Οι αιφνίδιοι θάνατοι αγαπημένων συντρόφων (Σ. Σταυρίδης – Π. Κοσμάς), εκτός από την ανείπωτη θλίψη και στενοχώρια, φέρνουν στο προσκήνιο και στη σκέψη μας την ουσία του ανθρώπινου όντος. Γιατί υπάρχουμε, πώς καθορίζονται οι σχέσεις μας, τι αφήνουμε πίσω, ποια είναι εν τέλει η βαθύτερη υπόστασή μας.
Ο άνθρωπος λοιπόν δεν είναι απλώς ένα ομαδικό και αγελαίο ον. Από την αρχαιότητα ως το Μαρξ οι φιλόσοφοι προσπαθούσαν να βρουν την ουσία της ανθρώπινης φύσης. Πρέπει να συμφωνήσουμε ότι ο άνθρωπος ήταν ζώο που έγινε άνθρωπος μέσα από μακρά πορεία (ιστορικό γίγνεσθαι) εργασίας και κοινωνικοποίησης, ταυτίσεων και αντιθέσεων, αργής πορείας και αλμάτων.
Πρέπει να συμφωνήσουμε επίσης ότι η υλική βάση των ανθρώπινων χαρακτηριστικών είναι αποτέλεσμα μιας σειράς βιολογικών στοιχείων, όπως είναι η σταθερότητα του κληρονομικού υλικού, τα χρωμοσώματα, το νευρικό σύστημα, τη λειτουργία του εγκεφάλου κλπ.
Στα παραπάνω θα πρέπει να προσθέσουμε τα βιολογικά ένστικτα όπως είναι η αυτοσυντήρηση, η αναπαραγωγή, το ερωτικό στοιχείο που ενεργοποιούνται ως βασικά αντανακλαστικά και αντιδρούν διαφορετικά στις εξωτερικές συνθήκες. Για παράδειγμα, ο φόβος ή η πείνα έχουν ένα βιολογικό θεμέλιο, προκαλούν βιοχημικές διεργασίες, ο εγκέφαλος ως σκεπτόμενο σώμα αποτελεί επίσης ένα θεμέλιο, ένα εργαλείο της νόησης. Αν όμως δεν καλλιεργηθεί, δηλαδή δε βρεθεί σε πρόσφορο περιβάλλον θα παραμείνει απλώς ένα εργαλείο. Αν λοιπόν η κοινωνία βρίσκεται μέσα στη φύση και αποτελεί ανωτεροποίησή της, δε θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς τη δεύτερη· είναι σωστότερο να πούμε ότι βρίσκονται σε σχέση αλληλεπίδρασης, σε διαλεκτική σχέση, με το κοινωνικό περιβάλλον να διαδραματίζει στην κοινωνικοποίηση του ανθρώπου τον βασικό αλλά όχι τον μοναδικό παράγοντα.
Η ανθρώπινη ιστορία είναι μικρό τμήμα της ιστορίας της φύσης αλλά ταυτόχρονα το πιο ενδιαφέρον και ελκυστικό. Ωστόσο, «ο άνθρωπος είναι το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων». Αν θεωρητικά αφαιρούσαμε αυτές τις χιλιάδες κλωστές από το ανθρώπινο ον, θα καταντούσε άγραφος χάρτης χωρίς γλώσσα, ήθη, έθιμα, ιδέες, πλάνες, αλήθειες, εργασία κλπ. Αυτές ακριβώς οι κοινωνικές σχέσεις υπερβαίνουν τα ξεχωριστά «εγώ». Είναι μία πραγματική, αντικειμενική βάση που υπάρχει πέρα κι έξω από τη μοναδική θέλησή μας, όπως ακριβώς οι νόμοι της φυσικής επιστήμης. Αυτό όμως το ξεχωριστό «εγώ» αν ενωθεί με άλλους ανθρώπους και ενώσουν τις θελήσεις τους, μπορεί να επιδράσει πάνω στη φύση και την κοινωνία. Ο μηχανικός και οι εργάτες φτιάχνουν γεφύρια και αλλάζουν το τοπίο, οι κομμουνιστές, με τους εργάτες και τον αγώνα τους αλλάζουν τις κοινωνίες. Ο Μαρξ στην περίφημη 6η θέση του για τον Φόιερμπαχ μας τόνισε ότι η ανθρώπινη ουσία είναι στην πραγματικότητα η κοινωνικότητά του. Η ανθρώπινη φύση δεν υπάρχει χωρίς την ανθρωπότητα στο σύνολό της και υπάρχει γιατί βρίσκεται μέσα σ’ ένα πνευματικό, πολιτικό, ηθικό και πολιτισμικό περιβάλλον. Δεν το παρακολουθεί παθητικά και αδιάφορα αλλά επεμβαίνει πάνω σ’ αυτό, το τροποποιεί και το μετασχηματίζει.
Επομένως, για να το πούμε απλούστερα, η ανθρώπινη ουσία είναι ο συνειδητός μετασχηματιστής του περιβάλλοντος χώρου. Αλλιώτικα ξεπέφτει στο απλό βιολογικό υπόστρωμά του και γίνεται ζώο. Γεννιέται, τρώει, πίνει, αναπαράγεται και πεθαίνει. Μέχρι το Μαρξισμό οι φιλοσοφίες χώριζαν το σώμα από το πνεύμα (την ψυχή λένε οι ιδεαλιστές-μεταφυσικοί). Ο Λένιν μάς έλεγε πως «οι έννοιες είναι τα ανώτερα προϊόντα του εγκεφάλου ο οποίος είναι ο ίδιος ανώτερο προϊόν της ύλης». Οι κομμουνιστές, όπως είναι και οι σύντροφοι που μνημονεύσαμε στην αρχή, γεννήθηκαν και μεγάλωσαν μέσα στις αντιφάσεις και αντινομίες του καιρού μας. Δεν παρακολούθησαν απλώς σαν εγωιστικοί θεατές το ιστορικό γίγνεσθαι. Ανασκουμπώθηκαν, βρέθηκαν με άλλους και προσπάθησαν άλλοτε επιτυχώς, άλλοτε όχι, να παρέμβουν σε ό,τι τους καθόριζε.
Αυτή ακριβώς είναι η βαθύτερη ουσία του ανθρώπου. Αυτή ακριβώς είναι η βαθύτερη «φύση» του ανθρώπινου όντος. Ν’ αφήσει το αποτύπωμά του στο δρόμο για μια καλύτερη κοινωνία, για μία κοινωνία όπου ο άνθρωπος δε θα ’ναι για τον άνθρωπο λύκος. Ας το πούμε όπως θα το ’λεγε ο Παλαμάς: «Σκαφτιάς και οργοτόμος γίνε». Αυτή είναι η ανθρώπινη ουσία.
Θανάσης Τσιριγώτης
πηγή: Λαϊκός Δρόμος
e-prologos.gr