Η μερα ξεκινησε με ραβδουχους σε ακταιωρους.
Κουβαλουσε μια απροσδιοριστη κακια ειδηση,
φτηνες μαρμελαδες, μπαγιατικα ψωμια και στραβοπατημενα παπουτσια.
Ο Χουσεϊν ειχε πονοδοντο.
Ειναι ενα ψηλο, λιανο κλαρι, δεκαπεντε χρονων, με ντροπαλα μαυρα ματια
Ταξιδευει μονος του. Κοιμαται εξω απ το Καταφυγιο, σαν αντρας. Μεσα εχουμε πολλες γυναικες και παιδια.
Δεν εφαγε τιποτα.


“Φαε,Χουσεϊν. Πρεπει να δυναμωσεις. Εχεις πολυ δρομο”.
Τα μαυρα ματια γεμισαν λιγο νερο, σαν τις μικρες ποτιστρες του κηπου για τα πουλια. Το νερο των μαυρων δεκαπενταχρονων ματιων δεν ξεχειλισε. Εμεινε κρεμασμενο στη μεσα μερια των κατω βλεφάρων.
Πηγαν να ναυαγησουν οι κορες αλλα ξαναβγηκαν στην επιφανεια.
Γιατι ο Χουσεϊν κοιμαται εξω. Ειναι αντρας.
Τοτε παρατηρησα πως το δεξι μαγουλο ηταν λιγο φουσκωμενο κι ας μην ειχε φαει μπουκια.
Τις δυο τελευταιες νυχτες δεν κοιμηθηκε απ τον πονοδοντο. Κσι δεν ειχε τη μανα του να σηκωθει στα σκοτεινα για νερο και παυσιπονο και να του χαϊδεψει τα μαλλια. Στριμωγμενος και αϋπνος αναμεσα σε ροχαλητα και παραμιλητα της νυχτας κατω απο το φεγγαρι των Σφαγειων που τα ειπαμε Καταφυγιο.
Μεσα στον υπνοσακο σιγουρα δεν ειχε κανενα λογο να συγκρατει τα νερα των ματιων του. Τις αϋπνες νυχτες δεν υπαρχουν μαρτυρες να αμφισβητησουν τον ανδρισμο ενος δεκαπενταχρονου που περναει μονος κατω απο συρματοπλεγματα, μεσα απο ραβδουχους, πανω απ το βαθυ νερο των θαλασσων.
Κι ετσι σιγουρα ο Χουσεϊν εκλαψε τα χαραματα, την ωρα περιπου που εφευγες, Λαυρεντη. Κι ας μην σε ηξερε.
Ενας δεκαπενταχρονος που ταξιδευει μονος του και ποναει, κλαιει κρυφα για ολους και για ολα.
Και διαισθανεται πότε καποιος φευγει
Γιατι ξερει το Νοτο,
που τριζει ο θανατος κι η αγαπη κανει κροτο.
Η Μαρια κοιταξε τα δοντια του.
– Το παιδι εχει χτυπηθει. Εδω στα δοντια.
– Ναι, Χουσεϊν;
– Ναι
Δεν ειχε πει τιποτα. Γιατι ειναι αρκετα μεγαλος αντρας για να ταξιδευει ολομοναχος και να ξαπλωνει κατω απ τον ουρανο.


Στριμωγμενος παλι αναμεσα σε πολλα ροχαλητα και παραμιλητα της νυχτας, ελπιζω τωρα να κοιμαται.
Οπως κι εσυ Λαυρεντη.
Δεν πεθαινει καποιος που αφηνει τοσες μουσικες πισω του και τη συμπτωση ενα ζευγαρι δεκαπενταχρονα ματια στο Νοτο, να το κοιτουν την ωρα που κανει αναρριχηση στ αστερια.

Νίνα Γεωργιάδου

  • Η φωτογραφία είναι από πίνακα του Κερκυραίου ζωγράφου Γιώργου Τσιριγώτη

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το