Όλα τα αστικά επιτελεία, τα εγχώρια και τα διεθνή ΜΜΕ, διανοούμενοι και καλλιτέχνες, με μια μονοφωνική υποστήριξη που παραπέμπει σε άλλες εποχές, με τη φίμωση κάθε αντίθετης φωνής και με τα δημοκρατικά δικαιώματα στον «πάγο», φιλοτεχνούν για τον Κυριάκο Μητσοτάκη το προφίλ ενός «στιβαρού ηγέτη», «που δεν υπολόγισε το πολιτικό κόστος», που έχει καταστήσει την Ελλάδα υπόδειγμα για την αντιμετώπιση του κορονοϊού σε όλο τον κόσμο.

Ο ίδιος ο Μητσοτάκης, με ύφος πατερναλιστικό, με τον αέρα «πολέμαρχου» σε ένα πόλεμο ενάντια στον «αόρατο εχθρό», μέσα από τα αλλεπάλληλα «ενωτικά», «συναισθηματικά» διαγγέλματα, προσπαθεί να εμφανίσει την εικόνα του «εθνικού ηγέτη».

Στη διαμόρφωση της εικόνας αυτής έχει συμβάλει όχι μόνον η απουσία αστικής κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, αλλά η στήριξη ουσιαστικά της κυβέρνησης -στον ένα ή στον άλλο βαθμό- από όλα τα υπόλοιπα κόμματα, με το κόμμα του 31%, τον ΣΥΡΙΖΑ, ουσιαστικά ανύπαρκτο και με τον Αλέξη Τσίπρα, μη έχοντας πού να διαφοροποιηθεί σε αυτή την πολιτική, να θέτει με έμφαση «την ανάγκη πολιτικής συνεννόησης», να καλεί την κυβέρνηση «δαπανήστε ένα μεγάλο ποσό για τη στήριξη της οικονομίας και των επιχειρήσεων» και να επαινεί την κυβέρνηση στα πλαίσια της ενδοευρωπαϊκής αντιπαράθεσης: «αυτή τη στιγμή έχετε πάρει τη σωστή πλευρά στην αντιπαράθεση».

Την ίδια στιγμή με τις αλλεπάλληλες ΠΝΠ και με τον αποκλεισμό από τα ΜΜΕ κάθε διαφορετικής φωνής, πνίγεται οποιαδήποτε συζήτηση για την καταγγελία του αστικού κράτους που διέλυσε τον Δημόσιο Τομέα Υγείας όλα τα προηγούμενα χρόνια, γιατί αυτή «σαμποτάρει» την εθνική προσπάθεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ όλο αυτό το διάστημα τα ΜΜΕ μάς βομβαρδίζουν με λογιών – λογιών κυβερνητικούς και καθηγητάδες, δεν έδωσαν το λόγο σε έναν εκπρόσωπο των -κατά τα άλλα- «ηρώων της πρώτης γραμμής», των Ομοσπονδιών Νοσοκομειακών Γιατρών και Νοσηλευτών (ΟΕΝΓΕ, ΠΟΕΔΗΝ).

Είναι γεγονός ότι στη χώρα μας η επιδημία δεν πήρε προς το παρόν αυτές τις άγριες μορφές που πήρε σε άλλες χώρες, ΗΠΑ, Αγγλία, Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Σουηδία, κ.ά., για τις οποίες μάς καλλιεργούσαν το αφήγημα ότι αποτελούν το παράδειγμα της ανάπτυξης.

Άραγε ο Μητσοτάκης, «ένας δεξιός πρωθυπουργός» που «έκλεισε τις εκκλησίες», που «έκανε αυτό που δεν τόλμησε να κάνει κανείς», ενδιαφέρεται τόσο πολύ αυτός και τα στελέχη του (Γεωργιάδης κλπ), για την υγεία του Ελληνικού λαού, για τη Δημόσια Υγεία, όταν είναι γνωστές οι απόψεις και η προηγούμενη συμβολή τους στη διάλυση και ιδιωτικοποίηση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας;

Τότε πώς είχαμε αυτά τα «θετικά» αποτελέσματα;

Η κυβέρνηση, βλέποντας την εικόνα της «αναπτυγμένης» Ιταλίας, όπου οι νοσοκομειακές ΜΕΘ ήταν κατακλυσμένες με εκατοντάδες άτομα στους διαδρόμους των Νοσοκομείων και με χιλιάδες θανάτους, αναγκάστηκε να πάρει αυτά τα μέτρα γιατί με την κατάσταση του διαλυμένου και παραμελημένου Δημόσιου Συστήματος Υγείας, μετά το φιάσκο στη διαχείριση του «προσφυγικού» στα νησιά και με τα ελληνοτουρκικά σε έξαρση, με μια εικόνα αντίστοιχη ή χειρότερη της Ιταλίας, θα κινδύνευε με πολιτική αυτοκτονία.

Δεδομένης μάλιστα της μεγάλης οικονομικής ύφεσης που θα ακολουθήσει στη συνέχεια και των αντιλαϊκών μέτρων που θα πρέπει να ληφθούν, ο Μητσοτάκης, μέσα από την κίνηση αυτή, θέλησε να εξασφαλίσει την περαιτέρω -κατά το δυνατόν- μακροχρόνια παρουσία στην πολιτική σκηνή της χώρας. Αυτή ακριβώς η εξασφάλιση μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής σταθερότητας, έτσι ώστε οι σκληρές συνέπειες της πανδημίας στην Ελλάδα να παραμείνουν πολιτικά διαχειρίσιμες, είναι και ό λόγος της ομόθυμης υποστήριξης του αστικού πολιτικού συστήματος και των ξένων επικυρίαρχων.

Αυτό φάνηκε από τις μικρές μεν, αλλά ουσιαστικές αναφορές στο τελευταίο διάγγελμα του νέου «Εθνάρχη», όταν μίλησε με θράσος για ένα «νέο Εθνικό Σύστημα Υγείας» (;;;), που «χτίζεται ήδη», φωτογραφίζοντας την παραπέρα ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίησή του, καθώς όπως είπε «εκσυγχρονίζονται και οι αντιλήψεις για το ρόλο και τον τρόπο λειτουργίας της δημόσιας Υγείας», προειδοποιώντας ότι «δεν επιτρέπεται να σπαταληθεί σε αλόγιστα αιτήματα και πρόχειρες παροχές» και «θα μοιραστούμε τα βάρη της κρίσης με τρόπο δίκαιο, όπως το κάνουμε μέχρι σήμερα». Είναι βέβαια γνωστό πώς τα «μοιραστήκαμε» και ποιοι είναι τα θύματα και τα μόνιμα υποζύγια.

Τώρα όσον αφορά το πώς «ένας δεξιός πρωθυπουργός έκλεισε τις εκκλησίες», είναι γνωστό ότι μέχρι τις 9 Μαρτίου η Εκκλησία ισχυριζόταν ότι ο κορονοϊός δεν μπορεί να μεταδοθεί με τη «Θεία Κοινωνία» και ως τις 16 Μάρτη, που ανακοινώθηκε το «λουκέτο» στους ναούς, ο Μητσοτάκης εκλιπαρούσε τους μητροπολίτες να πάρουν τις σωστές αποφάσεις. Και αποφάσισε την αναστολή των θρησκευτικών λειτουργιών, όταν η πλειοψηφία των μητροπολιτών στη ΔΙΣ έδειχνε ότι δεν σκοπεύει να κάνει πίσω και όταν οι αντιδράσεις του κόσμου, μετά και το κλείσιμο των Σχολείων, ήταν πιεστικές. Και αυτό το έκανε γιατί διαπίστωσε ότι κρατώντας τις εκκλησίες ανοιχτές θα έχει περισσότερο κόστος από αυτό που θα επωμιστεί κλείνοντάς τες.

Ένας καίριος λόγος που είχαμε αυτά τα αποτελέσματα στην επιδημία, είναι ότι ο «ανυπάκουος» και κατά κάποιους άλλους «κακομαθημένος» ελληνικός λαός, γνωρίζοντας πολύ καλά -μέσα από την χρόνια τραυματική του εμπειρία- ότι το σύστημα της δημόσιας υγειονομικής περίθαλψης είχε τα χάλια του και δεν θα λειτουργούσε και ότι θα ήταν ακάλυπτος μπροστά στην επερχόμενη επιδημία, έλαβε μέτρα ατομικής προστασίας και προφύλαξης για να υπερασπιστεί τη ζωή του, εξού και η λεγόμενη θετική ανταπόκριση στα μέτρα. Είναι γνωστό άλλωστε ότι στη βιοθεωρία αυτού του ταλαιπωρημένου, από τις αλλεπάλληλες αντιλαϊκές πολιτικές, λαού η υγεία από κάθε άποψη καταλαμβάνει κυρίαρχη θέση στο αξιακό του σύστημα.

Αξιολογώντας τέλος τα αποτελέσματα από την εξέλιξη της επιδημίας στην χώρα μας, δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να υποτιμήσουμε την πραγματικά ηρωική και ανθρώπινη προσφορά όλου του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού και όλων των εργαζόμενων στο χώρο αυτό, που έχοντας πληγεί από τις ίδιες αντιλαϊκές πολιτικές, στάθηκαν κυριολεκτικά στο πλευρό του λαού, δείχνοντας τον καλύτερό τους εαυτό και στέλλοντας μηνύματα αισιοδοξίας και αλληλεγγύης για το μέλλον.

Αυτούς τους εργαζόμενους που δεν θέλησε να ακούσει και ποτέ δεν δέχτηκε να συναντήσει ο υπουργός Υγείας και ο κατά τα άλλα «εθνικός ηγέτης», που κάνουν ακόμη προσλήψεις συμβασιούχων με το σταγονόμετρο, όταν τα κενά στο Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι τεράστια. Ανεξάρτητα αν τώρα, προκειμένου να ξεπεράσουν αυτή την κρίση, λένε «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε», στο «σκληρό δίσκο» της πολιτικής τους βρίσκεται η ιδιωτικοποίηση της υγείας. Όπως λέει ο λαός μας «ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη άλλαξε, μήτε την κεφαλή του». Και όσα φωτοστέφανα κι αν πλέξουν σε επίδοξους «εθνάρχες», αυτοί τελικά θα απομυθοποιηθούν και στο δρόμο τους θα βρουν τους εργαζόμενους και το λαό μας, για να ανατρέψουν με τον αγώνα τους τις αντιλαϊκές τους πολιτικές, διεκδικώντας τα δικαιώματά τους, για ένα Δημόσιο Δωρεάν σύστημα υγείας, για μια καλύτερη ζωή.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το