Φοίβος Γκικόπουλος*
Η πιο γοητευτική στρατηγική με την οποία το μοντέλο της αγοράς διαχέει την επικίνδυνη επιρροή του είναι εκείνη που προσκαλεί τα θύματά του (και κυρίως τα πιο αδύναμα: μικρά παιδιά, έφηβους, νοικοκυρές, συνταξιούχους, άνεργους) να αφεθούν στη μοίρα τους, να ακολουθήσουν τη διαδρομή της μικρότερης αντίστασης, να αποποιηθούν τη μοναδική αξία που μπορεί να θεμελιώσει την ελευθερία. Το μοντέλο αυτό προτείνει ως θαυμαστά και μιμητικά παραδείγματα, πρόσωπα χωρίς κάποια κουλτούρα ή ταλέντο, που αποκτούν εύκολη και ρηχή διασημότητα για το απλό γεγονός ότι παρουσιάζονται στο κοινό∙ και μέσα από αυτή δηλώνουν ότι δεν αξίζει τον κόπο να προσπαθήσεις και πολύ γιατί αυτό που μετράει στη ζωή, η επιτυχία και το χρήμα, πέφτουν σαν μάννα από τον ουρανό, χωρίς καμιά προσπάθεια απ’ τη μεριά τους.
Ο μύθος της ευκολίας (που είναι εξάλλου παραπλανητικός, γιατί οι τυχεροί είναι λίγοι∙ οι υπόλοιποι παραμένουν καθηλωμένοι στη μιζέρια τους) είναι για μας ένας επικίνδυνος εχθρός: προκαλεί ασφυξία και αποσυντονίζει την ανθρωπιά μας, κάνοντάς μας άτομα κενά, έρμαια (κι αυτό δεν είναι μια οφθαλμαπάτη, αλλά ο σκοπός ολόκληρης της επιχείρησης) στις «καταναλωτικές συμβουλές». Και για ν’ αντισταθούμε σε όλα αυτά, είναι απαραίτητο να υπογραμμίσουμε την άλλη πλευρά του νομίσματος: τις απεγνωσμένες όσο και περιττές περιπλοκές στις οποίες βρισκόμαστε μόλις προσπαθούμε να εκδηλώσουμε έναν ελάχιστο έλεγχο πάνω στο πεπρωμένο μας∙ τους δαιδαλώδεις γραφειοκρατικούς, τεχνικούς και επαγγελματικούς λαβυρίνθους στους οποίους εκτρέπονται (και εξαφανίζονται) οι νόμιμες ανάγκες μας για λύτρωση ή για αναζήτηση δικαιολογίας.
Στο πνεύμα των λόγων του Μπρεχτ «είναι το απλό που είναι δύσκολο να γίνει», εμείς έχουμε σε αντιπαράθεση την ευκολία με την απλότητα. Η πρώτη πραγματοποιείται κάνοντας «ότι να ‘ναι»∙ η δεύτερη αντίθετα είναι το αποτέλεσμα (ποτέ οριστικό) της συνεχούς και κοπιαστικής προσπάθειας να αρθρώσεις την ελευθερία σου, με την ταυτοποίηση, με αυξάνουσα ακρίβεια, των διάφορων μορφών που τις προσδίδουν ουσία και περιεχόμενο, εμβαθύνοντας την προσφορά της καθεμιάς, διαγράφοντας τις επικαλύψεις και με αυτό τον τρόπο μεταμορφώνοντας σταδιακά συγκεχυμένες φωνασκίες ανάμεσα σε «καθαρά και διακεκριμένα» άτομα.
Σ’ αυτή την απλότητα ως τρόπο ζωής, αντιστοιχεί μια εκφραστική απλότητα που τείνει να πραγματοποιήσει μια αυθεντική επικοινωνία, δηλαδή να ξαναδεί αυτά που είπαμε παραπάνω: να δώσει έμφαση στη δομή, να αποκλείσει τους άσκοπους πειραματισμούς, να ορίσει και πάλι με τρόπο πιο συνειδητό τους στόχους. Και συχνά, ως επακόλουθο, να μειώσει τον αριθμό των λέξεων που χρησιμοποιούνται, επιλέγοντας με προσοχή εκείνες που μπορούν αληθινά να φωτίσουν τη διαδρομή και αποκλείοντας χωρίς οίκτο εκείνες που δημιουργούν μόνον αμηχανία. Κι εδώ οι εχθροί είναι οι ίδιοι: από τη μια η αθλιότητα όσων προσκαλούν στον πιο στυγνό πολιτισμικό και ηθικό αναλφαβητισμό και από την άλλη η αλαζονεία των δήθεν διανοουμένων που υιοθετούν την τύφλωσή τους ως υπογραφή τους, και την αποστασιοποίηση που τους επιτρέπει να καθορίσουν για το «πόπολο» ένα statussymbol.
(*) Μπ. Μπρεχτ: «Εγκώμιο στον κομμουνισμό»,1931
*O Φοίβος Γκικόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ
πηγή: artinews.gr
e-prologos.gr