Ο Λένιν άρχισε να ετοιμάζει τη διάλεξη στις 20-31 του Δεκέμβρη 1916. Σε γράμμα του προς τον Β.Α. Καρπίνσκι τής 7 (20) του Δεκέμβρη, ο Λένιν τον πληροφορούσε ότι σχεδιάζει να κάνει διάλεξη στη Ζυρίχη, για την επανάσταση του 1905, απαριθμούσε τη φιλολογία που τού χρειαζόταν και τον παρακαλούσε να τη στείλει (βλ. Άπαντα, 4η ρώσ. Έκδ., τομ. 36ος, σελ. 377).
Τα προπαρασκευαστικά υλικά για τη διάλεξη δημοσιεύτηκαν στη Λενινιστική συλλογή, τόμ. XXVI. -306.
(Δημοσιεύουμε από τη διάλεξη εκτεταμένο απόσπασμα.)
Νεαροί φίλοι και σύντροφοι!
Σήμερα είναι η δωδέκατη επέτειος της «Ματωμένης Κυριακής» που θεωρείται πολύ δικαιολογημένα σαν απαρχή της ρωσικής επανάστασης.
Χιλιάδες εργάτες -και μάλιστα όχι σοσιαλδημοκράτες, αλλά άνθρωποι θρήσκοι και πιστοί υπήκοοι, συρρέουν με την καθοδήγηση του παπά Γκαπόν από όλα τα σημεία της πόλης προς το κέντρο της πρωτεύουσας, προς την πλατεία των Χειμερινών ανακτόρων, για να επιδόσουν στον τσάρο την αναφορά τους. Οι εργάτες πηγαίνουν με εικόνες και ο τοτινός αρχηγός τους Γκαπόν βεβαίωνε γραφτά τον τσάρο ότι εγγυάται για την προσωπική του ασφάλεια και τον παρακαλεί να εμφανιστεί στο λαό.
Καλούνται στρατεύματα. Οι ουλάνοι και οι κοζάκοι ρίχνονται στο πλήθος με γυμνά σπαθιά, πυροβολούν τους άοπλους εργάτες που εκλιπαρούσαν γονατιστοί τους κοζάκους να τους αφήσουν να πάνε στον τσάρο. Σύμφωνα με τις αστυνομικές αναφορές, σκοτώθηκαν τότε πάνω από χίλιοι και τραυματίσθηκαν πάνω από δυο χιλιάδες. Η αγανάκτηση των εργατών ήταν απερίγραπτη.
Να μια εικόνα πολύ γενική της 22 του Γενάρη 1905 -της «Ματωμένης Κυριακής».
Για να μπορέσετε να δείτε παραστατικότερα την ιστορική σημασία αυτού του γεγονότος, θα σας διαβάσω μερικά σημεία από την αναφορά των εργατών. Η αναφορά αρχίζει έτσι:
«Εμείς, οι εργάτες, κάτοικοι της Πετρούπολης, ήρθαμε σε Σένα.
Είμαστε δυστυχισμένοι, ατιμασμένοι σκλάβοι, τσακισμένοι από το δεσποτισμό και την αυθαιρεσία. Όταν ξεχείλισε το ποτήρι της υπομονής, σταματήσαμε τη δουλειά και ζητήσαμε από τ’ αφεντικά μας να μας δόσουν μόνο εκείνο που χωρίς αυτό η ζωή είναι μαρτύριο. ‘Όμως όλα αυτά απορρίφθηκαν, όλα φάνηκαν στους εργοστασιάρχες άνομα. Εμείς εδώ, πολλές χιλιάδες, όπως κι’ ολόκληρος ο ρωσικός λαός, δεν έχουμε κανένα ανθρώπινο δικαίωμα. Εξ αιτίας των αξιωματούχων Σου γίναμε σκλάβοι».
Η αναφορά απαριθμεί τα παρακάτω αιτήματα: αμνηστία, πολιτικές ελευθερίες, κανονικό μεροκάματο, βαθμιαία μεταβίβαση της γης στο λαό, σύγκληση συντακτικής συνέλευσης με βάση το γενικό και ίσο εκλογικό δικαίωμα, και τελειώνει με τα λόγια:
«Βασιλιά! Μην αρνηθείς να βοηθήσεις το λαό Σου! Γκρέμισε το τείχος ανάμεσα σε Σένα και το λαό Σου! Πρόσταζε και ορκίσου να εκπληρωθούν οι παρακλήσεις μας και θα κάνεις τη Ρωσία ευτυχισμένη• αν όχι, τότε είμαστε έτοιμοι να πεθάνουμε εδώ δα. Δεν μας μένουν παρά δυο δρόμοι: ελευθερία και ευτυχία ή τάφος».
Δοκιμάζεις ένα παράξενο αίσθημα, όταν διαβάζεις τώρα αυτή την αναφορά των αμόρφωτων, αγράμματων εργατών, που τους καθοδηγούσε ένας πατριαρχικός ιερέας. Άθελα σου έρχεται να κάνεις έναν παραλληλισμό ανάμεσα σ’ αυτή την απλοϊκή αναφορά και τις σημερινές ειρηνικές αποφάσεις των σοσιαλπασιφιστών, δηλ. των ανθρώπων που θέλουν να είναι σοσιαλιστές, μα που στην πράξη δεν είναι τίποτ’ άλλο από αστοί φρασεολόγοι. Οι μη συνειδητοί εργάτες της προεπαναστατικής Ρωσίας δεν ήξεραν ότι ο τσάρος είναι η κεφαλή της κυρίαρχης τάξης, δηλαδή της τάξης των μεγάλων γαιοκτημόνων, που με χίλια νήματα είναι πια συνδεμένοι με τη μεγαλοαστική τάξη και είναι έτοιμοι να υπερασπίσουν με όλα τα μέσα της βίας το μονοπώλιό τους, τα προνόμια και τα κέρδη τους. Οι σύγχρονοι σοσιαλπασιφιστές, που -χωρίς αστεία- θέλουν να φαίνονται άνθρωποι «πολυμαθείς», δεν ξέρουν ότι το να περιμένεις «δημοκρατική» ειρήνη από τις αστικές κυβερνήσεις, που διεξάγουν τον ιμπεριαλιστικό αρπακτικό πόλεμο, είναι τόσο κουτό, όσο κουτή είναι και η σκέψη ότι είναι τάχα δυνατό με ειρηνικές αναφορές να πείσεις τον ματοβαμμένο τσάρο για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Παρ’ όλα αυτά όμως η μεγάλη διαφορά ανάμεσά τους βρίσκεται στο γεγονός ότι οι σύγχρονοι σοσιαλπασιφιστές είναι σε μεγάλο βαθμό υποκριτές, που με ήπιες παραινέσεις προσπαθούν να αποσπάσουν το λαό από την επαναστατική πάλη, ενώ οι αμόρφωτοι ρώσοι εργάτες της προεπαναστατικής Ρωσίας απόδειξαν με έργα ότι ήταν άνθρωποι ευθείς, που για πρώτη φορά ξύπνησε η πολιτική τους συνείδηση.
Και να, ακριβώς σ’ αυτό το ξύπνημα της πολιτικής συνείδησης τεράστιων λαϊκών μαζών, στο ξύπνημά τους για επαναστατική πάλη βρίσκεται και η ιστορική σημασία της 22 του Γενάρη1905.
«Στη Ρωσία δεν υπάρχει ακόμη επαναστατικός λαός» -έτσι έγραφε δυο μέρες πριν από τη «Ματωμένη Κυριακή» ο κύριος Πέτρος Στρούβε, ο τοτινός αρχηγός των ρώσων φιλελευθέρων, που έβγαζε τότε στο εξωτερικό ένα παράνομο, ελεύθερο, έντυπο. Τόσο παράλογη φαινόταν σ’ αυτόν τον «πολυμαθή» ξιπασμένο και αρχιβλάκα αρχηγό των αστών ρεφορμιστών η ιδέα πως μια αγράμματη αγροτική χώρα μπορεί να γεννήσει επαναστατικό λαό! Τόσο βαθιά ήταν η πεποίθηση των τοτινών -το ίδιο όπως και των τωρινών -ρεφορμιστών για το αδύνατο μιας πραγματικής επανάστασης!
Ως τις 22 (με το παλιό ημερολόγιο 9) του Γενάρη 1905 το επαναστατικό Κόμμα της Ρωσίας αποτελούνταν από μια μικρή χούφτα ανθρώπων -οι τοτινοί ρεφορμιστές (ίδια και απαράλλακτα όπως οι σημερινοί) μάς αποκαλούσαν κοροϊδευτικά «αίρεση». Μερικές εκατοντάδες επαναστάτες οργανωτές, μερικές χιλιάδες μέλη των τοπικών οργανώσεων, μισή ντουζίνα επαναστατικά φύλλα πού δεν έβγαιναν πιο συχνά από μια φορά το μήνα, τα οποία εκδίδονταν κυρίως στο εξωτερικό και στέλνονταν λαθραία στη Ρωσία, με απίστευτες δυσκολίες και με πολλές θυσίες—τέτοια ήταν τα επαναστατικά κόμματα στη Ρωσία και σε πρώτη γραμμή η επαναστατική σοσιαλδημοκρατία ως τις 22 του Γενάρη 1905. Το γεγονός αυτό έδινε τυπικά στους στενοκέφαλους και ξιπασμένους ρεφορμιστές το δικαίωμα να ισχυρίζονται ότι στη Ρωσία δεν υπάρχει ακόμη επαναστατικός λαός.
Στη διάρκεια όμως μερικών μηνών η εικόνα αυτή άλλαξε ολότελα.
Οι εκατοντάδες των επαναστατών σοσιαλδημοκρατών αυξήθηκαν «ξαφνικά» σε χιλιάδες, οι χιλιάδες έγιναν αρχηγοί 2-3 εκατομμυρίων προλεταρίων. Η προλεταριακή πάλη προκάλεσε μεγάλο αναβρασμό, και εν μέρει και επαναστατικό κίνημα, στα σπλάχνα της μάζας πενήντα – εκατό εκατομμυρίων αγροτών, το αγροτικό κίνημα βρήκε απήχηση στο στρατό και οδήγησε σε εξεγέρσεις των φαντάρων, σε ένοπλες συγκρούσεις του ενός στρατιωτικού τμήματος με το άλλο. Έτσι μια κολοσσιαία χώρα με 130 εκατομμύρια κατοίκους μπήκε στην επανάσταση, έτσι η μισοκοιμισμένη Ρωσία μετατράπηκε στη Ρωσία του επαναστατικού προλεταριάτου και του επαναστατικού λαού.
Χρειάζεται να μελετήσουμε αυτό το πέρασμα, να καταλάβουμε πώς στάθηκε δυνατό να γίνει, να καταλάβουμε, ας το πούμε έτσι, τις μεθόδους και τους δρόμους του.
Το κυριότερο μέσο αυτού του περάσματος ήταν η μαζική απεργία. Η ιδιομορφία της ρωσικής επανάστασης βρίσκεται ακριβώς στο ότι όσον αφορά το κοινωνικό περιεχόμενό της ήταν αστικοδημοκρατική, ενώ όσον αφορά τα μέσα πάλης προλεταριακή. Ήταν αστικοδημοκρατική, επειδή ο σκοπός, στον οποίο απόβλεπε άμεσα και τον οποίο μπορούσε να πετύχει άμεσα με τις δικές της δυνάμεις, ήταν η λαοκρατική δημοκρατία, το οχτάωρο, η δήμευση της κολοσσιαίας μεγαλογαιοκτησίας των ευγενών—όλα τα μέτρα που πραγματοποίησε σχεδόν στο ακέραιο η αστική επανάσταση στη Γαλλία στα 1792 και 1793.
Η ρωσική επανάσταση ήταν ταυτόχρονα και προλεταριακή, όχι μόνο με την έννοια ότι το προλεταριάτο ήταν η καθοδηγητική δύναμη, η πρωτοπορία του κινήματος, αλλά και με την έννοια ότι ένα ειδικά προλεταριακό μέσο πάλης, και συγκεκριμένα η απεργία, αποτελούσε το κύριο μέσο για τη δραστηριοποίηση των μαζών και το πιο χαρακτηριστικό φαινόμενο στην κυματοειδή ανάπτυξη των αποφασιστικών γεγονότων.
την παγκόσμια ιστορία η ρωσική επανάσταση είναι η πρώτη, αλλά, χωρίς αμφιβολία, όχι η τελευταία μεγάλη επανάσταση, στην οποία η μαζική πολιτική απεργία έπαιξε έναν ασυνήθιστα μεγάλο ρόλο. Μπορεί μάλιστα να υποστηρίξει κανείς πως δεν είναι δυνατό να καταλάβουμε τα γεγονότα της ρωσικής επανάστασης και την εναλλαγή των πολιτικών μορφών της, αν δεν μελετήσουμε με βάση τη στατιστική των απεργιών τις βάσεις αυτών των γεγονότων και αυτής της εναλλαγής των μορφών.
Ξέρω πολύ καλά πόσο δεν έχουν θέση σε μια διάλεξη τα ξερά στατιστικά στοιχεία, πόσο είναι ικανά να τρομάξουν τον ακροατή. ‘Ωστόσο όμως δεν μπορώ παρά να αναφέρω μερικούς στρογγυλούς αριθμούς, για να έχετε τη δυνατότητα να εκτιμήσετε την πραγματική αντικειμενική βάση ολόκληρου του κινήματος.
Ο μέσος ετήσιος αριθμός των απεργών στη Ρωσία στα 10 χρόνια πριν από την επανάσταση ήταν 43 χιλιάδες. Συνεπώς, ο συνολικός αριθμός των απεργών στη διάρκεια όλης της δεκαετίας πριν από την επανάσταση ήταν 430 χιλιάδες. Το Γενάρη του 1905, πρώτο μήνα της επανάστασης, ο αριθμός των απεργών ήταν 440 χιλιάδες. Ώστε, μέσα σε ένα μόνο μήνα απεργήσανε περισσότεροι απ’ όσους απεργήσανε σ’ όλη την προηγούμενη δεκαετία!
Σε καμιά καπιταλιστική χώρα του κόσμου ακόμη και στις πιο προοδευμένες χώρες, σαν την Αγγλία, τις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής και τη Γερμανία, ο κόσμος δεν είδε τέτοιο μεγαλειώδες απεργιακό κίνημα, όπως στη Ρωσία το 1905. Ο συνολικός αριθμός των απεργών ήταν 2 εκατομμύρια 800 χιλιάδες, δηλαδή διπλάσιος από το συνολικό αριθμό των εργοστασιακών εργατών! Αυτό βέβαια δεν αποδείχνει ότι στη Ρωσία οι εργοστασιακοί εργάτες των πόλεων ήταν πιο μορφωμένοι ή πιο δυνατοί ή πιο προσαρμοσμένοι στην πάλη απ’ ό,τι τ’ αδέλφια τους στη Δυτική Ευρώπη. Αληθινό είναι ακριβώς το αντίθετο.
Αυτό όμως δείχνει πόσο μεγάλη μπορεί να είναι η μισοκοιμισμένη ενεργητικότητα του προλεταριάτου. Αυτό μαρτυρεί ότι σε επαναστατική εποχή -το υποστηρίζω αυτό χωρίς καμιά υπερβολή με βάση τα πιο ακριβή δεδομένα της ρωσικής ιστορίας -το προλεταριάτο μπορεί ν’ αναπτύξει εκατό φορές μεγαλύτερη αγωνιστική ενέργεια, απ’ ότι σε μια συνηθισμένη ήρεμη εποχή. Αυτό μαρτυρεί ότι η ανθρωπότητα μέχρι και το 1905 δεν ήξερε ακόμη πόσο μεγάλη, πόσο μεγαλειώδης μπορεί να είναι και θα είναι η ένταση των δυνάμεων του προλεταριάτου, όταν πρόκειται να αγωνιστεί για πραγματικά μεγάλους σκοπούς, να αγωνιστεί πραγματικά επαναστατικά!
Η ιστορία της ρωσικής επανάστασης μας δείχνει ότι εκείνοι που πάλεψαν με την πιο μεγάλη επιμονή και με την πιο μεγάλη αυτοθυσία είναι η πρωτοπορία, τα επίλεκτα στοιχεία των μισθωτών εργατών. Όσο πιο μεγάλα ήταν τα εργοστάσια, τόσο πιο επίμονα διεξάγονταν οι απεργίες, τόσο πιο συχνά επαναλαβαίνονταν μέσα στον ίδιο χρόνο. Όσο πιο μεγάλη ήταν η πόλη, τόσο πιο σημαντικός ήταν ο ρόλος του προλεταριάτου στην πάλη. Οι τρεις μεγάλες πόλεις, στις οποίες ζουν οι πιο συνειδητοί και οι πιο πολλοί εργάτες, η Πετρούπολη, η Ρίγα και η Βαρσοβία, δίνουν ασύγκριτα μεγαλύτερο αριθμό απεργών σε σχέση με το συνολικό αριθμό των εργατών απ ό,τι δίνουν όλες οι άλλες πόλεις, χωρίς να μιλήσουμε πια για το χωριό. (Αυτή η παράγραφος έχει σβηστεί στο χειρόγραφο. Η Σύντ.)
Οι μεταλλουργοί αποτελούν στη Ρωσία -ίσως το ίδιο όπως και στις άλλες καπιταλιστικές χώρες -το πρωτοπόρο τμήμα του προλεταριάτου. Και εδώ παρατηρούμε το παρακάτω διδακτικό γεγονός: κάθε εκατοντάδα εργοστασιακών εργατών στη Ρωσία έδωσε το 1905 γενικά 160 απεργούς. Ενώ κάθε εκατοντάδα μεταλλουργών έδοσε τον ίδιο χρόνο 320 απεργούς!
Σύμφωνα με υπολογισμούς, κάθε Ρώσος εργοστασιακός εργάτης έχασε το 1905 εξ αιτίας της απεργίας κατά μέσον όρο 10 ρούβλια —περίπου 26 φράγκα με την προπολεμική τιμή τους— τα θυσίαζε, μπορεί να πει κανείς, για τον αγώνα. “Αν πάρουμε όμως μόνο τους μεταλλουργούς, θα έχουμε ένα ποσό τρεις φορές μεγαλύτερο! Μπροστά βάδιζαν τα πιο καλά στοιχεία της εργατικής τάξης, τραβώντας μαζί τους τους ταλαντευόμενους, αφυπνίζοντας τούς κοιμισμένους και ενθαρρύνοντας τους αδύνατους.
Εξαιρετικά ιδιόμορφο ήταν το μπλέξιμο των οικονομικών απεργιών με τις πολιτικές τον καιρό της επανάστασης. Δεν χωράει αμφιβολία πως μόνο η πιο στενή σύνδεση αυτών των δυο μορφών απεργίας εξασφάλισε τη μεγάλη δύναμη του κινήματος.
Οι πλατιές μάζες των εκμεταλλευομένων δεν θα ήταν δυνατό με κανένα τρόπο να τραβηχτούν στο επαναστατικό κίνημα, αν οι μάζες αυτές δεν έβλεπαν καθημερινά μπροστά τους παραδείγματα για το πώς οι μισθωτοί εργάτες των διάφορων κλάδων της βιομηχανίας εξανάγκαζαν τους καπιταλιστές να καλυτερεύουν άμεσα, χωρίς καθυστέρηση την κατάστασή τους. Χάρη σ’ αυτή την πάλη φύσηξε ένας καινούργιος αέρας σε όλη τη μάζα του ρωσικού λαού. Μόνο τώρα η δουλοπάροικη, η πατριαρχική, η ευσεβής και πειθήνια Ρωσία, η βυθισμένη σε χειμερινή νάρκη, αποτίναξε τον παλιό Αδάμ· μόνο τώρα ο ρωσικός λαός πήρε μια πραγματικά δημοκρατική, μια πραγματικά επαναστατική διαπαιδαγώγηση.
Όταν οι κύριοι αστοί και τα άκριτα φερέφωνά τους, οι σοσιαλιστές ρεφορμιστές, μιλάνε με τόση ξιπασιά για «διαπαιδαγώγηση» των μαζών, τη διαπαιδαγώγηση την εννοούν συνήθως σαν κάτι το δασκαλίστικο, το σχολαστικό, που εκφυλίζει τις μάζες και μπολιάζει σ’ αυτές αστικές προλήψεις.
Η πραγματική διαπαιδαγώγηση των μαζών δεν μπορεί ποτέ να χωριστεί από την ανεξάρτητη πολιτική πάλη, και ιδιαίτερα από την επαναστατική πάλη της ίδιας της μάζας. Μόνο η πάλη διαπαιδαγωγεί την εκμεταλλευόμενη τάξη, μόνο η πάλη της αποκαλύπτει το μέτρο των δυνάμεών της, της πλαταίνει τον ορίζοντα, αναπτύσσει τις ικανότητές της, φωτίζει το μυαλό της και ατσαλώνει τη θέλησή της. Και γι’ αυτό, ακόμη και οι αντιδραστικοί αναγκάστηκαν να παραδεχτούν πως ο χρόνος 1905, χρόνος πάλης, «ο τρελός χρόνος», έθαψε οριστικά την πατριαρχική Ρωσία.
Ας εξετάσουμε από πιο κοντά το συσχετισμό ανάμεσα στους μεταλλουργούς και τους υφαντουργούς της Ρωσίας στη διάρκεια του απεργιακού αγώνα το 1905. Οι μεταλλουργοί είναι οι καλύτερα πληρωνόμενοι, οι πιο συνειδητοί, οι πιο πολιτισμένοι προλετάριοι. Οι εργάτες της υφαντουργίας, που ο αριθμός τους στη Ρωσία το 1905 ξεπερνούσε πάνω από δυόμιση φορές τον αριθμό των μεταλλουργών, αποτελούν την πιο καθυστερημένη, τη χειρότερα πληρωνόμενη απ’ όλους τους άλλους μάζα, η οποία συχνά δεν έχει ακόμη κόψει οριστικά τούς δεσμούς της με το αγροτικό συγγενολόι της στο χωριό. Και δω βρισκόμαστε μπροστά στο παρακάτω πολύ σοβαρό γεγονός.
Οι απεργίες των μεταλλουργών στη διάρκεια ολόκληρου τού 1905 δίνουν την υπεροχή στην πολιτική απεργία απέναντι στην οικονομική, αν και στις αρχές του χρόνου η υπεροχή αυτή απέχει πολύ ακόμη από του να είναι τόσο μεγάλη, όπως στο τέλος του χρόνου.
Απεναντίας, στους υφαντουργούς παρατηρούμε στις αρχές του 1905 μια κολοσσιαία υπεροχή των οικονομικών απεργιών, ενώ η πολιτική απεργία αποκτά υπεροχή μόλις στο τέλος του χρόνου. Από δω βγαίνει εντελώς ξεκάθαρα ότι μόνο η οικονομική πάλη, μόνο η πάλη για την άμεση, επείγουσα βελτίωση της κατάστασής τους είναι ικανή να αναταράξει τα πιο καθυστερημένα στρώματα της εκμεταλλευόμενης μάζας, τους δίνει μια πραγματική διαπαιδαγώγηση και τα μετατρέπει -σε επαναστατική εποχή -στη διάρκεια λίγων μηνών, σε στρατιά πολιτικών αγωνιστών.
Γι’ αυτό, φυσικά, ήταν απαραίτητο το πρωτοπόρο τμήμα των εργατών να μην εννοεί την ταξική πάλη σαν πάλη για τα συμφέροντα ενός μικρού ανώτερου στρώματος, όπως πολύ συχνά οι ρεφορμιστές προσπαθούσαν να υποβάλουν αυτή την ιδέα στους εργάτες, μα οι προλετάριοι να εμφανίζονται πραγματικά σαν πρωτοπορία της πλειοψηφίας των εκμεταλλευομένων και να τραβούν αυτή την πλειοψηφία στην πάλη, όπως έγινε στη Ρωσία το 1905 και όπως θα πρέπει να γίνει και χωρίς καμιά αμφιβολία θα γίνει στην επερχόμενη προλεταριακή επανάσταση στην Ευρώπη. (Οι τέσσερις προηγούμενες παράγραφοι έχουν σβηστεί στο χειρόγραφο. Η Σύντ.)
Οι αρχές του 1905 έφεραν το πρώτο μεγάλο κύμα του απεργιακού κινήματος σ’ όλη τη χώρα. Την άνοιξη αυτού του χρόνου βλέπουμε κιόλας το ξύπνημα του πρώτου μεγάλου, όχι μόνο οικονομικού, μα και πολιτικού αγροτικού κινήματος στη Ρωσία. Πόσο μεγάλη σημασία έχει το γεγονός αυτό, που αποτέλεσε στροφή για την ιστορία, μπορεί να το καταλάβει μόνο εκείνος που θα θυμηθεί πως η αγροτιά της Ρωσίας μόλις το 1861 απελευθερώθηκε από την πιο καταθλιπτική δουλοπάροικη εξάρτηση, πως οι αγρότες στην πλειοψηφία τους είναι αγράμματοι, ζουν μέσα σε απερίγραπτη ανέχεια, καταδυναστευμένοι από τους τσιφλικάδες, αφιονισμένοι από τους παπάδες, απομονωμένοι ο ένας από τον άλλο εξαιτίας των τεράστιων αποστάσεων και της σχεδόν ολοκληρωτικής έλλειψης δρόμων.
Το 1825 η Ρωσία για πρώτη φορά έβλεπε επαναστατικό κίνημα ενάντια στον τσαρισμό, και το κίνημα αυτό το αντιπροσώπευαν σχεδόν ολοκληρωτικά οι ευγενείς. Από τη στιγμή εκείνη και ως το 1881, τότε που τρομοκράτες σκότωσαν τον Αλέξανδρο Β’, επικεφαλής του κινήματος βρίσκονταν διανοούμενοι που προέρχονταν από τα μεσαία στρώματα. Οι άνθρωποι αυτοί έδειξαν μέγιστη αυτοθυσία και με την ηρωική τους τρομοκρατική μέθοδο πάλης κατέπληξαν όλο τον κόσμο. Οι θυσίες αυτές αναμφισβήτητα δεν πήγαν του κάκου, συντέλεσαν αναμφισβήτητα -άμεσα ή έμμεσα- στην επαναστατική διαπαιδαγώγηση του ρωσικού λαού που επακολούθησε. Μα τον άμεσο σκοπό τους, το ξύπνημα της λαϊκής επανάστασης, δεν τον πέτυχαν και δεν μπορούσαν να τον πετύχουν.
Αυτό το κατόρθωσε μόνο η επαναστατική πάλη του προλεταριάτου. Μόνο τα κύματα της μαζικής απεργίας που κατέκλυσαν όλη τη χώρα, σε συνδυασμό με τα σκληρά μαθήματα του ιμπεριαλιστικού ρωσοϊαπωνικού πολέμου, ξύπνησαν τις πλατιές μάζες της αγροτιάς από το ληθαργικό τους ύπνο. Η λέξη «απεργός» απόκτησε για τους αγρότες ολότελα καινούργια σημασία: σήμαινε κάτι σαν αντάρτης, επαναστάτης, που πριν εκφραζόταν με τη λέξη «φοιτητής».
Επειδή όμως ο «φοιτητής» ανήκε στα μεσαία στρώματα, στους «σπουδαγμένους», στους «κυρίους», ήταν ξένος στο λαό. Αντίθετα ο «απεργός» προήλθε ο ίδιος από το λαό, ανήκε ο ίδιος στους εκμεταλλευόμενους• όταν ήταν εκτοπισμένος από την Πετρούπολη, πολύ συχνά ξαναγύριζε στο χωριό και διηγόταν στους συντρόφους του του χωριού για την πυρκαγιά που αγκάλιαζε τις πόλεις και που θα εκμηδένιζε τόσο τους καπιταλιστές, όσο και τους ευγενείς.
Στο ρωσικό χωριό εμφανίστηκε ένας καινούργιος τύπος- ο συνειδητός νεαρός αγρότης.
Αυτός ερχόταν σ’ επαφή με τους «απεργούς», διάβαζε εφημερίδες, διηγόταν στους αγρότες για τα γεγονότα των πόλεων, εξηγούσε στους συντρόφους του του χωριού τη σημασία των πολιτικών διεκδικήσεων και τους καλούσε στην πάλη ενάντια στους μεγάλους γαιοκτήμονες- ευγενείς, ενάντια στους παπάδες και τους αξιωματούχους.
e-prologos.gr