Σε παταγώδη αποτυχία κατέληξε η σύνοδος κορυφής της ΕΕ στις 23 Απριλίου, καθώς επί του ενός και μοναδικού επίδικου, τη μεταφορά κεφαλαίων στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος. Αντίθετα η εικονοδιάσκεψη, τέταρτη στη σειρά αφότου ξεκίνησε η πανδημία, έληξε με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ να θέτει, σύμφωνα με τους Financial Times, τρεις γραμμές άμυνας που ορίζουν τις υποχωρήσεις (τρόπος του λέγειν το τελευταίο) τις οποίες είναι διατεθειμένη να κάνει η Γερμανία, ενστερνιζόμενη υποτίθεται την κατάσταση έκτακτης ανάγκης: Πρώτο, όποιο ποσό χορηγηθεί πρέπει να επιστραφεί. Δεύτερο, πως υπάρχουν όρια στο είδος της βοήθειας που θα προσφερθεί και τρίτο, ότι οι δωρεές ή μεταβιβάσεις «δεν ανήκουν στην κατηγορία εκείνων που τη βρίσκουν σύμφωνη». Το τελευταίο για όποιον δεν κατάλαβε τα δύο πρώτα…
Τις παραμονές ωστόσο της συνόδου, όχι μόνο Ιταλία και Γαλλία, αλλά ακόμη και η Ελλάδα μέσω του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη, ζήτησαν ευθέως όχι νέα δάνεια, αλλά άμεσες χρηματικές επιχορηγήσεις. Τη διαφορά την περιέγραψε με τον πιο ανάγλυφο τρόπο ο Ολλανδός ευρωβουλευτής και πρώην πρωθυπουργός Γκι Φερχοβστάαντ παρομοιάζοντας τα δάνεια με… πετρέλαιο και τις χρηματικές ενισχύσεις με… νερό στη φωτιά. Η Ολλανδία, από κοινού με τις σκανδιναβικές χώρες, παρόλα αυτά συνέχισαν να εμφανίζονται βασιλικότερες του βασιλέως, αρνούμενες κάθε συζήτηση για μεταφορά πόρων.
Με βάση ωστόσο τα συμπεράσματα του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (και όχι του ίδιου του Συμβουλίου ως είθισται) από τη Σύνοδο της 23ης Απριλίου προέκυψαν νέες αποφάσεις, πέραν της επικύρωσης της απόφασης της ευρωομάδας της 9ης Απριλίου. Πρώτο, αποφασίστηκε η τροποποίηση του νέου κοινοτικού προϋπολογισμού (Πολυμερές Οικονομικό Πλαίσιο, όπως ονομάζεται) με την ανακατεύθυνση των κονδυλίων, λαμβάνοντας υπ’ όψη τις νέες πραγματικότητες που δημιούργησε η πανδημία. Ενδεχομένως να προβλέπει αύξηση των δράσεων στον τομέα της βασικής επιστημονικής έρευνας. Σίγουρα επίσης θα προβλέπει αύξηση της γερμανικής συμμετοχής, όπως προανήγγειλε η ίδια η Μέρκελ μιλώντας σε Γερμανούς βουλευτές. Αυτή η «υποχώρηση» πιθανότατα να αποτελέσει και το άνω όριο της γερμανικής γενναιοδωρίας. Επίσης, αύξηση του ίδιου του μεγέθους του προϋπολογισμού. Ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, πιθανότατα το γερμανικό σχέδιο «στρίβειν δια του προϋπολογισμού» να είχε κατά νου όταν προειδοποιούσε ενάντια σε μια «ψευδο-λύση» μέσω του Πολυμερούς Οικονομικού Πλαισίου.
Το δεύτερο μέτρο που αποφασίστηκε προβλέπει τη δημιουργία ενός έκτακτου Ταμείου Ανάκαμψης το οποίο με βάση τη δήλωση της Γερμανίδας προέδρου Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ενδέχεται να υπερβαίνει σε αξία ακόμη και το 1 τρισ. ευρώ. Στόχος του θα είναι η προσέλκυση νέων επενδύσεων. Η πραγματική ανησυχία της ευρωπαϊκής ολιγαρχίας αφορά τον κίνδυνο η κρίση που προκάλεσε ο κορονοϊός να οδηγήσει τις επενδύσεις στην Ευρώπη σε ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα απ’ ό,τι είναι σήμερα. Το πιο πρόσφατο ρεκόρ επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ σημειώθηκε τον Δεκέμβριο του 2007 (25% ΑΕΠ), όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 1. Έκτοτε, παρά τις κυκλικές ανόδους και πτώσεις, ποτέ δεν επιτεύχθηκε ένα τόσο υψηλό ποσοστό. Ο κίνδυνος επομένως είναι η «επιστροφή στην κανονικότητα» να σηματοδοτήσει μια νέα κυκλική πορεία που θα κινείται ωστόσο χαμηλότερα ακόμη κι από την περίοδο 2013 (όταν τον Μάρτιο οι επενδύσεις έφτασαν στο ναδίρ: 19,3% του ΑΕΠ) ως 2019, που κι αυτή την περίοδο κινούνταν χαμηλότερα από την προηγούμενη περίοδο που έληξε με τη κατάρρευση της Lehman Brothers και την επακόλουθη κρίση του Ευρώ.
Για να αποφευχθεί αυτό το ενδεχόμενο το Ταμείο Ανάκαμψης, αποφεύγοντας να ρίξει χρήμα στην αγορά, θα ενεργοποιήσει χρηματοδοτικά εργαλεία με τη δημόσια συμμετοχή να λειτουργεί ως εγγυητής και μαξιλάρι ασφαλείας για τους «επενδυτές», αίροντας κάθε κίνδυνο. Κάτι αντίστοιχο με τα ελληνικά ΣΔΙΤ όπου το δημόσιο έρχεται κατά σκανδαλώδη τρόπο να επωμιστεί κάθε κίνδυνο, αφήνοντας για τους ιδιώτες μόνον τα κέρδη. Οι λεόντειες συμφωνίες σε βάρος του δημοσίου γνώρισαν νέες δόξες με τη Φράπορτ να αρνείται να πληρώσει τις οφειλές της στο δημόσιο λόγω των ζημιών από την κάθετη πτώση της επιβατικής κίνησης.
Ακόμη ωστόσο και να δώσει ώθηση σε νέες επενδύσεις το Ταμείο Ανάκαμψης, ένα από τα ερωτήματα που συνοδεύουν τους όρους λειτουργίας του σχετίζεται με τον επιμερισμό των κονδυλίων του. Ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε το έθεσε ωμά στην εφημερίδα La Republica απαιτώντας να εγγυηθεί ίσες ευκαιρίες για όλες τις χώρες. Ο κίνδυνος δηλαδή είναι ακόμη κι αυτή η αύξηση των επενδύσεων να επιτείνει την ανισομετρία εντός της ΕΕ, όπως συστηματικά συμβαίνει εδώ και δεκαετίες. Προς επίρρωση, τα επίπεδα επενδύσεων σε κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ όπως απεικονίζονται στο Διάγραμμα 2, όπου φαίνεται ότι οι επενδύσεις σε Ελλάδα, Πορτογαλία και Ιταλία ως ποσοστό του ΑΕΠ υπολείπονται σημαντικά του μέσου όρου των επενδύσεων στην ΕΕ και την ευρωζώνη. Κι αυτό δεν συμβαίνει φυσικά λόγω υφιστάμενων εμποδίων στις επενδύσεις, όπως ισχυρίζεται το κεφάλαιο χρησιμοποιώντας την επενδυτική αποχή ως ιδανική ευκαιρία για να καταργήσει και τις τελευταίες εργατικές κατακτήσεις που άφησαν όρθιες τα Μνημόνια.
Το Ταμείο Ανάκαμψης θα εξελιχθεί σε Ταμείο Υπερχρέωσης οξύνοντας τους διχασμούς και οδηγώντας τις χώρες-ουραγούς της ευρωπαϊκής περιφέρειας σε ακόμη πιο δεινή θέση, που σημαίνει μεγαλύτερη ανεργία και φτώχεια.
Λεωνίδας Βατικιώτης
πηγή: info-war.gr
e-prologos.gr