Με δύο απανωτές ανακοινώσεις του Γραφείου Τύπου, το Υπουργείο Εργασίας προχωρά στην πλήρη εφαρμογή του αντεργατικού – αντισυνδικαλιστικού νόμου «Χατζηδάκη». Συγκεκριμένα στις 31/1 όπως «ενημέρωσε» το υπουργείο, μπαίνει σε λειτουργία το Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕΜΗΣΟΕ) και όλα τα συνδικάτα υποχρεώνονται να δηλώσουν τα στοιχεία τους στο κράτος.

Αυτό τον προσανατολισμό της κυβέρνησης, που χτυπά το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα για λογαριασμό της εργοδοσίας, επιβεβαιώνει και το ίδιο το περιεχόμενο των παραπάνω ανακοινώσεων. Τόσο στην πρώτη όσο και στην δεύτερη ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας τονίζεται ρητά ότι όσο τα συνδικάτα δεν συμμορφώνονται στο ν. «Χατζηδάκη» δεν θα έχουν το δικαίωμα να διαπραγματεύονται συλλογικές συμβάσεις και να κηρύσσουν απεργία. Ο Χατζηδάκης, αρχιερέας του νεοφιλελευθερισμού, συνειδητά διαστρεβλώνει και παραποιεί ακόμα και τον ίδιο του τον ν.4808, ο οποίος πουθενά δεν προβλέπει ότι για όσο διάστημα δεν εγγράφεται ένα συνδικάτο στο ΓΕΜΗΣΟΕ δεν έχει δικαίωμα να κηρύξει απεργία.

Με δύο απανωτές ανακοινώσεις του Γραφείου Τύπου, το Υπουργείο Εργασίας προχωρά στην πλήρη εφαρμογή του αντεργατικού – αντισυνδικαλιστικού νόμου «Χατζηδάκη». Συγκεκριμένα στις 31/1 όπως «ενημέρωσε» το υπουργείο, μπαίνει σε λειτουργία το Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕΜΗΣΟΕ) και όλα τα συνδικάτα υποχρεώνονται να δηλώσουν τα στοιχεία τους στο κράτος. Λίγες ημέρες αργότερα, με δεύτερο δελτίο τύπου το υπουργείο ανακοίνωσε πως ενεργοποιείται το μέτρο των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών, σύμφωνα με το οποίο όλα τα συνδικάτα θα πρέπει να παρέχουν υποχρεωτικά τη δυνατότητα ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στα μέλη τους.

Η πρακτική αυτή -με τη μορφή των ανακοινώσεων του Γραφείου Τύπου που ακολουθεί ο Χατζηδάκης- δείχνει ανάγλυφα το μέγεθος της σκόπιμης υποβάθμισης και απαξίωσης των συνδικάτων αλλά και του βοναπαρτισμού που τον διακατέχει. Αποτελεί ένα ακόμα δείγμα της σκληρής αυταρχικής πολιτικής που ακολουθεί απέναντι στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα με στόχο τη χειραγώγηση και την υποταγή του.

Αυτό τον προσανατολισμό της κυβέρνησης, που χτυπά το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα για λογαριασμό της εργοδοσίας, επιβεβαιώνει και το ίδιο το περιεχόμενο των παραπάνω ανακοινώσεων. Τόσο στην πρώτη όσο και στην δεύτερη ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας τονίζεται ρητά ότι όσο τα συνδικάτα δεν συμμορφώνονται στο ν. «Χατζηδάκη» δεν θα έχουν το δικαίωμα να διαπραγματεύονται συλλογικές συμβάσεις και να κηρύσσουν απεργία. Ο Χατζηδάκης, αρχιερέας του νεοφιλελευθερισμού, συνειδητά διαστρεβλώνει και παραποιεί ακόμα και τον ίδιο του τον ν.4808, ο οποίος πουθενά δεν προβλέπει ότι για όσο διάστημα δεν εγγράφεται ένα συνδικάτο στο ΓΕΜΗΣΟΕ δεν έχει δικαίωμα να κηρύξει απεργία. Οι «ποινές» του ν.4808 προβλέπουν πιο συγκεκριμένα ότι η συνδικαλιστική οργάνωση:

  • Δεν έχει το δικαίωμα να διαπραγματεύεται συλλογική σύμβαση
  • Δεν μπορεί να προστατέψει τα μέλη του ΔΣ της από την απόλυση
  • Χάνει τη χρηματοδότησή της.

Εισάγει με αυτό τον τρόπο διατάξεις που δεν προβλέπονται καν από το συνδικαλιστικό νόμο. Πρόκειται για μια άκρως επικίνδυνη, αντιδημοκρατική και αυταρχική μεθόδευση.

Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, στη δεύτερη ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου στις 10/2, αμφισβητείται η ίδια η υπόσταση των σωματείων εκείνων που δεν έχουν ενσωματώσει τις ηλεκτρονικές κάλπες. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται «δεν θα αναγνωρίζεται το Διοικητικό Συμβούλιο που έχει εκλεγεί, τα μέλη του δεν θα καλύπτονται από τις διατάξεις περί συνδικαλιστικής προστασίας και η συνδικαλιστική οργάνωση θα θεωρείται ότι δεν έχει διοίκηση, η οποία θα πρέπει να ορισθεί από το Δικαστήριο. Επίσης, για όσο διάστημα δεν υπάρχει διοίκηση, η συνδικαλιστική οργάνωση δεν θα μπορεί να συμμετέχει σε συλλογικές διαπραγματεύσεις και θα είναι προβληματική η καθημερινή λειτουργία της, η σύγκληση γενικών συνελεύσεων και η κήρυξη απεργίας».

Κυβερνητικά πυρά στην απεργία

Με τις τελευταίες ανακοινώσεις η κυβέρνηση στρώνει το έδαφος για να εξαπολύσει ολομέτωπη επίθεση στο θεμελιώδες δημοκρατικό δικαίωμα των εργαζομένων, στην απεργία. Ήδη τα προεόρτια της εφαρμογής του ν. «Χατζηδάκη» ήρθαν τον περασμένο Οκτώβρη, όταν οι εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες σύρθηκαν στα δικαστήρια για να κηρυχθεί η απεργιακή τους κινητοποίηση παράνομη, αφού δεν «συμμορφώθηκαν» απέναντι στο νέο αντισυνδικαλιστικό νόμο. Το ίδιο έπραξε και η εργοδοσία της COSCO απέναντι στις πρόσφατες απεργίες των ναυτεργατών.
Η κυβέρνηση προχωρά ένα βήμα παραπέρα κλιμακώνοντας την επίθεσή της στο συνδικαλιστικό κίνημα και στην απεργία, αφού για πρώτη φορά εδώ και 40 χρόνια θέτει σε αμφισβήτηση ακόμα και την υπόσταση των ίδιων των συνδικάτων. Χρησιμοποιώντας ως επιχειρήματα το ΓΕΜΗΣΟΕ και τις ηλεκτρονικές κάλπες, προσφέρει νέα όπλα στην εργοδοσία για να τσακίσει τα συνδικάτα. Υποδεικνύει στην εργοδοσία την οδό για να καταστείλει τις απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων και των συνδικάτων τους, θέτοντας ως «προαπαιτούμενο» να έχουν εγγραφεί στα κρατικά μητρώα.

Δεν σταματούν εδώ

Με τις μεθοδεύσεις αυτές η κυβέρνηση ενισχύει το αντιδραστικό οπλοστάσιο της εργοδοσίας και του μεγάλου κεφαλαίου απέναντι στα συνδικάτα. Ανάβει το πράσινο φως για να εξαπολύσουν πλέρια επίθεση απέναντι στα σωματεία των εργαζομένων, να αμφισβητήσουν την ίδια τους την ύπαρξη, πόσο μάλλον το δικαίωμα στην απεργία.

Είναι η πρώτη φορά τα τελευταία 40 χρόνια που τίθενται σε αμφισβήτηση μαζικά όλα τα συνδικάτα, τα εργατικά κέντρα, οι ομοσπονδίες, τα πρωτοβάθμια σωματεία σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, χρησιμοποιώντας ως πρόφαση τις ηλεκτρονικές κάλπες. Η κυβέρνηση ανοίγει το δρόμο για την ωμή παρέμβαση του κράτους μέσω των δικαστηρίων, για να οριστούν παντού δοτές – διορισμένες διοικήσεις οι οποίες θα επιβάλλουν στην πράξη το ν. «Χατζηδάκη».

Το μέγεθος της ωμής κυβερνητικής – κρατικής παρέμβασης γίνεται φανερό και από τη διατύπωση της τελευταίας ανακοίνωσης, όπου αναφέρεται ότι «θα είναι προβληματική η καθημερινή λειτουργία της (σσ. συνδικαλιστικής οργάνωσης) (…) και η κήρυξη απεργίας». Στόχος τους δεν είναι άλλος από την πλήρη υποταγή των εργαζομένων μπροστά στην ωμή καταπίεση και αχαλίνωτη εκμετάλλευση από τη μεριά της εργοδοσίας. Θέλουν το εργατικό – συνδικαλιστικό κίνημα αφοπλισμένο, παραδομένο, ανύπαρκτο.

Οι κυρίαρχες συνδικαλιστικές δυνάμεις επιβάλλουν την αδράνεια και την αφωνία

Κανείς πλέον δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν γνωρίζει τις προθέσεις της κυβέρνησης. Είναι από καιρό διακηρυγμένες σε όλους τους τόνους, δημόσια. Τις έκανε πράξη ψηφίζοντας τον αντιδραστικό ν.4808 το καλοκαίρι του 2021. Τώρα τις εφαρμόζει μία προς μία, χτυπώντας τα θεμέλια του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.

Μπροστά στην επίθεση αυτή οι συνδικαλιστικές δυνάμεις της ΝΔ, του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ -που παραμένει ισχυρό μέσα στο σ/κ- και του ΣΥΡΙΖΑ επιβάλλουν στο συνδικαλιστικό κίνημα μια προκλητική στάση αναμονής, αφωνίας και πλήρους αδράνειας. Αρνούνται πεισματικά να πάρουν θέση ενάντια στο ν. «Χατζηδάκη» και την έμπρακτη εφαρμογή του. Αρνούνται να κινητοποιήσουν σε αγωνιστική κατεύθυνση τα συνδικάτα και τους εργαζόμενους ενάντια στην κυβερνητική πολιτική για την ανατροπή του αντισυνδικαλιστικού νόμου. Την ώρα μάλιστα που είναι σε εξέλιξη η ακραία αντιλαϊκή επίθεση στο εισόδημα, με την ακρίβεια να καλπάζει και τη φτώχεια να διευρύνεται, οι δυνάμεις αυτές επιμένουν στη γραμμή της αφωνίας και της υποταγής.

Την ίδια γραμμή επιβάλλει και η ηγεσία του ΠΑΜΕ/ΚΚΕ στα συνδικάτα. Μπορεί στα λόγια και διακηρυκτικά οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ να γκρεμίζουν δυο και τρεις φορές το ν. «Χατζηδάκη», δηλώνοντας πως «θα μείνει στα χαρτιά». Στην πράξη όμως τα εκατοντάδες σωματεία, Ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα, που κάθε τόσο φιγουράρουν στις ανακοινώσεις τους αλλά και στις στήλες του «Ριζοσπάστη» από την ημέρα της ψήφισης του νόμου, αλλά και πριν από αυτή, ως και σήμερα λάμπουν δια της απουσίας τους. Ακόμα και εκείνη η περίφημη «σύσκεψη στο Σπόρτινγκ» τον Οκτώβρη του ’21, στην οποία έλαβαν μέρος και ορισμένοι “νεοαριστεροί” θεωρώντας ότι έτσι θα μπουν «σφήνα» στο ΠΑΜΕ, έμεινε μετέωρη και στα λόγια, χωρίς επόμενο βήμα. Η ηγεσία του ΠΑΜΕ βαδίζοντας στα χνάρια που η ίδια χάραξε τον Ιούνιο του ’21, ξεπουλώντας την απεργία ενάντια στο ν. «Χατζηδάκη», εφαρμόζει μια πολιτική αδράνειας και αφωνίας, παρόμοια με τις δυνάμεις της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ. Μια πολιτική που -στο όνομα, τάχα, του «ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος»- ενισχύει την απογοήτευση σε ένα σημαντικό αγωνιστικό δυναμικό του εργατικού – συνδικαλιστικού κινήματος.

Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία μεθοδεύει την εφαρμογή του ν. «Χατζηδάκη»

Δεν είναι καθόλου τυχαία η υπόμνηση πως αν δεν καταχωρηθούν τα συνδικάτα στο ΓΕΜΗΣΟΕ και δεν εφαρμόσουν τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες θα ανασταλεί η χρηματοδότησή τους. Για πολλές δεκαετίες οι δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ αλλά και των ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ διαμόρφωσαν ένα ολόκληρο κρατικοδίαιτο στρώμα συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, το οποίο ζει και αναπνέει παρασιτικά στις πλάτες του συνδικαλιστικού κινήματος. ΝΔ και ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ εκμεταλλεύτηκαν αυτό το στρώμα για να αποσπάσουν τη συναίνεση και την υποταγή του εργατικού – συνδικαλιστικού κινήματος απέναντι στην αντεργατική πολιτική που εφάρμοσαν σαν κυβερνήσεις. Οι δε δυνάμεις του ΚΚΕ και του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ αξιοποιούν διαχρονικά τα συνδικαλιστικά τους στελέχη για να υπηρετήσουν τους κομματικούς τους μηχανισμούς. Η πολιτική όλων αυτών των δυνάμεων επέβαλε ισχυρούς δεσμούς εξάρτησης, με τη μορφή της χρηματοδότησης των συνδικάτων από το κράτος. ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες λαμβάνουν τεράστια ποσά, τόσο από τους κρατικούς προϋπολογισμούς όσο και από την ίδια την ΕΕ.
Ο Χατζηδάκης τώρα εκβιάζει τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία απειλώντας -ανάμεσα στα άλλα- να κλείσει και τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης. Επί της ουσίας απαιτεί εδώ και τώρα να εφαρμοστεί ο ν.4808 και να υποταχτούν τα συνδικάτα στο νέο αντιδραστικό καθεστώς, παραδίδοντας ονόματα και διευθύνσεις όσων συνδικαλίζονται στα χέρια της κυβέρνησης και της εργοδοσίας. Αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει η κατηγορηματική άρνηση της κυβέρνησης και του ίδιου του Χατζηδάκη να ικανοποιήσει το πρόσφατο αίτημα της ΓΣΕΕ η οποία ζητούσε παράταση ενός έτους στη λειτουργία του ΓΕΜΗΣΟΕ. Με απαξιωτικό τρόπο χωρίς καν να απαντήσει στην επιστολή – αίτημα της ΑΔΕΔΥ, αρνήθηκε να δώσει παράταση στη θητεία των ΔΣ. Αδιαφορεί πλήρως για την προσφυγή του Εργατικού Κέντρου Αθήνας (ΕΚΑ) στο ΣτΕ ενάντια στον αντισυνδικαλιστικό νόμο, προεξοφλώντας -πολιτικά- το αποτέλεσμα.
Μπροστά σε αυτή την κυβερνητική επίθεση οι δυνάμεις της ποικιλώνυμης συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, ανεξάρτητα από το μανδύα με τον οποίο παρουσιάζονται, μεθοδεύουν με φανερές και υπόγειες διεργασίες την υπαγωγή όλων των συνδικάτων στο ΓΕΜΗΣΟΕ χωρίς αντιδράσεις, καθώς και την ενσωμάτωση της διάταξης για τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες σε όλα τα καταστατικά. Όλες οι συνδικαλιστικές δυνάμεις από αυτές της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ, ως το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ και το ΠΑΜΕ/ΚΚΕ τηρούν στάση αναμονής, περιμένοντας ποιος θα κάνει το πρώτο βήμα.

Απάντηση μπορούν να δώσουν οι ταξικές συνδικαλιστικές δυνάμεις και οι εργαζόμενοι

Η πάλη για την ανατροπή του ν. Χατζηδάκη αναδεικνύεται πιο αναγκαία από ποτέ. Οι ταξικές δυνάμεις του εργατικού σ/κ έχουν χρέος να ενεργοποιήσουν τα πρωτοβάθμια σωματεία και συνδικάτα, να αποκαλύψουν στους εργαζόμενους το μέγεθος και το βάθος της αντιδραστικής επίθεσης της κυβέρνησης. Να καταγγείλουν τον υπονομευτικό ρόλο που παίζουν οι δυνάμεις της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και του ρεφορμισμού, που παρά τους «όρκους» για σύγκρουση και μη εφαρμογή του ν. «Χατζηδάκη», στην πράξη μεθοδεύουν την πλήρη υποταγή των συνδικάτων στο νέο αντιδραστικό και αντιδημοκρατικό πλαίσιο.
Υπηρετώντας αυτό το γενικό προσανατολισμό, είναι κομβικής σημασίας η μάχη που πρέπει να δοθεί σε όλη την έκταση των σωματείων και συνδικάτων, ώστε κανένα μην υποταχτεί στις κυβερνητικές πιέσεις και να μην καταγραφεί στο ΓΕΜΗΣΟΕ. Όπως επίσης εξίσου σημαντικό είναι οι εργαζόμενοι στα σωματεία τους να προασπίσουν τις ζωντανές συλλογικές τους διαδικασίες, τις Γενικές Συνελεύσεις και τις αρχαιρεσίες, μπλοκάροντας με αγωνιστικό τρόπο κάθε απόπειρα εφαρμογής των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών.
Μπροστά στην προσπάθεια της κυβέρνησης και της εργοδοσίας να χτυπήσει την απεργία, είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την εργατική τάξη, τους εργαζόμενους και τα συνδικάτα τους η προάσπιση των θεμελιωδών δημοκρατικών τους δικαιωμάτων. Μόνο η μαζικότητα και η συσπείρωση στα σωματεία, η ανυποχώρητη αγωνιστική στάση των εργαζομένων μπορεί να περιφρουρήσει την απεργία και τα δημοκρατικά – συνδικαλιστικά δικαιώματα. Να αμφισβητήσει, να ακυρώσει στην πράξη και να ανατρέψει το αντεργατικό – αντισυνδικαλιστικό έκτρωμα του Χατζηδάκη και της κυβέρνησης.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το