Ένας από τους διασημότερους και σκληρότερους βασανιστές της Μακρονήσου, ήταν ο έφεδρος λοχαγός Ελευθέριος Μηλιάδης διοικητής του Τρίτου Τάγματος Σκαπανέων, Μακρονήσου. Στις 13 Νοέμβρη 1949, ο Μηλιάδης ανέλαβε Διοικητής των Στρατιωτικών Φυλακών Μακρονήσου. Κήρυξε «εθνικό συναγερμό» σε όλο το στρατόπεδο. Οι Αλφαμίτες είχανε πλέον το πεδίον απεριόριστα ελεύθερο. Η ήδη άσχημη ζωή στο κολαστήρι, επί των ημερών του έγινε τραγική.
Ο Μηλιάδης τοποθετήθηκε στην αρχή διοικητής των Φυλακών και όταν αποστρατεύτηκε ο Σκαλούμπακας, ανέλαβε την διοίκηση του Τρίτου Τάγματος.
Δεκαετία του ’50, μόλις είχε απολυθεί από το στρατό και τριγύριζε στην Ομόνοια. Εκεί βρήκε τον Λεμονή, έναν Μακρονησιώτη, που τότε ήταν φοιτητής της ιατρικής. Ο Μηλιάδης τον αναγνώρισε γιατί ο Λεμονής ήταν γιατρός στο Αναρρωτήριο της Μακρονήσου.
«– Ρε Λεμονή, του λέει, θέλω να μου δανείσεις ένα πενηντάρικο να πάω στο χωριό μου στην Χαλκίδα. Δεν έχω ούτε τα εισιτήρια να βγάλω». Ο Λεμονής δεν ήθελε να του δώσει, προσποιήθηκε ότι είναι άδειες οι τσέπες του και του λέει: «Δεν έχω καθόλου πάνω μου, αλλά αν θέλεις ο φίλος μου ο Λάζαρος ο Κυρίτσης άνοιξε δικηγορικό γραφείο πάνω από του Μπακάκου, αυτός πιθανώς να έχει να σου δώσει».
Στο γραφείο είχαν μόνο ένα γραφείο με την καρέκλα του και δυο πέτσινες πολυθρόνες μπροστά, που τους είχε προμηθεύσει ο αδελφός του Γοργία. Δυο δικηγόροι, μοιράζονταν ένα γραφείο και ανάλογα με την περίπτωση στο γραφείο καθόταν ο δικηγόρος που είχε εκείνη την στιγμή να χειριστεί μια υπόθεση. Όταν μπήκε στο γραφείο ο Μηλιάδης έτυχε να κάθεται ο Λάζαρος Κυρίτσης στο γραφείο. Ο βασανιστής δεν τον γνώρισε…
– Τον κύριο Κυρίτση ήθελα…
— Εγώ είμαι, του απαντά, τι θέλετε;
— Με γνωρίζετε; Ρωτάει
— Κοιτάξτε να δείτε, λέει, ορισμένα πράγματα είναι τόσο βαθιά χαραγμένα στη μνήμη μας που δεν πρόκειται ποτέ να σβήσουν κύριε Μηλιάδη…
— Κύριε Κυρίτση ήθελα να σας παρακαλέσω, επειδή ξέμεινα στην Αθήνα και ήθελα να πάω στο χωριό μου, στην Εύβοια, στην Χαλκίδα, ζητώ για τα εισιτήριά μου ένα πενηντάρικο. Αν έχετε την καλοσύνη μπορείτε να μου δώσετε…
Είχε στη τσέπη του μόνο ένα πενηντάρικο, ούτε μια δραχμή, μια δεκάρα παραπάνω. Το έβγαλε και του το ’δωσε. Τον ευχαρίστησε και έφυγε.
Μόλις έκλεισε η πόρτα, ο συνέταιρός του τον φασκέλωσε λέγοντάς του:
— Σ’ αυτό το κάθαρμα, τον αρχιβασανιστή της Μακρονήσου έδωσες ένα πενηντάρικο; Το μεσημέρι όταν θα πας για το σπίτι σου, στου Ζωγράφου, δεν θα σου δώσω το αντίτιμο του εισιτηρίου, 1,20 δραχμές, που θα μου ζητήσεις στα σίγουρα.
Πράγματι, μετά από αυτή τη δήλωση δεν του ζήτησε και αποφάσισε να γυρίσει σπίτι με τα πόδια.
Υστερα από λίγα χρόνια, πήγε ένας συνάδελφός του, ο Κονταξής, στο γραφείο του με ένα απόκομμα από μια αθηναϊκή εφημερίδα:
— Κοίταξε, ο Μηλιάδης έκανε δήλωση στις εφημερίδες.
«To περιστατικό αυτό δείχνει ότι η ηθική είναι ένα πανίσχυρο μέσο για να διαλαληθεί το δίκιο του Αγώνα για την τελική νίκη του ανθρώπου κατά της βίας και του φασισμού και την οικοδόμηση μιας αταξικής κοινωνίας της αλληλεγγύης και της ισότητας, χωρίς εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους».
πηγή: ethniki-antistasi-dse.gr
e-prologos.gr