Σε άθυρμα στα χέρια Αμερικάνων και Ευρωπαίων έχει μεταβληθεί η κυβέρνηση, διαχειριζόμενη τις απαιτήσεις των «συμμάχων» της στην οικονομική πολιτική, την προσφυγική κρίση, το ενεργειακό, το Μεσανατολικό, το Κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά, τα εργασιακά, τα ζητήματα Παιδείας, την υγειονομική κρίση κλπ, ό,τι εν πάση περιπτώσει αφορά στην εξωτερική πολιτική και τις εσωτερικές δεσμεύσεις. Παράλληλα, επιχειρεί να δημιουργήσει -για άλλη μία φορά- στην κοινή γνώμη, την πλασματική εντύπωση της Ελλάδας που συνεχίζει «…να αλλάζει, η οικονομία αναπτύσσεται, η ανεργία μειώνεται, μεγάλα έργα δρομολογούνται σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας, από το πιο μικρό βήμα μέχρι την πιο μεγάλη περιφέρεια, η κοινωνική μας πολιτική στηρίζει τους πιο αδύναμους συμπολίτες μας…».

Στην πραγματικότητα, όσοι παρελαύνουν από το Μαξίμου έχουν κοινό παρονομαστή τη θέση ισχύος απέναντι σε μία εθελόδουλη και υποτελή κυβέρνηση. Οι συζητήσεις αυτές αφορούν είτε το μοίρασμα των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας και των συναφών υποδομών, είτε τη διεκδίκηση των ενεργειακών δρόμων μεταφοράς, είτε την εξαγορά τραπεζικών μετοχών και έλεγχο των «ελληνικών» τραπεζών, είτε τη δημιουργία νέων στρατιωτικών βάσεων και την αναδιάρθρωση των υπαρχόντων, είτε την επιβολή της σκληρής, «κατά γράμμα», τήρησης των δανειακών συμφωνιών, είτε τα νέα εξοπλιστικά προγράμματα, είτε τέλος την πίεση για παραμονή των προσφυγικών ροών στη χώρα μας. Όλες τους όμως εμπεριέχουν το στοιχείο των ωμών απαιτήσεων και των έμμεσων -ή και άμεσων- εκβιασμών. Και η κυβέρνηση καμώνεται πως «διαπραγματεύεται» τα αδιαπραγμάτευτα, υπνοβατώντας με τη γλυκιά προσμονή ενός θαύματος που θα την ξελασπώσει από το σημερινό βάλτο, ώστε να ξαναβγεί στις «αγορές» και στο νέο δανεισμό.

Σημειώνουμε πως σε όλες τις «επενδυτικές» προτάσεις, που αφορούν άμεσες ξένες «επενδύσεις», δεν υπάρχει ούτε ένα στοιχείο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας ή έργου μακράς πνοής που θα μπορούσε να ανακουφίσει τον τεράστιο εφεδρικό στρατό των ανέργων ή -έστω- να περιορίσει τη μετανάστευση των νέων στο εξωτερικό ή να φέρει χρήματα στα άδεια Ταμεία. Τα πάντα αφορούν σε ξεπούλημα υποδομών, σε αεριτζίδικες συμφωνίες, σε δουλειές του ποδαριού (spot business), «επενδύσεις» των πιο κερδοσκοπικών κύκλων των χρηματιστών (funds), σε μία ατέλειωτη αλυσίδα πιέσεων, απειλών και εκβιασμών για το βάθεμα της νεοαποικιακού τύπου οικονομικής, πολιτικής, στρατιωτικής, ακόμα και πολιτιστικής εξάρτησης της πατρίδας μας.

Ματαιοπονεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθώντας να πείσει «εαυτήν και αλλήλους» πως έρχεται η «ανάπτυξη και η επανεκκίνηση της οικονομίας» ή πως «εκπληρώνουμε τις δεσμεύσεις προς τους συμμάχους μας» ή ότι η «χώρα θα βγει από την κρίση» και μάλιστα μέσα στο 2023! Απατάται ο Μητοτάκης όταν φαντασιώνεται το success story του προκατόχου του Α. Τσίπρα. Μία χώρα, μέσα στα νύχια του ιμπεριαλισμού, ελέω των αστικών και ψευτοαριστερών κυβερνήσεων και του τεράστιου χρέους που αυτές δημιούργησαν, θα βρίσκεται πάντα σε μόνιμη κρίση, εξ αιτίας της εξάρτησης. Είτε με εμφανή, είτε με πλάγιους και κρυφούς τρόπους, οι τυχόν επίπλαστες περίοδοι «ανάκαμψης» μπορούν να ανατραπούν στη στιγμή, αν τα συμφέροντα του ενός ή του άλλου ιμπεριαλιστικού κέντρου το απαιτήσουν.

Γιατί είναι αναμφισβήτητο πως τα σούρτα-φέρτα Αμερικανών, Γερμανών και Γάλλων εμπεριέχουν το κυρίαρχο στοιχείο του ανταγωνισμού μεταξύ τους, σε αντίθεση με το στοιχείο της ενότητας και της ενιαίας σκληρής στάσης απέναντι στον ελληνικό λαό. Το δηλοποιούν οι κινήσεις τους απέναντι στην Ουκρανία και την Κύπρο, την Τουρκία και τα Βαλκάνια, τη Ρωσία και την Κίνα, στις ενεργειακές διαδρομές και στις προσφυγικές ροές. Η ένταση ανάμεσα στις ΗΠΑ – Γερμανία και την ΕΕ – Ρωσία, αυξάνεται καθημερινά, παρά τους χαμηλούς τόνους στο διπλωματικό επίπεδο.

***

Παράλληλα, κι ενώ έντρομη η Ευρώπη προτάσσει σενάρια επί σεναρίων, αποκαλύπτεται (από το Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ) ότι από το διαβόητο «Πρόγραμμα Ελλάδα 2.0» με στόχο 7,4 δισ. €, που έχουν ήδη εισπραχθεί από την ΕΕ, είχαν δαπανηθεί μέχρι το τέλος Μάρτη ’22 μόλις 306 εκατ. €! Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επαίρεται για την «ταχύτητα εκτέλεσης» του «προγράμματος», μόνο που πρόκειται για ασκήσεις επί χάρτου, για «μακέτο» όπως έλεγε κάποτε ο Σημίτης χωρίς να έχει μπει ούτε ένας θεμέλιος λίθος, ούτε μία «επένδυση»! Εκείνο που συμπεραίνει ο καθένας, είναι πως όχι μόνο επίκειται ανασχεδιασμός του όλου «προγράμματος, αλλά είναι πιθανόν το «Ταμείο Ανάκαμψης» να αναστείλει για κάποιο διάστημα τις εκταμιεύσεις!

Στο πρόσφατο συνέδριο του Economist για την Ελλάδα, οι Ευρωπαίοι επαίνεσαν την ταχύτητα με την οποία η κυβέρνηση Μητσοτάκη άρπαξε τα πρώτα χρήματα του «Ταμείου Ανάκαμψης» που της αναλογούν, ωστόσο τόνισαν πως θα πρέπει να «αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος,όταν η διοίκηση σταματούσε να δουλεύει κατά την προεκλογική περίοδο».

Από την ελληνική πλευρά δόθηκε μία μαγική εικόνα για την αξιοποίηση των πόρων του «Ταμείου», ισχυριζόμενη ότι δάνεια συνολικής αξίας πάνω από 2,5 δισ. έχουν ήδη προεγκριθεί από τις ελληνικές τράπεζες για επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί.

Ωστόσο, άξιον απορίας είναι το γεγονός ότι από πέρσι το καλοκαίρι η Ελλάδα έχει εισπράξει 3,9 δισ. € ως προκαταβολή κι άλλα 3,5 δισ. € για επιδοτήσεις και για δάνεια, ως πρώτη από τις συνολικά 9 δόσεις που της αναλογούν μέχρι και το 2026. Πώς γίνεται να έχουν δαπανηθεί (είτε στην πραγματική οικονομία, είτε σε δημόσια έργα, είτε για ιδιωτικά επενδυτικά σχέδια), μόλις 307,97 εκατ. €, δηλαδή λιγότερο από το 5%! Γίνεται προφανές πως αυτά τα 3,5 χρόνια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη όχι μόνον διασπάθησε με αθρόες παροχές προς την ολιγαρχία το διαβόητο «μαξιλάρι» των 37 δισ. € που δημιούργησε ο ΣΥΡΙΖΑ με τα ματωβαμένα «πρωτογενή πλεονάσματα», αλλά και άλλα περίπου 7 δισ. από τις προκαταβολές του «Ταμείου Ανάκαμψης»!

Οι ερμηνείες που δίνονται από κυβερνητικά στελέχη αφορούν κυρίως: είτε στον αποκλεισμό ενός μεγάλου μέρους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τη χρηματοδότηση, λόγω μη κάλυψης των «προϋποθέσεων», είτε στην κατεύθυνση των πόρων σε εισαγωγές, εξαιτίας της απουσίας αύξησης της εγχώριας παραγόμενης αξίας και ενίσχυσης της παραγωγικής βάσης της χώρας, είτε στην ένταξη «μεταρρυθμίσεων» που αυξάνουν τις ανισότητες (παραγωγή με υψηλότερο κόστος) της αγοράς. Όλα τα παραπάνω παραβιάζουν το βασικό κανόνα της ΕΕ: την ανταγωνιστικότητα.

***

Η στροφή της κοινωνίας, που αποκαλύπτεται από τις -αμφιβόλου απεικόνισης- δημοσκοπήσεις, κλίνει προς τον αντιευρωπαϊσμό και τα αριστερά, χωρίς ωστόσο να δείχνει έκδηλα τα σημάδια μίας επικείμενης κοινωνικής αντιπαράθεσης, να αποκτά δηλαδή τα ταξικά εκείνα στοιχεία που αποκαλύπτουν το αγεφύρωτο ρήγμα με την άρχουσα τάξη και τα πολιτικά της κόμματα, που να την παρακινούν να παλέψει σαν τάξη για τα δικά της διαμετρικά αντίθετα συμφέροντα. Τα ίδια τα αστικά κόμματα προσπαθούν να θολώσουν και να αμβλύνουν την ταξική διάσταση, κινούμενα τάχα κοντά στο λαό, αλλά για τα συμφέροντα της αστικής τάξης που εκπροσωπούν.

Οι θέσεις των ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ αλλά και κάποιων μικρότερων οργανώσεων, προσανατολίζουν το λαό στις εκλογικές αυταπάτες, είτε με τις γνωστές «εναλλακτικές προτάσεις» αστικής διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης, είτε με πομπώδεις «λαϊκές οικονομίες» και διάφορα «μεταβατικά προγράμματα». Οι οικονομικές λύσεις αυτών των κομμάτων, ουσιαστικά έρχονται να καλύψουν την πολιτική γύμνια, που δεν είναι άλλη από την ανυπαρξία μίας σαφούς πολιτικής απάντησης: με ποιο τρόπο θα γίνουν όλες αυτές οι μαγικές συνταγές; Αν δεν υπάρχει ένα πολιτικό υποκείμενο που θα πάρει στις πλάτες του το τεράστιο βάρος να εμπνεύσει, να μαζικοποιήσει, να οργανώσει και να κατευθύνει επαναστατικά τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα στο δρόμο του εξωκοινοβουλευτικού αγώνα, η χώρα θα παραπαίει, στην καλύτερη περίπτωση με μία κεντροαριστερή κυβέρνηση που θα διαχειρίζεται το ίδιο απάνθρωπο καπιταλιστικό σύστημα που θα γεννά συνεχώς τις κρίσεις, τις απολύσεις, την ανεργία, την εξαθλίωση και τη φτώχεια.

Απέναντι σ’ όλους αυτούς τους βαθιά λαθεμένους προσανατολισμούς, που εγκλωβίζουν τη λαϊκή πάλη σε ανώδυνα κανάλια για το σύστημα και αναπαράγουν την κρίση και τα αδιέξοδα δεκαετιών μέσα στο αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα, μπορούν και πρέπει οι δυνάμεις της πραγματικής Aριστεράς, όσο μικρές κι αν είναι, να αντιπαραθέσουν τη δική τους ανεξάρτητη πολιτική δράση, να προβάλουν και να παλέψουν από κοινού το δικό τους, ιδεολογικοπολιτικό προσανατολισμό για τους βασικούς στόχους του λαϊκού, αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος, σε μια προσπάθεια ευρύτερης αντιιμπεριαλιστικής συσπείρωσης και συνεργασίας, που μπορεί να ανοίξει μια ελπιδοφόρα προοπτική και να εκφράσει τις βαθύτερες ανάγκες και προσδοκίες χιλιάδων αγωνιστών, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο για τον αγώνα του λαού μας, για την πορεία του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος.

Ιωσήφ Σταυρίδης, μέλος της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το