Γιάννης Παντελάκης

ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΑΥΤΕΣ που κύλαγαν αργά και βασανιστικά μετρώντας νεκρούς κάθε μέρα, τα νέα που έλεγαν τα κανάλια και πολλές ιστοσελίδες περιέγραφαν πληροφορίες και εκτιμήσεις σχετικά τα γεγονότα με έναν σχεδόν πανομοιότυπο τρόπο. Επιχειρήματα ίδια, ευθύνες στους ίδιους, για την ακρίβεια στον ίδιο.

Έμοιαζε σαν να υπήρχε ένα είδος «συμφωνίας κυρίων» μεταξύ τους, σαν κάποιος να τους υπαγόρευε τι θα πουν. Και αυτά απόλυτα υπάκουα το έκαναν στα δελτία ειδήσεων και τις ενημερωτικές (sic) εκπομπές. Οι παρουσιαστές ψέλλιζαν ίδιες λέξεις, ίδιες φράσεις, έδιναν έμφαση σε συγκεκριμένα σημεία, αγνοούσαν ή υποβάθμιζαν κάποια άλλα. Σχεδόν από τις πρώτες ώρες της μοιραίας βραδιάς στα δημοσιογραφικά γραφεία είχε φτάσει ένα χαρτί.

Ανώνυμο, εξαιρετικά επεξηγηματικό, σαφές, με τίτλους, ώστε να είναι απόλυτα κατανοητό και να μην υπάρχουν παρανοήσεις, ερμήνευε το γεγονός με μονοσήμαντο τρόπο, περιέγραφε, σύμφωνα με την εκδοχή του συντάκτη του, τι ακριβώς συνέβη εκείνο το τραγικό βράδυ. Έδιναν απαντήσεις σε ενδεχόμενες ερωτήσεις που θα έκανε η κοινή γνώμη. Ήταν ένα non paper που έριχνε όλες τις ευθύνες στον σταθμάρχη. Είχε σταλεί από το Μέγαρο Μαξίμου.

Από το ίδιο Μέγαρο φεύγουν όλα τα χαρτιά όταν συμβαίνουν σημαντικά γεγονότα. Έτσι γινόταν πάντα, οι κυβερνήσεις επιδιώκουν όχι απλά να προβληθούν αλλά και να επιβληθεί η δική τους αλήθεια. Μόνο αυτή.

Όμως τα τελευταία χρόνια μοιάζει να μην υπάρχει δεύτερη ερμηνεία για όσα συμβαίνουν. Αναπαράγονται μόνο ή σχεδόν μόνο όσα ισχυρίζεται το Μαξίμου, δίνουν τη δική του κυρίως εκδοχή. Αυτήν τη φορά το γεγονός ήταν κάτι περισσότερο από συγκλονιστικό, η χώρα έπεσε σε μια μεγάλη συλλογική θλίψη που συνοδεύτηκε από τεράστια οργή. Χάθηκαν παιδιά που θα μπορούσαν να είναι καθενός ‒ τα παιδιά μας ταξιδεύουν με τρένα.

Η κοινωνία ήθελε απαντήσεις. Δεν χώραγαν μισά λόγια και αδύναμα επιχειρήματα, οι ισχυρισμοί που έπρεπε να στείλει το Μέγαρο έπρεπε να είναι βάσιμοι, πειστικοί, να δίνουν ερμηνείες αποδεκτές τουλάχιστον σε εκείνους που έβλεπαν και ένιωθαν ότι η ιστορία των Τεμπών τούς αφορά άμεσα, δεν περιορίζεται σε κάποιους τρίτους.

Το γεγονός συνέβη σε χρόνο κρίσιμο, ο πρωθυπουργός με τις δημοσκοπήσεις να είναι με το μέρος του, ήταν έτοιμος για να προκηρύξει εκλογές. Δύσκολο να πάει σε αυτές με πολύ νωπές τις μνήμες από δεκάδες νεκρούς, θύματα ενός τραγικού δυστυχήματος που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί.

Το πρώτο non paper για την ερμηνεία των γεγονότων είχε ανάγκη από ένα εξαιρετικά δυνατό επιχείρημα. Βρέθηκε και είχε δύο μόνο λέξεις: «Ανθρώπινο λάθος». Οι ευθύνες ανήκουν αποκλειστικά σε έναν άνθρωπο, σε έναν σταθμάρχη, ένα μοιραίο πρόσωπο που δεν είναι καν ο σταθμάρχης Φαλμεράιερ του Γιόζεφ Ροτ, που παρότι του έτυχε επίσης ένα τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα με πολλούς νεκρούς και τραυματίες από σύγκρουση δυο τρένων κάπου στην Αυστρία, δεν εξέπεσε από αυτό αλλά από έρωτα. Ο Έλληνας σταθμάρχης εξέπεσε από την αστραπιαία αναρρίχησή του μέσα από το σαθρό κομματικό σύστημα αξιολόγησης, προϊόν της άθλιας λειτουργίας του Δημοσίου.

Όσο όμως η κοινωνία μετρούσε νέους νεκρούς το non paper έμοιαζε αδύναμο, έπρεπε να στηριχτεί περισσότερο το επιχείρημα, ο πρωθυπουργός ανέλαβε αυτήν τη δουλειά. Με θλιμμένο πρόσωπο είπε στην τηλεόραση πως «όλα δείχνουν πως το δράμα οφείλεται, δυστυχώς, κυρίως σε τραγικό ανθρώπινο λάθος». Ήταν μια βιαστική δήλωση, όσοι βλέπουν χωρίς κομματικά γυαλιά σκέφτηκαν πως αν ένα ανθρώπινο λάθος μπορεί να οδηγήσει σε δεκάδες νεκρούς και τραυματίες, όλα μπορούν να συμβούν κάθε ημέρα. Οι σκέψεις συνοψίστηκαν σε μια φράση που κυριάρχησε: «ζούμε από τύχη».

Και επειδή δεν ήθελαν εκεί στο Μέγαρο Μαξίμου αυτή η πραγματικότητα να αποτυπωθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο, στα δημοσιογραφικά γραφεία έφτασε ένα νέο non paper που συχνά μεταφέρεται και τηλεφωνικά στους δημοσιογράφους. Αυτό έλεγε πως «το 70% του σιδηροδρομικού δικτύου καλύπτεται από το σύστημα τηλεδιοίκησης».

Ως διά μαγείας, που μόνο μαγεία δεν είναι, μεγάλης επισκεψιμότητας ιστοσελίδες και κανάλια υιοθέτησαν, πάλι με πανομοιότυπο τρόπο ίδιους τίτλους, ίδιες λέξεις, αυτό το επιχείρημα που επιχειρούσε να δείξει πως η κυβέρνηση δεν ήταν άπραγη αυτά τα χρόνια, ανέπτυξε το σύστημα τηλεδιοίκησης κατά 70%.

Από τότε ως τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές τα ίδια μέσα λένε τα ίδια πράγματα με τα οποία προσπαθούν όχι να μεταφέρουν στην κοινωνία την αλήθεια αλλά να αμβλύνουν τις εντυπώσεις και να καθησυχάσουν την οργή. Με όλα αυτά κατανοεί κάποιος ότι η δημοσιογραφία των non papers δεν είναι ένα συντεχνιακό πρόβλημα των δημοσιογράφων αλλά αφορά τους πάντες…

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το