γράφουν οι Χρήστος Δάμαλος και Βασίλης Πετράκης

Τα «χρώματα» της ενέργειας καθορίζονται από τις αντιθέσεις των ιμπεριαλιστών και  των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων

Αν και στην επιστημονική κοινότητα γύρω από το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής υπάρχουν αντιφατικές και αντικρουόμενες απόψεις, το θέμα έχει βρεθεί στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης και μάλιστα συνδεδεμένο άμεσα με την ενέργεια. Το κυρίαρχο αφήγημα και στη χώρα μας, χρεώνει το περιβαλλοντικό πρόβλημα εξ ολοκλήρου στα ορυκτά καύσιμα (όχι σε όλα, όπως προκύπτει παρακάτω) που χρησιμοποιούνται κατά βάση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο, το βέβαιο είναι ότι η καπιταλιστική «ανάπτυξη», το παραγωγικό μοντέλο αυτού του συστήματος και όχι γενικώς ο «άνθρωπος», έχει προκαλέσει μια τεράστια οικολογική καταστροφή στον πλανήτη. Εξίσου βέβαιο είναι, ότι η οικολογία και κάθε πρόβλημα που σχετίζεται με το περιβάλλον –δυστυχώς για τους «απολίτικους» εθελοντές και οπαδούς των αισχρά κερδοσκοπικών ΜΚΟ– είναι ζητήματα βαθιά πολιτικά. Και οι τελευταίες εξελίξεις πιστοποιούν ακριβώς αυτό, ότι δηλαδή το οικολογικό ζήτημα δεν ίπταται πάνω από τάξεις και ιδεολογίες, η λύση των περιβαλλοντικών προβλημάτων δεν βρίσκεται γενικώς και αορίστως στην «ενημέρωση, την ευαισθητοποίηση και στην αλλαγή του τρόπου ζωής», όπως επιμένουν να την παρουσιάζουν οι δυνάμεις του συστήματος (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπει να κάνει ο καθένας ό,τι μπορεί), οι όποιες λύσεις είναι στενά δεμένες με ευρύτερες πολιτικές διεκδικήσεις και αλλαγές, ενώ η καθολική απάντηση στο ζήτημα της οικολογίας συνδέεται αναγκαστικά με την ανατροπή του συστήματος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής παραγωγής. Κάθε άλλη οπτική και αντίληψη, όσες οικολογικές ευαισθησίες και αγνές προθέσεις και αν έχει, είναι καταδικασμένη να πνιγεί ανάμεσα στη στείρα άρνηση της καύσης του άνθρακα από τη μια… και στον αγώνα ενάντια στην εγκατάσταση των ανεμογεννητριών (ΒΑΠΕ) από την άλλη.

Η συμφωνία «για το κλίμα και την κλιματική αλλαγή», δεν είναι παρά μια ακόμη οικονομική συμφωνία που ορίζεται από τους συσχετισμούς και τα συμφέροντα πρώτα και κύρια των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Και ως τέτοια, σε καμία περίπτωση δεν έχει στόχο να απαντήσει στα περιβαλλοντικά προβλήματα, όποια και αν είναι αυτά, πολύ απλά γιατί αυτά τα συμφέροντα που διαγκωνίζονται στις ιμπεριαλιστικές συμφωνίες, αποτελούν την αιτία της καταστροφής και όχι τη λύση της.

Μοναδικός στόχος της «συμφωνίας για το κλίμα» είναι να μοιράσει την παγκόσμια οικονομική και πολιτική πίτα της ενέργειας μεταξύ αυτών των συμφερόντων, στη βάση της δύναμης και επιρροής που αυτά παρουσιάζουν σε κάθε φάση. Από το «πρωτόκολλο του Κιότο» (1997) μέχρι τη «συμφωνία των Παρισίων» (2017-18), οι παγκόσμιες υπερδυνάμεις κάτοχοι των ενεργειακών πηγών και τεχνολογιών, κάτω από «οικολογικές ταμπέλες», παίζουν ένα σκληρό πόκερ συμφερόντων, με λυκοσυμμαχίες, προσχωρήσεις, αλλά και με καταγγελίες και αποχωρήσεις. Γι’ αυτό και κάθε πόρισμα αυτών των συμφωνιών και τις προτεινόμενες «λύσεις» τους, οφείλουμε να τις βλέπουμε τουλάχιστον με καχυποψία.

ΠράσινΕΕς υποκρισίες

Σε αυτό το σκληρό παζάρι που διεξάγεται πρώτα και κύρια ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά και με τη συμμετοχή πετρελαιοπαραγωγών χωρών, η ΕΕ έχει βρεθεί στο ρόλο του «οικολόγου πράσινου»! Ο λόγος είναι κάτι παραπάνω από προφανής. Οι ισχυρές χώρες της ΕΕ, παρά τον έλεγχο κάποιων πηγών υδρογονανθράκων (όπως αυτές στην Αλγερία και στο Δέλτα του Νίγηρα), κάποιων αγωγών και των κοιτασμάτων που διαθέτουν (Βόρεια Θάλασσα) δεν ανήκουν στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες και δεν μπορούν να έχουν σοβαρή επιρροή σε κάποιες απ’ αυτές. Σε μια φάση μάλιστα που με επεμβάσεις και πολέμους, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, εκτός από τα μεγάλα κοιτάσματα που διαθέτει, έχει καταφέρει να ελέγχει ένα τεράστιο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής υδρογονανθράκων (με μοναδικούς αντιπάλους στο χώρο τη Ρωσία και το Ιράν), η ΕΕ στριμωγμένη στις νέες συνθήκες, αναζητεί διέξοδο και σφαίρες επιρροής και στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Γι’ αυτό και σε όλες τις σχετικές διεθνείς «συμφωνίες» Γερμανία και Γαλλία βρίσκονται απέναντι στις χώρες της περίφημης «λέσχης του άνθρακα» (με κύρια δύναμη τις ΗΠΑ, τις χώρες του ΟΠΕΚ και τη Ρωσία). Από εκεί και πέρα είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και η Γερμανία, βασικός εισηγητής των ΑΠΕ (για τις άλλες χώρες), κύριος παραγωγός ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών, εξακολουθεί να παράγει το 40% της ενέργειάς της από λιγνίτη, ενώ η Γαλλία, ένθερμος υποστηρικτής και αυτή των ΑΠΕ, παράγει το 48% της ηλεκτρικής της ενέργειας από πυρηνικούς αντιδραστήρες! Γενικώς, το 25% και πλέον της ενέργειας που παράγεται σε χώρες της ΕΕ προέρχεται από πυρηνικά εργοστάσια. Μετά από δυο δεκαετίες προσπάθειας εγκαθίδρυσης των ΑΠΕ, λιγότερο από το 16% της ενέργειας που παράγεται στην ΕΕ προέρχεται από αυτές. Και όλα αυτά συμβαίνουν στο στρατόπεδο… της «πράσινης ενέργειας».

Το ζήτημα της ενεργειακής πολιτικής μιας χώρας δεν μπορεί να υπακούει απλά σε οικολογικές διακηρύξεις. Έχει πριν και πάνω απ’ όλα οικονομική και πολιτική διάσταση. Σε μια περίοδο που οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με κυρίαρχες τις ΗΠΑ, βυσσοδομούν εναντίων των λαών με κάθε είδους εμπάργκο που επιβάλλουν με το παραμικρό, ο καθένας μπορεί να αναλογιστεί τι σημαίνει η ενεργειακή εξάρτηση. Ο έλεγχος της ενέργειας, αποδεδειγμένα, συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την πολιτική επιρροή σ’ αυτήν.

Εκτός από τα στενά οικονομικά συμφέροντα, στις διάφορες συμφωνίες αποτυπώνονται και αυτές οι βλέψεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Έτσι και οι νέες ποσοστώσεις για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ που επιβάλλονται στα πλαίσια της ΕΕ, δεν έχουν στόχο την απαλλαγή του πλανήτη από εκπομπές CO2. Έχουν στόχο τη διάθεση των βιομηχανικών προϊόντων της ΕΕ, αλλά και την διατήρηση των χωρών μελών (και όχι μόνο) στην σφαίρα επιρροής της Γερμανίας και της Γαλλίας.

Για την «απολιγνιτοποίηση»

Υπό διωγμό, στη βάση των συμφωνιών για το κλίμα, βρίσκονται τα στερεά ορυκτά καύσιμα, όπως ο λιγνίτης. Ο λόγος δεν είναι ότι η καύση τους παράγει διοξείδιο του άνθρακα, όπως υποκριτικά ισχυρίζονται οι εισηγητές των συμφωνιών. Άλλωστε στην παραγωγή ενέργειας στις χώρες μέλη της ΕΕ, τα λιγνιτικά εργοστάσια αναμένεται να  αντικατασταθούν (όσα αντικατασταθούν) κυρίως από μονάδες παραγωγής ενέργειας από φυσικό αέριο! Από ένα άλλο ορυκτό καύσιμο δηλαδή, που η καύση του παράγει επίσης διοξείδιο του άνθρακα!

Ο λόγος είναι ότι τα κοιτάσματα τύρφης-λιγνίτη-άνθρακα είναι διάσπαρτα σε όλο τον πλανήτη, δεν αποτελούν δηλαδή μονοπώλιο των ιμπεριαλιστικών κέντρων, και άρα η παραγόμενη ενέργεια από λιγνίτη δεν μπορεί, ως επί το πλείστον, να ελεγχθεί από αυτά. Τα ορυκτά στερεά καύσιμα είναι τόσα πολλά και «δημοκρατικά» μοιρασμένα στη Γη, που η χρήση τους δεν χωράει μέσα στις «συμφωνίες» των μεγάλων…

Η Ελλάδα προορίζεται για …

Τα λιγνιτικά κοιτάσματα αποτελούν επί της ουσίας τη μοναδική πηγή ορυκτών καυσίμων για παραγωγή ενέργειας που διαθέτει η Ελλάδα, μέχρι αυτή τη στιγμή. Η ενεργειακή πολιτική της χώρας όλα τα προηγούμενα χρόνια βασίστηκε πάνω σε αυτά, με τη συμβολή ενός ποσοστού από ΑΠΕ (κυρίως υδροηλεκτρικά και ανεμογεννήτριες). Όσο και αν διαφημίζονται, με την υπάρχουσα τεχνολογία (την οποία η Ελλάδα δεν διαθέτει) οι ΑΠΕ δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές ενεργειακές ανάγκες μίας χώρας, ακόμη και αν αυτή είναι (βιομηχανικά μηδαμινή) σαν την Ελλάδα. Το ενεργειακό μείγμα  είναι αυτό που μπορεί με τα σημερινά δεδομένα να εξασφαλίζει μια στοιχειώδη ενεργειακή αυτάρκεια στη χώρα, σε περίπτωση που αυτό ήταν ζητούμενο.      

Για τους ντόπιους λακέδες που διαχειρίζονται το σύστημα της εκμετάλλευσης, της εξάρτησης και της υποτέλειας, τέτοια αναγκαιότητα δεν υπάρχει. Με περισσή ευκολία υιοθετούν τις ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες και τα πλάνα τους και βιάζονται να τα υπερκαλύψουν. Τερματισμό της παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη μέχρι το 2028, υποσχέθηκε πανηγυρικά ο Μητσοτάκης! Χωρίς να μπαίνει στον κόπο να μιλήσει για τους χιλιάδες εργαζόμενους που θα απολυθούν, για ολόκληρες πόλεις και την οικονομία τους που θα καταρρεύσει, ανακοινώνει με ευκολία τη διάλυση του κύριου βιομηχανικού τομέα της χώρας. Και όλα αυτά στο όνομα μιας προσχηματικής «οικολογικής ευαισθησίας». Ακόμη χειρότερα, δεν μπαίνει στον κόπο να εξηγήσει τι θα σημάνει οικονομικά αυτό για ολόκληρη τη χώρα.

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη γίνεται με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, ειδικά για χώρες όπως η Ελλάδα. Λόγω της επάρκειας των κοιτασμάτων εξασφαλίζονταν η σταθερότητα και στην τιμή πώλησης του ηλεκτρικού ρεύματος.

Τι θα σημάνει για τα τιμολόγια και τα λαϊκά νοικοκυριά η ολοκληρωτική εξάρτηση από τις εισαγόμενες τεχνολογίες των ΑΠΕ και το εισαγόμενο φυσικό αέριο; Αν όπως λέει ο Μητσοτάκης, σε 9 χρόνια κλείσει και η τελευταία μονάδα καύσης λιγνίτη, τι θα σημαίνει για την οικονομία και τη ζωή της χώρας η συνήθης διακύμανση της τιμής του Φ.Α.;

…κέντρο φυσικού αερίου…

Είναι εντυπωσιακό το γεγονός, ότι οι κυρίαρχοι κατάφεραν να παρουσιάζουν το φυσικό αέριο σαν απάντηση στο αίτιο των περιβαλλοντικών προβλημάτων και της κλιματικής αλλαγής. Πρόκειται πράγματι για ένα πιο καθαρό καύσιμο από το λιγνίτη (αφού δεν περιέχει θείο), αλλά δεν παύει να είναι ένα ορυκτό καύσιμο του οποίου η καύση παράγει διοξείδιο του άνθρακα. Ειδικά στην Ελλάδα των σκανδάλων του Μυτιληναίου σε βάρος της ΔΕΗ, η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια από τη μονάδα φυσικού αερίου του τελευταίου, παράλογα αγοράζονταν από τη ΔΕΗ σε (αυξημένες) τιμές ΑΠΕ! Είναι κάποια απ’ αυτά τα δισεκατομμύρια που έκλεψε ο Μυτιληναίος από τη ΔΕΗ, ώστε τώρα να κατασκευάσει νέα μονάδα παραγωγής με φυσικό αέριο και να γίνει βασικός παίκτης στην παραγωγή ενέργειας στη χώρα μας. Στόχος είναι οι επενδύσεις θερμικών μονάδων παραγωγής ρεύματος από φυσικό αέριο να αυξηθούν τα επόμενα χρόνια, μετατρέποντας αυτό το καύσιμο σε βασική πηγή ενέργειας για την Ελλάδα. Πιο απλά, στόχος είναι η απόλυτη ενεργειακή και η βαθύτερη οικονομική εξάρτηση της χώρας από αυτούς (ΗΠΑ, ΕΕ) που θα ελέγχουν τις κάνουλες του φυσικού αερίου. Οι αγωγοί φυσικού αερίου που προορίζονται να φτάνουν και να περνούν από τη χώρα, καθώς και οι μονάδες LNG (υγροποιημένου αερίου) που σχεδιάζονται, όπως αυτή στην Αλεξανδρούπολη, αποδεικνύουν ακριβώς αυτό.

Όσο και αν πανηγυρίζει ο Μητσοτάκης για την απολιγνιτοποίηση, αυτό που δεν λέει είναι ότι γίνεται προς όφελος του «πράσινου» φυσικού αερίου. Ενός άλλου ορυκτού καυσίμου που η χώρα μας είναι αναγκασμένη να εισάγει.

… και «πράσινης» ζούγκλας

Οι ΑΠΕ και κατά κύριο λόγο οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά, με τον τρόπο που επιβάλλονται σε χώρες όπως η Ελλάδα, συνιστούν ένα νέο μεγάλο περιβαλλοντικό πρόβλημα. Η δημιουργία βιομηχανικών πάρκων ανεμογεννητριών, όπως έχει αποδειχθεί, προϋποθέτει την καταστροφή ολόκληρων περιοχών, σε τέτοια κλίμακα που καθιστά τα περιβαλλοντικά τους «πλεονεκτήματα»… αμφιλεγόμενα. Αποψίλωση τεράστιων εκτάσεων, διανοίξεις μεγάλων δρόμων για τη μεταφορά των ανεμογεννητριών στα βουνά, γιγαντιαίες εκσκαφές και μπετά για την θεμελίωσή τους (2 στρέμματα και 800 κυβ. μέτρα μπετό η κάθε βάση και 130 μέτρα ύψος γεννήτριας), είναι μερικά μόνο απ’ αυτά που έχουν συμβεί με την εγκατάσταση των πρώτων ΒΑΠΕ στη χώρα μας. Οι αθρόες επιδοτήσεις για την εγκατάσταση ΑΠΕ, δηλαδή η χρηματοδότηση των βιομηχανιών του κλάδου από τους λαούς της Ευρώπης και από τον ελληνικό λαό που λούζεται τις ευεργεσίες των επενδυτών, έχουν στόχο την απορρόφηση των βιομηχανικών προϊόντων κυρίως της Γερμανίας και όχι την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής.  

Οι ΑΠΕ λόγω της φύσης τους δεν μπορούν να αποτελέσουν τη βάση παραγωγής ενέργειας για καμία χώρα, πολύ περισσότερο όταν η ίδια δεν διαθέτει τέτοιες τεχνολογίες όπως η Ελλάδα. Η αστάθεια που παρουσιάζουν στην παραγωγή (π.χ. εξάρτηση από αέρα) ή η μικρή τους απόδοση, τις καθιστά μέχρι σήμερα συμπληρωματικές δομές σε μια παραγωγή «ενέργειας βάσεως» από θερμικές μονάδες. Επιπλέον, οι συνεχείς τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα, με το αζημίωτο για τους «επενδυτές» του κλάδου, απαιτούν συνεχώς την αντικατάσταση του παλιού εξοπλισμού με νέο, διαμορφώνοντας ένα υπέρογκο κόστος για τα θύματα της «πράσινης» επέλασης. Τελικά, ο τρόπος που προωθείται η εγκατάσταση ανεμογεννητριών στη χώρα μας έχει μέχρι τώρα καταστρέψει πολλά βουνά και οικοσυστήματα με συγκριτικά μικρό αποτέλεσμα στην παραγωγή. Σε κάθε περίπτωση το μέγεθος της πράσινης καταστροφής είναι τέτοιο, που σε ελάχιστο χρόνο έχει μετατρέψει τους «πράσινους» φίλους των ΑΠΕ, σε… πράσινους εχθρούς τους, απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας.

Η ιστορία της πράσινης ενέργειας προσφέρεται για συμπεράσματα. Όσο θελκτική και αν ηχούσε η παραγωγή ενέργειας από αέρα και συγκέντρωνε το ενδιαφέρον των οικολόγων (και όχι μόνο), η πραγματικότητα απέδειξε ότι δεν υπάρχουν αθώες λέξεις. Η καπιταλιστική ανάπτυξη είναι αυτή που ορίζει τους όρους και το περιεχόμενο των «πράσινων» επενδύσεων. Είναι αυτή που μετατρέπει τα ελληνικά βουνά σε νεκρά βιομηχανικά τοπία. Πίσω από τους παραπλανητικούς τίτλους για την «κλιματική αλλαγή» και τις «συμφωνίες» τους, οι ισχυροί του πλανήτη κρύβουν τους ίδιους αδυσώπητους ανταγωνισμούς και την εξυπηρέτηση των ίδιων συμφερόντων. Αυτών που ευθύνονται για την καταστροφή του περιβάλλοντος και τα δεινά της ανθρωπότητας.

πηγή: Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το