών για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και έτσι δεν ευδοκίμησε. Όμως το σύστημα που επιδιώκει τον απόλυτο έλεγχο των εκπαιδευτικών δεν τα παρατά. Επιχειρεί ξανά τοποθετώντας αυτή τη φορά ζωντανά μάτια μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας. Μάτια αξιολογητών (διευθυντών σχολείων, συμβούλων), μάτια ενδοσχολικών συντονιστών και μάτια μεντόρων. Μάτια συναδέλφων και ημών των ιδίων. Ο στόχος είναι οι ματιές τους να υποδεικνύουν την πρέπουσα στάση των εκπαιδευτικών. Αφού όπως είναι γνωστό και από τη φυσική: ο παρατηρητής επηρεάζει το παρατηρούμενο.
Είναι το Mentoring, ο συντονισμός και η συμβουλευτική σκοτεινά εργαλεία;
Τελικά η συμβουλευτική καθοδήγηση ενός έμπειρου εκπαιδευτικού σε έναν άπειρο συνάδελφο (Mentoring), ο συντονισμός των ενεργειών μεταξύ των εκπαιδευτικών του ίδιου κλάδου, η καθοδήγηση ενός συμβούλου σε έναν εκπαιδευτικό είναι από μόνα τους σκοτεινά εργαλεία; Φυσικά και όχι. Ενδεχομένως μάλιστα θα μπορούσαν να αποτελέσουν και πολύτιμα εργαλεία στην εκπαιδευτική διαδικασία. Όμως κάθε εργαλείο κρίνεται από κείνο που έρχεται να εξυπηρετήσει, από το σκοπό και το κίνητρο δηλαδή. Και στην προκειμένη περίπτωση αυτά είναι άφωτα. Οι πραγματικοί σκοποί τους προδίδονται από την προβλεπόμενη λεπτομερή καταγραφή των ενεργειών των εκπαιδευτικών η οποία δίνει την εντύπωση παρακολούθησης και λογοδότησής τους παρά παροχής συμβουλευτικής ή συντονισμού τους. Περιμέναμε και τίποτα διαφορετικό την εποχή των παρακολουθήσεων και των επισυνδέσεων;
Αντί για σύλλογο διδασκόντων ας φτιαχτούν ομάδες
Γραπτός διαγωνισμός ΑΣΕΠ
Αυτή την εποχή στα σχολεία αποδυναμώνεται ο σύλλογος ο διδασκόντων δηλαδή το «όλοι μαζί αποφασίζουμε» ενώ ταυτόχρονα δημιουργούνται ομάδες συντονισμού με ενδοσχολικούς συντονιστές οι οποίοι με βάση τον πρόσφατο νόμο 4823: «….επικουρούν το Διευθυντή στο έργο του». Αυτό αποτελεί έμμεση μετατόπιση δύναμης από το σύλλογο διδασκόντων στο Διευθυντή. Παρεμπιπτόντως, το έργο του Διευθυντή δεν είναι καν δικό του αφού ουσιαστικά εφαρμόζει απαρέγκλιτα προειλημμένες κεντρικές αποφάσεις του υπουργείου. Δηλαδή βρίσκεται και αυτός εγκλωβισμένος σε έναν ρόλο οργάνου διεκπεραίωσης που σαφώς ανταγωνίζεται τον δημιουργικό του ρόλο.
Ο σύλλογος διδασκόντων υποτίθεται πως αποσκοπεί στη δημοκρατική λήψη αποφάσεων που αφορούν θέματα του σχολείου. Στην πραγματικότητα όμως τείνει να καταντήσει ένα διακοσμητικό όργανο που δεν έχει λόγο στα σημαντικά. Αναλώνεται κυρίως σε δευτερεύοντα θέματα με εξαίρεση τις παιδαγωγικές συνεδριάσεις του. Το πρόσφατο νομοσχέδιο για την παιδεία 4823 του 2021 ανακηρύσσει τον Διευθυντή του σχολείου σε εκείνον που αποφασίζει για τα σημαντικά. Στα άρθρα του επαναλαμβάνονται συχνά πυκνά οι εκφράσεις: Ο Διευθυντής ορίζει το ένα, ο Διευθυντής αναθέτει το άλλο. Η αποδυνάμωση του συλλόγου διδασκόντων, ο οποίος αποτελεί την καρδιά ενός σχολείου, έχει κατά μεγάλο μέρος λάβει χώρα. Ο στόχος είναι: οι εκπαιδευτικοί ναι μεν να συνεδριάζουν αλλά όχι συλλογικά. Να συνεδριάζουν σε μικρές ομάδες με πολύ συγκεκριμένες αρμοδιότητες. Διαίρει και βασίλευε.
Ταιριάζει η αόρατος χειρ της αγοράς με τον αυταρχισμό;
Από τη μία είναι εμφανές πως τα σχολεία προετοιμάζονται βάσει σχεδίου για να λειτουργούν σε λίγα χρόνια με τους κανόνες της αγοράς, στο πλαίσιο της εισαγωγής ιδιωτικό-οικονομικών κριτηρίων. Το σχολείο θα αποτελεί επιχείρηση, ο Διευθυντής θα είναι ο Διευθύνων Σύμβουλος (CEO) και οι εκπαιδευτικοί θα αναλαμβάνουν project κατά ομάδες. Κάθε ομάδα θα χρειάζεται έναν project manager, ρόλο που ουσιαστικά θα εκτελούν οι ενδοσχολικοί συντονιστές. Φυσικά το μεγαλύτερο ποσοστό των project θα αφορά το image του σχολείου προς τα έξω και την ανεύρεση επιπλέον οικονομικών πόρων για τα λειτουργικά του έξοδα.
Το διοικητικό αυτό μοντέλο που έχει εφαρμοστεί σε σχολεία των ΗΠΑ και της Αγγλίας βασίζεται στο ιαπωνικό μοντέλο διοίκησης επιχειρήσεων (Θεωρία Ζ) που είναι ευρύτατα διαδεδομένο. Άλλωστε οι Ιάπωνες είναι γνωστό πως φημίζονται για τον τρόπο εργασίας κατά ομάδες. Η Θεωρία Ζ στηρίζεται στους λεγόμενους «κύκλους ποιότητας», όπου μικρές ομάδες υπαλλήλων συναντώνται με τα ανώτερά τους στελέχη συχνά, ώστε να προγραμματίσουν και να αποτιμήσουν την πορεία των project. Κατόπιν τα ανώτερα αυτά στελέχη ενημερώνουν τη Διεύθυνση της επιχείρησης.
Και ενώ το μοντέλο αυτό είναι στην ουσία ένα συμμετοχικό μοντέλο διοίκησης του σχολείου -επιχείρησης, εντούτοις συνοδεύεται από μπόλικη δόση αυταρχισμού προερχόμενη κατευθείαν από το υπουργείο Παιδείας. Και αναρωτιέται κανείς πως ένα μοντέλο σαν αυτό που προωθείται στα σχολεία και που στηρίζεται στην αυτορρύθμιση της αγοράς μπορεί ταυτόχρονα να συνδυάζεται με κεντρική και απόλυτη παρεμβατικότητα από το κράτος (υπουργείο Παιδείας); Φυσικά η απάντηση είναι πάρα πολύ απλή: Συνήθως όταν επιχειρείται σε μία χώρα να εφαρμοσθεί το νεοφιλελεύθερο μοντέλο συνοδεύεται, μέχρι να εδραιωθεί, από απολυταρχικές παρεμβάσεις του κράτους. Και ο λόγος είναι πως όταν διαφαίνεται πως η ιδιωτικοποίηση έρχεται για να υποκαταστήσει κοινωνικές παροχές (παιδεία, υγεία κ.α.) πάντα υπάρχουν αντιδράσεις από τους εργαζόμενους και τα σωματεία τους. Για αυτό οι νόμοι και τα φιρμάνια από το υπουργείο, για αυτό το «δικαστικό χαστούκι» κάθε φορά που υπάρχει αντίδραση, για αυτό και το «ο Διευθυντής ορίζει ή αναθέτει». Για αυτό και η αόρατος χειρ της αγοράς συνδυάζεται με την ορατή και σκληρή χειρ της εξουσίας. Είναι μέχρι η αγορά να αναλάβει το κουμάντο.
Αντί για σωματείο, ο σώζων εαυτόν σωθήτω
Είναι φανερό πως στο σκόπευτρο είναι το «συνέρχεσθαι». Η συνάθροιση ανθρώπων με σκοπό την έκφραση ή την υπεράσπιση ελεύθερων ιδεών είναι και πάντα θα είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για το σύστημα εξουσίας. Για αυτό και η πανεπιστημιακή αστυνομία, για αυτό και η επιχείρηση διάλυσης κάθε συγκέντρωσης διαμαρτυρίας ή διαδήλωσης, για αυτό και η επιβολή της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για θέματα που αφορούν τον κλάδο. Για αυτό και η επιχείρηση αποδυνάμωσης και διάσπασης των σωματείων.
Το υπουργείο σε κάθε αγωγή εναντίον των σωματείων φροντίζει να κάνει σαφές πως οι «πονηροί» συνδικαλιστές φταίνε για όλα αφού παρασύρουν τους «αθώους» εκπαιδευτικούς σε κουτά ολισθήματα. Είναι φανερή η προσπάθεια δημιουργίας καχυποψίας και διχασμού μέσα στα σωματεία. Θα ήταν τεράστιο λάθος να δαιμονοποιήσουμε τον συνδικαλισμό και τους συνδικαλιστές.
Εδώ θα ήθελα να αναφέρω σε πρώτο ενικό το εξής: «αρκετές φορές έχω διαφωνήσει δημόσια με επιλογές των συνδικαλιστών χωρίς όμως ούτε στιγμή να ξεχνώ ότι την ώρα που εγώ γράφω αρθράκια στο γραφείο του σπιτιού μου εκείνοι είναι στους δρόμους και δίνουν κανονικές μάχες. Θεωρώ λοιπόν ότι κάποια στιγμή πρέπει να λέμε αλήθειες ακόμα και αν μας ξεβολεύουν μιας και φέρνουν στην επιφάνεια προσωπικές ευθύνες».
Αλίμονό μας λοιπόν εάν κάποια στιγμή βρεθούμε ως κλάδος χωρίς συνδικαλιστικό κίνημα. Και να ξέρουμε τούτο: κάθε φορά που φορτώνουμε όλα τα δεινά του κλάδου μας στους συνδικαλιστές στην πραγματικότητα λιπαίνουμε το έδαφος για την πλήρη εξουδετέρωση του συνδικαλισμού την οποία το ίδιο το σύστημα εξουσίας επιχειρεί. Ο λόγος είναι ότι σε όλες τις χώρες στις οποίες εφαρμόστηκαν εκπαιδευτικές πολιτικές ιδιωτικοποίησης, οι κυβερνήσεις είχαν φροντίσει προηγουμένως να έχουν απέναντί τους ανύπαρκτα ή εξασθενημένα συνδικάτα εκπαιδευτικών.
Ας δούμε αναλυτικά πώς μεθοδεύονται τα παραπάνω. Ο νόμος Χατζηδάκη ουσιαστικά έχει στόχο να απενεργοποιήσει το δικαίωμα στην απεργία. Από την άλλη, όταν τελικά εξαγγέλλεται μία απεργία το υπουργείο προσφεύγει στα δικαστήρια προκειμένου να χαρακτηρίσει την απεργία παράνομη και καταχρηστική.
Οι λόγοι που προβάλλει το υπουργείο στα δικαστήρια είναι πραγματικά εξωφρενικοί. Ισχυρίζεται κατηγορηματικά πως τα σωματεία προκηρύσσουν απεργία εναντίον ψηφισμένων από τη Βουλή νόμων και πως αυτό είναι κάτι σαν προσπάθεια ανατροπής του πολιτεύματος. Και αναρωτιέται κανείς: υπάρχει απεργία εναντίον μη ψηφισμένου νόμου; Όλες οι απεργίες αυτό το νόημα έχουν σε μία δημοκρατία: να εκφράσουν την λαϊκή δυσαρέσκεια σε ένα νόμο που έχει ή πρόκειται να ψηφιστεί ώστε αυτός ή να τροποποιηθεί ή να αποσυρθεί. Αυτός είναι ένας από τους στοιχειώδης κανόνες λειτουργίας της δημοκρατίας. Αν για κάθε ψηφισμένο νόμο απαγορεύεται η εξαγγελία απεργίας τότε πρόκειται για κατάφωρη παραβίαση του άρθρου 23 του Συντάγματος: «H απεργία αποτελεί δικαίωμα και ασκείται από τις νόμιμα συστημένες συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών και εργασιακών γενικά συμφερόντων των εργαζομένων». Και όταν σε ένα σωματείο απενεργοποιηθεί το πιο δυνατό του όπλο, το δικαίωμα προκήρυξης απεργίας, τότε έχει απολέσει μέρος της δύναμής του.
Η μεγαλύτερη όμως απώλεια θα ήταν εκείνη της ενότητας. Πρέπει να αποφασίσουμε τι θέλουμε: σωματείο με «διαίρει και βασίλευε» ή σωματείο πολυφωνικό μεν αρραγούς μετώπου δε; Αν δεν σώσουμε το σωματείο μας τότε το μόνο που μάς μένει είναι: Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!
Αντί για απειλή, μία ευχή
Το «άβατο» της τάξης πρέπει να ζήσει. Ο σύλλογος διδασκόντων πρέπει να ζήσει. Το σωματείο πρέπει να ζήσει. Αν ζήσουν αυτά τότε το δημοκρατικό σχολείο θα συνεχίσει να υπάρχει. Αλλιώς, μηδείς σωθήτω!
πηγή: drepani.gr
e-prologos.gr