Το τελευταίο διάστημα, ως αποτέλεσμα της ανημπόριας του εργατολαϊκού κινήματος ν’ απαντήσει στη μνημονιακή λαίλαπα, εμφανίστηκαν δεκάδες απαντήσεις «δια πάσαν νόσον και πάσαν σωτηρίαν».

Όμως όλες αυτές οι προσεγγίσεις είχαν ένα κοινό σημείο. Υποτίθεται ότι στηρίζονται και εκκινούν από το νέο, το άφθαρτο και το μοντέρνο και ότι έχουν μπόλικη δόση κινηματισμού. Ο κινηματισμός αποτελεί ένα προσφιλές καταφύγιο όλων όσων δε θέλουν να ζυμώσουν γι’ αυτό και κοσκινίζουν. Ο κινηματισμός, δηλαδή ότι για όλα αποφασίζει το κίνημα, η κίνηση, ο δρόμος, η διαδήλωση, δεν είναι νέα πολιτική θεωρία. Αποτέλεσε τη λυδία λίθο της σύγκρουσης ανάμεσα στον Λένιν και τον Μπερστάιν κατά τη διάρκεια της ύπαρξης της Β’ Διεθνούς και κυρίως στο τέλος της, όταν ο ηγέτης της Οχτωβριανής Επανάστασης πρόβαλλε την ανάγκη οργανωμένου κομμουνιστικού κόμματος. Κυρίως μέσα από τα έργα του «Τι να κάνουμε» (1902), «Ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω» (1904), «Αριστερισμός, παιδική αρρώστια του κομμουνισμού» (1920).

Στο «Τι να κάνουμε» ο Β. Ι. Λένιν στρεφόταν ενάντια σ’ όσους έλεγαν ότι οι εργάτες πρέπει ν’ αποδυθούν αποκλειστικά σ’ οικονομικούς αγώνες και όχι σε πολιτικές διεκδικήσεις. Οι «οικονομιστές», κατά τον Λένιν, έβαζαν τα θεμέλια για τη συνεργασία των τάξεων. Ο πολιτικός αγώνας της εργατικής τάξης πρέπει να είναι ευρύτερος από μία «πολιτική συνδικάτων» και στηλιτεύοντας τον οικονομισμό διατύπωσε την οξυδερκή θέση «χωρίς επαναστατική θεωρία, δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα».

Στο «Ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω» που ακολούθησε και στο 2ο Συνέδριο του Ρώσικου Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος ο Λένιν, συγκρουόμενος με τους μετέπειτα διαλυτιστές – Μενσεβίκους, έβαλε τους απαράβατους τρεις όρους για το κομμουνιστικό – επαναστατικό κόμμα.
Για να είναι κάποιος μέλος του κόμματος:

α) Πρέπει να δέχεται το πρόγραμμά του
β) Να πληρώνει τη συνδρομή του
γ) Ν’ ανήκει σε μία κομματική οργάνωση

Τέλος στο «Αριστερισμός, παιδική αρρώστια του κομμουνισμού», που γράφτηκε τον καιρό  που γινόταν το 2ο  Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ο Λένιν διορθώνει τα «αριστερά» λάθη των κομμουνιστών και ειδικότερα:
δείχνει την ανάγκη για ένα πειθαρχημένο και συγκεντρωτικό κόμμα
δείχνει την ανάγκη το κόμμα να καθοδηγεί το μαζικό κίνημα
κριτικάρει το σύνθημα «κανένας συμβιβασμός»
– υποδείχνει πως κάθε κομμουνιστικό κόμμα πρέπει να βρει στη χώρα του τον ειδικό δρόμο για την επανάσταση και τέλος
-αναλύει πως τα κομμουνιστικά κόμματα πρέπει να επεξεργάζονται όλες τις μορφές αγώνα, χωρίς ν’ απορρίπτουν καμία, οδηγώντας τις μάζες προς τον αποφασιστικό ξεσηκωμό (επανάσταση).

Μπορεί ένας άνθρωπος ή ένα πολιτικό ρεύμα ή κόμμα να διαφωνεί ή να συμφωνεί με τα παραπάνω. Δικαίωμά του. Αλλά αναντίρρητα αυτά είναι τα στοιχεία της λενινιστικής σκέψης. Αν δεν θέλουμε να κάνουμε ακροβασίες, εκλεκτικισμούς και να ξεπέφτουμε στον υποκειμενισμό. Αλλά και πριν τον Λένιν, οι Μαρξ – ‘Ενγκελς σκιαγραφούσαν πώς έβλεπαν τη σχέση τάξης και κόμματος. Ο Κ. Μαρξ, στο λόγο στα εγκαίνια του Διεθνούς Συνδέσμου Εργαζόμενων Ανθρώπων και αργότερα στον Γενικό Κανονισμό που επεξεργάστηκε, αναφέρει τις γενικές αρχές πάνω στις οποίες πρέπει να στηριχτεί το Κόμμα της Εργατικής τάξης.
Η χειραφέτηση της εργατικής τάξης πρέπει να είναι έργο της εργατικής τάξης.

Η χειραφέτηση της εργατικής τάξης πρέπει να είναι ο μεγάλος πολιτικός σκοπός στον οποίο να υποτάσσεται κάθε τακτική.

Η εργατική τάξη μπορεί να ενεργήσει σαν τάξη μόνο όταν ιδρύσει ένα ξεχωριστό πολιτικό κόμμα που θα είναι αντίθετο σε όλα τα παλιά κόμματα που έχουν σχηματίσει οι κυρίαρχες τάξεις.

Ένα τέτοιο κόμμα είναι απαραίτητο για τη σοσιαλιστική επανάσταση.

Η ενότητα της εργατικής τάξης που πετυχαίνεται στους οικονομικούς αγώνες, πρέπει να είναι ένας μοχλός στον αγώνα για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας.

Η αυτονομία

Όταν οι Ζαπατίστας από τον Γενάρη 1994 πραγματοποιούσαν τις θεαματικές κινήσεις τους στη ζούγκλα του Λακαντόνα στο Μεξικό, έδωσαν τροφή για μια ισχυρή θεωρητική και πολιτική αντεπίθεση της “αυτονομίας”. Η κάθε λογής “αυτονομία” προβάλλει τον κινηματισμό και τα δίκτυα κόντρα στο κομμουνιστικό κόμμα.
Επρόκειτο, κυρίως στην Κεντρική και Λατινική Αμερική, για ένα μαχητικό και φωνακλάδικο ρεφορμισμό με άξονα τα εξής σημεία:

«Ν’ αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να πάρουμε την εξουσία» (Τζ.Χαλογουέη – Αγγλία).

«Δεν χρειαζόμαστε κόμμα, αλλά κίνημα» (Λατ. Αμερική).

«Το αστικό σύστημα δεν ανατρέπεται, αλλά βελτιώνεται».

«Οι δομές αλληλεγγύης και αυτοδιαχείρισης είναι το νέο πρότυπο».

«Ο κόσμος του φαίνεσθαι, ραδιόφωνο, τύπος, τηλεόραση, διαδίκτυο είναι ισχυρά όπλα».

«Τα νέα υποκείμενα είναι οι ιθαγενείς, αγρότες, περιθωριακοί, γυναίκες κλπ».

Σε μια σειρά χώρες της Λατινικής Αμερικής ήρθαν στην κυβερνητική εξουσία κόμματα τα οποία αναδείκνυαν ως κυρίαρχο το ιθαγενικό, εθνικό στοιχείο και είχαν ως κεντρικές καμπάνιες τους τη γη και το νερό ως δημόσια αγαθά, την καλλιέργεια της κόκας ως εθνικό προϊόν, το δικαίωμα των φτωχών στην υγεία, παιδεία  και πρόνοια.

Οι προσπάθειες της ντόπιας αντίδρασης, σε συνδυασμό με τις απειλές των ΗΠΑ, για συνολική παλινόρθωση των κομμάτων της δεξιάς, δεν έπιασαν τόπο (απόπειρα πραξικοπήματος στη Βενεζουέλα το 2003, απεργία στα πετρέλαια το 2003). Στην πραγματικότητα η «πίσω αυλή των ΗΠΑ», όπως ονομάζεται η Λατινική Αμερική, έβαλε πλάτη για να κλονιστεί το καθεστώς των αποικιών που ισχύει από τον 19ο και 20ο αιώνα.

Ωστόσο, και παρά την ανατριχίλα των πιο δεξιο-εξτρεμιστικών κύκλων στις ντόπιες ολιγαρχίες και στις ΗΠΑ, το καραβάνι δεν έφτασε ποτέ στην πηγή. Ο Μοράλες  μπορεί να είναι ιδιαίτερα αγαπητός στην κινηματική αριστερά και ο Μαδούρο στη Βενεζουέλα μπορεί να θέλει να κλέψει την αίγλη του Τσάβες. Ωστόσο …
Η κυβερνώσα αντιδεξιά στη Λατινική Αμερική μοιάζει περισσότερο με τα κινήματα των μαύρων στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’60 και τη φοιτητική διαμαρτυρία στην Ευρώπη την ίδια περίοδο. Οι μερικές εθνικοποιήσεις των πετρελαίων αποτελούν πρόβλημα για τους μεγαλομετόχους της ΕΧΧΟΝ, αλλά δεν αλλάζουν το διεθνή συσχετισμό. Αυτό φάνηκε άλλωστε από την αποτυχία των συνεννοήσεων σ’ αυτές τις χώρες, αποτυχία που συνέβαλε σε μεγάλο ποσοστό η πολιτική του κυβερνητικού κόμματος στη Βραζιλία (Λούλα- Ρούσεφ).

Όμως οι νίκες των αστικοδημοκρατικών κομμάτων στη Λατ. Αμερική κόντρα στα αστο-αντιδραστικά, που στηρίχτηκαν στο μέγιστο βαθμό στην ιδιομορφία του ιθαγενικού στοιχείου και στο διαχωρισμό φτώχειας-πλούτου, τροφοδότησε το ευρωπαϊκό αριστερό κίνημα με «νέες ιδέες».

Σημαντικότερη από αυτές είναι η ιδέα των κινημάτων της αυτονομίας – αυτοδιαχείρισης. Με δυο λόγια πως είναι δυνατόν στο πλαίσιο του καπιταλισμού και της εξάρτησης να υπάρξουν νησίδες δημοκρατίας (γιατί όχι και σοσιαλισμού;) και ταυτόχρονα πως οι εργάτες μπορούν ν’ αυτοδιαχειριστούν τα εργοστάσια χωρίς να υπάρξει επαναστατική ανατροπή. Για το τελευταίο χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα το παράδειγμα της Αργεντινής στην κρίση του 2002. Δεν υπάρχει φοιτητική συντροφιά της αυτονομίας και του κινηματισμού που να μην αναφέρεται με ιερό δέος στην αυτοδιαχειριζόμενη κεραμοποιία Ζάνον στην Αργεντινή, στην αντίσταση των ιθαγενών  Μαπούτσε της Χιλής ενάντια στις πολυεθνικές ξυλείας και στο περισσότερο γνωστό χωριό της Μαριναλέντα στην Ισπανία. Η ιστορία των Ζαπατίστας θεωρείται πλέον  -από τους σοβαρούς αυτόνομους- ως ξεθυμασμένη και παρακμιακή, αφού οι τελευταίοι συνεργάζονται με τις μεξικάνικες κρατικές αρχές διεκδικώντας μία εδαφική μόνο αυτονομία.

Δεν θα θέλαμε να αναφερθούμε στο ότι η αύξηση της παραγωγικότητας από 300.000 σε 400.000 πλακάκια κάτω από την καινούργια αυτοδιαχειριζόμενη διεύθυνση στην κεραμοποιία Ζάνον (Αργεντινή) θα μπορούσε κακόβουλα να θεωρηθεί καπιταλιστική εκμετάλλευση και εντατικοποίηση.
Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία, αν θέλουμε να κάνουμε μια σοβαρή πολιτική ανάλυση, είναι πως οι νησίδες αυτοδιαχειριζόμενης δημοκρατίας και σοσιαλισμού (;) δεν απαντούν σε κανένα πρόβλημα. Στην Αργεντινή, Χιλή, Ισπανία, τίποτα δεν εμποδίζει τις κυβερνήσεις Κίρχνερ, Μπασελέ και Ραχόι να διαιωνίζουν, παρά τις διαφορές τους, την αστική κυριαρχία.

Οι νησίδες στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, που έχουν την καταγωγή τους στον ουτοπικό σοσιαλισμό των αρχών του 19ου αιώνα και ισχυρά ακροατήρια στην «αυτονομία» και τον αναρχικό χώρο,  δεν συγκροτούν την εργατική τάξη. Σπέρνουν αυταπάτες και διαιρούν την τάξη αντί να την ενώνουν.
Το βασικό σύνθημα που διαπερνά όλα τα παραπάνω είναι το γνωστό «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός». Από την ανάγνωση του συνθήματος οι κομμουνιστές σ’ όλο τον κόσμο διαπίστωσαν ότι πρώτον λείπει η λέξη «σοσιαλισμός», η οποία αντικαταστάθηκε με τη μεταμοντέρνα έκφραση «ένας άλλος κόσμος» (απροσδιοριστία), αλλά και το ότι κατέληγε σ’ ευχολόγιο με τον όρο «εφικτός» (δυνατός), χωρίς να προσδιορίζει τον τρόπο (π.χ. με εκλογές  είναι εφικτός). Έτσι τα επαναστατικά κόμματα άλλαξαν το σύνθημα  στο  «ένας άλλος κόσμος, ο σοσιαλιστικός, είναι εφικτός» και το «αγώνας, ρήξη, ανατροπή, η Ιστορία γράφεται με ανυπακοή», σε «αγώνας, οργάνωση, ανατροπή, η Ιστορία γράφεται με πάλη ταξική». Αλλά οι εύκολες ρεφορμιστικές όσο και διαλυτικές αυταπάτες  σπάρθηκαν δώθε κείθε και η αναντικατάστατη θεωρία και πρακτική για το κόμμα του προλεταριάτου, το κομμουνιστικό κόμμα, δείχνει να αμύνεται απέναντι στον κινηματισμό και τα οριζόντια δίκτυα.

Ο Εντ. Μπερστάιν (1850-1932, Γερμανός ρεφορμιστής – σοσιαλδημοκράτης) δείχνει να περιγελά τον Λένιν!!

Κόμμα και Τάξη

Ο Κ. Μαρξ αναφέρει πως «η εποχή της μπουρζουαζίας απλοποίησε τις ταξικές αντιθέσεις. Ολόκληρη η κοινωνία όλο και περισσότερο σκίζεται σε δυο μεγάλα εχθρικά στρατόπεδα∙ την μπουρζουαζία και το προλεταριάτο».
Η εργατική τάξη γεννήθηκε μέσα στα σπλάχνα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και αποτελεί «αντικειμενικά» το αντίπαλο δέος στους αστούς, δηλαδή το νεκροθάφτη του συστήματος που τη γέννησε και το οποίο είναι εκμεταλλευτικό. Παράλληλα, η εργατική τάξη υπάρχει σαν τέτοια αντικειμενικά. Είτε το καταλαβαίνει είτε όχι κάθε ξεχωριστό μέλος της. Η ίδια η αντικειμενικότητα όμως της τάξης δεν γίνεται αντιληπτή παρά με διανοητικό και έλλογο τρόπο. Τα ζώα υπάρχουν σαν τέτοια, αλλά κανένα ζώο δεν αναρωτήθηκε, δεν απόρησε και δεν προβληματίστηκε τι είναι, τι κάνει, πώς πορεύεται. Τα οδηγεί το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και της αναπαραγωγής. Το πέρασμα από το «αντικειμενικό υπάρχειν» στη σκέψη, στο ερώτημα, την απορία (των αρχαίων) προϋποθέτει μυαλό, σκέψη και συνείδηση.

Τα έμβρυα της αστικής τάξης (έμποροι, καραβοκυραίοι) υπήρχαν πριν τις αστικές επαναστάσεις. Όμως έπρεπε να ωριμάσουν οι συνθήκες, να σαπίσει η φεουδαρχία και να συγκροτηθεί η αστική σκέψη για να ανατραπούν οι δουλοπαροικιακές κοινωνικές σχέσεις. Δεν αρκούσε η κυριαρχία του χρήματος πάνω στη γη και το χρήμα πάνω στο σπαθί, όπως έλεγε ο Μαρξ, για να μπούμε στη νέα εποχή∙ τον καπιταλισμό. Για να μετατραπεί λοιπόν «η τάξη καθ’ εαυτήν», δηλαδή η αντικειμενική ύπαρξη σε «τάξη για τον εαυτό της», δηλαδή σε τάξη με συνείδηση, αυτοπεποίθηση και γνώση του ιστορικού της ρόλου, δεν αρκούν οι αντικειμενικές συνθήκες παραγωγής (π.χ. εργοστάσια). Το πέρασμα από το «καθ’ εαυτό» στο «για τον εαυτό» προϋποθέτει, ανεπιφύλακτα, μία ανώτερη συνείδηση και μία ενότητα της τάξης, δηλαδή άλλο πράγμα.

Ο Μαρξ έλεγε σαρκαστικά πως «η πείνα είναι πείνα, αλλά η πείνα που ικανοποιείται με κρέας μαγειρεμένο που τρώγεται με μαχαίρι και πιρούνι είναι αλλιώτικη από αυτήν που καταβροχθίζει ωμό κρέας με τα χέρια», θέλοντας μ’ αυτό τον τρόπο να ορίσει ιστορικά την πείνα ανάμεσα στον σύγχρονο και τον πρωτόγονο άνθρωπο.  Η συνείδηση, λοιπόν, του ρόλου μιας τάξης, πρώτον διαμεσολαβείται από τα όργανά της ή τους διανοούμενούς της και δεύτερον βιώνεται μέσα από την εμπειρία της.

Δεν υπάρχει ούτε ένα, ούτε ένα (!) ιστορικό παράδειγμα όπου μία τάξη, ένα έθνος, μια ανθρώπινη ομάδα έφτασε σε σημείο αυτοσυνειδησίας («για τον εαυτόν της») χωρίς να προηγηθούν πνευματικές διεργασίες και ασκήσεις εφαρμογής τους στη ζωντανή πραγματικότητα.
Ο μουζίκος σηκώνει τα μάτια να δει τον τσάρο όταν οι μπολσεβίκοι του ξύπνησαν την περηφάνια του, ο Κινέζος χωρικός πεθαίνει για την πατρίδα κόντρα στους Γιαπωνέζους κατακτητές, όταν το κομμουνιστικό κόμμα ριζώνει σαν ρύζι στους βαλτότοπους, και ο ελληνικός λαός περιφρονούσε τη γερμανική φασιστική υπερμηχανή, όταν το ΕΑΜ έβγαινε με το χωνί στους δρόμους.

Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Λαϊκός Δρόμος στις 1 Δεκέμβρη 2015.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το