Μιχάλης Γιαννεσκής
Στις 25 Αυγούστου 1933, γεννήθηκε ο Γουέιν Σόρτερ (Wayne Shorter), ένας από τους πιο εκφραστικούς σαξοφωνίστες και μια από τις πιο αινιγματικές προσωπικότητες της τζαζ. Η πολύπλευρη δημιουργικότητα και η πνευματικότητα του Σόρτερ έχουν δημιουργήσει μια ιδιαίτερη άλω γύρω από πρόσωπό του και τη μουσική του.
Μαθαίνοντας δίπλα στους μεγάλους της τζαζ
Ο Σόρτερ λάτρεψε την τζαζ σε ηλικία 15 ετών, όταν «τρύπωσε» με τους φίλους του σε μια συναυλία του Λέστερ Γιάνγκ και άκουσε καινοτόμους μουσικούς σαν τον Ντίζι Γκιλέσπι και τον Τσάρλι Πάρκερ. Από τα 16 του άρχισε να παίζει κλαρινέτο, αλλά σύντομα στράφηκε προς το τενόρο και το σοπράνο σαξόφωνο.
Παρότι σπούδασε μουσική στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ο Σόρτερ ανέπτυξε το μουσικό του στυλ σε μεγάλο βαθμό ακούγοντας τους μεγάλους της τζαζ στα κλαμπ του Μανχάταν και κάνοντας εξάσκηση με τον Τζον Κολτρέιν.
Η τεχνική του Σόρτερ στο τενόρο σαξόφωνο έχει συγκριθεί επανειλημμένα με αυτή του Κολτρέιν. Και οι δύο έπαιζαν με ένα «ανοικτό» ήχο χωρίς βιμπράτο (διακύμανση του ήχου), αλλά ο Σόρτερ χρησιμοποιούσε ασυνήθιστες μουσικές κλίμακες και μοτίβα, με τεχνική παρόμοια της «μπελ κάντο», που έδινε έμφαση στην ομορφιά του ήχου και την αρτιότητα της ερμηνείας, αντί για την ακρίβεια και εκρηκτικότητα που χαρακτήριζαν το παίξιμο του Κολτρέιν.
Ένα έξοχο δείγμα της «ομορφιάς» του σαξοφώνου του Σόρτερ προσφέρει το «Adam’s Apple» από τον ομώνυμο δίσκο (Blue Note, 1966):
Πρόσωπο-κλειδί στις μπάντες που συμμετείχε
Ο λιτός και ταυτόχρονα «πικάντικος» τρόπος με τον οποίο έπαιζε σαξόφωνο ο Σόρτερ, και οι συνθετικές ικανότητες του, τον κατέστησαν ένα πρόσωπο-κλειδί στους Jazz Messengers του Art Blakey, με τους οποίους έπαιξε από το 1959 μέχρι το 1963.
Η συνδρομή του Σόρτερ στο κουιντέτο του Μάιλς Ντέιβις, από το 1964 μέχρι το 1970, ήταν επίσης πολύ σημαντική. Όπως και ο Ντέιβις, ο χαρισματικός Σόρτερ δημιουργούσε ένα «φειδωλό αλλά εύγλωττο» ήχο με τη μουσική του, που πολλοί προσπάθησαν να αντιγράψουν.
Το συνθετικό ταλέντο του Σόρτερ έτυχε ευρείας αναγνώρισης τη δεκαετία του 1960, όταν η δισκογραφική εταιρεία Blue Note κυκλοφόρησε μερικά πολύ αξιόλογα άλμπουμ του. Το Speak No Evil (Blue Note, 1965) αποτελεί μια από τις κορυφαίες δημιουργίες του, με το ομώνυμο κομμάτι:
Από το hard bop στο fusion
Έχοντας ήδη συμβάλλει στο φημισμένο fusion άλμπουμ του Ντέιβις «Bitches Brew», ο Σόρτερ ίδρυσε το 1970 το Weather Report, μια από τις πιο διάσημες και δημιουργικές μπάντες της jazz-rock fusion, μαζί με τον Αυστριακό Joe Zawinul. Η μπάντα ηχογράφησε 17 άλμπουμ και κυριάρχησε στη σκηνή του fusion για 15 χρόνια. Ένα από τα πιο επιτυχημένα κομμάτια τους ήταν το ενθουσιώδες και ρυθμικά αυθόρμητο «Birdland».
Ακατάπαυστη και πολυβραβευμένη εφευρετικότητα
Τα μουσικά θέματα με τα οποία ασχολήθηκε ο Σόρτερ δημιούργησαν νέες διακυμάνσεις στις μελωδίες του μπλουζ και μετρικές ανατροπές στο χώρο της hard bop, εξελίξεις που κατέστησαν το Σόρτερ έναν από τους πιο εφευρετικούς συνθέτες της τζαζ. Το κουαρτέτο που ίδρυσε ο Σόρτερ καθώς πλησίαζε τα εβδομήντα του αναγνωρίστηκε, τόσο για τη ακατάπαυστη εφευρετικότητα του Σόρτερ ως συνθέτη (στα 80 του, ο Σόρτερ κυκλοφόρησε το άλμπουμ «Without A Net», Blue Note, 2013), όσο και για τη ζωτικότητα και το συλλογικό τρόπο με τον οποίο παίζουν οι μουσικοί του.
Και ίσως αυτή η συλλογικότητα, την οποία ο Σόρτερ εμπνέει στους μουσικούς του συντρόφους, είναι ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του. Μια συλλογικότητα που τον χαρακτήριζε καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του, και φαίνεται στο κομμάτι «Footprints»:
Ο Σόρτερ έχει δεχθεί αλλεπάλληλους επαίνους για τη μουσική του. Έλαβε 10 βραβεία Grammy από το 1979 μέχρι το 2013, ενώ το 1998 του απονεμήθηκε ο τίτλος «Jazz Master», επισφραγίζοντας την κατάταξη του στους ζωντανούς θρύλους της τζαζ. Οι New York Times τον χαρακτήρισαν το 2008 ως «τον καλλίτερο εν ζωή συνθέτη της τζαζ».
Αινιγματική πνευματικότητα
Ο Σόρτερ στράφηκε στον βουδισμό τη δεκαετία του 1970, μια στροφή που σηματοδότησε την πνευματικότητα που χαρακτηρίζει το μετέπειτα μουσικό του έργο. «Η τζαζ είναι η δίοδος προς το απεριόριστο», είπε χαρακτηριστικά σε συνέντευξη του το 2016.
Όπως εξιστορεί η βιογράφος του Michelle Mercer, ο Σόρτερ είναι απρόβλεπτος στις προσωπικές του σχέσεις και εκφράζει τις απόψεις του με ένα αμίμητο, αινιγματικό, τρόπο. Κάποτε, όταν ένας θαυμαστής του τον ερώτησε τι ώρα είναι, ο Σόρτερ απάντησε «ο χρόνος είναι σχετικός και τελικά άγνωστος, αλλάζει ανάλογα με το … που βρίσκεσαι». Ακόμα και οι οδηγίες που δίνει στους μουσικούς με τους οποίους συνεργάζεται είναι αινιγματικές. Όπως όταν παρότρυνε ένα μουσικό: Παίξε το με τον τρόπο που περπατάει ο Μάρλον Μπράντο στο «Λιμάνι της Αγωνίας»!
Ίσως ο τίτλος του δίσκου του «Night Dreamer» (Blue Note, 1964), υπονοεί κάτι για τον τρόπο με τον οποίο ο οραματιστής Σόρτερ προσεγγίζει τόσο τη μουσική του, όσο και τη ζωή του:
πηγή: tvxs
e-prologos.gr