O διευθυντής των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ Τζον Ράτκλιφ χαρακτήρισε την Κίνα ως «τη μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία και την ελευθερία στον κόσμο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», μία ημέρα αφού η Ουάσινγκτον επέβαλε αυστηρότερους κανόνες ως προς τις θεωρήσεις διαβατηρίων για να περιοριστεί δραστικά η είσοδος στη χώρα μελών του κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Κατήγγειλε «κλοπή» από μέρους της Κίνας αμερικανικών εμπορικών μυστικών και αμυντικών τεχνολογιών ενώ προειδοποίησε ότι το Πεκίνο ετοιμάζεται για μια «ανοικτή περίοδο αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ». Προχώρησε επίσης σε διάφορες αναπόδεικτες καταγγελίες πως Κινέζοι πράκτορες άσκησαν οικονομική πίεση για να επηρεάσουν Αμερικανούς κοινοβουλευτικούς ή να τους υπονομεύσουν.
Οι δηλώσεις αυτές απαντήθηκαν από την κινεζική πλευρά που έκανε λόγο για φόβο που διακατέχει την κυβέρνηση Τραμπ για τον «αυξανόμενο διεθνή ρόλο της Κίνας».
Ο ρόλος αυτός έγινε ακόμη πιο αντιληπτός, με εκκωφαντικό μάλιστα τρόπο, με την πρόσφατη υπογραφή της σημαντικής συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου RCEP με τις χώρες της Άπω Ανατολής, της ΝΑ Ασίας και της Ωκεανίας. Σε συμβολικό επίπεδο αποτυπώθηκε με την ανάρτηση της κινεζικής σημαίας (τη δεύτερη μετά των ΗΠΑ) στη Σελήνη.
★★★
Στις Βρυξέλες η εκλογή Μπάιντεν καλωσορίστηκε ως η χαραμάδα που θα επιτρέψει στον ήλιο να λιώσει τον πάγο στις ευρωαμερικανικές σχέσεις και να γεφυρώσει το χάσμα που άνοιξε η διακυβέρνηση Τραμπ.
Τα δυτικοευρωπαϊκά ιμπεριαλιστικά επιτελεία νιώθοντας ότι συνθλίβονται από τον ανταγωνισμό ΗΠΑ-Κίνας επιδιώκουν να ελιχθούν ώστε να ισορροπήσουν τις εκατέρωθεν πιέσεις, διεκδικώντας και διευρύνοντας τον ζωτικό τους χώρο.
Τους προβληματισμούς αυτούς αποτύπωσε ανάγλυφα η πρόσφατη τοποθέτηση της Καγκελαρίου Μέρκελ που δήλωσε πως: «Η πανδημία θα μας πάει πίσω οικονομικά. Πού θα καταλήξουμε εμείς, πού η Κίνα, πού πηγαίνει η Νότια Κορέα; (…) Πρέπει να αναρωτηθούμε πού θα καταλήξει η Ευρώπη μετά την κρίση. Πιστεύω ότι θα υπάρξει ακόμη μια αναδιάταξη των περιοχών».
Όπως αποκαλύπτουν οι Financial Times, προσχέδιο εγγράφου το οποίο συνέταξαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, με τίτλο «Μια νέα ατζέντα ΕΕ – ΗΠΑ για την παγκόσμια αλλαγή», καλεί τις ΗΠΑ να εκμεταλλευτούν μια ευκαιρία «που εμφανίζεται μια φορά στα 100 χρόνια» για να δημιουργήσουν μια νέα παγκόσμια συμμαχία, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τη «στρατηγική πρόκληση» που θέτει η Κίνα, η οποία έχει ανακτήσει τη «γεωπολιτική πρωτοβουλία».
Οι επικεφαλής της ΕΕ προτείνουν τη διενέργεια Διάσκεψης Κορυφής ΕΕ – ΗΠΑ στο πρώτο εξάμηνο του 2021, με στόχο «μια νέα διατλαντική ατζέντα» προτείνοντας συνεργασίες σε διάφορα μέτωπα, με αιχμή τις νέες τεχνολογίες.
Το κείμενο επισημαίνει ότι ο «δημοκρατικός κόσμος» οφείλει να διεκδικήσει τα συμφέροντά του ενάντια στις «αυταρχικές εξουσίες» και «κλειστές οικονομίες» που «εκμεταλλεύονται το άνοιγμα των δικών μας κοινωνιών». Ταυτίζεται έτσι με τη δήλωση Μπάιντεν, μετά την υπογραφή της συμφωνίας RCEP, πως επιδιώκει να συνεργαστεί με «άλλες δημοκρατίες» απέναντι στις πρωτοβουλίες της Κίνας και με την πρότασή του για «μια σύνοδο κορυφής των δημοκρατιών».
Οι νέα ατζέντα που προτείνουν οι Ευρωπαίοι καλύπτει τέσσερις τομείς -παγκόσμια συνεργασία για τον κορονοϊό, κλιματική αλλαγή, εμπόριο και τεχνολογία, παγκόσμια δράση και ασφάλεια-. Μπορεί αυτοί οι τομείς να επιτρέπουν να ξεκινήσει ενδεχομένως ένας διάλογος μεταξύ των διατλαντικών συμμάχων, όμως μόνο εύκολο δεν μπορεί να θεωρηθεί το εγχείρημα. Γιατί είναι ακριβώς πάνω σε αυτά τα πεδία που ξεδιπλώνονται οι έντονοι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί μεταξύ των αμερικανικών και των δυτικοευρωπαϊκών μονοπωλίων, ενώ παράλληλα αποτυπώνονται οι αποκλίνουσες τακτικές ως προς την αντιμετώπιση του Πεκίνου. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η παρουσία του κινεζικού κολοσσού Huawei στα δίκτυα 5G στην Ευρώπη και οι αφόρητες πιέσεις που ασκούν οι ΗΠΑ προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Ζητούμενο αποτελεί επίσης και αν θα καταφέρει να αποκτήσει η ΕΕ ενιαία γραμμή ως προς την Κίνα, αφού αποτυπώνονται διαφορετικές επιμέρους κρατικές στρατηγικές στο εσωτερικό της. Επιπλέον με την πρωτοβουλία 17+1, η Κίνα έχει καταφέρει να εντάξει μια σειρά χωρών των Βαλκανίων, της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης -από τις οποίες 12 είναι μέλη της ΕΕ (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα)- στο μεγαλεπήβολο σχέδιό της για το νέο δρόμο του μεταξιού, «μία ζώνη, ένας δρόμος».
Ακόμη και η Γερμανία, παρά το γεγονός ότι αντιμετωπίζει τις προσπάθειες επιθετικών εξαγορών γερμανικών εταιριών από κινεζικά μονοπώλια, δεν κλείνει την πόρτα στην τεράστια κινεζική αγορά και επιδιώκει την υπογραφή συνολικής επενδυτικής συμφωνίας της ΕΕ με την Κίνα.
«Η πρόκληση τα επόμενα χρόνια σε σχέση με την Κίνα έγκειται στην εξεύρεση καλής ισορροπίας μεταξύ της μάχης για τις αξίες και τα συμφέροντά μας», τόνισε η Μέρκελ μετά την τηλεφωνική συνομιλία που είχε με τον Κινέζο ομόλογό της Σι Τζινπίνγκ.
★★★
Αντίθετα, ο νέος Αμερικανός πρόεδρος ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να παρεκκλίνει σπιθαμή από την πολιτική του Τραμπ σε σχέση με την Κίνα. Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα The New York Times ξεκαθάρισε ότι δεν θα προχωρήσει, ή τουλάχιστον όχι άμεσα, στην κατάργηση της επιλεγόμενης Φάσης 1, της διμερούς εμπορικής συμφωνίας με την Κίνα και στην άρση των δασμών καθώς κρίνει ότι για να συμβεί αυτό θα πρέπει οι ΗΠΑ να είναι σε θέση ισχύος στις διαπραγματεύσεις με την Κίνα. Είπε πως θέλει να συμβουλευτεί τους παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ στην Ασία και την Ευρώπη προκειμένου να αναπτύξει μια «στρατηγική με συνοχή» πριν προβεί σε πλήρη αναθεώρηση της συμφωνίας και πως η κυβέρνησή του θα ακολουθήσει μια εμπορική πολιτική που θα οδηγούσε προοδευτικά στην αντιμετώπιση των «καταχρηστικών πρακτικών της Κίνας».
Το γεγονός ότι πλέον το αμερικανικό ενδιαφέρον έχει στραφεί προς ανατολάς και ότι αυτό αποτελεί μια στρατηγική επιλογή, ανεξαρτήτως κυβέρνησης, επιβεβαιώνουν και οι πληροφορίες που αναφέρουν ότι ο ο Τζο Μπάιντεν εξετάζει την προοπτική να ορίσει «Τσάρο Ασίας» στο συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, όπως αποκαλύπτει σχετικό δημοσίευμα.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr