Ο εργαζόμενος να αποζημιώνει τον εργοδότη; Το εξοργιστικό αυτό ενδεχόμενο τείνει να γίνει πραγματικότητα στις ΗΠΑ! Στην παγκόσμια μητρόπολη του καπιταλιστικού συστήματος πλήθος εργοδοτών επιχειρεί να εξαναγκάσει τους εργαζόμενους, μαζί με τη σύμβαση πρόσληψης, να υπογράφουν και μια συμπληρωματική δήλωση που τούς υποχρεώνει να καταβάλουν «αποζημίωση» σε περίπτωση παραίτησης από την επιχείρηση, αξιοποιώντας μάλιστα παλαιότερη αντεργατική πρόβλεψη!
Πρόσχημα για την απαράδεκτη αυτή απαίτηση της εργοδοσίας στις ΗΠΑ αποτελεί η υποτιθέμενη παροχή «εκπαίδευσης» από την εκάστοτε επιχείρηση, το επονομαζόμενο «Training Repayment Agreement Provisions» (σ.σ. δηλαδή T.R.A.P. που σημαίνει… «παγίδα»!), που μεταφράζεται ως «Διατάξεις Συμφωνίας Αποπληρωμής Κατάρτισης».
Η προώθηση αυτού του πρωτοφανούς αντεργατικού μέτρου γίνεται σε μια χρονική περίοδο όπου οι άθλιες συνθήκες εργασίας σε πολλούς κλάδους και ειδικότητες, η εντατικοποίηση της δουλειάς και τα χαμηλά ημερομίσθια εξωθούν όλο και περισσότερους εργαζόμενους να παραιτούνται. Με το παραπάνω εξωφρενικό μέτρο η εργοδοσία επιχειρεί να τους δέσει «χειροπόδαρα» απαιτώντας ούτε λίγο ούτε πολύ να «αποζημιώνεται»!
Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Cornell Survey Research, από το 2020, τουλάχιστον το 10% των εργαζομένων στις ΗΠΑ αναφέρει πως έχει «δεσμευτεί» με μια τέτοια συμφωνία, η οποία τους αναγκάζει να καταβάλουν ακόμα και χιλιάδες δολάρια στην εκάστοτε επιχείρηση αν παραιτηθούν, με τη δικαιολογία ότι «εκπαιδεύτηκαν» σε «νέα» αντικείμενα ή υπηρεσίες.
Σύμφωνα με πλήθος καταγγελιών εργαζομένων, παρόλο που οι ίδιοι διέθεταν όλα τα πιστοποιητικά επαγγελματικής κατάρτισης, η «εκπαίδευση» που επικαλούνται οι εργοδότες αφορά μια τυπική επανάληψη πραγμάτων που ήδη ήταν γνωστά ή οδηγίες για ένα πολύ συγκεκριμένο πόστο στην επιχείρηση.
Όπως ήδη έχει γράψει ο «Λ.Δ.», ένα «κύμα» παραιτήσεων εργαζομένων κατέκλυζε τον περασμένο χρόνο μια σειρά κλάδων της οικονομίας των ΗΠΑ. Έτσι, εκατομμύρια απασχολούμενοι σε τομείς όπως το λιανεμπόριο, το ηλεκτρονικό εμπόριο και η εστίαση παραιτούνταν οδηγώντας τους δείκτες σε ρεκόρ εικοσαετίας.
Ουσιαστικά, όπως σημείωνε ο «Λ.Δ.», οι νέες εργασιακές συνθήκες, που επικράτησαν στη «μητρόπολη» του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος την εποχή του κορονοϊού, έφεραν τα πάνω κάτω στις εργασιακές σχέσεις, καθώς οι μειώσεις μισθών και εισοδημάτων, η αύξηση του ωραρίου εργασίας και η δυσκολία στη φύλαξη των παιδιών για τις εργατικές οικογένειες οδήγησαν σε μια «εκρηκτική» κατάσταση.
Όμως το πραγματικό πρόβλημα, που το αστικό πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρύψει κάτω από το χαλί, δεν είναι άλλο από αυτό του επιπέδου και των συνθηκών διαβίωσης στην ίδια τη «μητρόπολη» του καπιταλισμού. Εδώ και αρκετά χρόνια λοιπόν, οι μισθοί εκατομμυρίων εργαζομένων στις ΗΠΑ δεν επαρκούν για να καλύψουν βασικές ανάγκες όπως νοίκι, διατροφή και πάγιοι λογαριασμοί. Παράλληλα, πλήθος απασχολούμενων σε μια σειρά κλάδους αναγκάζεται να αλλάζει διαρκώς δουλειές ή να αναζητά δεύτερη απασχόληση, προκειμένου να ανταπεξέλθει στις αυξημένες βιοτικές ανάγκες.
Μια κατάσταση που υπήρχε εδώ και χρόνια και η πανδημία (υγειονομική και οικονομική) του κορονοϊού ήρθε να επιτείνει. Όλα αυτά την ώρα που οι εργασιακές σχέσεις και οι αμοιβές επιδεινώθηκαν με πρόσχημα τις «έκτακτες συνθήκες». «Η σημερινή “κρίση εργαζομένων” είναι στην πραγματικότητα μια συζήτηση για τις εργασιακές συνθήκες και τους μισθούς», ομολογούσε άλλωστε η ίδια η Washington Post.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr