Η πρώτη δια ζώσης Σύνοδος Κορυφής ΕΕ-Κίνας μετά την πανδημία πραγματοποιήθηκε στο Πεκίνο μεταξύ του Κινέζου προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν. Συνάντηση με τους Ευρωπαίους αξιωματούχους είχε και ο Κινέζος πρωθυπουργός, Λι Κιανγκ, ενώ παρευρίσκονταν εκ μέρους της ΕΕ και ο Ζοζέπ Μπορέλ.
Η σύνοδος κορυφής συνέπεσε με την 20ή επέτειο της συνολικής στρατηγικής εταιρικής σχέσης Κίνας – ΕΕ και την 25η επέτειο του μηχανισμού της Συνόδου Κορυφής Κίνας – ΕΕ. Με τη συνεχή όξυνση του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού μεταξύ Δύσης – Ανατολής οι δύο αντιπροσωπείες αναζήτησαν τους δρόμους για την εμβάθυνση της συνεργασίας τους, τη διατήρηση της σταθερότητας αλλά και αποτύπωσαν τις ανησυχίες τους για την επίπτωση των αυξανόμενων αντιθέσεων και προκλήσεων στην εταιρική τους σχέση.
Όπως συνέβη και στην πρόσφατη συνάντηση Σι-Μπάιντεν στο Σαν Φρανσίσκο, καμία κοινή δήλωση δεν κυκλοφόρησε μετά τις συναντήσεις και η κάθε πλευρά έκανε τη δική της αποτίμηση των συνομιλιών, δείγμα της απόστασης που χωρίζει τις δύο πλευρές.
Τα δυο μέρη προσπάθησαν να κατεβάσουν τις προσδοκίες της συνόδου. Ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, Ουάνγκ Γι, λίγες μέρες νωρίτερα προειδοποίησε διπλωμάτες κρατών-μελών της ΕΕ πως το Πεκίνο θέλει οι Βρυξέλλες να επιλέξουν την «ειρήνη και τη σταθερότητα» αντί για «νέο ψυχρό πόλεμο». Φαντάζει πολύ μακρινός ο Δεκέμβρης του 2020 όταν οι ίδιοι ακριβώς αξιωματούχοι υπέγραφαν διαδικτυακά, έπειτα από επτά χρόνια και 35 γύρους διαπραγματεύσεων, τη Συνολική Συμφωνία ΕΕ – Κίνας για τις επενδύσεις, η εφαρμογή της οποίας έχει παγώσει.
Πλήγμα για τις σχέσεις Κίνας – ΕΕ χαρακτηρίζεται και η απόφαση της κυβέρνησης της Ιταλίας να αποχωρήσει από το πρόγραμμα «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος» που προωθεί ο κινεζικός ιμπεριαλισμός.
Ο Κινέζος πρόεδρος υποδεχόμενος τους Ευρωπαίους αξιωματούχους τόνισε ότι «Κίνα και ΕΕ θα πρέπει να είναι εταίροι σε μία αμοιβαία επωφελή συνεργασία, ενισχύοντας συνεχώς την αμοιβαία πολιτική εμπιστοσύνη και επιδιώκοντας στρατηγικές συναινέσεις». Σύμφωνα με την Κεντρική Τηλεόραση της Κίνας ζήτησε οι δύο πλευρές να «εξαλείψουν κάθε είδους παρεμβάσεις τρίτων», δείχνοντας εμμέσως πλην σαφώς τις ΗΠΑ που προσπαθούν να βάλουν προσκόμματα στις σινο-ευρωπαϊκές σχέσεις. Σημείωσε ακόμη ότι «εν μέσω της ολοένα και πιο ταραχώδους διεθνούς κατάστασης, η σχέση Κίνας – ΕΕ έχει στρατηγική σημασία και επιπτώσεις για την παγκόσμια ειρήνη , σταθερότητα και ευημερία».
Κατά τη συνάντηση με τους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, τόνισε ότι «δεν πρέπει να βλέπουμε ο ένας τον άλλον ως αντίπαλο μόνο και μόνο επειδή τα συστήματά μας είναι διαφορετικά, να μειώνουμε τη συνεργασία επειδή υπάρχει ανταγωνισμός ή να εμπλακούμε σε αντιπαράθεση επειδή υπάρχουν διαφωνίες». Αναφέρθηκε πώς η Κίνα βλέπει την ΕΕ ως «βασικό εταίρο για την οικονομική και εμπορική συνεργασία, έναν προτιμώμενο εταίρο για την επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία και έναν αξιόπιστο εταίρο για τη βιομηχανική συνεργασία και την αλυσίδα εφοδιασμού».
Ο χαρακτηρισμός αυτός απέχει από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό για την Κίνα που χαρακτηρίζεται ως «εταίρος, ανταγωνιστής και συστημικός αντίπαλος». Αυτή η αποτύπωση, που έγινε στην έκθεση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον περασμένο Ιούνη, αποτέλεσε σημείο έντονης κριτικής από κινεζικά μέσα ενημέρωσης εν όψει της συνόδου κορυφής. Οι Global Times σχολίασαν ότι «αυτή η τριπλή τοποθέτηση προς την Κίνα δεν είναι μόνο λαθεμένη αλλά και επιβλαβής (…) χαοτική, ασαφής και εξαιρετικά ασταθής».
Η ευρωπαϊκή πλευρά έθεσε ψηλά στην ατζέντα των συζητήσεων την εμπορική ανισορροπία των δύο πλευρών, η οποία είναι σε βάρος της ΕΕ. Οι εισαγωγές της ΕΕ από την Κίνα υπερβαίνουν πλέον τις εξαγωγές της κατά σχεδόν 400 δισ. ευρώ. Το έλλειμμα αυτό δεκαπλασιάστηκε τα τελευταία 20 χρόνια και διπλασιάστηκε τα τελευταία δύο χρόνια. Σύμφωνα με την πρόεδρο της Κομισιόν, «τέτοιες ανισορροπίες είναι απλώς μη βιώσιμες». Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ, με το εμπόριο αγαθών να ανέρχεται καθημερινά στο ιλιγγιώδες ποσό των 2,3 δισεκατομμυρίων ευρώ. «Ο ανταγωνισμός πρέπει να είναι δίκαιος. Επιμένουμε στον δίκαιο ανταγωνισμό εντός της ενιαίας αγοράς, επομένως επιμένουμε στον δίκαιο ανταγωνισμό από τις εταιρείες που έρχονται στην ενιαία αγορά μας», συμπλήρωσε η Φον ντερ Λάιεν. Σε μια ανάρτησή της στο X (πρώην Twitter) χαρακτήρισε ως «καλή και ειλικρινή» τη συζήτησή της με τον Σι. «Κάναμε μια βαθιά βουτιά στις οικονομικές και εμπορικές μας σχέσεις. Μαζί θα εργαστούμε για την εξισορρόπηση των εμπορικών μας σχέσεων και την επίλυση ερεθιστικών παραγόντων», πρόσθεσε.
Στο ίδιο μήκος κύματος ο Σαρλ Μισέλ τόνισε ότι «αναμένουμε από την Κίνα να λάβει πιο συγκεκριμένα μέτρα για τη βελτίωση της πρόσβασης στην αγορά και του επενδυτικού περιβάλλοντος για τις ξένες εταιρείες».
Ως απάντηση σε αυτές τις αιτιάσεις οι Κινέζοι σχολίασαν ότι πάνω από το ένα τρίτο των εξαγωγών των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, που δραστηριοποιούνται στην Κίνα, πωλούνται τελικά πίσω στην Ευρώπη. Ενώ η Κίνα φαίνεται να έχει εμπορικό πλεόνασμα στην επιφάνεια, σημαντικό μέρος των κερδών απολαμβάνει η ευρωπαϊκή πλευρά. Ακόμη το γεγονός ότι η Ευρώπη εφαρμόζει ολοένα και περισσότερους περιορισμούς στις εξαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας στην Κίνα, αυτό αναπόφευκτα επηρεάζει τις συνολικές εξαγωγές προς την Κίνα και επιδεινώνει την ανισορροπία στο εμπόριο Κίνας – ΕΕ.
Ο Κινέζος πρωθυπουργός, Λι Κιανγκ, που είχε χωριστή συνάντηση με τους Ευρωπαίους, σχολίασε ότι «η Κίνα αντιτίθεται στην πολιτικοποίηση των οικονομικών και εμπορικών ζητημάτων και ελπίζει ότι η ευρωπαϊκή πλευρά θα είναι συνετή στην εισαγωγή περιοριστικών οικονομικών και εμπορικών πολιτικών και στη χρήση εμπορικών διορθωτικών μέτρων».
Στο επίκεντρο της συνόδου τέθηκαν και τα διεθνή ζητήματα, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία και την Παλαιστίνη. Επίσης η ευρωπαϊκή πλευρά έθεσε την κατάσταση στα στενά της Ταϊβάν και τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Χονγκ Κονγκ και στην αυτόνομη περιοχή Ξινγιάνγκ, αν και όχι με τόσο μεγάλη ένταση. Θέματα που είναι «ευαίσθητα» για το Πεκίνο καθώς θεωρούνται παρέμβαση στις εσωτερικές του υποθέσεις.
Οι Ευρωπαίοι αναφέρθηκαν στο ζήτημα της παράκαμψης των κυρώσεων στη Ρωσία από 13 κινεζικές εταιρείες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της ΕΕ, έως και το 70% των ευαίσθητων και υψηλής τεχνολογίας προϊόντων που προορίζονται για τον ρωσικό στρατό περνούν από την Κίνα. «Θα θέλαμε η Κίνα να είναι πιο διεκδικητική», δήλωσε ο Μισέλ, καλώντας το Πεκίνο «να είναι πολύ σαφές ότι υποστηρίζει τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ και καταδικάζει αυτόν τον πόλεμο που προκάλεσε η Ρωσία εναντίον της Ουκρανίας». «Ήμασταν ξεκάθαροι από την αρχή του πολέμου ότι το πώς θα τοποθετηθεί η Κίνα απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα προς την Ουκρανία (…) θα καθορίσει και τη σχέση μας», δήλωσε η Φον ντερ Λάιεν.
Οι δύο ηγέτες της ΕΕ εξέφρασαν επίσης τις ανησυχίες τους για τις εντάσεις στα Στενά της Ταϊβάν και στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. «Είμαστε αντίθετοι σε κάθε μονομερή προσπάθεια αλλαγής του status quo με τη βία», δήλωσε ο Σ. Μισέλ. «Η ΕΕ διατηρεί την πολιτική της “Μίας Κίνας” και πιστεύω ότι η Κίνα έχει πλήρη επίγνωση των σοβαρών συνεπειών οποιασδήποτε κλιμάκωσης σε αυτή την περιοχή», τόνισε.
Νέα ένταση στη Νότια Κινεζική Θάλασσα
Κίνα και Φιλιππίνες αντάλλαξαν εκ νέου κατηγορίες για παραβίαση των χωρικών τους υδάτων. Σύμφωνα με την εκπρόσωπο του φιλιππινέζικου ΥΠΕΞ, Τερεσίτα Ντάζα, κινεζικά πλοία χρησιμοποίησαν κανόνια νερού εναντίον πλοίων των Φιλιππίνων σε περιοχή που η Μανίλα θεωρεί εντός της δικής της ΑΟΖ.
Ανταπαντώντας η εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ, Μάο Νινγκ, επέρριψε την ευθύνη «εξολοκλήρου στις Φιλιππίνες» κατηγορώντας τη Μανίλα πως επιδιώκει να «καταληφθεί μόνιμα» η περιοχή «παραβιάζοντας την κυριαρχία της Κίνας».
Θέση πήρε και η Ουάσιγκτον. Η Αμερικανίδα πρέσβειρα στη Μανίλα, Μαρικέι Κάρλσον, κατηγόρησε την Κίνα για «επιθετικές, παράνομες ενέργειες» που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο. Υποστήριξε πως οι ΗΠΑ στέκονται στο πλευρό των Φιλιππίνων «για την υποστήριξη ενός ελεύθερου και ανοιχτού Ινδο-Ειρηνικού».
Σχολιάζοντας η Μάο Νίνγκ, δήλωσε ότι «οι θαλάσσιες διαμάχες μεταξύ Κίνας και Φιλιππίνων είναι ζητήματα μεταξύ Κίνας και Φιλιππίνων. Οποιοσδήποτε τρίτος δεν είναι σε θέση να παρέμβει στα ζητήματα». Κατηγόρησε τις ΗΠΑ για «εγωιστικούς γεωπολιτικούς υπολογισμούς», που «ενθαρρύνουν και υποστηρίζουν την παραβίαση και την πρόκληση των Φιλιππίνων στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας».
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr