Του Γιώργου Κ. Καββαδία
Από τη Ν. Κεραμέως στην … Πρεσβεία των ΗΠΑ!
Νίκη Κεραμέως: «Η αμέσως επόμενη νομοθετική πρωτοβουλία θα περιλαμβάνει ρυθμίσεις σχετικά με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και τις μεγαλύτερες αρμοδιότητες των διευθυντών». Τα παραπάνω ανέφερε η υπουργός Παιδείας κ. Νίκη Κεραμέως, κατά τη διάρκεια διαδικτυακής εκδήλωσης που διοργάνωσε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Παρά τα συντριπτικά ποσοστά περίπου 80% των εκπαιδευτικών συμμετοχής στην απεργία – αποχή από την αξιολόγηση και τον ελιγμό για συνάντηση κυβέρνηση και ΥΠΑΙΘ δείχνουν αποφασισμένοι να επιβάλουν δια πυρός και σιδήρου την αξιολόγηση/αυτοαξιολόγηση – χειραγώγηση και κατηγοριοποίηση εκπαιδευτικών και σχολείων που αποτελεί τον πολιορκητικό κριό για την παραπέρα αποδόμηση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης, την ενίσχυση της ιδιωτικοποίησης της δημόσιας εκπαίδευσης και βασικό πυλώνα του ευέλικτου και πειθαρχημένου σχολείου με βάση τις συνταγές της ΕΕ του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ. Πρόσφατα, μέσω των wikileaks, όπου διέρρευσαν έγγραφα της Αμερικάνικης Πρεσβείας, ήρθαν στην επιφάνεια πληροφορίες για τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ σε ότι αφορά το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Σε αυτά τα έγγραφα δεν παρατηρείται τίποτα λιγότερο από το σύνολο της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης όπως τη γνώρισαν μαθητές, φοιτητές και εκπαιδευτικοί την τελευταία δεκαπενταετία, με κύριους άξονες την ιδιωτικοποίηση της παιδείας και το χτύπημα των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων του εκπαιδευτικού κινήματος. Εμπόδιο στην πλήρη εμπορευματοποίηση της παιδείας όπως την οραματιζόταν και ακόμα οραματίζεται ο Αμερικάνικος Ιμπεριαλισμός, στέκονται σύμφωνα με τα δημοσιοποιημένα έγγραφα, τα Εκπαιδευτικά Σωματεία και οι Φοιτητικοί Σύλλογοι, το συνδικαλιστικό και πολιτικό κίνημα της νεολαίας και της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Αναφορικά με την αξιολόγηση τις τελευταίες δεκαετίες τα αγγλοσαξωνικά μοντέλα αξιολόγησης/αυτοαξιολόγησης που αμφισβητούνται εντονότατα και καταρρέουν στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες εμφανίζονται στην Ελλάδα με αγιογραφικές διακηρύξεις από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις και όλους ανεξαιρέτως τους υπουργούς παιδείας ωα το μαγικό ραβδί για την «αναβάθμιση» της παιδείας και «δια πάσαν νόσον». Όπως είναι γνωστό με το ν.4692/2020 έχει ήδη θεσμοθετηθεί η εξωτερική αξιολόγηση των σχολείων (ασχέτως αν ανακόπηκε η προώθησή της λόγω πανδημίας) και ετοιμάζεται η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Το να αποτελέσουν οι βαθμολογίες των μαθητών βασικό «πυλώνα» του νέου «οικοδομήματος» αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, με δραστικό ρόλο των Σχολικών Συμβούλων (οι οποίοι στο νέο νόμο θα «βαφτιστούν» με άλλο όνομα) και της Τράπεζας Θεμάτων, προετοιμάζει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας. Κοντολογίς, η «απόδοση» των μαθητών και τα «μαθησιακά αποτελέσματα» (π.χ. βαθμολογίες, τεστ, συμμετοχή σε εργασίες και προγράμματα, αποτελέσματα εξετάσεων, ροή αποφοιτούντων) θα αποτελέσουν κριτήρια της αξιολόγησης της σχολικής μονάδας (και θα επηρεάσει την κρατική χρηματοδότησή της στη λογική κόστος – όφελος) και των εκπαιδευτικών.
Εκπαιδευτικοί: οι «αποδιοπομπαίοι τράγοι» της σχολικής αποτυχίας!
Στο νέο πλαίσιο, οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών τους σε προτυποποιημένα τεστ και η διοίκηση του σχολείου «χρεώνεται» με τη σειρά της την επιτυχία και την αποτυχία όλων. Δεν είναι, βέβαια, τυχαίο ότι από την επίσημη αξιολόγηση ουσιαστικά «αγνοούνται» ή καταγράφονται τυπικά οι αμέτρητοι κοινωνικοί και εκπαιδευτικοί παράγοντες που επηρεάζουν και συνδιαμορφώνουν την εκπαιδευτική διαδικασία και το εκπαιδευτικό έργο. Κοινωνική προέλευση, οικογενειακή κατάσταση, συνθήκες διαβίωσης και κατοικίας, υλικοτεχνική υποδομή σχολείου, αναλυτικά προγράμματα, τύπος εξετάσεων, σχολικά βιβλία, εκπαιδευτικό κλίμα, παιδαγωγικές μέθοδοι, τα πάντα γίνονται καπνός.
«Αγνοούνται» οι κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες που διαμορφώνουν αντίξοες συνθήκες για την εκπαίδευση των μαθητών από τα ασθενέστερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Παραλείπονται όλοι εκείνοι οι παράγοντες που οδηγούν στον Καιάδα της εγκατάλειψης του σχολείου και του αναλφαβητισμού.
Η «αξιολόγηση» της σχολικής μονάδας, η οποία στην πιο ακραία έκφραση της θα συνδέεται με τις εξεταστικές επιδόσεις των μαθητών εκτός του ισοπεδωτικού της χαρακτήρα, θα χωρίζει τα σχολεία σε κατηγορίες, θα οξύνει τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, δηλητηριάζοντας εκπαιδευτικές και κοινωνικές σχέσεις, διαφοροποιώντας τους τρόπους χρηματοδότησης, βάζοντας τους χορηγούς από το παράθυρο και τους γονείς να στηρίζουν οικονομικά τη λειτουργία, οδηγώντας πολλά σχολεία στο μαρασμό και τελικά στο κλείσιμο.
Στο πλαίσιο αυτό το ΥΠΑΙΘ «σερβίρει», ως φαρμακευτική αγωγή για την επαναφορά μιας αντικειμενικής βαθμολόγησης των εκπαιδευομένων, την καθιέρωση στο Δημοτικό Σχολείο ενός είδους γραπτής αξιολόγησης των μαθητών στις δυο – τρεις τελευταίες τάξεις, αυξημένο και αναβαθμισμένο ρόλο στους σχολικούς συμβούλους και έλεγχο-αξιολόγηση εκείνων των εκπαιδευτικών που οι προφορικές βαθμολογίες που έβαλαν στους μαθητές απέχουν σημαντικά από τις βαθμολογίες που πετυχαίνουν οι εξεταζόμενοι στις γραπτές εξετάσεις. Εδώ, προβάλλεται και η Τράπεζα Θεμάτων και οι εξετάσεις πανελλαδικού τύπου σαν εργαλείο σύγκρισης μεταξύ προφορικής και γραπτής βαθμολογίας, σαν το όχημα κανονικοποίησης της βαθμολογίας.
Η έκθεση Πισσαρίδη προτείνει συγκεκριμένα για την αντιμετώπιση της παραπάνω «αγκύλωσης» τα εξής: «Συνεχής αξιολόγηση με βάση κριτήρια όπως οι επιδόσεις των μαθητών, το ποσοστό εισαγωγής των μαθητών στα Πανεπιστήμια, οι ειδικές προκλήσεις κάθε σχολείου. Σύνδεση της χρηματοδότησης των σχολείων με την επίτευξη εκπαιδευτικών στόχων. Δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων και σύγκριση μεταξύ των σχολείων με αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών».
Σε συνθήκες «αξιολογικής δικτατορίας» το παιδαγωγικό και διδακτικό έργο των εκπαιδευτικών μετατρέπεται σε ένα στεγνό διοικητικό μηχανισμό, συμπλήρωσης αριθμών και φορμών, το σημαντικότερο είναι ότι οι «αντικειμενικές» μετρήσεις θα παράγουν ενοχοποιήσεις, κατάταξη και ανταγωνισμό. Η σχολική κοινότητα από χώρος συνεργασίας και συμβιωτικής προσπάθειας θα γίνει βαθμιαία χώρος απόκρυψης, προσωπικής προβολής και διαρκούς ανταγωνισμού
Από τον ΟΟΣΑ στον Κ. Γαβρόγλου – Η διεθνής εμπειρία
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, «η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, του εκπαιδευτικού καθώς και τα τυποποιημένα τεστ για την αξιολόγηση των μαθητών σε εθνικό επίπεδο πρέπει να εξεταστούν μαζί, έτσι ώστε όχι μόνο να είναι αποτελεσματικές οι νέες πολιτικές όσον αφορά την επίτευξη των στόχων του πλαισίου αξιολόγησης, αλλά και να δημιουργούν συμπληρωματικότητες, να αποφεύγεται η αλληλοεπικάλυψη και να προλαμβάνεται η ασυνέπεια μεταξύ των στόχων».
Η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων σε επίπεδο περιφέρειας δε θα εντείνει απλώς, την κοινωνική διαφοροποίηση των σχολικών μονάδων, αλλά θα οξύνει επιπλέον και το πνεύμα ανταγωνισμού στην κατεύθυνση της ακόμη μεγαλύτερης αποδοχής του προτεινόμενου αξιολογικού πλαισίου και των σύστοιχων στόχων της κυρίαρχης εκπαιδευτικής πολιτικής. Ας σημειωθεί ότι σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η θεσμοθέτηση περιφερειακών εξετάσεων για το «Νέο Λύκειο» που εξήγγειλε, αλλά δεν μπόρεσε να υλοποιήσει η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ με Υπουργός Παιδείας Κ. Γαβρόγλου και μάλιστα με απώτερο στόχο τη σύνδεση των επιδόσεων των μαθητών με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Στις 31-8-17, ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου, σε συνέντευξή του στον Real Fm αναφερόμενος στο νέο Λύκειο δήλωσε ότι «το διαγώνισμα του Ιανουαρίου θα είναι ένας τρόπος να δούμε αν οι δάσκαλοι και οι καθηγητές είναι αποτελεσματικοί. Διότι κι αυτοί οι άνθρωποι καμιά φορά δεν είναι τόσο αποτελεσματικοί». Με τη δήλωση αυτή του Κώστα Γαβρόγλου ουσιαστικά αποκαλύπτεται ότι τα κριτήρια αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων συνδέονται από τα μαθησιακά αποτελέσματα, δηλαδή οι επιδόσεις των μαθητών.
Μια παρόμοια πρόθεση εκδηλώθηκε, αλλά δεν προχώρησε, τον Μάρτιο του 2013, όταν επιχειρήθηκε να εισαχθεί στον ν. 4142/2013 «Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΕ)» τροπολογία για την αξιολόγηση σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, που όριζε με σαφήνεια, ανάμεσα σε άλλα, ότι η αξιολόγηση–κρίση των εκπαιδευτικών θα γίνεται με βάση τις επιδόσεις των μαθητών τους.
Η ιστορία της εκπαίδευσης και η συγκριτική παιδαγωγική καταδεικνύουν ότι όπου εφαρμόστηκε η αξιολόγηση οδήγησε στην εξωτερική αξιολόγηση των μαθητών, δηλαδή σε εξετάσεις. Η γενίκευση της και η μετατροπή της σε βασική πηγή αξιολόγησης για τον εκπαιδευτικό (όπως συμβαίνει στις παραπάνω χώρες) θα μετατρέψει τα σχολεία σε φροντιστήρια εκγύμνασης εν όψει εξετάσεων και θα καταστρέψει όποια μορφωτική αξία έχει διατηρήσει το σχολείο. Έτσι μέσα από την αλυσίδα των ωφελιμοθηρικών αντιλήψεων, το «μαθαίνω» μεταφράζεται σε «αποστηθίζω», η παιδεία συρρικνώνεται σε καταναγκαστικό βαθμοθηρικό μηχανισμό και στο τέλος δε σώζεται ένα κομματάκι ψυχής και πνεύματος για να τρυπώσουν η απόλαυση της ανάγνωσης, η χαρά της αναζήτησης και της εύρεσης, η τέρψη της γνώσης.
Συλλογικότητα – Αντίσταση
Παραφράζοντας τον Δ. Γληνό θα χαρακτηρίζαμε την αξιολόγηση ως τον «άταφο νεκρό» της εκπαίδευσης. Αν η κυβέρνηση, η Ε.Ε. και το κεφάλαιο θέλουν να πιστεύουν στη νεκρανάσταση για να οικοδομήσουν το φθηνό, ευέλικτο, πειθαρχημένο σχολείο υποταγμένο στους νόμους της αγοράς πάνω στα ερείπια του δημόσιου σχολείου, οι εκπαιδευτικοί έχουν κάθε λόγο να την θάψουν όσο πιο βαθιά γίνεται.
Να συμβάλουν στη διαμόρφωση ενός μορφωτικού κοινωνικού κινήματος που θα διεκδικεί έναν «άλλο» ρόλο για τον εκπαιδευτικό και την εκπαίδευση. Να προβάλουν προτάσεις – όχι για να εξωραϊσουν την αξιολόγηση – αλλά που συνθέτουν το όραμα για ένα άλλο σχολείο που να χωρά όλα τα παιδιά χωρίς φραγμούς και διακρίσεις, για μια ανθρωποκεντρική κοινωνία
e-prologos.gr