Είναι γνωστό πως τρία κύρια όργανα συμμετέχουν στη θέσπιση της νομοθεσίας της ΕΕ: το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Κομισιόν), η οποία προασπίζει τα συμφέροντα της Ένωσης συνολικά. Η Κομισιόν σαν ανώτατο θεσμικό όργανο της ΕΕ (η κυβέρνηση της ΕΕ) είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία και των άλλων θεσμικών οργάνων μεταξύ των οποίων και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Μέχρι τώρα, υπήρχε σαφής αποδοχή στη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ από τα κράτη-μέλη και κυρίως από το λεγόμενο σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης (Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, Δανία) για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QI), δηλ. την εξαγορά κρατικών ομολόγων των κρατών-μελών με ευμενείς όρους. Με την πρόσφατη απόφαση της Κομισιόν που έδωσε το «πράσινο φως» στην ΕΚΤ να επεκτείνει το πρόγραμμα QI λόγω πανδημίας κορονοϊού, δόθηκε εντολή στις κεντρικές Τράπεζες (μεταξύ των οποίων και η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας η Bundesbank) να αγοράζουν μαζικά κρατικά ομόλογα, ώστε να διευκολύνονται τα κράτη-μέλη στη διάρκεια της υγειονομικής -και όχι μόνο- κρίσης. Είναι γνωστό πως για τη νομική ορθότητα της πολιτική της EKT υπεύθυνο είναι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Ωστόσο, πριν μία εβδομάδα το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης αποφάνθηκε πως το πολιτικό μέρος της απόφασης εξαγοράς κρατικών ομολόγων-«σκουπίδια» (που ουσιαστικά σημαίνει «τύπωμα» χρήματος) ύψους 2 τρισ.€, υπερβαίνει τις αρμοδιότητες της ΕΚΤ, στρεβλώνει τους κανόνες της Αγοράς, προβαίνει σε αθέμιτη ενίσχυση των πιο αδύναμων κρατών-μελών, διαμορφώνει εικονικό οικονομικό περιβάλλον, καθορίζει διοικητικά και χειραγωγεί τις τιμές των κρατικών ομολόγων και τελικά οδηγεί σε πολιτικές που πλήττουν τους αποταμιευτές και βοηθούν στη διατήρηση μη βιώσιμων δραστηριοτήτων και επιχειρήσεων. Κατά συνέπεια θα πρέπει σε τρεις μήνες να αποδειχθεί και να ελεγχθεί η ορθότητα και η αναλογικότητα των ενεργειών της ΕΚΤ. Παράλληλα, έδωσε εντολή στη γερμανική κεντρική τράπεζα πως, αν οι απαντήσεις της ΕΚΤ στο διάστημα των τριών μηνών δεν κριθούν βάσιμες, τότε να σταματήσει να δέχεται ευρωπαϊκά ομόλογα, γεγονός που ανατρέπει εκ βάθρων ολόκληρο το πρόγραμμα της ΕΚΤ. Την απόφαση αυτή η Bundesbank είναι υποχρεωμένη να σεβαστεί κατά παρέκκλιση των αποφάσεων της ΕΚΤ, εφόσον αρμόδιο είναι το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας της. Ταυτόχρονα δημιουργείται και ένα πολιτικό εμπόδιο που επιτρέπει στη Μέρκελ την αθέτηση κάθε συμφωνίας για το υπό σύσταση Ταμείο Ανάκαμψης (επιδοτήσεις εργαζομένων) προς τις πληττόμενες χώρες.
Και ναι μεν οι μεταξύ τους αντιπαραθέσεις ουδόλως θα απασχολούσαν τους λαούς της Ευρώπης, ωστόσο το ζήτημα αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς αποκαλύπτεται πλέον ανοιχτά η πρόθεση της Γερμανίας να αντιταχθεί με κάθε τρόπο στη χρηματοδότηση και ενίσχυση των κρατών-μελών του Νότου που πλήγηκαν από τον Covid-19. Επιπλέον εμφανίζεται η πλήρης αδυναμία παρέμβασης των θεσμικών Οργάνων (Συνθήκες, Σύμφωνα, Κανονισμοί, Ντιρεκτίβες, κλπ) καθώς και η αδυναμία να αντιταχθούν σε μία απόφαση εθνικού Δικαστηρίου, αφού η Ευρωζώνη -σε αντίθεση με την ΕΕ- δεν συνοδεύεται από πολιτική ένωση. Ουσιαστικά η απόφαση στρέφεται έμμεσα και κατά της Κομισιόν και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που αποδέχθηκαν τις αποφάσεις της ΕΚΤ. Με δυο λόγια αποκαλύπτεται η αντιφατική δομή της Ευρωζώνης που βγάζει στο φως την απροκάλυπτη πλέον γερμανική κυριαρχία. Τέλος είναι προφανής η προσπάθεια της Γερμανίας να ηγηθεί, να περιχαρακώσει και να προστατεύσει τα συμφέροντα μίας μικρής ομάδας αξιόχρεων κρατών-μελών, έναντι του «προβληματικού» Νότου.
Προσπαθώντας να σωθούν τα προσχήματα η πρόεδρος της Κομισιόν, φον ντερ Λάιεν, απειλεί με νομικές δράσεις κατά της Γερμανίας (sic), ενώ ο γνωστός Σόιμπλε καταγγέλλει την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου!
Η όλη υπόθεση αποπνέει τις μύχιες σκέψεις της Γερμανίας, η οποία αφού αρνήθηκε κάθε συζήτηση για τα ευρωομόλογα, τώρα φαίνεται αποφασισμένη να παρεμποδίσει ακόμα και το δανεισμό των, αναποφάσιστων και αδύναμων να αντιδράσουν, κρατών-μελών από τον ESM. Υπάρχει σαφής στροφή προς τον εθνικισμό και τον προστατευτισμό, η δε απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου δεν απέχει πολύ από το να χρωστούν χάρη στη Γερμανία που κάνει τα «στραβά μάτια» στις παράτυπες αποφάσεις που ευνοούν τα αδύναμα κράτη-μέλη.
***
Είναι γεγονός πως η απόφαση του γερμανικού Δικαστηρίου αιφνιδίασε όσους περιμένουν όχι μόνο τα χαμηλότοκα ευνοϊκά δάνεια του ESM, αλλά επιπλέον δωρεάν επιδοτήσεις/ενισχύσεις. Πολλοί, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου ότι μια πιθανή, καθυστερημένη όσο και ανεπαρκής απάντηση της ΕΕ «…θα οδηγήσει σε απρόβλεπτες και ανεξέλεγκτες καταστάσεις τις πληττόμενες από την πανδημία χώρες. Απαιτείται γενναιόδωρη και μεγαλόπνοη οικονομική στήριξη των χειμαζόμενων περιφερειών της Ευρώπης, καθώς και στρατηγικές πλήρους ενεργειακής, τεχνολογικής και αγροτικής ευρωπαϊκής αυτονομίας και ανεξαρτησίας».
Για την κυβέρνηση Μητσοτάκη που κοντά δύο μήνες κανοναρχούσε το λαό με την πιο αυστηρή καραντίνα -καλύπτοντας έτσι την πλήρη ανεπάρκεια του συστήματος Υγείας-, ακολουθεί μία περίοδος αλληλοαναιρούμενων τυχοδιωκτικών ενεργειών, με την αμέριστη στήριξη όλης της αντιπολίτευσης που παραπέμπουν στην «ανοσία της αγέλης». Εξάλλου οι χλιαρές αντιδράσεις της κυβέρνησης προς τις αποφάσεις της ΕΕ αναδεικνύουν με τον πιο αποκρουστικό τρόπο: α) την απόλυτη υπεροχή της πολιτικής των πιέσεων, εκβιασμών και απειλών των ξένων ιμπεριαλιστικών κέντρων, απέναντι στους ασυντόνιστους, άτολμους, υποτακτικούς χειρισμούς της κυβέρνησης της Δεξιάς, παρά τους λεονταρισμούς, προς το εσωτερικό, για επικοινωνιακούς προφανώς λόγους, β) την άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης και την άνευ όρων υποταγή της στις απαιτήσεις της Γερμανίας, γεγονός που προοιωνίζεται νέα δεινά για το λαό μας, γ) τη βέβαιη πρόβλεψη νέων επικείμενων βάρβαρων μέτρων καταστολής και αστυνόμευσης, που θα επιχειρηθεί να συγκαλυφθούν από τα ψίχουλα της δήθεν «ανθρωπιστικής κρίσης», δ) την πλήρη αποδοχή του καθεστώτος εξάρτησης και υποτέλειας που εξωραΐζεται από τις δημαγωγικές δηλώσεις περί «νίκης της χώρας μας κατά της πανδημίας» και τέλος ε) τη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής της λιτότητας, που οδηγεί στην παραπέρα εξάπλωση της ανεργίας της φτώχειας και της εξαθλίωσης κάτω από το βαρύ ζυγό της εξάρτησης από τον ευρωπαϊκό και αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Σε αυτή τη νέα τροπή που επιβάλλει και πάλι το πολιτικό κατεστημένο της ντόπιας ξενόδουλης ολιγαρχίας με τη στήριξη των ιμπεριαλιστικών κέντρων, και το οποίο επιβαρύνεται ξανά με κυβερνητικές «δεσμεύσεις», ο μόνος δρόμος που θα στρέφεται ενάντια σε κάθε αντιλαϊκή συμφωνία και σε κάθε αντιλαϊκό συμβιβασμό, δεν είναι άλλος από το μαζικό αγώνα του λαού μας ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση και την άγρια καπιταλιστική εκμετάλλευση.
13-5-2020
Ιωσήφ Σταυρίδης, μέλος της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ
e-prologos.gr