γράφει ο Χρήστος Τσουκαλάς

Στο Σύνταγμα της Ελλάδας, άρθρο 1, ορίζεται: Το πολίτευμα της Ελλάδας είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία. Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα.

Δηλαδή το Ελληνικό κράτος, όπως και κάθε εθνικό κράτος, έχει κτιστεί πάνω στην ΙΔΕΑ της λαϊκής κυριαρχίας ή στην ιδέα ότι: πηγή εξουσίας είναι το έθνος. Αυτή η ΙΔΕΑ ή ιδεολογία, αρχή, δόγμα ή αξίωμα δεν είναι ελληνική ιδιοτροπία, αλλά μάλλον παγκόσμια κυρίαρχη αντίληψη, η οποία διακηρύχθηκε επίσημα για πρώτη φορά από τη Γαλλική Επανάσταση στη «Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη: …. Άρθρο 3- Το Έθνος είναι η αποκλειστική πηγή κάθε εξουσίας. Καμία ομάδα ανθρώπων και κανένα άτομο δεν μπορεί να ασκεί εξουσία που δεν απορρέει από το Έθνος…». Δηλαδή ΠΗΓΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ είναι το ΕΘΝΟΣ. Σε πιο ειδική περίπτωση μάλιστα, σύμφωνα με τη Δημοκρατική Αρχή: Δημοκρατία είναι το πολίτευμα στο οποίο κυρίαρχος είναι ο λαός: πηγή και φορέας της κρατικής εξουσίας – ανώτατο όργανο του κράτους που εκφράζει την υπέρτατη βούληση μέσα σε αυτό — είναι ο λαός.

Αλλά και όταν ακόμα παραβιάζεται η Δημοκρατική Αρχή εναλλακτικά επικρατεί η εθνική αρχή, οπότε πηγή εξουσίας θεωρείται το έθνος.

Ακόμα, η έννοια της λαϊκής κυριαρχίας συνδέεται άμεσα και στενά με την έννοια της δημοκρατίας, όπως επίσης και με «τα φυσικά, αναπαλλοτρίωτα και ιερά δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη… τα οποία υπάρχουν μόνο όταν: ισχύει και τηρείται το Σύνταγμα και η Δημοκρατική Αρχή αλλά και αντίστροφα: χωρίς πολιτικά κυρίαρχο το λαό δεν υπάρχουν ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, δεν υπάρχει δημοκρατία.

Από το 19ο αιώνα και ύστερα ένα κράτος δεν θεωρείται νόμιμο, δίκαιο, αποδεκτό, (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) αν δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ύπαρξή του στη βάση των παραπάνω αρχών. Δεν θεωρείται νόμιμο, δίκαιο, ηθικό, αποδεκτό τόσο από το δικό του λαό, όσο και από τους άλλους λαούς, τα άλλα κράτη, τη λεγόμενη διεθνή κοινότητα, το διεθνές δίκαιο κλπ. Όλα αυτά πήγαζαν από την κυρίαρχη ιδεολογία, που προωθούσε η αστική τάξη αλλά γίνονταν αποδεκτά σε μεγάλο βαθμό από την πλειοψηφία των ανθρώπων ή των πολιτών. Και έχει μεγάλη βαρύτητα τι πιστεύουν μέσα στη συνείδησή τους οι λαοί. Μιλάμε για τη νομιμοποίηση των κρατών στη συνείδηση των πολιτών.

Αυτή ήταν η συλλογιστική του διαφωtισμού και της αστικής ιδεολογίας. Μια προσέγγιση, μια θεωρία, μια ιδεολογία ιδεαλιστική φιλοσοφικά. (Με την έννοια ότι αφετηρία της ήταν μια ιδέα, μια ανθρώπινη εγκεφαλική κατασκευή). Η υλιστική φιλοσοφία και η ταξική ιδεολογία προσεγγίζει το ζήτημα διαφορετικά.

Ο Φρ. Ένγκελς, στο έργο του “Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους”, υποστηρίζει: “Επειδή το κράτος γεννήθηκε από την ανάγκη να χα λιναγωγούνται οι ταξικές αντιθέσεις, επειδή όμως ταυτόχρονα γεννήθηκε μέσα στη σύγκρουση των τάξεων αυτών, είναι κατά κανόνα κράτος της πιο ισχυρής, οικονομικά κυρίαρχης τάξης, που με τη βοήθεια του κράτους γίνεται και πολιτικά κυρίαρχη τάξη και αποχτάει έτσι νέα μέσα για την καθυπόταξη και εκμετάλλευση της καταπιεζόμενης τάξης» […] Δεν ήταν μόνο το αρχαίο και το φεουδαρχικό κράτος όργανα εκμετάλλευσης των δούλων και των δουλοπάροικων, μα και το «σύγχρονο αντιπροσωπευτικό κράτος είναι όργανο εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας από το κεφάλαιο».

Στην υλιστική φιλοσοφία δίνεταi προτεραιότητα στην ύλη, ενώ το πνεύμα ή οι ιδέες θεωρούνται ως η ανώτερη μορφή ύπαρξης της ύλης. Ο κόσμος δεν κατασκευάζεται κατ’ αρχήν από ιδέες, αλλά από τα υλικά πράγματα. Ούτε οι κοινωνίες κατασκευάζονται από ιδέες, αλλά από τις συνθήκες της υλικής παραγωγής, από την οικονομική βάση της κοινωνίας. Από την οποία πηγάζουν και οι ιδέες ως εποικοδόμημα. Αυτές είναι αναγκαίες και απαραίτητες, μάλιστα χωρίς αυτές δεν μπορούν να υπάρξουν ανθρώπινες κοινωνίες και παίζουν με τη σειρά τους πολύ σπουδαίο ρόλο και επηρεάζουν την οικονομική βάση.

Συνεπώς το δημοκρατικό κράτος, το εθνικό κράτος είναι και αυτό ένα ταξικό κράτος, όπου κυρίαρχη τάξη είναι η αστική. Την πραγματική, την αληθινή εξουσία δεν την έχει ο λαός αλλά η αστική τάξη. Αυτή κατορθώνει να εξουσιάζει με μια σειρά μέσα, όπλα και μηχανισμούς: με το χρήμα, το κεφάλαιο, διοικώντας και οργανώνοντας την παραγωγή και τη διανομή των αγαθών και υπηρεσιών, κυριαρχώντας στην πολιτική, στα κόμματα, στην κρατική διοίκηση, στα ΜΜΕ, στα σχολεία, στην εκκλησία, στην ιδεολογία, στην επιστήμη, στη γνώση, στην έρευνα, κλπ. Παρ’ ότι λοιπόν την ουσιαστική εξουσία την έχει το κεφάλαιο, αυτή συγκαλυπτόταν από μια σειρά θεσμούς και μηχανισμούς που φαίνονταν να προκύπτουν από ‘‘δημοκρατικές’’ τάχα διαδικασίες, με τη συμμετοχή, με τη συναίνεση ή έστω την αποδοχή των απλών πολιτών. Συχνά βέβαια η συμμετοχή των πολιτών εξαντλούνταν στις ψηφοφορίες ανάδειξης των προσώπων που στελέχωναν τους μηχανισμούς εξουσίας.

Εκτός της συμμετοχής των πολιτών στις εκλογικές διαδικασίες, η συναίνεσή τους εξασφαλιζόταν με μια σειρά μέτρα, κανόνες, θεσμούς, μηχανισμούς: τη συνταγματική κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας, των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων, με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, με την εξασφάλιση κοινωνικής ειρήνης, με το κράτος πρόνοιας, με την καλλιέργεια αισθήματος απόδοσης δικαίου, με την ιδεολογία και την πρακτική του κράτους που φαινόταν να στηρίζει την άποψη ότι το ΚΡΑΤΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙ ΧΑΡΙΝ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ και του λαού δευτερευόντως.

Αν θεωρήσουμε ότι το ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ, η ουσία, η βάση, αυτού του κράτους ήταν η κυριαρχία της αστικής τάξης στη βάση της αστικής λογικής, η ΜΟΡΦΗ του ήταν αυτή του συνταγματικού εθνικού κράτους. Στις μέρες μας αυτή η μορφή απογυμνώνεται και άλλοτε ρητά άλλοτε σιωπηλά καταλύεται. Αν και στην οικονομική βάση παραμένει κυρίαρχη η αστική τάξη και η λογική του κεφαλαίου, αν και η ταξική φύση του κράτους παραμένει και μάλιστα ενισχυμένη, στη μορφή του, στη δικαιολόγησή του αλλάζουν πάρα πολλά.

  1. Απώλεια ισχύος. Μικρά, πολύ μικρά κράτη, μεγάλος αριθμός πολύ μικρών κρατών στον πλανήτη, (μικρά και σε πληθυσμό και σε έκταση και σε οικονομική δύναμη.)
  2. Διαμελισμός κρατών και εμφάνιση στη θέση τους πολλών μικρών κρατών. Π.χ με τον διαμελισμό της Σοβιετική Ένωσης προέκυψαν 15 κράτη, με της Γιουγκοσλαβίας (7) εφτά, με του Σουδάν (2) δύο……. Αυξάνονται και πληθύνονται τα κράτη και τα κρατίδια…
  3. Το έθνος συχνά ορίζεται με πιο στενή έννοια και διακριτικά γνωρίσματά του, όπως: γλώσσα, γλωσσική διάλεκτος, θρησκεία και άλλα που παλιότερα θεωρούνταν ότι βρίσκονται εντός του ευρύτερου έθνους τώρα πια θεωρούνται αιτία διαχωρισμού. Έτσι, προκύπτουν κινήματα ανεξαρτησίας ή αυτονομίας σε πάμπολλες περιοχές του πλανήτη. Θα λέγαμε ότι το έθνος υποβιβάζεται σε τοπικισμό. Τα κράτη και τα κρατίδια που προκύπτουν από τέτοιες διαδικασίες είναι κατά κανόνα εξαιρετικά αδύναμα, δεν μπορούν να διεκδικήσουν ουσιαστική ανεξαρτησία και είναι αναγκασμένα να ενταχθούν σε περιφερειακές ιμπεριαλιστικές ενώσεις κρατών. Η ευρωπαϊκή ήπειρος και ειδικότερα η ΕΕ είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιων διαδικασιών. Η ΕΕ μάλιστα υποστήριξε τέτοιες διαδικασίες, διάσπασης κρατών και ένταξης σε αυτήν των τεμαχισμένων κρατών, π.χ. Τσεχία και Σλοβακία. Το πολυεθνικό κεφάλαιο επίσης συνηγορεί.
  4. « Καθώς η εξωτερική πολιτική η πολιτική πέραν των συνόρων του κράτους- προσλαμβάνεται ως δύναμη, οι διακρατικές σχέσεις είναι σχέσεις δύναμης και δεν υπόκεινται σε ένα κανονιστικό πλαίσιο. Η βούληση του ισχυρού συγκροτεί βασικά τη νομιμότητα». Και επειδή: «Οι ιμπεριαλιστές μοιράζουν τον κόσμο «ανάλογα με τα κεφάλαιά τους», «ανάλογα με τη δύναμή τους»…, σύμφωνα με τον Λένιν, ο ιμπεριαλισμός αποδυναμώνει και στερεί τα αδύναμα κράτη από την κυριαρχία και την ανεξαρτησία τους. Πρόκειται για την ανισότητα στις διακρατικές σχέσεις η οποία διαμορφώνει όρους και συνθήκες εκμετάλλευσης των αδύναμων από τους ισχυρούς. Ο ιμπεριαλισμός ως εκμεταλλευτική ανισότητα των διακρατικών σχέσεων. Ακόμα ως άρνηση της εθνικής ανεξαρτησίας.
  5. Τα κράτη του πλανήτη έχουν πολλαπλασιαστεί και είναι πια πάνω από 200. Από αυτά 193 είναι μέλη του ΟΗΕ. Από αυτά πέντε (5) είναι τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ: οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, η Ρωσική Ομοσπονδία, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλική Δημοκρατία.

Στο G8 συμμετέχουν οι ίδιες αυτές χώρες (πλην Κίνας), με τη συμμετοχή επιπλέον της Ιαπωνίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας και του Καναδά. Στην πιο διευρυμένη εκδοχή των ισχυρών χωρών έχουμε το G20 στην οποία προστίθενται στις εννέα (9) πιο πάνω άλλες δέκα χώρες και η ΕΕ. (Αργεντινή, Αυστραλία, Βραζιλία, Ινδία, Ινδονησία, Δημοκρατία της Κορέας, Μεξικό, Σαουδική Αραβία, Νότια Αφρική και Τουρκία). Εξυπακούεται πως οι υπόλοιπες 180 και περισσότερες χώρες θεωρούνται μειωμένης έως ασήμαντης βαρύτητας και προφανώς βρίσκονται σε ολοφάνερη αδυναμία να ρυθμίζουν τις τύχες τους. Μα και ανάμεσα στις ισχυρές 19 χώρες του G20 οι περισσότερες δεν είναι αρκούντως ισχυρές, δεν έχουν πληρότητα ισχύος και είναι δέσμιες εξαρτήσεων, έτσι είναι αναγκασμένες να ενταχθούν σε συμμαχίες. Μα και οι πιο ισχυρές, οι κορυφαίες, οι πρώην υπερδυνάμεις, δεν μπορούν μόνες τους οπότε συμπήσουν συμμαχίες και μπλοκ. Βρισκόμαστε στην εποχή των ανταγωνιζόμενων ιμπεριαλιστικών συνασπισμών. Και αφού έτσι έχουν τα πράγματα, για τις μικρές χώρες ισχύει η παροιμία «το μοναχό το αρνί το τρώει ο λύκος». Μα και η ένταξη σε κάποιον ιμπεριαλιστικό συνασπισμό συχνά ισοδυναμεί με εκούσια καταφυγή στο στόμα του λύκου.

6. «Ο νεοαποικισμός είναι επίσης η χειρότερη μορφή ιμπεριαλισμού. Για εκείνους που τον ασκούν, σημαίνει δύναμη χωρίς ευθύνη και για εκείνους που πάσχουν από αυτόν, σημαίνει εκμετάλλευση χωρίς επανόρθωση. Στις ημέρες της παλαιομοδίτικης αποικιοκρατίας, η αυτοκρατορική δύναμη έπρεπε τουλάχιστον να εξηγήσει και να δικαιολογήσει στο εσωτερικό της, τις ενέργειες της στο εξωτερικό. Στην αποικία εκείνοι που εξυπηρετούσαν την αυτοκρατορική δύναμη μπορούσαν τουλάχιστον να εξασφαλίσουν την προστασία τους ενάντια σε οποιαδήποτε βίαια κίνηση από τους αντιπάλους τους. Με τον νεοαποικισμό τίποτα από όλα αυτά δεν συμβαίνει. (Kwame Nkrumah).

7. Η παγκοσμιοποίηση με τη σύγχρονή της μορφή θέτει στον πυρήνα της την αμφισβήτηση του κράτουςέθνους –ήδη από τις αρχές του 1980 θεριεύει ο μύθος (για τον όρο πβ. Barthes, 1977, Φισκ, 1989) της υπέρβασης των εθνικών κρατών και της ανάδειξης του ενοποιημένου παγκόσμιου συνόλου (Βεργόπουλος, 1999:19)- και γενικότερα της εθνικής κοινωνίας. Κι αυτό διότι οι ροές της κοινωνικής διάδρασης εξαπλώνονται πλέον σε χώρους και χρόνους που υπερβαίνουν το εθνικό κράτος, ενώ τα σύνορά του διαπερνώνται όλο και πιο πολύ από την κίνηση της παραγωγής των κεφαλαίων, των αγαθών, των ανθρώπων, των ιδεών, της παγκόσμιας μαζικής κουλτούρας και των υπερεθνικών μοντέλων κατανάλωσης και παράλληλα, η παραγωγική διαδικασία, η πολιτική-διοικητική εξουσία αλλά και οι πολιτισμικές ταυτότητες δεν συμπλέκονται πια στο χώρο και χρόνο του κράτους-έθνους (Βούλγαρης, 2008:372-374).

8. Οι πολυεθνικοί σχηματισμοί Ε.Ε, ΝΑFTA, NATO, Ο.Ο.Σ.Α, O.H.E., ΔΝΤ, ΠΟΕ, G7, G8, G20, ΑΣΕΑΝ, Παγκόσμια Τράπεζα κ.τ.λ., είναι όργανα του χρηματιστικού κεφαλαίου, όπου αποτυπώνεται ο εκάστοτε συσχετισμός ισχύος των ανταγωνιζόμενων ιμπεριαλιστικών κρατών και συνασπισμών και μάλιστα σε μια μεταβλητή γεωμετρία.

9. Τα υπερ-κρατικά μορφώματα τύπου (ΕΕ), Ευρωπαϊκή Ένωση, γνωστή παλιότερα και ως «κοινή αγορά», προδίδοντας ότι είναι κατεξοχήν ΑΓΟΡΑ (το κατ’ ευφημισμόν όνομα του ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ). Στα όργανα εξουσίας της οποίας μεταφέρονται, μεταβιβάζονται όλες οι σημαντικές εξουσίες των πρώην εθνικών κρατών. Όργανα λήψης αποφάσεων ΕΕ: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΕΚΤ, κλπ. «Το δημοκρατικό έλλειμμα είναι μια έννοια που χρησιμοποιείται κυρίως για να τονιστεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα όργανά της στερούνται δημοκρατικής νομιμότητας και ότι φαίνονται απρόσιτα στον πολίτη, εξαιτίας της περίπλοκης λειτουργίας τους. Παραδέχεται η ΕΕ». Ενώ συχνά γίνεται λόγος για τα λόμπι τραπεζιτών και άλλων που ασκούν σε αυτά τα όργανα υπέρμετρη επιρροή.

10. «Η κυριαρχία διακρίνεται συνήθως από τη θεωρία σε «εσωτερική» και «εξωτερική». Ως εσωτερική κυριαρχία νοείται η νομική ικανότητα του κράτους να μη περιορίζεται μέσα στα όρια της εξουσίας του παρά μόνον εφόσον και καθόσον το επιθυμεί. Από την άλλη, η εξωτερική κυριαρχία δηλώνει τη νομική ανεξαρτησία ενός κράτους, δηλαδή την απουσία κάθε δεσμού εξάρτησης από άλλη δύναμη έξω από αυτό, καθώς και την έλλειψη υποταγής σε δύναμη ιεραρχικά υπέρτερη. Οι νομικοί περιορισμοί που δέχεται το κράτος από τους κανόνες τού διεθνούς δικαίου αποτελούν ουσιαστικά προϊόν αυτοδέσμευσής του και όχι ετεροκαθορισμού του» ως ο κανόνας αυτός προφανώς και δεν ισχύει για τα κράτη μέλη της ΕΕ. Αυτά, με εξαίρεση τη Γερμανία (και ίσως τη Γαλλία), εφαρμόζουν ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ τους κανόνες, τους νόμους και τις αποφάσεις που λαμβάνονται από τα κοινοτικά όργανα, οπότε δεν αυτοδεσμεύονται απλώς, αλλά ετεροκαθορίζονται.

11. Το ίδιο ζήτημα διατυπωμένο διαφορετικά: «Προϋπόθεση είναι η συλλογική οντότητα να είναι προικισμένη με πολιτική κυριαρχία που την διασφαλίζει κατά των έξωθεν αλλότριων δυναστικών (κατά της ετερότητάς της), αναγκαιοτήτων. Με όρους θεμελιωδών αρχών του διεθνούς δικαίου των Νέων Χρόνων, αυτό αναφέρεται ως αρχή της εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας και με πολιτικούς όρους ως εθνική ανεξαρτησία». Εννοείται πως χωρίς ανεξαρτησία, εξωτερική κυριαρχία, δεν υπάρχει ούτε εσωτερική κυριαρχία, ούτε λαϊκή κυριαρχία, ούτε δημοκρατία.

12. Για την αποδοχή και τη νομιμοποίηση στη συνείδηση των πολιτών των ευρωπαϊκών κρατών της ΕΕ καλλιεργήθηκε και διαδόθηκε «Το ευρωπαϊκό ιδεώδες». Η ιδέα ότι η Ευρώπη είναι η πηγή και ο θεματοφύλακας: της ειρήνης, του ανθρωπισμού, της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας, της προόδου, της επιστημονικής γνώσης. Αυτή υποτίθεται ότι ερχόταν να υπερβεί τους εθνικισμούς, τους πολέμους, τους ρατσισμούς, τους θρησκευτικούς φανατισμούς, τις εθνοκαθάρσεις κλπ, κλπ. Οι λαοί της Ενωμένης Ευρώπης θα αποκτούσαν την ευρωπαϊκή τους ταυτότητα, που θα συμπλήρωνε την ευρωπαϊκή συνείδηση και μια μεγάλη πατρίδα. Όλα αυτά αποδεικνύονται μια πολλαπλή απάτη. Η ΕΕ δεν ήταν των λαών, ήταν και είναι ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ.

13. Περνώντας από το μεσαιωνικό υπήκοο στον πολίτη των αστικών δημοκρατιών συνέβησαν μια ολόκληρη σειρά μεταβολών. Ο πολίτης στην αστική δημοκρατία προικίζεται με σειρά δικαιωμάτων τα οποία συνοδεύονται από ανάλογες και αντίστοιχες υποχρεώσεις. Υποχρεώσεις και δικαιώματα δεν μπορούν να διαχωριστούν, αποτελούν αδιάσπαστο σύνολο αντίρροπων τάσεων. Πολίτες και κράτος συνδέθηκαν μ’ ένα πλέγμα σχέσεων, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων (π.χ. πολιτικά δικαιώματα-υποχρέωση στρατιωτικής θητείας). Άλλαξαν καταφανώς οι σχέσεις κράτους – πληθυσμού. Στο γερασμένο καπιταλισμό η αφαίρεση τόσων δικαιωμάτων από τους πολίτες αναγκαστικά και λογικά σημαίνει αφαίρεση των αντίστοιχων υποχρεώσεων των πολιτών. Οι σχέσεις κράτους- πολιτών ή μάλλον υπηκόων αλλάζουν ξανά. Στο βαθμό μάλιστα που το σύστημα συνεχίζει να απαιτεί από τον πληθυσμό να ενστερνίζεται και να τηρεί αυτές τις υποχρεώσεις, θα καταφεύγει συχνότερα στη βία, στην απάτη, στον παραλογισμό. «Όταν δεν μπορεί η λογική να ερμηνεύσει καταστάσεις και ενέργειες, επιστρατεύεται ο παραλογισμός και η μεταφυσική.» (Γ. Καραμπέρης)

14. Κατεδάφιση του κράτους πρόνοιας.

15. Αρπαγή του δημόσιου πλούτου.

 16. Η αστική ιδεολογία ταύτισε αυθαίρετα, αντιεπιστημονικά και παράλογα το κράτος με το έθνος και αυτά με την πατρίδα, έννοιες σαφέστατα διακριτές μεταξύ τους. Αυτή η ταύτιση, η τόσο βολική για το σύστημα, προξένησε απέραντη φρίκη στους λαούς. Καθώς τώρα πια το μεγάλο κεφάλαιο επιλέγει να οργανώνεται σε υπερκρατικές και υπερεθνικές δομές (π.χ ΕΕ) εγκαταλείπει και την ιδεολογία του εθνο-κράτους. Επειδή όμως δεν μπορεί να την αντικαταστήσει με μια ιδεολογία πειστική και ταιριαστή με τις νέες δομές οργάνωσης της εξουσίας του, αναπτύσσονται και υποδαυλίζονται από το ίδιο: κάθε είδους ρατσισμοί, ο πιο πρωτόγονος φυλετισμός, η συνομωσιολογία, τα θρησκευτικά πάθη, ο κυνισμός, η ανθρωποφαγία κλπ. Παρ’ όλα αυτά το σίγουρο είναι η ψυχική αποξένωση των ανθρώπινων πληθυσμών και με τα απομεινάρια των εθνικών κρατών, αλλά και με τις υπερκρατικές και με τις παγκοσμιοποιημένες δομές εξουσίας. Και, όπως έλεγε ο Μαρξ, δεν υπάρχει πιο θρησκευτικό -με την αποξενωτική, αλλοτριωτική έννοια- κράτος από το σύγχρονο λαϊκό ή άθεο κράτος.

17. Αποσύνδεση του κράτους απότο έθνος: α) η αστική τάξη δεν θέλει ούτε μπορεί ούτε τη συμφέρει να υπερασπιστεί τα συμφέροντα του έθνους, β) το χρηματιστικό κεφάλαιο οργανώνεται σε υπερεθνικές, υπερκρατικές δομές, γ) η ταξική καταπίεση αυξάνεται, το ίδιο και η εξαθλίωση του προλεταριάτου, δ) οι μεταναστευτικές ροές, οι μετακινήσεις πληθυσμών, οι δημογραφικές τάσεις και ανισορροπίες διαμορφώνουν καταστάσεις, (ιδιαίτερα για τις ανεπτυγμένες ή γερασμένες, αν προτιμάτε, καπιταλιστικές χώρες (κράτη)) όπου: οι κάτοικοι-φορείς της κυρίαρχης εθνικής συνείδησης, (την οποία και το δοσμένο κράτος καλλιεργεί) μειώνονται ως ποσοστό του γενικού πληθυσμού και μάλιστα σε απροσδιόριστο βάθος χρόνου. Αντίθετα, αυξάνεται το ποσοστό των κατοίκων που προέρχονται από άλλες εθνικότητες και παίρνουν την υπηκοότητα του κράτους εγκατάστασής τους. Επίσης αυξάνεται ο αριθμός των κατοίκων ξένης υπηκοότητας με άδεια προσωρινής παραμονής, όπως επίσης και ο αριθμός του «μη νόμιμου», σύμφωνα με το κράτος, πληθυσμού. Από την άλλη πλευρά αυξάνεται ο αριθμός των ανθρώπων που φεύγουν από τη χώρα και μεταναστεύουν αλλού, αποτελώντας πια τμήμα του αποδήμου έθνους. Έτσι η εθνική ομοιογένεια, η σύμπτωση του κράτους με το έθνος, που επιδιώχθηκε με ειρηνικά όπως και βίαια μέσα, ηθικά μα και ανήθικα, απελευθερωτικά μα και κτηνώδη υπονομεύεται. Αναπότρεπτα.

Στα τέλη του περασμένου αιώνα οι χώρες υποδοχείς μεταναστών, αναγνωρίζοντας αυτή την πραγματικότητα, μιλούσαν για πολυπολιτισμικές κοινωνίες, τώρα εγκαταλείπουν αυτή τη θεωρία και σκληραίνουν, συχνά ακραία και βάρβαρα, τη στάση τους απέναντι στους μετανάστες. Τους οποίους ωστόσο έχουν ανάγκη, αλλά τους προτιμούν ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας, μειωμένων ή ελάχιστων δικαιωμάτων. Ακραία περίπτωση κράτους με αλλοεθνή πληθυσμό το Κατάρ, στο οποίο το 87% των κατοίκων του έχει γεννηθεί εκτός της χώρας αυτής.

18. Ιδεολογική σύγχυση. Κυκλοφορούν οι πιο απίθανες και παράλογες θεωρίες και γνώμες για το έθνος, όπως και για τη σχέση που έχει αυτό με το κράτος. Η ψύχραιμη, η αντικειμενική, η σε βάθος επιστημονική προσέγγιση του ζητήματος, προσκρούει σε θεωρητικές ανεπάρκειες, σε προκαταλήψεις, σε ταξικές, σε εθνικιστικές, σε πολιτικές, σε μικροκομματικές και ιδιοτελείς σκοπιμότητες. Προσκρούει ακόμα στη δυσκολία των ανθρώπων να παρακολουθήσουν και να προσαρμοστούν στις αλλαγές της οικονομικής ζωής, στις αλλαγές των κρατών, των εθνών, των ίδιων των ανθρώπινων σχέσεων.

19. Μοναξιά, αποξένωση, αλλοτρίωση. Ο άνθρωπος της σύγχρονης αστικής κοινωνίας, κατά γενική ομολογία, υποφέρει από έντονα συναισθήματα μοναξιάς. Αυτά πηγάζουν βέβαια από τη μοναχική ζωή των μαζών, έτσι που ο άνθρωπος νιώθει πια μόνος του ακόμα και μέσα στο πλήθος. Χαρακτηριστικοί δείκτες ο αυξανόμενος αριθμός των μονογονεϊκών οικογενειών, όπως και των νοικοκυριών του ενός ατόμου. Οι ανθρώπινες σχέσεις από τις πιο πλατιές έως τις πιο στενές, ως τις σχέσεις των ζευγαριών κλονίζονται και αλλάζουν μορφή. Αυτές όλο και περισσότερο παίρνουν εμπορευματικό, ατομικιστικό και ωφελιμιστικό χαρακτήρα.

Την αποξένωση, την αλλοτρίωση των ανθρώπων ο Μαρξ την απέδιδε στην «αλλοτριωμένη εργασία, που χωρίζει τον άνθρωπο από τον καρπό της δραστηριότητάς του, που μεταβάλλει πραγματικά τις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους σε σχέσεις ανάμεσα σε πράγματα (αντικείμενα). Με τη διαδικασία αυτή της αντικειμενοποίησης, όπου το ανθρώπινο στοιχείο μετατρέπεται σε υλικό αντικείμενο, ξένο προς τον άνθρωπο, δηλαδή σε εμπόρευμα, όλες οι σχέσεις ανάμεσα σε ανθρώπους καταντούν λειτουργία του χρήματος.» (Δεληολάνης Ευάγγελος).

Ο άνθρωπος είναι πια ξένος με τον εαυτό του, ξένος με τη φύση του. Αντίθετα, εξιδανικεύοντας, σε παλιότερες προκαπιταλιστικές εποχές: («Ζούσε ο άνθρωπος τη ζωή ως μετοχή και ένταξη, καταγωγή και συνέχεια, είχε αμεσότητα σχέσης με τους προγόνους και τα μνημεία των προγόνων: είχε Ιστορία» Χ. Γιανναράς). Επίσης στις παραδοσιακές κοινότητες «συνεργάζονταν και ανέπτυσσαν κοινωνικές σχέσεις, με αποτέλεσμα η κοινότητα να παίρνει οντολογική διάσταση «ως σύστημα αξιών, κανόνων, προσδοκιών». Αντίθετα το κεφάλαιο μετατρέπει όλες σχεδόν τις ανθρώπινες σχέσεις σε εμπορευματικές και το αστικό κράτος καλλιεργεί μεθοδευμένα, συστηματικά, σε βάθος χρόνου, σταδιακά και προοδευτικά τον ατομικισμό, διαλύοντας όλες τις συλλογικότητες και ομαδοποιήσεις, είτε αυτές βασίζονταν στις συγγενικές σχέσεις, είτε στον τόπο κατοικίας, είτε της εργασίας, είτε της θρησκείας, είτε του εθνικών μειονοτήτων. Το αστικό κράτος δεν θέλει απέναντί του ομάδες αλλά άτομα.

20. Η αποδυνάμωση όλων των πιο πάνω δεσμών παρουσιάστηκε ως απελευθέρωση του ατόμου, αλλά το κράτος δεν ήταν ο απελευθερωτής μα ο αφέντης που ζητούσε αποκλειστικότητα. Στην Ελλάδα των μνημονίων οι απεργοί δηλώνουν: «ξενιτεμένοι στη χώρα που γεννηθήκαμε βιώνουμε τον αποκλεισμό που γενικεύεται και βλέπουμε τα δικαιώματα και τις ελευθερίες μας να έχουν μετατραπεί σε κενό γράμμα του νόμου». Για τους σκλάβους κανένας τόπος δεν ήταν πατρίδα, ούτε για τους προλετάριους του 21ου αιώνα. Αφού λοιπόν η αναζήτηση της πατρίδας στο χώρο στερείται νοήματος, ο άνθρωπος αναζητεί για εγκατάστασή του το κράτος εκείνο που θα του προσφέρει τους καλύτερους όρους εργασίας, κατοικίας, υπηρεσιών. Πρόκειται για σχέση κράτους – κατοίκου βασισμένη σε οικονομικούς και ωφελιμιστικούς λόγους, πρόκειται για συμβόλαιο συμφερόντων. Ο κάτοικος μιας τυχαίας χώρας δεν είναι πια πολίτης, αλλά μάλλον υπήκοος.

21. Έτσι περνάμε από τα παραδοσιακά εθνικά κράτη στο έθνος-κράτος χωνευτήρι, στο πολυσυλλεκτικό, αμερικάνικου τύπου, και από εκεί στο κράτος σαλατιέρα. Επειδή μάλιστα τα κράτη αυτού του τύπου είναι πιο ελκυστικά με οικονομικούς όρους και προσελκύουν πολλούς παραγωγικούς και δραστήριους νέους-υπηκόους και έχουν οικονομική και πολιτική υπεροχή, υπερισχύουν των παραδοσιακών, τα οποία και είναι καταδικασμένα να παραμερίσουν και να συρρικνωθούν. Παλιότερα ήταν τα έθνη που επαναστατούσαν και ίδρυαν τα δικά τους κράτη, τώρα πια τα κράτη θα διαμορφώνουν τα όποια «έθνη» τους. Περνάμε λοιπόν από το εθνικό κράτος «στο κράτος σαλατιέρα». Στο έδαφος κυριαρχίας του καπιταλισμού στενεύουν τα περιθώρια για πατρίδες και πολύ περισσότερο στο έδαφος κυριαρχίας του γερασμένου, του παρηκμασμένου ιμπεριαλισμού δεν υπάρχουν πια περιθώρια για πατρίδες.

Εξυπακούεται πως όλες οι προαναφερθείσες μεταβολές στις μορφές οργάνωσης των κρατών, στα έθνη, στις ανθρώπινες σχέσεις και όσες άλλες παραλείφθηκαν πηγάζουν και αντιστοιχούν σε μεταβολές της οικονομικής βάσης, σε αλλαγές των παραγωγικών διαδικασιών, σε αλλαγές του συνόλου και κάθε τμήματος των παραγωγικών σχέσεων, σε αλλαγές στη διανομή του πλούτου, στην οργάνωση της ιδιοκτησίας, στους μηχανισμούς ελέγχου της οικονομίας, στη σύζευξη οικονομικής και πολιτικής ισχύος, στη όλη δόμηση της αστικής εξουσίας.

πηγή: αντιτετράδια της εκπαίδευσης, τ. 110, φθινόπωρο 2015

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το