Χρήστος Κάτσικας
ΜΕ ΤΗΝ «ΕΛΛΗΝΙΚΗ PISA» ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΝ ΝΑ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΟΥΝ ΤΟΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΩΝ
Στο νομοσχέδιο με τον βαρύγδουπο τίτλο: «Αναβάθμιση του σχολείου, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών και άλλες διατάξεις», που εισέρχεται για συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής τη Δευτέρα 26 Ιουλίου με σκοπό να ψηφισθεί την Τετάρτη 28 Ιουλίου, στο Άρθρο 104, «Αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος» σημειώνεται, ανάμεσα σε άλλα: «Κάθε σχολικό έτος διενεργούνται σε εθνικό επίπεδο εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα για τους μαθητές της ΣΤ’ Τάξης των δημοτικών σχολείων και τους μαθητές της Γ’ Τάξης των γυμνασίων σε θέματα ευρύτερων/γενικών γνώσεων των γνωστικών αντικειμένων της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Μαθηματικών. Σκοπός των ως άνω εξετάσεων είναι η εξαγωγή πορισμάτων σχετικά με την πορεία υλοποίησης των προγραμμάτων σπουδών και τον βαθμό επίτευξης των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων σε εθνικό επίπεδο, περιφερειακό επίπεδο και σε επίπεδο σχολικής μονάδας».
Η “Ελληνική PISA” : Αποκάλυψη τώρα!
Η θέσπιση της «ελληνικής PISA», όπως ονομάστηκε, δεν πρόκειται για έναν αθώο σχεδιασμό του ΥΠΑΙΘ. Πρώτον είναι φανερό ότι όλη η υπόθεση μπορεί να εξελιχθεί σε ένα μηχανισμό «παρακυβέρνησης» της εκπαιδευτικής διαδικασίας καθώς τα δοκίμια αξιολόγησης θα προωθούν μια συγκεκριμένη αντίληψη για τη σχολική γνώση, τη διδασκαλία, τη μάθηση, τη σχολική επιτυχία, το μαθητή, κ.ά., που προβάλλουν (και ως ένα βαθμό επιβάλλουν) αντίστοιχες αρχές στην οργάνωση της ίδιας της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Δεύτερον τα αποτελέσματα αυτών των τεστ θα αξιοποιηθούν ως εργαλείο για την κατηγοριοποίηση των σχολείων και θα χρησιμοποιηθούν και ως «κριτήρια» για την αξιολόγηση των ίδιων των εκπαιδευτικών. Είναι φανερό ότι το νέο καθεστώς που θα επιβάλλει η «ελληνική PISA», με τον κύκλο των τεστ, μπορεί να βλάψει τους πιο αδύνατους μαθητές και να αποδυναμώσει τις σχολικές τάξεις καθώς αναπόφευκτα συνεπάγεται όλο και περισσότερα τεστ πολλαπλής επιλογής, περισσότερα λεπτομερώς προσχεδιασμένα μαθήματα από «προμηθευτές» που βρίσκονται πάνω και έξω από το σχολείο – και μεγάλο άγχος για τους εκπαιδευτικούς.
Να το πούμε καθαρά: Στην πράξη οι στόχοι της «ελληνικής Pisa» προωθούν αντί της γνώσης τη δεξιότητα. Για να πάει καλά ένα σχολείο στο διαγωνισμό πρέπει οι μαθητές του να έχουν αντιμετωπίσει τη Γλώσσα σχεδόν αποκλειστικά ως εργαλείο επικοινωνίας, να έχουν διδαχτεί από τα Μαθηματικά κυρίως μεθόδους επίλυσης πρακτικών προβλημάτων, ενώ στις Φυσικές επιστήμες να μην έχουν εμβαθύνει στο γιατί αλλά στο πώς. Έτσι, το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει, προσαρμοζόμενο στους στόχους του προγράμματος, να «προπονεί» τους μαθητές σε τέτοιου είδους θέματα αντί να τους διδάσκει, να τους καταρτίζει αντί να τους εκπαιδεύει.
Το «manual» της εκπαιδευτικής πολιτικής του ΥΠΑΙΘ
Να επισημάνουμε ότι τίποτε δεν γίνεται και δεν λέγεται τυχαία από την επίσημη κρατική εκπαιδευτική πολιτική. Να θυμίσουμε τις κατευθύνσεις– οδηγίες – επιβολές του ΟΟΣΑ για το παραπάνω θέμα. Με τίτλο «Ευθυγραμμίζοντας τα εκπαιδευτικά επίπεδα με την αξιολόγηση των μαθητών» ο ΟΟΣΑ αρχίζει με δύο επισημάνσεις και καταλήγει σε μία οδηγία που είναι και το «ζουμί» της πολιτικής του. Αφού σημειώνει ότι είναι απαραίτητη «η σύνδεση μεταξύ της αξιολόγησης μαθητών, σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών» επισημαίνει ότι «η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, του εκπαιδευτικού καθώς και τα τυποποιημένα τεστ για την αξιολόγηση των μαθητών σε εθνικό επίπεδο πρέπει να εξεταστούν μαζί, έτσι ώστε όχι μόνο να είναι αποτελεσματικές οι νέες πολιτικές όσον αφορά την επίτευξη των στόχων του πλαισίου αξιολόγησης, αλλά και να δημιουργούν συμπληρωματικότητες…».
Η δεύτερη επισήμανση για την Ελλάδα ήταν ότι «το υπουργείο υστερεί ενός ολοκληρωμένου και πλήρους συστήματος αξιολόγησης. Πιο συγκεκριμένα, δεν υπάρχει:
■ Τυποποιημένη εθνική αξιολόγηση που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη σύγκριση της επίδοσης μεταξύ μαθητών, εκπαιδευτικών, σχολικών μονάδων ή περιφερειών.
■ Σύνδεση μεταξύ της αξιολόγησης μαθητών, σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών.
Στο πλαίσιο αυτό ξεφύτρωσε και πάλι η Τράπεζα Θεμάτων, η οποία, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, αφενός δίνει τη δυνατότητα στους εκπαιδευτικούς να επιλέξουν από θέματα που έχουν δημιουργηθεί σε κεντρικό επίπεδο και αφετέρου είναι συνδεδεμένη με συγκεκριμένα μαθησιακά αποτελέσματα, τα οποία είναι συγκρίσιμα. Και τώρα ξεφυτρώνουν και τα ετήσια τεστ σε εθνικό επίπεδο.
Καθόλου τυχαία μετά την ανακοίνωση των βαθμολογικών επιδόσεων των υποψηφίων από το ΥΠΑΙΘ, σε άρθρο του στην ΕΣΤΙΑ (15 Ιουλίου 2021) με τίτλο «Η κατάρρευσις των βαθμών δείχνει την αποτυχία των εκπαιδευτικών» ο έγκριτος δημοσιογράφος και διευθυντής της Εστίας Μανώλης Κοττάκης, σημειώνει:
«Τί μας δείχνουν λοιπόν τα στατιστικά; Πώς όλο το οικοδόμημα πάσχει. Πως το εκπαιδευτικό μας σύστημα στηρίζεται σέ γυάλινα πόδια. Πως οι αντιδράσεις των συνδικαλιστών για την τράπεζα θεμάτων στις προαγωγικές που θα αποκάλυπταν την πραγματική εικόνα του μορφωτικού επιπέδου των μαθητών δεν ήταν αθώες. .. Πώς η αξιολόγηση εἶναι μονόδρομος… Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ανέτως ότι αρνούνται την αξιολόγηση, όπως ο διάβολος το λιβάνι, γιατί γνωρίζουν ότι θα δείξει αυτό που κρύβουν επί έτη και αποκαλύπτεται μόνον όταν γίνεται η βαθμολόγηση των γραπτών στις πανελλαδικές εξετάσεις: Πώς μορφώνουν πλημμελώς τούς μαθητές…Ο εκπαιδευτικός είναι σαν τον κόουτς: Αν θέλει μπορεί να μεταμορφώσει έναν παίκτη και να τον οδηγήσει στο να κάνει θαύματα ακόμη και αν τον παραλάβει απροπόνητο. Αρκεί να αγαπά την δουλειά του».
Χέρι χέρι με την εκάστοτε πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας οι μόνιμοι «τελάληδες» της κυρίαρχης πολιτικής, δημοσιογράφοι, τεχνοκράτες και «ειδικοί», εγχαράσσουν στο «σκληρό δίσκο» της κοινής γνώμης, ως αυτονόητο, ότι «η κακοδαιμονία του Ελληνικού σχολείου είναι αποτέλεσμα της έλλειψης αξιολόγησης-ελέγχου των εκπαιδευτικών».
Σε αυτό το πλαίσιο, οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών τους και η διοίκηση του σχολείου «χρεώνεται» με τη σειρά της την επιτυχία και την αποτυχία όλων Η αντίληψη αυτή «επιβλέπει» τη σχολική επιτυχία/αποτυχία μέσα από την «κλειδαρότρυπα» της αίθουσας διδασκαλίας, όπου όλα εξαφανίζονται εκτός από το δάσκαλο και το μαθητή. Δεν είναι, ωστόσο, λίγοι αυτοί που κατανοούν ή διαισθάνονται ότι το σχολείο δεν είναι «θερμοκήπιο» όπου τα παιδιά αναπτύσσονται ομαλά και απρόσκοπτα με καλό πότισμα και συστηματική φροντίδα!
e-prologos.gr