Παιδεία και πολιτική
Η σύγκρουση του Γληνού μέσα στον Εκπαιδευτικό Όμιλο προέκυψε από τις αντιλήψεις του, σχετικά με τη σχέση παιδείας και πολιτικής.
Στα νομοσχέδια του 1913, αν προσέξουμε λίγο θα βρούμε πλούσια γόνιμα στοιχεία για τη ραγδαία «προς τ’ αριστερά» εξέλιξή του.72 Και πρώτα o Γληνός δε δέχεται την τόσο όμορφη στην εμφάνιση, μα και τόσο παραπλανητική και αντιλαϊκή στο περιεχόμενό της θεωρία, πως υπάρχει υπερταξική και υπερκομματική παιδεία, ούτε βάζει για σκοπό να την πραγματοποιήσει, όπως έκανε βαδίζοντας «προς τα δεξιά» o στενός συνεργάτης του στην περίοδο αυτή, o παιδαγωγός Αλέξανδρος Δελμούζος. Βέβαια, δε διατυπώνει καθαρά -αυτό θα το κάνει αργότερα- πως και η παιδεία είναι όργανο στα χέρια της κυρίαρχης τάξης.73
Ούτε έχει φτάσει ακόμη στην κεντρική αντίληψη πως η παιδεία πρέπει να γίνει από τη βάση ως την κορυφή της ενιαία, λαϊκή, όργανο και όπλο του λαού, για την ευημερία και την πνευματική του ανύψωση. Πιστεύει όμως – και τούτο είναι το δεύτερο γόνιμο στοιχείο – πως κάθε κοινωνική τάξη και ιδιαίτερα η λαϊκή τάξη, δικαιούται να έχει το δικό της συγχρονισμένο σχολείο, όπου θα παίρνουν τα παιδιά της πλούσια τη μόρφωσή τους. Επάνω σ’ αυτήν την προοδευτική και εξελίξιμη αντίληψη στηρίζει και τις βασικές εκπαιδευτικές θέσεις στα νομοσχέδια του 1913 και την κριτική ανασκόπηση της παιδείας, που επιχειρεί στην εισηγητική έκθεση.
Στην περίοδο 1921 1926 διαπιστώνει από τα ίδια τα πράγματα πως δεν υπάρχει υπερκομματική παιδεία.
Τα συντηρητικά κόμματα και τα αντιδραστικά στοιχεία που συγκεντρώθηκαν γύρω από τον Κωνσταντίνο και τον ξανά φεραν στο θρόνο με τις εκλογές της 1ης Νοέμβρη, θέλουν αριστοκρατική την παιδεία, θέλουν να κρατούν το λαό στο πνευματικό σκοτάδι, για να τον παραπλανούν εύκολα. Μισούν την πρόοδο. Την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μόνο τα προοδευτικά δημοκρατικά κόμματα μπορούν να την πραγματοποιήσουν, υποστήριξε ο Γληνός, κάνοντας αυστηρή αυτοκριτική και κριτική ανασκόπηση, ιδιαίτερα της τρίχρονης δράσης του μέσα στο Υπουργείο Παιδείας.74
Μεγάλο λάθος, θεωρούσε o Γληνός, να θέλουμε να πραγματοποιήσουμε την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μόνον «άνωθεν». Μπροστά στην αντίδραση και τη συκοφαντία λυγίζουν και τα προοδευτικά κόμματα. Χρειάζεται η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση να στηριχτεί σε όσο μπορεί πλατύτερη λαϊκή μάζα και να γίνει αίτημα του λαού. «Επιβάλλεται λοιπόν ν’ αγωνιστούμε για τη δημοκρατία. Σκόπιμο ακόμη θα ήταν ορισμένοι προοδευτικοί δημοκρατικοί παιδαγωγοί και εκπαιδευτικοί να πολιτευτούν, να μπούνε στη Βουλή, να αποτελέσουν εκπαιδευτική ομάδα, που θ’ αναλάβει τον αγώνα για την ανόρθωση της παιδείας».75
Είναι χρέος μας, έλεγε ο Γληνός, να διαφωτίσουμε το λαό με όλα τα μέσα, με εκδόσεις, με τον τύπο, με ομιλίες και να του συνειδητοποιήσουμε το εκπαιδευτικό πρόβλημα. Και πιο πολύ χρέος να διαφωτίσουμε τον εκπαιδευτικό κλάδο για το περιεχόμενο της μεταρρύθμισης, για να γίνει o δάσκαλος άξιος φορέας και εφαρμοστής της μεταρρύθμισης και διαφωτιστής του λαού.
Το διπλό τούτο έργο πίστευε o Γληνός ότι έπρεπε να το αναλάβει o Εκπαιδευτικός Όμιλος.
O Γληνός πίστευε πως για να υπάρξει πραγματική παιδεία και να ριζώσει στην ψυχή του λαού, δεν αρκούσε μόνο η δημοτική γλώσσα και ο συγχρονισμός της παιδείας, Η παιδεία έπρεπε να αναγεννηθεί με τα ζωντανά ιδανικά και να πάρει η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και κοινωνικό περιεχόμενο, για να γίνει η παιδεία πραγματικά δημοκρατική και εξυπηρετική του λαού.76
Οι εμπειρίες και οι διαψεύσεις του Γληνού από τις προσπάθειές του να πραγματοποιήσει, με την αστική τάξη στην εξουσία, μια πραγματική εκπαιδευτική αλλαγή, τον οδηγούν στο συμπέρασμα πως μόνο με την κατάργηση του αστικού κράτους και την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας θα υπάρξει γνήσια λαϊκή παιδεία.
Τονίζοντας o Γληνός τη σημασία που έχει η Παιδεία για την αναπαραγωγή της ιδεολογίας της άρχουσας τάξης, λέει: «Η μόρφωση των παιδιών είναι ένα από τα πιο σπουδαία πνευματικά μέσα που χρησιμοποιούνται για την ταξική κυριαρχία. Σε μια κοινωνία που στηρίζεται στην εκμετάλλευση, τα παιδιά ξεχωρίζονται, όπως και οι μεγάλοι, σε δύο κατηγορίες, σε κείνα που πρόκειται ν’ αποτελέσουνε τη συνέχεια της κυρίαρχης τάξης και κείνα που πρόκειται ν’ αποτελέσουνε το μεγάλο στρατό της δουλειάς, που δεν πληρώνεται όλη. Στις σημερινές αστικές κοινωνίες, η αναλογία των πρώτων με τα δεύτερα είναι απάνω κάτω ένα με δέκα».77
Στη συνέχεια o Γληνός αναφέρει το είδος της παιδείας που δίνει η αστική τάξη στους μελλοντικούς συνεχιστές της και το είδος της παιδείας που δίνει στα παιδιά της δεύτερης κατηγορίας. «Στα παιδιά της πρώτης κατηγορίας, η μόρφωση έχει σκοπό να ασκήσει τις δεξιότητές τους και να τα οπλίσει με τις γνώσεις και τις ικανότητες, που θα τα κάμουν άξια να συγκροτούνε την «ηγέτιδα» τάξη, να γίνουν δηλαδή όσο μπορούν καλύτεροι εκμεταλλευτές. Στα παιδιά της δεύτερης κατηγορίας η μόρφωση έχει για σκοπό να τα προσαρμόσει στο μηχανισμό της παραγωγής, στον παθητικό ρόλο που παίζουνε μέσα σ’ αυτόν. Αυτό πετυχαίνεται με δύο τρόπους. Ή δεν τους δίνεται καμιά ή τους δίνεται ελάχιστη μόρφωση, «το ελάχιστο ποσό» όπως λένε, που είναι απαραίτητο για κάθε άνθρωπο».78
Στα τέλη του Ι9ου αιώνα και στις αρχές του εικοστού, όταν το ξένο κεφάλαιο και το χρήμα από τους ομογενείς του εξωτερικού και τους μετανάστες δημιούργησε κάποια κίνηση οικονομική στην Ελλάδα και άρχισε να διαμορφώνεται η αστική τάξη, αρχίζουν ταυτόχρονα και οι διαμαρτυρίες στην καθυστερημένη ελληνική παιδεία. Το γλωσσικό ιδανικό του αρχαϊσμού της είναι άχρηστο. Θέλει «πρακτική» εκπαίδευση, θέλει ξένες γλώσσες, θέλει καλύτερη μέθοδο διδασκαλίας, καθηγητάδες καλύτερα μορφωμένους.
Στα 1910 ιδρύθηκε o «Εκπαιδευτικός Όμιλος» για να βοηθήσει αυτόν τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής παιδείας.
Σύμβολο του αγώνα γίνεται «η γλώσσα», η νεοελληνική πραγματικότητα και η «πρακτικοποίηση της παιδείας». Έτσι, πρόκειται να δοθεί στην παιδεία νέα μορφή και νέο περιεχόμενο. O σκοπός είναι διπλός: Πρώτα – πρώτα να μορφώνεται αντίστοιχα με τις ανάγκες της νέα «άρχουσα» τάξη, εμποροβιομήχανοι, τραπεζίτες, εφοπλιστές και το επιστημονικό επιτελείο της νέας οικονομίας του νέου κράτους. Και έπειτα να μορφώνεται καλύτερα o «λαός», δηλαδή να δημιουργηθούν ειδικευμένοι εργάτες της βιομηχανίας και καλοί υπάλληλοι, ιδιωτικοί και δημόσιοι.
Στα 1917 σημειώνεται η πρώτη μεγάλη νίκη. Η αστική τάξη χτυπώντας επαναστατικά τον παλιό κόσμο, που είχε συγκεντρωθεί γύρω από το βασιλιά Κωνσταντίνο, μπάζει τη δημοτική γλώσσα στα σχολειά και φαίνεται αποφασισμένη να πραγματώσει την «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση» σ’ όλη τη γραμμή.
Η αναστύλωση του βασιλισμού στα 1920 – 1922 μας ξαναφέρνει πίσω στην Ελλάδα την πριν τα 1910. H «επανάσταση» του 1922 θέλει να συνεχίσει την «πνευματική αναγνώριση» και να προχωρήσει περισσότερο. Στα 1923 ξαναμπαίνει η δημοτική γλώσσα στα σχολειά, αποφασίζεται να αναδιοργανωθεί σε εντελώς συγχρονισμένη βάση το Μαράσλειο διδασκαλείο, για να ζωντανέψει τα στελέχη της Μέσης Παιδείας. Στα 1924, η πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση ψηφίζει την κατάργηση της καθαρεύουσας από τα λαϊκά σχολειά. Μα αυτό ήτανε το τελευταίο προοδευτικό βήμα που έκαμε η αστική τάξη.79
Τελικά o Γληνός δέχεται πως δεν μπορεί να υπάρξει παιδεία υπερκομματική, παιδεία πάνω απ’ τις κοινωνικές τάξεις.
Το Σχολείο, κατά την άποψη του Γληνού, είναι όργανο της άρχουσας τάξης. Και οι σοσιαλιστές, λέει ο Γληνός, είναι οι πρώτοι που είπαν αυτήν την αλήθεια. «Κάτω λοιπόν τα ψέματα όλα, είμαστε σύμφωνοι. Το Σχολείο το θέλετε σεις όργανο της κυριαρχίας σας. Και μεις αγωνιζόμαστε να σας το πάρουμε. Γιατί εμείς αγωνιζόμαστε για μια δικαιότερη και ανθρωπινότερη κοινωνία. Λιγότερο υποκριτική. Λιγότερο απάνθρωπη. Και η δύναμη θα περάσει αργά ή γρήγορα στο μέρος της δικαιοσύνης».80
Οι παιδαγωγικές αντιλήψεις του Γληνού και μετά το 1927
Το 1927 ο Γληνός παραμένει σταθερός στις βασικές παιδαγωγικές του αντιλήψεις, ανακαλύπτει όμως, με τη μέθοδο του διαλεκτικού υλισμού, τη σχέση και τη συνάρτηση της παιδείας και των κοινωνικών πολιτικών συνθηκών. Για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση είναι αναγκαία η ταξική πάλη και σ’ αυτήν θα στραφεί όλο και περισσότερο, όλο και πιο αριστερά, πλαταίνοντας συνεχώς το χώρο των δραστηριοτήτων του, χωρίς ποτέ να πάψει νάναι δάσκαλος, ίσα – ίσα από δω και πέρα γίνεται ο μεγάλος Δάσκαλος. Έξω και κόντρα στο καθιερωμένο πλαίσιο. Όπως είπαμε και παραπάνω, το 1927 σημαδεύει την οριστική ρήξη του Γληνού με τον αστικό κόσμο, που θα του επιτίθεται λυσσασμένα με κάθε τρόπο: διανόηση, κράτος, εκκλησία, τύπος, βλέποντας στο πρόσωπό του έναν επικίνδυνο εχθρό.
72. K. Σωτηρίου: «Ο Γληνός παιδαγωγός», Στη μνήμη Δημήτρη Α. Γληνού, Μελέτες για το έργο του και ανέκδοτα κείμενά του «TA ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ» Α.Ε. ΑΘΗΝΑ 1946, σελ. 39-40.
73. K. Σωτηρίου, «O Γληνός Παιδαγωγός», όπ. σελ. 40.
74. K Σωτηρίου, «O Γληνός Παιδαγωγός», όπ. σελ. 44.
75. K. Σωτηρίου, όπ. 44.
76. K. Σωτηρίου, όπ. σελ. 45.
77. Εκλεκτές Σελίδες, τόμος Δ’, σελ. 57.
78. Εκλεκτές Σελίδες, όπ. σελ. 58.
79. Εκλεκτές Σελίδες, όπ. σελ. 60.
80. Εκλεκτές Σελίδες, Τόμος Γ’, σελ. 81.
από τη μελέτη «Οι παιδαγωγικές αντιλήψεις του Δ. Γληνού» του Γεράσιμου Μασούρα
e-prologos.gr