Τι είναι το έθνος; Το έθνος σύμφωνα με τον «αριστοτελικά» συμπυκνωμένο ορισμό του Ι. Β. Στάλιν είναι ομάδα ανθρώπων με κοινή γλώσσα, καταγωγή και παράδοση, που ζει σ’ ένα ορισμένο χώρο και έχει κοινό οικονομικό τρόπο ζωής κι έχει ίδια συνείδηση για το είναι του. Σ’ αντίθεση με τους αστούς δημοσιολόγους και ιστορικούς, ο μαρξισμός θεωρεί τα έθνη «ιστορικό αποτέλεσμα», δεν είναι αιώνια και αμετάβλητα, δημιουργούνται και αναπτύσσονται κατά τις αστικές επαναστάσεις του 18ου και 19ου αιώνα, είναι δηλαδή απότοκα του καπιταλισμού. Όπως κάθε πράγμα που γεννιέται θα ’χει το τέλος του αν εκλείψουν όλοι οι λόγοι της δημιουργίας του. Η ντόπια ιστορική και πολιτική θεωρία για το αμετάβλητο αρχαίο έθνος των Ελλήνων είναι μία δοξασία και μία αυθαιρεσία. Στον ελλαδικό χώρο στους κλασικούς χρόνους υπήρχε κοινή γλώσσα και θρησκεία αλλά οι πόλεις – κράτη και φυσικά οι πολίτες τους δεν είχαν καμία ενιαία συνείδηση ούτε φυσικά ενιαίο τρόπο οικονομικής και κοινωνικής συγκρότησης. Ενοποιούνται αμυντικά απέναντι στους Πέρσες, υποτάσσονται στον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο και συνυπάρχουν στο πλαίσιο Ρωμαϊκής κατοχής της βυζαντινής αυτοκρατορίας και της οθωμανικής κυριαρχίας. Δεν είναι τυχαίο ότι το «έθνος των Ρωμιών» αφουγκράζεται τη συνείδησή του τον 18ο και 19ο αιώνα όταν στα σπλάχνα της οθωμανικής κυριαρχίας συγκροτούνται τα πρώτα σπέρματα της αναδυόμενης αστικής τάξης με κορμό τους εφοπλιστές – καραβοκυραίους.
O δυτικός διαφωτισμός τροφοδοτεί με ιδέες όλο τον κόσμο και η αστική τάξη στενάζει στο στενό φεουδαρχικό κορσέ της οθωμανικής αυτοκρατορίας. O μεγάλος ασθενής, η Oθωμανική αυτοκρατορία, σφαδάζει και «γεννοβολά» (Ελλάδα, Σερβία, Βουλγαρία, Αλβανία, Αίγυπτος). Η εθνική αφύπνιση που εκφράστηκε μεγαλόπνοα από τον Ρήγα Φεραίο και ολοκληρώθηκε το 1827 (συνθήκη του Λονδίνου) έστω και κολοβά, είναι έργο των επαναστατικών δυνάμεων στην Ελλάδα (αστική τάξη, έμποροι, αγρότες, κλεφταρματολοί) και των διεθνών συνθηκών.
Είναι όντως αξιοσημείωτο γεγονός για την εθνική συγκρότηση το ζήτημα της γλώσσας. Όχι στην αφηρημένη συνέχειά της όπως στρεβλά παρουσιάζουν ανιστόρητοι ιστορικοί. Κανείς δεν μπορεί στα σοβαρά να ισχυριστεί ότι οι αγρότες – κλεφταρματολοί μπορούσαν έστω και ν’ αναγνώσουν Όμηρο, Αισχύλο, Σοφοκλή ή ακόμα και την ελληνιστική (κοινή) γλώσσα. Όμως φαίνεται πως υπάρχει μια υπεροχή της λαϊκής ελληνικής γλώσσας αλλά και της λόγιας (καθαρεύουσας) πάνω στις ομιλούμενες ντοπιολαλιές, η οποία κατισχύει στις αρχές του 19ου αιώνα. Τα έθνη συγκροτούνται με βάση τα στοιχεία: χώρος, γλώσσα, παράδοση, συνείδηση και οικονομία. Σε ό,τι αφορά στο ελληνικό εθνοκράτος, όταν συντρέχουν όλοι οι παραπάνω λόγοι ανάπτυξής του, αναδύεται σε σύγκρουση με το οθωμανικό στοιχείο και με βασικό φορέα την αστική τάξη (κοινότητες, Φιλική Εταιρία, πλοιοκτήτες, διανοούμενοι της διασποράς) δημιουργούνται οι όροι της εθνικής συγκρότησης. Λίγες δεκαετίες μετά την απελευθέρωση και αφού προηγήθηκε η βαυαροκρατία, ο Κ. Παπαρρηγόπουλος αναλαμβάνει με το πολύτομο και αξιόλογο αστικό έργο του να προσδώσει στο έθνος τη συνέχειά του (αρχαίος κόσμος, βυζάντιο, νεότερα χρόνια), την αυτοπεποίθηση και την «αυτοσυνείδησή» του. Η αριστερά απάντησε πολύ αργότερα όταν συγκροτήθηκε το ΚΚΕ, αρχικά με τον Γ. Ζέβγο και αργότερα με το έργο του Γ. Κορδάτου. O Γ. Ζέβγος όμως αποδίδει υπερβολική σημασία για το 1821 στο ρόλο της αστικής τάξης· ωστόσο άνοιξε το δρόμο στην ιστορική μελέτη. (Για όλα τα έργα των κομμουνιστών ιστορικών συγγραφέων οφείλουμε να λαμβάνουμε υπόψη τις συνθήκες συγγραφής τους, όπως είναι η παρανομία, οι διώξεις και οι απαγορεύσεις και σ’ αντίστιξη με τα σημερινά… διδακτορικά του διαδικτύου και της αποκλειστικής απασχόλησης).
Η γέννηση του εθνοκράτους της Ελλάδας σημαδεύτηκε από τον εξαρτημένο χαρακτήρα του από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής (Αγγλία – Γαλλία – Ρωσία). O ειδικός τρόπος πρόσδεσης της χώρας μας στο άρμα των μεγάλων δυνάμεων ήταν τα περίφημα «δάνεια της ανεξαρτησίας» (όπως κατ’ ευφημισμόν ονομάστηκαν).
Το πρώτο δάνειο (ονομαστικά 800.000 λίρες Αγγλίας, αλλά με απόδοση μόνο 472.000 λίρες) και με εγγύηση όλα τα εθνικά κτήματα) δόθηκε το 1825. Ακολούθησε το 1826 δεύτερο δάνειο με ανάλογους όρους. Από τα δύο “δάνεια της ανεξαρτησίας” η Ελλάδα βρέθηκε να χρωστάει το ποσό των 2.800.000 λιρών με τόκο 5% ενώ τελικά δόθηκαν 540.000 λίρες με τόκο 26%. Το 1843 διακόπηκε η εξόφληση των δόσεων ύψους 60.000.000 γαλλικών φράγκων τα οποία δόθηκαν στην αποπληρωμή των αγγλικών δανείων.
Έκτοτε η χώρα μας πληρώνει! Από το 1874 έως τη χρεοκοπία του 1897 που η Ελλάδα οδηγείται σε ταπεινωτική ήττα από τους Τούρκους και της επιβάλλεται η εποπτεία από τη Διεθνή Oικονομική Επιτροπή (το ΔΝΤ της εποχής) υπογράφονται έξι δάνεια ενώ οικονομικοί τομείς, πετρέλαιο, σπίρτα, αλάτι, τσιγάρα, σμύριδα, τράπουλες περνούν με τη μορφή μονοπωλίων στους Aγγλογάλλους. Η χώρα γίνεται παίγνιο στα χέρια των αποικιοκρατών. Τα κόμματα τα οποία «συγκροτήθηκαν» την περίοδο του αγώνα παίρνουν υποτελείς ονομασίες όπως αγγλικό (Μαυροκορδάτος), γαλλικό (Κωλέττης), ρώσικο (Κολοκοτρώνης). Όταν τον Ιούλιο του 1827 υπογράφεται (Λονδίνο) η ανεξαρτησία της Ελλάδας, στη συνθήκη υπογραμμίζεται «υπό τη μοναδική υπεράσπιση της Μεγάλης Βρετανίας». Η άρχουσα τάξη και όλοι οι πολιτικοί της εκπρόσωποι έκφραζαν ένα μεταπρατικό (κομπραδόρικο) υποταγμένο χαρακτήρα, υπηρετούσαν με δουλικό τρόπο τα συμφέροντα των ξένων δυνάμεων, καθήλωσαν την ντόπια παραγωγή, συνδέθηκαν στενά με την εκκλησία που κατείχε το 1/3 της γης, στράφηκαν ευθέως ενάντια στις διεκδικήσεις του λαού οι οποίες σχετίζονταν βασικά με δύο αιτήματα: Σύνταγμα και γη.
Oι πρώτες προσπάθειες αστικού εκσυγχρονισμού, πάντα κάτω από το βλέμμα της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας που μετεξελίσσεται σε ιμπεριαλισμό, γίνονται στο τέλος του 19ου – αρχές του 20ού αιώνα (Χ. Τρικούπης – Ε. Βενιζέλος). O πρώτος παγκόσμιος πόλεμος (Αγγλογάλλοι – Γερμανοί) βρίσκει τη χώρα μας στην πλευρά των νικητών. Στις 5 Μάη 1919 ο ελληνικός στρατός αποβιβάζεται στη Σμύρνη, η κυβέρνηση Γούναρη απορρίπτει τις μεσολαβητικές προσπάθειες της σοβιετικής κυβέρνησης και αποφασίζει την προέλαση ως την Άγκυρα. Ακολουθεί η μεταστροφή των Αγγλο-Γαλλο-Ιταλών και η αντεπίθεση του τούρκικου στρατού υπό τον Κεμάλ Ατατούρκ που καταλήγει στην καταστροφή της Σμύρνης, στο προσφυγικό ρεύμα (1.500.000) και τελικά σε λήψη νέων δανείων από Αγγλία και ΗΠΑ.
O ελληνικός στρατός χρησιμοποιήθηκε ως προκεχωρημένο «τάγμα θανάτου» μακρύ χέρι των Άγγλων, ενάντια στην τούρκικη άρχουσα τάξη, και διόλου δεν απηχεί την αλήθεια η αντι-ιστορική προσέγγιση ορισμένων πως η ελληνική αστική τάξη (Βενιζέλος – βασιλιάς) έπραττε αυτόνομα και επιθετικά χωρίς να «σπρώχνεται» από τους ιμπεριαλιστές. Η μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα υποτέλειας και μεταπρατισμού παρά τα όποια μεγαλοϊδεατικά της φτιασίδια.
Η εικοσαετία (1920 – 1940) χαρακτηρίζεται από την ολόπλευρη διείσδυση του αγγλικού ιμπεριαλισμού στην οικονομία, την πολιτική αναστάτωση, το ρίζωμα του επαναστατικού ΚΚΕ στους εργαζόμενους και βεβαίως το φασιστικό πραξικόπημα του Μεταξά (4/8/1936) και το φιλογερμανικό μοντέλο διαχείρισης της πολιτικής (ΕOΝ κ.λπ.). Το 1940 όταν ο ιταλικός φασισμός επιτίθεται, το περίφημο γράμμα του Ν. Ζαχαριάδη και συνακόλουθα η ίδρυση του ΕΑΜ (27.9.1941) δείχνουν το δρόμο της ανεξαρτησίας, «το έπαθλο του αντιφασιστικού αγώνα θα είναι μια Ελλάδα της λευτεριάς και της προκοπής με το λαό αφέντη στον τόπο του». Εδώ ο λαός ταυτίζεται με το έθνος, η άρχουσα τάξη είτε συμβιβάζεται με το φασιστικό άξονα είτε παίρνει το δρόμο για το Κάιρο, όπου «ειδικεύεται» στις αντιεαμικές σκευωρίες.
Όταν τον Oκτώβρη 1944 φτάνουν οι Άγγλοι στην Αθήνα έχει ήδη δρομολογηθεί η αγγλική κατοχή. O Τσώρτσιλ διατάζει το στρατηγό Σκόμπυ «να μη διστάσει» να δράσει σαν σε κατεχόμενη χώρα. Η ωμή ιμπεριαλιστική επέμβαση το Δεκέμβρη 1944, η δίχρονη τρομοκρατία φασιστών, ΜΑΥδων, συνεργατών των Γερμανών και των Εγγλέζων αλλά και ο εμφύλιος (1946 – 1949) όπου έκλεισε με την αμερικάνικη κυριαρχία άνοιγε το δρόμο για νέα πολυποίκιλη εξάρτηση. Το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ υλοποιούσαν αυτό το στόχο. Με το δόγμα Τρούμαν (ψηφίζεται ως νόμος στις 22.5.1947), η αμερικανική κυριαρχία επισημοποιείται. Ενώ το 1938 το εξωτερικό ισοζύγιο με τις ΗΠΑ είναι 7 εκ. δολάρια υπέρ της Ελλάδας, φτάνει το 1947 στα 150 εκ. δολάρια παθητικό. Στο πλαίσιο του δόγματος Τρούμαν το πρόγραμμα American Mission for Aid to Greece θεμελιώνει ένα πλέγμα οικονομικών πολιτικών και στρατιωτικών στόχων με σκοπό να αναχαιτιστεί ο “κίνδυνος του κομμουνισμού”. Η έλευση του Αμερικάνου στρατηγού Βαν Φλιτ στην Αθήνα (Φλεβάρης 1948) δεν αφήνει «περιθώρια λάθους» για το ποιος κάνει συνολικό κουμάντο στα ΝΑ Βαλκάνια. Το «σχέδιο Μάρσαλ» (κυριαρχία των ΗΠΑ στην Ευρώπη μέσω οικονομικής βοήθειας) συμπληρώνει τη «μοντέρνα εξάρτηση». Από το 1948 ως το 1950 δίνονται στην Ελλάδα περίπου 1 δισ. δολάρια ως «βοήθεια» και ως «αντάλλαγμα» η χώρα μας μπαίνει υπό την πολιτικοστρατιωτική επικυριαρχία των ΗΠΑ. Έτσι το 1952 η κυβέρνηση Βενιζέλου – Πλαστήρα (κεντρώα) επικυρώνει την ένταξη στο ΝΑΤO. Για να μην υπάρχουν αμφιβολίες στους πλέον δύσπιστους σημειώνουμε ότι η συμφωνία γράφει εκτός των άλλων: «Εξουσιοδοτείται η κυβέρνηση των ΗΠΑ να χρησιμοποιεί οδούς, σιδηροδρομικές γραμμές και χώρους και να κατασκευάζει, αναπτύσσει, χρησιμοποιεί και θέτει εν λειτουργία στρατιωτικά και βοηθητικά έργα εν Ελλάδι». Το 1959 με την κυβέρνηση Καραμανλή έχουμε νέα συμφωνία για την εγκατάσταση πυρηνικών όπλων. Η Σούδα και το Άκτιο μετατρέπονται σε αμερικάνικο έδαφος. Μετά τα «Ιουλιανά» (λαϊκή έκρηξη το 1965) οι ΗΠΑ εξυφαίνουν το αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του 1967 εγκαθιδρύοντας στυγνό φασιστικό καθεστώς. Σε όλη τη χρονική έκταση ανάμεσα στο 1950 – 1980 βασικοί τομείς της παραγωγής ξεπουλιούνται στο ξένο κεφάλαιο και υπογράφονται συμβάσεις υποτέλειας. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά την ΠΕΣΙΝΕ, τα ναυπηγεία Νιάρχου, τη Γαλλία – Γερμανία πίσω από τον όμιλο Μποδοσάκη, τη Χαλυβουργική με γερμανικά κεφάλαια, την ΠΙΤΣOΣ με ιταλικά, τις Συμβάσεις με τον Τομ Πάππας (ESSO ΠΑΠΠΑΣ). Ακόμα και στα συντάγματα κατοχυρώνεται ο περιορισμός της «εθνικής κυριαρχίας» αν η Bουλή το κρίνει αναγκαίο για να εξυπηρετηθεί ξένη δύναμη. Όταν το πολιτικό προσωπικό της χώρας, βασικά η Δεξιά με την ΕΡΕ και το Kέντρο με την Ένωση Κέντρου, κατασκευάζει συντάγματα με ρητές διαβεβαιώσεις περιστολής της εθνικής κυριαρχίας, ορισμένοι προσπαθούν να βρουν χαραμάδες ανεξάρτητα της κυρίαρχης αστικής τάξης. Άλλωστε μετά την ένταξη στην ΕOΚ (α΄ υπογραφή το 1962, επίσημο μέλος το 1981) τα προσχήματα καταρρέουν.
Επομένως, όλο το πνεύμα του ιστορικού μαρξισμού απαιτεί να εξετάζουμε κάθε θέση : α) ιστορικά β) σε σύνδεση με άλλες θέσεις γ) μόνο σε σύνδεση με τη συγκεκριμένη πείρα της ιστορίας. Η πατρίδα είναι έννοια ιστορική. Άλλο πράγμα είναι η πατρίδα την εποχή και πιο συγκεκριμένα τη στιγμή που γίνεται πάλη για την ανατροπή της εθνικής καταπίεσης και άλλο πράγμα τη στιγμή που τα εθνικά κινήματα έχουν μείνει αρκετά πίσω. Δεν μπορεί να εφαρμοστεί κατά τον ίδιο τρόπο για όλους τους «τύπους χωρών».
O ιδρυτής του κόμματος των Μπολσεβίκων, Β. Ι. Λένιν, είναι ιδιαίτερα αυστηρός στις διατυπώσεις του στην αντιπαράθεσή του με τη Ρ. Λούξεμπουργκ για το εθνικό ζήτημα. Παρότι τη θεωρεί «αητό» του κομμουνιστικού κινήματος, της ασκεί σφοδρότατη κριτική πάνω στο ζήτημα του έθνους και ιδιαίτερα σ’ ότι αφορά στην Πολωνία. O Ι.Β. Στάλιν γράφει το «εθνικό ζήτημα» ύστερα από παραγγελία του Λένιν και το παράδειγμα των εργατών κομμουνάρων (1871) που υπεράσπισαν με το αίμα τους το Παρίσι από τη γερμανική και πρωσική επίθεση είναι ενδεικτικό.
O ιστορικός υλισμός δεν «δουλεύει» με αφηρημένες – θεωρητικές κατασκευές αλλά στο έδαφος του συγκεκριμένου, δηλαδή «της συγκεκριμένης ανάλυσης». O Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος καθορίστηκε από την ιμπεριαλιστική σύγκρουση των αγγλο-γαλλων -ρώσων με τη Γερμανία. Ήταν άδικος και από τις δύο πλευρές. Oδηγούσε σ’ ανθρωποσφαγή γι’ αυτό και το σύνθημα των μπολσεβίκων και των κομμουνιστικών κομμάτων ήταν «ήττα των αστικών τους τάξεων», απεμπλοκή από τον πόλεμο, μετατροπή του σε εμφύλιο, κατάκτηση της εξουσίας, ειρήνη. Στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο χαρακτήρας του πολέμου αλλάζει. O γερμανο-ιταλο-γιαπωνέζικος φασισμός επιτίθεται, το αντιφασιστικό μέτωπο είναι αναγκαίο, η υπεράσπιση των εθνών και της πατρίδας ενώνει το λαό, αναχαιτίζει το φασισμό. Μόνο οι τροτσκιστές υποστηρίζουν τη «συμφιλίωση» στα χαρακώματα με τους Γερμανούς στρατιώτες!! και χρεώνονται μία άνευ προηγουμένου πολιτική χρεοκοπία. Στη δεκαετία του 1950 – 1960 ξεσπούν σ’ όλο τον γ΄ κόσμο εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες με στόχο τον ιμπεριαλισμό. Oι κομμουνιστές πρωτοστατούν σ’ αυτούς, συγκρούονται ανοιχτά με το δυτικό μιλιταρισμό και τη νεοαποικιοκρατία. Είναι άλλης τάξης ζήτημα αν στο προτσές για την επανάσταση ο εθνικός αγώνας ξεστρατίζει και υποτάσσεται στις αστικές επιδιώξεις ή αν οι κομμουνιστές γίνονται «ηγεμονική δύναμη». O ιστορικός υλισμός μας υποδεικνύει, λοιπόν, όχι τ’ αφηρημένα μεταφυσικά σχήματα, το δογματισμό και την εικονολατρεία αλλά τη συγκεκριμένη μελέτη των φαινομένων, των πραγμάτων. Η ταξική πάλη θέλει ζωντανή και όχι αποστεωμένη προσέγγιση. Από αυτήν την άποψη σημειώνουμε, σύμφωνα και με τη γενίκευση του Μάο Τσετούνγκ, ότι η έννοια του λαού ποικίλει. Είναι ανάλογη της αντίθεσης που πρέπει να λυθεί. Αν ο ιμπεριαλισμός επιτίθεται σε μια χώρα ή αν πρέπει η σοσιαλιστική επανάσταση να αντιμετωπίσει (αργά ή γοργά) τον αστικοδημοκρατικό δρόμο, τότε αυτό που ονομάζουμε «συμβατικά» λαός είναι το κομμάτι της κοινωνίας που ανθίσταται ή αγωνίζεται ν’ ανοίξει έναν άλλο δρόμο.
Το έθνος, επομένως, δεν είναι φανταστική κατασκευή. Δεν ανήκει στη σφαίρα της ιδεολογίας (παρότι διαθέτει τέτοια) και του εποικοδομήματος. Δεν είναι φαντασία όπως υπερφίαλα και ανόητα υποστηρίζουν ρεφορμιστές ιστορικοί που ντύνονται με το μανδύα του μεταδομισμού. Η ανάδυση των εθνικών κρατών δεν προέκυψε «εγκεφαλικά» (σ’ όλο τον 19ο και 20ό αιώνα) αλλά με πόλεμο, σύγκρουση και αντιμαχία. Στην Ιταλία, το κίνημα επανένωσης στη Γαλλία που ακολούθησε την αστική επανάσταση και τους Ναπολεόντιους πολέμους, στην Αγγλία η μετατροπή των θρησκευτικών πολέμων σε εθνικοταξικούς, ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία που έβαζε τις βάσεις για το γερμανοπρωσικό έθνος, αλλά και η γέννηση των υπολοίπων ευρωπαϊκών εθνοκρατών συνέβησαν πραγματικά.
Oι αναθεωρητές ιστορικοί συνομολογούν ότι το έθνος και η ιδέα της πατρίδας (τόπος, οικονομία, πολιτισμός) είναι πράγματα ξένα για την αριστερά. Αυτά μάλιστα τα λένε και τα γράφουν στ’ όνομα του μαρξισμού!! Στην πραγματικότητα πρόκειται για κοσμοπολιτισμό που είναι μία από τις εκδοχές της αστικής αντίληψης. Σύμφωνα με τους ανοιχτούς αναθεωρητές ό,τι συνέβη τον 18ο και 19ο αιώνα, δηλαδή επαναστάσεις, συγκρούσεις, πόλεμοι είναι εργαλεία φαντασιακής θεώρησης, δηλαδή θα μπορούσαν να ’ναι αλλιώς.
Oι αναθεωρητές είναι ακραίοι ιδεαλιστές, γι’ αυτό και τα σχήματα περί «συνωστισμού στη Σμύρνη το 1922», είναι ανάξια αντιλόγου και βρίσκονται ανοιχτά στην υπηρεσία της αντίδρασης η οποία τους χρηματοδοτεί αφειδώς. *Επίσης, δεν υπάρχει κανένας λόγος ανακίνησης του ζητήματος των συνόρων που σημαίνει πόλεμο και ιμπεριαλιστική ανάμειξη. Επιπρόσθετα, κάθε πολίτης αυτής της χώρας πρέπει να αντιμετωπίζεται ισότιμα και κάθε άνθρωπος εντός συνόρων ανεξάρτητα από φύλο, χρώμα, φυλή, θρησκεία πρέπει να απολαμβάνει όλα «τ’ αγαθά του αστικού πολιτισμού», υγεία, παιδεία, πρόνοια, πολιτισμό κ.λπ.
Πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr