Τάσης Παπαϊωάννου*

Οι εξαιρετικά επικίνδυνες και ανιστόρητες επεμβάσεις που γίνονται στη Δημόσια Παιδεία προοιωνίζονται ένα εφιαλτικό μέλλον! Μετά την πολύχρονη συστηματική κατασυκοφάντηση δασκάλων, καθηγητών, μαθητών και φοιτητών, την πρωτοφανή υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση, τη διθυραμβική κατάργηση του Ασύλου, τώρα ετοιμάζονται να εισβάλουν ως κατακτητές στον χώρο της καθημαγμένης Παιδείας.

Δεν κρατούν ούτε τα προσχήματα. Αντί να προσλαμβάνεται νέο διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό τόσο στα Σχολεία όσο και στα Πανεπιστήμια, δρομολογούνται προσλήψεις ακόμη περισσότερων αστυνομικών, για τη δήθεν φύλαξή τους, ενώ την ίδια στιγμή μειώνονται ακόμη περισσότερο τα κονδύλια όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων. Είναι τέτοιο το μένος, που στο τέλος δεν θα αφήσουν τίποτα όρθιο και ό,τι απομείνει θα ’χει κι αυτό μεταλλαχθεί σε θλιβερό κακέκτυπο ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων.

Μα πώς το φαντάστηκαν, ότι μπορούν να συνυπάρχουν πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, φοιτητές, επιστημονικό και διοικητικό προσωπικό με αστυνομικούς; Αστυνομικούς οι οποίοι, μάλιστα, δεν θα δίνουν λογαριασμό στη Διοίκηση των Σχολών για τις ενέργειές τους! Οσο καλόπιστος κι αν είναι κανείς, δεν μπορεί παρά να θυμηθεί (ιδίως εμείς οι μεγαλύτεροι) εκείνες τις μαύρες μέρες της δικτατορίας, όπου μέσα στα σχεδιαστήρια και τα αμφιθέατρα της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ (αλλά και σε όλες τις σχολές) βρίσκονταν ασφαλίτες, οι οποίοι παρακολουθούσαν βλοσυροί τριγύρω, καταγράφοντας κάθε νεύμα, κάθε λέξη, κάθε συζήτηση, κάθε συνέλευση που έκανε ο φοιτητικός μας σύλλογος.

Τότε που το περιβόητο «Σπουδαστικό της Ασφάλειας» είχε απλώσει τα πλοκάμια του παντού. «Φύλακες» ήταν κι εκείνοι, που φρόντιζαν να καταγράφουν κάθε ενέργειά μας, κάθε τι που ξέφευγε από τη λογοκρισία, κάθε «ύποπτη» κίνηση, έτσι που στο τέλος να καταλήγει ο ένας μετά τον άλλο «εις το οικείον αστυνομικόν τμήμα δι’ υπόθεσίν του».

Είναι μεγάλη η ευθύνη μας ως πανεπιστημιακών δασκάλων, ιδίως ημών των παλαιοτέρων (υπηρετούντων, ομότιμων, συνταξιούχων), σ’ αυτήν την κρίσιμη συγκυρία της πανδημίας, όπου συστηματικά μεθοδεύεται το «μάντρωμα» και ο έλεγχος της ανώτατης εκπαίδευσης, αλλά και η πλήρης υποβάθμισή της προς όφελος πάντα των ιδιωτικών κολεγίων, τα οποία αναμένουν περιχαρή καινούργιους «πελάτες».

Εχουμε χρέος να αγωνιστούμε, να μιλήσουμε, να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, να μοιραστούμε με την ελληνική κοινωνία όλα αυτά που ζήσαμε τότε ως φοιτητές, αλλά και αργότερα ως καθηγητές, να μην επιτρέψουμε να γυρίσουμε ποτέ πίσω σε εποχές σκοτεινές. Η ελευθερία της έκφρασης, της διδασκαλίας και της έρευνας, μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο, είναι η προϋπόθεση ύπαρξης και λειτουργίας των πανεπιστημίων μας. Το δημόσιο πανεπιστήμιο οφείλει να έχει πάντοτε ανοιχτές τις πόρτες του προς την κοινωνία! Απ’ αυτήν αιμοδοτείται και σε αυτήν αναφέρεται.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, φτάσαμε στο σημείο να ψηφίζεται από την κυβερνητική πλειοψηφία η εξίσωση των πτυχίων των ιδιωτικών κολεγίων 3ετούς διάρκειας σπουδών με εκείνα των δημόσιων πανεπιστημίων, σε μία άνευ προηγουμένου κατάπτυστη ρύθμιση. Εκείνοι, λοιπόν, που λοιδορούν και απαξιώνουν τη Δημόσια Παιδεία, έρχονται από την πίσω πόρτα, για καθαρά ιδιοτελείς σκοπούς, να εκμηδενίσουν κάθε έννοια αξιοκρατίας και αξιοπρέπειας. Επιβραβεύεται ο εύπορος που δεν προσπάθησε, που δεν μόχθησε, και απαξιώνεται ο νέος που πάσχιζε όλα τα χρόνια με απίστευτες στερήσεις και θυσίες να πετύχει στις πανελλαδικές εξετάσεις και να ολοκληρώσει τις σπουδές του.

Τι του λέει η υπουργός Παιδείας; Αρκεί να διαθέτεις χρήματα και με ελάχιστο κόπο θα έχεις εν τέλει τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα, ανεξάρτητα φυσικά από το επίπεδο των σπουδών αυτών των κερδοσκοπικών επιχειρήσεων. Το άρθρο 16 του Συντάγματος γίνεται για άλλη μια φορά κουρελόχαρτο από μια κυβέρνηση που μοναδικό της μέλημα έχει να εκθεμελιώσει και να εξαφανίσει κάθε δημόσιο φορέα, κάθε τι που παρέχεται δωρεάν από το κράτος. Το μήνυμα είναι πλέον καθαρό! Δεν γεννιούνται όλοι ίσοι σ’ αυτή τη ζωή. Μέλλον έχουν μόνον αυτοί που οι γονείς τους έχουν χρήματα, σ’ αυτούς χρωστάει η ζωή. Ολοι οι άλλοι να πάψουν να ονειρεύονται!

Προβλήματα πάντοτε υπήρχαν -και πάντοτε ενδεχομένως θα υπάρχουν- στον ζωντανό και φλέγοντα χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, κάτι που γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους οι φοιτητές, οι καθηγητές και το διοικητικό-επιστημονικό προσωπικό. Σε συνθήκες δύσκολες προσπαθούν όλοι να προσφέρουν με όλες τους τις δυνάμεις. Ας αφήσουν επιτέλους, για μία φορά, τα πανεπιστήμια να λειτουργήσουν πραγματικά και όχι κατ’ επίφαση, ως αυτόνομοι και αυτοδύναμοι εκπαιδευτικοί πυρήνες, μακριά από τις αλλοπρόσαλλες «δομικές μεταρρυθμίσεις» που αστόχαστα επιχειρούνται από τους εκάστοτε υπουργούς. Ας πάψουν να είναι τα πειραματόζωα που θυσιάζονται στον βωμό μικροκομματικών σκοπιμοτήτων και εγωκεντρικών πρακτικών!

Γνωρίζουμε καλά τι επιχειρούν όλα αυτά τα χρόνια. Την αλλοίωση αυτού που συγκροτούσε τον βαθύ πυρήνα του δημόσιου χαρακτήρα των ΑΕΙ, που είναι η ελευθερία της γνώσης και της έρευνας· η αμφιβολία και η αμφισβήτηση που γεννούν τη νέα γνώση. Δεν χρειάζονται πια ελεύθερα, δημιουργικά και καινοτόμα μυαλά. Απλώς καταρτισμένους και απολύτως εξειδικευμένους απόφοιτους χρειάζονται, καλογρασαρισμένα γρανάζια στη μηχανή του συστήματος, που δεν αναρωτιούνται, δεν αμφιβάλλουν, δεν παλεύουν μαζί με τις σπουδές τους να γίνουν καλύτεροι, σκεπτόμενοι και ενεργοί πολίτες.

Οχι! Οι νέοι δεν πρέπει να ονειρεύονται και να μάχονται για έναν καλύτερο κόσμο. Η παρουσία των αστυνομικών στα πανεπιστήμια αυτό σηματοδοτεί! Τον αυταρχισμό, την καταστολή, τον έλεγχο, τη φίμωση κάθε αντίθετης φωνής! Ναι, ο «Μεγάλος Αδελφός» πρέπει να παρακολουθεί ανελλιπώς τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τα νεανικά όνειρα, γιατί γνωρίζει ότι απ’ αυτά ακριβώς κινδυνεύει.

* Αρχιτέκτονας, καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το