Στις 16 Φεβρουαρίου 1942 κυκλοφορεί πλατιά η Ιδρυτική Προκήρυξη του ΕΛΑΣ, όπου διατυπώνονται οι σκοποί του λαϊκού στρατού:
1) Αγώνας για την απελευθέρωση της χώρας από τους ξένους κατακτητές.
2) Περιφρούρηση των κατακτήσεων του λαού και των ελευθεριών του εναντίον κάθε επιβουλής.
3) Εξασφάλιση της τάξης μέχρι τη διεξαγωγή εκλογών, ώστε ο λαός να μπορεί να εκφράσει πραγματικά ελεύθερα τη θέλησή του, για το πολίτευμα και την κυβέρνησή του.
Λίγες μέρες πριν, το πρώτο δεκαήμερο του Γενάρη του 1942 είχε συνέλθει η 8η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ. Στην απόφαση της Ολομέλειας διατυπώνονταν οι άμεσοι και απώτεροι σκοποί του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και γινόταν έκκληση στο λαό και τα πολιτικά κόμματα να ενωθούν στην πάλη για την απελευθέρωση της Ελλάδας. Η 8η Ολομέλεια τόνιζε ιδιαίτερα ότι:
«Ο εθνικοαπελευθερωτικός ανταρτοπόλεμος έχει πρωτεύουσα σημασία για την απελευθέρωση της χώρας από τον ξενικό ζυγό. Οι κομμουνιστές πρέπει να μαζικοποιήσουν και να επεκτείνουν το αντάρτικο κίνημα στην ύπαιθρο, να περιφρουρήσουν τον εθνικοαπελευθερωτικό του χαρακτήρα…».
Με βάση την πείρα που συγκεντρώθηκε στη φωτιά του αγώνα εναντίον των κατακτητών, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ καθόρισαν το χαρακτήρα του στρατού, του ΕΛΑΣ και χάραξαν βασικά τη στρατηγική και την τακτική του. Ο ΕΛΑΣ έπρεπε να γίνει λαϊκός απελευθερωτικός στρατός, ένοπλο τμήμα του λαού, τιμωρός των εχθρών του, υπερασπιστής της ζωής και της περιουσίας του, ικανός να απελευθερώσει τη χώρα από τους κατακτητές. Αποστολή που εκπλήρωσε μέχρι τέλους, δημιουργώντας το έπος της Εθνικής Αντίστασης.
O όρκος του ΕΛΑΣίτη
Ο επίσημος «Ορκος του Ελασίτη»,καθιερωμένος με απόφαση της ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης) – «Κυβέρνησης του Βουνού», το 1944 ήταν ο εξής: «Ορκίζομαι ότι θα αγωνιστώ έως την τελευταία σταγόνα του αίματός μου για την πλήρη απελευθέρωση, ακεραιότητα και ανεξαρτησία της πατρίδας. Για την περιφρούρηση των συμφερόντων του ελληνικού λαού και την αποκατάσταση και κατοχύρωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του. Για τον σκοπό αυτό θα υπακούω στις πράξεις και αποφάσεις της ΠΕΕΑ και θα εκτελώευσυνείδητα και πειθαρχικά τις εντολές και οδηγίες των ανωτέρων μου και θα αποφεύγω κάθε πράξη που θα με ατιμάζει σαν άτομο και σαν αγωνιστή του ελληνικού λαού».
Η ΠΟΡΕΙΑ
Από τις 15 του Μάη 1942, ο Αρης Βελουχιώτης άρχισε να οργανώνει ομάδες του ΕΛΑΣ στη Ρούμελη με πρώτο πυρήνα τις ενωμένες ανταρτοομάδες Δομοκού και Πύργου Φθιώτιδας. Ηδη, τέτοιες ομάδες είχαν αρχίσει να σχηματίζονται και μια απ’ τις πρώτες περιοχές όπου βγήκαν αντάρτες ήταν στην κορυφή Μπουχέτσι. Με την αύξηση της δύναμης των ανταρτοομάδων, αρκετές από αυτές μετατράπηκαν σε συγκροτήματα με 30 – 100 μαχητές το καθένα. Δημιουργήθηκαν υπαρχηγεία και στη συνέχεια αρχηγεία ανά ορεινό όγκο, με αποστολή να συντονίζουν τη δράση, να καθοδηγούν τα συγκροτήματα και τις ανταρτοομάδες του ΕΛΑΣ. Παράλληλα, δημιουργήθηκε Γενικό Αρχηγείο του ΕΛΑΣ στη Ρούμελη και Στρατηγείο του ΕΛΑΣ στη Θεσσαλία.
Αναπτύχθηκε η οργάνωση ομάδων του ΕΛΑΣ στις πόλεις και σε πολλά χωριά. Σημαντική άνοδο σημείωσε ο ΕΛΑΣ Αθήνας – Πειραιά. Στους 7 υποτομείς, στους οποίους είχαν χωριστεί οι δύο πόλεις, συγκροτήθηκαν 2 – 4 λόχοι στον καθένα. Στα τέλη του 1942, σε κάθε υποτομέα είχε συγκροτηθεί κι από ένα τάγμα. Η δύναμη του ΕΛΑΣ σε Αθήνα – Πειραιά ξεπερνούσε, τώρα, τους 1.600 μαχητές. Την ίδια περίοδο η δύναμη του μόνιμου κι εφεδρικού ΕΛΑΣ, σ’ όλη την Ελλάδα, πλησίαζε τους 6.000 μαχητές, απ’ τους οποίους οι 3.500 ανήκαν στο μόνιμο.
Μέχρι το Φθινόπωρο του 1942, η δράση του ΕΛΑΣ, λόγω της πυκνής εχθρικής κατοχής και της μικρής του δύναμης, ήταν περιορισμένη. Ωστόσο, από το Σεπτέμβρη του ’42, περνά σε εντονότερη δράση, εναντίον των στρατευμάτων κατοχής. Στη Ρικά, στο Κρίκελο, στη σιδηροδρομική γέφυρα Αξιού, στο χωριό Χρύσω, στο Μεταλλείο Πηγής, στο Μικρό Χωριό, δόθηκαν γερά χτυπήματα.
Στην ιστορία, όμως, έμεινε η μεγάλη επιτυχία του ελληνικού αντάρτικου κινήματος, που πραγματοποιήθηκε χάρη στον ΕΛΑΣ. Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, τη νύχτα της 25ης προς 26 Νοέμβρη. Στην επιχείρηση, συμμετείχαν 150 αντάρτες του ΕΛΑΣ, μ’ επικεφαλής τον Αρη Βελουχιώτη, 60 αντάρτες του ΕΔΕΣ, μ’ επικεφαλής το συνταγματάρχη Ζέρβα και 12 Αγγλοι σαμποτέρ, οι οποίοι επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά κατά της ιταλικής φρουράς που προστάτευε τη μεγάλη σιδηροδρομική γέφυρα του Γοργοπόταμου, κοντά στη Λαμία. Αφού εξουδετέρωσαν τη φρουρά, ανατίναξαν τη γέφυρα.
Ένταση της δράσης του ΕΛΑΣ
Από τις αρχές του 1943, το ένοπλο κίνημα, ο ΕΛΑΣ, αναπτύσσεται ραγδαία. Στη Στερεά Ελλάδα, στη Θεσσαλία, στην Ηπειρο, στη Μακεδονία, στην Πελοπόννησο, στη Θράκη και στα νησιά, χιλιάδες είναι αυτοί που στρατολογούνται και πυκνώνουν τις γραμμές του λαϊκού στρατού. Από το Δεκέμβρη του 1942, μέχρι και το Μάη του 1943 – οπότε ιδρύεται το Γενικό Στρατηγείο – ο ΕΛΑΣ τριπλασιάζει τις δυνάμεις του. Ξεπερνά τους 12.000 μόνιμους αντάρτες.
Η ανάπτυξη αυτή πραγματοποιείται ύστερα από σκληρές μάχες κατά των φασιστών κατακτητών. Οι επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ εναντίον των Γερμανών και Ιταλών κατακτητών επεκτείνονται σε όλη τη χώρα. Οι αντάρτικες ομάδες καταφέρνουν αρκετά σοβαρά χτυπήματα, που είχαν σαν αποτέλεσμα τη διαρκή φθορά τους. Επιπλέον, σε σύντομο χρονικό διάστημα επεκτείνονται οι ελεύθερες περιοχές της χώρας. Μια απ’ τις σημαντικότερες μάχες είναι αυτή του Μπουγαζιού – Φαρδύκαμπου, που κράτησε τρεις μέρες, από τις 4 – 6 Μάρτη του 1943. Μετά τη μάχη, στις 12 Μάρτη, οι Ιταλοί κατακτητές, εγκαταλείπουν την Καρδίτσα και στις 24 του ίδιου μήνα, τα Γρεβενά. Και στις δύο πόλεις οι κάτοικοι, με την καθοδήγηση των οργανώσεων του ΕΑΜ, εξέλεξαν όργανα λαϊκής εξουσίας. Αλλες σπουδαίες μάχες, εκείνη την περίοδο, ήταν στο Σνίχοβο και στην Οξύνεια (Μερίτσα).
Τους πρώτους μήνες του 1943, το αντάρτικο κίνημα αναπτύχθηκε και επεκτάθηκε σ’ όλες τις περιοχές της χώρας. Από την αρχή του ένοπλου αγώνα – αν υπολογισθούν και τα αποτελέσματα της δράσης των προελασίτικων ΕΑΜικών δυνάμεων – μέχρι και την ίδρυση του Γενικού Στρατηγείου, τα αποτελέσματα της δράσης είχαν ως εξής: Εδωσε 53 μάχες, συμπλοκές και σαμποτάζ, στις οποίες οι κατακτητές είχαν απώλειες, 900 περίπου νεκρούς, 500 τραυματίες, 950 αιχμαλώτους.
Ενδεικτική της δράσης του ΕΛΑΣ, είναι η έκθεση της γερμανικής υπηρεσίας πληροφοριών και αντικατασκοπίας, στις 9 Απρίλη 1943, όπου, ανάμεσα στα άλλα, τονιζόταν: «Η ανατίναξις της γέφυρας του Γοργοποτάμου την 25 Νοεμβρίου 1942 υπήρξεν απαρχή αμέσων επιθέσεων των συμμοριών, εν συναρτήσει προς πύκνωσιν των σαμποτάζ εις βάρος των συγκοινωνιών. Η κεντρική αρτηρία Θεσσαλονίκης – Λαμίας ηχρηστεύθη εξ φοράς διαρκούντος του Μαρτίου του 1943. Τα γεγονότα αυτά διαφωτίζουν κατά τρόπον αναντίρρητον τον κίνδυνον εκ της δράσεως των ανταρτών διά τας προμηθείας μας και διά τον υποκείμενον εύκολον εις επιθέσεις ανεφοδιασμόν μας».
Η ίδρυση του Γενικού Στρατηγείου
Στις 2 Μάη 1943, συντελέστηκε, όπως είδαμε, ένα γεγονός εξαιρετικής σημασίας για το αντάρτικο κίνημα. Με απόφαση που πήραν σε κοινή σύσκεψη η ΚΕ του ΕΑΜ και η ΚΕ του ΕΛΑΣ, ιδρύθηκε το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ, με στρατιωτικό αρχηγό το συνταγματάρχη του Ελληνικού Στρατού, Στέφανο Σαράφη.
Με την ίδρυση του Γενικού Στρατηγείου, ο Λαϊκός Στρατός απέκτησε την κεντρική εκείνη διοίκηση, που του εξασφάλιζε έγκυρη, ενιαία και συντονισμένη καθοδήγηση και διεύθυνση. Το Γενικό Στρατηγείο, αποτελούνταν από τους: συνταγματάρχη Στέφανο Σαράφη, στρατιωτικό διοικητή, Αρη Βελουχιώτη (Θανάση Κλάρα), καπετάνιο και Ανδρέα Τζήμα, αντιπρόσωπο του ΕΑΜ. Το Γενικό Στρατηγείο και η ΚΕ του ΕΛΑΣ βοήθησαν στην αύξηση της δύναμης του λαϊκού στρατού και στο συντονισμό της δράσης των τμημάτων του ΕΛΑΣ με βάση ένα ενιαίο σχέδιο. Εδρα του, ήταν το Περτούλι.
Το Γενικό Στρατηγείο προώθησε το ζήτημα της στελέχωσης του ΕΛΑΣ με μόνιμους και έφεδρους αξιωματικούς του αστικού στρατού και με σειρά στελέχη που αναδείχθηκαν στη σκληρή πάλη κατά των φασιστών κατακτητών. Στη λύση αυτού του προβλήματος συνέβαλε και η ίδρυση από το Γενικό Στρατηγείο, τον Αύγουστο του 1943, της Σχολής Αξιωματικών του ΕΛΑΣ, στη Ρεντίνα, που έδωσε στα τμήματα του λαϊκού στρατού, συνολικά 1.269 νέους ανθυπολοχαγούς. Επίσης, το ΓΣ του ΕΛΑΣ προετοίμασε και έθεσε σε εφαρμογή ένα στοιχειώδες πρόγραμμα στρατιωτικής εκπαίδευσης των ανδρών του.
Ένα απ’ τα σοβαρότερα ζητήματα με τα οποία καταπιάστηκε από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του το ΓΣ του ΕΛΑΣ ήταν το ξεκαθάρισμα των ορεινών όγκων από μεμονωμένες εχθρικές εστίες και η διεύρυνση των ελεύθερων περιοχών. Αυτό προϋπόθετε ένταση της επιθετικής δράσης των τμημάτων του κατά των μικρών εχθρικών φρουρών που εγκατεστημένες στον κορμό της Πίνδου και στις συνεχόμενες μ’ αυτόν ορεινές περιοχές, καθώς και εναντίον των αρτηριών ανεφοδιασμού και επικοινωνίας του εχθρού.
Να σημειωθεί, σε αυτό το σημείο, πως ο ΕΛΑΣ εφάρμοζε την τακτική υποχωρητικών ελιγμών, όταν ο συσχετισμός των δυνάμεων ήταν σε βάρος του και των επιθετικών επιχειρήσεων, όταν εξασφάλιζε υπεροχή δυνάμεων ή διέθετε το στοιχείο του αιφνιδιασμού. Δεν είναι, άλλωστε, λίγες οι περιπτώσεις που εχθρικά τμήματα χτύπησαν στο κενό, ενώ ήταν σίγουρο πως κρατούσαν στα χέρια τους, αντάρτες του ΕΛΑΣ.
Η αναδιοργάνωση του ΕΛΑΣ
Οταν το Γενικό Στρατηγείο άρχισε να λειτουργεί κανονικά, κατέβαλε συστηματική εργασία για την όσο το δυνατόν καλύτερη οργάνωση του ΕΛΑΣ. Το ΓΣ συμπλήρωσε τις διοικήσεις των τμημάτων του ΕΛΑΣ σ’ όλη την κλίμακα της ιεραρχίας, συγκρότησε – όπως ήδη σημειώσαμε – Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών, που άρχισε να λειτουργεί από την 1 Αυγούστου του 1943. Διέταξε να συγκροτηθούν Σχολές Υπαξιωματικών στα Γενικά Αρχηγεία ή Στρατηγεία του ΕΛΑΣ των διαφόρων περιοχών. Επίσης, συγκροτήθηκαν Τμήμα Μηχανικού, Τμήμα Διαβιβάσεων, Υπηρεσία Επιμελητείας, Υγειονομική Υπηρεσία. Καθόρισε την εισφορά των κατοίκων για τη διατροφή του Λαϊκού Στρατού. Προχώρησε στη συγκρότηση τακτικών στρατοδικείων, καθώς και στη συμπλήρωση του τηλεφωνικού δικτύου και του δικτύου ασυρμάτων.
Το ΓΣ συγκρότησε επίσης Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, που συνήλθε στα τέλη του Ιούλη 1943, στην έδρα του και πήρε απόφαση να συγκροτηθεί ο ΕΛΑΣ «κατά το σύστημα του τακτικού στρατού με σύνθεση ελαφρή και ευκίνητη». Κανόνισε τα ζητήματα της διοίκησης σ’ όλη την ιεραρχία του ΕΛΑΣ και άλλα ζητήματα και οι αποφάσεις του υποβλήθηκαν αμέσως για έγκριση στην Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ.
Με βάση τις προτάσεις του Γενικού Στρατηγείου και του Στρατιωτικού Συμβουλίου, η ΚΕ του ΕΛΑΣ εξέδωσε στις 16 Ιούνη 1943 την παρακάτω διαταγή για την αναδιοργάνωση του ΕΛΑΣ:
«ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΛΑΪΚΟΣ
ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ (Ε.Λ.Α.Σ.)
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
ΓΡΑΦΕΙΑ Ι, ΙΙ, ΙΙΙ
Αριθ. Πρωτ. 2.
ΔΙΑΤΑΓΗ
Ι. Αι δυνατές και πιθανές εξελίξεις των πολεμικών επιχειρήσεων στα θέατρα πολέμου δίδουν στην Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ τη δυνατότητα να επιζητήσει την ανάληψη στο κοντινό μέλλον (Ιούλιος – Αύγουστος – Σεπτέμβριος) επιθετικών ενεργειών με περιορισμένο αντικειμενικό σκοπό προς σημεία κατεχόμενα από τις ένοπλες δυνάμεις του κατακτητή μόνιμες μεν, αλλά με περιορισμένες σχετικά δυνάμεις.
ΙΙ. Είναι λοιπόν ύστερα απ’ αυτό απαραίτητο:
Α΄ Η διοικητική που υπάρχει σήμερα διάρθρωση των ανταρτικών δυνάμεων του ΕΛΑΣ να προσαρμοστεί, όσον είναι δυνατό ταχύτερα και προσφορότερα, σε εκείνη του τακτικού στρατού, πάνω στην ακόλουθη βάση αντιστοιχίας:
Γενικό Αρχηγείο με Μεραρχία Πεζικού. Συγκρότημα Ευρείας Περιφέρειας με Σύνταγμα Πεζικού. Επαρχιακό Συγκρότημα με Τάγμα Πεζικού. Τοπικό Συγκρότημα με Λόχο Πεζικού. Αντάρτικη Ομάδα με Διμοιρία Πεζικού…».
Με βάση τη διαταγή αυτή το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ εξέδωσε την υπ’ αριθ. 43 (4/8/1943) Διαταγή του, με την οποία καθόριζε ότι από τις 21 Αυγούστου 1943 τα τμήματα του ΕΛΑΣ θα έπαιρναν διάρθρωση τακτικού στρατού.
Ετσι, το Στρατηγείο Θεσσαλίας μετονομάστηκε Ι Μεραρχία με τα Συντάγματα 4, 5 και 1/38. Το Γενικό Αρχηγείο Ηπείρου σε VIII Μεραρχία με τα Συντάγματα 85, 15, 3/40 και 24. Το Στρατηγείο Δυτικής Μακεδονίας σε IX Μεραρχία με τα Συντάγματα 27, 28 και 53, με προοπτική η μεραρχία αυτή να προπαρασκευάσει τη συγκρότηση αργότερα και της Χ Μεραρχίας. Το Αρχηγείο Στερεάς σε XIII Μεραρχία με τα Συντάγματα 34, 2/39, 36 και 42. Το Αρχηγείο Πελοποννήσου σε ΙΙΙ Μεραρχία, που υπαγόταν απ’ ευθείας στις διαταγές της ΚΕ του ΕΛΑΣ. Οργανώθηκε επίσης, οριστικά, η Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ.
Ολες οι μονάδες διοικούνταν από τριμελή επιτροπή: Στρατιωτικό αρχηγό, καπετάνιο και εκπρόσωπο του ΕΑΜ. Με τη διαταγή αυτή καταργούνταν τα ανταρτοδικεία, συγκροτούνταν στις μεραρχίες διευθύνσεις δικαστικού και τακτικά στρατοδικεία και άρχιζε η συστηματική οργάνωση επιμελητείας.
Στην Ελεύθερη Ελλάδα
Στην περίοδο Δεκέμβρης 1942 – Μάρτης 1944, χάρη στη διαρκώς εντεινόμενη δράση των ανταρτών, οι ελεύθερες περιοχές επεκτείνονται διαρκώς και σταθεροποιούνται. Η Ελεύθερη Ελλάδα, που άρχιζε από τα ελληνοαλβανικά σύνορα κι έφθανε ως έξω από την Αθήνα, περιλάμβανε ολόκληρη την περιοχή της Πίνδου, τις ορεινές περιοχές του Τυμφρηστού, των Βαρδουσίων, της Οίτης, της Γκιώνας, του Παρνασσού, του Καλλίδρομου, του Ελικώνα και της Πάρνηθας, στη Στερεά. Οι ορεινές αυτές περιφέρειες αποτελούσαν μια συμπαγή, συνεχόμενη ελεύθερη περιοχή. Ελεύθερες περιοχές είχαν επίσης δημιουργηθεί σε Ολυμπο, Κίσσαβο, Πήλιο, Χάσια, στη Θεσσαλία. Σε Νεμέρτσικα, Κασιδιάρη, Μουργκάνα, Σμόλικα, Τύμφη, Ζαγόρια, στην Ηπειρο. Σε Πιέρια και Βέρμιο στην Κεντρική Μακεδονία. Σε Παναχαϊκό, Πάρνωνα, Ταΰγετο, Ζήρεια, Μαίναλο, στην Πελοπόννησο. Σε ορισμένες περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης. Στα νησιά Κρήτη, Εύβοια και Σάμο.
Χιλιάδες χωριά, κωμοπόλεις, ακόμη και πόλεις, όπως το Καρπενήσι, η Καρδίτσα, τα Γρεβενά, η Καλαμπάκα, το Μέτσοβο, η Σιάτιστα, το Λιδωρίκι, η Αταλάντη, η Αγιά, η Κόνιτσα, η Δεσκάτη, το Δελβινάκι απαλλάχτηκαν από τους κατακτητές και οι κάτοικοι οργάνωσαν τη ζωή τους σύμφωνα με τις δημοκρατικές αρχές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Το 1943, κατά τους μετριότερους υπολογισμούς, είχε απελευθερωθεί πάνω από το 1/2 του εδάφους της χώρας και ο ΕΛΑΣ είχε υπό τον έλεγχό του αρκετές ακόμα περιοχές, χωρίς όμως να μπορεί να τις κρατάει σταθερά. Ο εχθρός περιορίστηκε κυρίως στις μεγάλες πόλεις και προσπαθούσε να διατηρεί υπό τον έλεγχό του τις βασικές σιδηροδρομικές και οδικές αρτηρίες.
Στα ελεύθερα χωριά και πόλεις οργανωνόταν και αναπτυσσόταν ο εφεδρικός ΕΛΑΣ. Οι μαχητές του εντάσσονταν εθελοντικά σε ειδικά στρατιωτικά τμήματα, παράλληλα με τα τμήματα του μόνιμου ΕΛΑΣ. Ο εφεδρικός ΕΛΑΣ είχε αποστολή να βοηθήσει το μόνιμο ΕΛΑΣ στο μαχητικό έργο, να περιφρουρεί τα χωριά από εχθρικές επιδρομές. Τα τμήματα του εφεδρικού ΕΛΑΣ, παρόλο που διέθεταν λίγα όπλα έπαιρναν μέρος και σε μάχες, δίπλα στο μόνιμο ΕΛΑΣ. Τμήματα, δε, του εφεδρικού ΕΛΑΣ, όχι λίγες φορές, ενήργησαν, ανεξάρτητα από το μόνιμο ΕΛΑΣ, διάφορα σαμποτάζ κι άλλες επιχειρήσεις κατά του εχθρού.
Στις περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας, οι επιτροπές της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης, της Λαϊκής Δικαιοσύνης και της Λαϊκής Ασφάλειας, επιβλήθηκαν πλέον από το 1943 σαν λαϊκοί, δημοκρατικοί θεσμοί και η καινούρια λαϊκή δημοκρατική εξουσία απλώθηκε ταχύτατα όχι μόνο στις ελεύθερες, αλλά και στις ημικατεχόμενες, σε αρκετές δε περιπτώσεις και στις κατεχόμενες από τον εχθρό περιοχές της χώρας.
Ετσι, στα τέλη Νοέμβρη, αρχές Δεκέμβρη του 1943, το ΓΣ του ΕΛΑΣ πέτυχε να δώσει μια ενιαία μορφή στους θεσμούς της Αυτοδιοίκησης και της Λαϊκής Δικαιοσύνης. Τότε, με την υπ’ αριθ. 2929/Ι.1943 Διαταγή του Γενικού Στρατηγείου έμπαιναν σε ισχύ από την 1 Γενάρη 1944 σ’ όλες τις ελεγχόμενες από τον ΕΛΑΣ περιοχές της χώρας οι «Διατάξεις για την Αυτοδιοίκηση και τη Λαϊκή Δικαιοσύνη», που αποτελούνταν από 146 άρθρα.(7)
Αντί επιλόγου
Ο ΕΛΑΣ ήταν ένα γνήσιο τέκνο του λαού, ο Λαϊκός Στρατός του, που οι άντρες του αγωνίστηκαν και πολέμησαν με ένα και μοναδικό συμφέρον – την ελευθερία και τη δικαιοσύνη. Κανείς, ποτέ, δεν κατάφερε, παρά τη λασπολογία του μετεμφυλιακού αστικού κράτους, να ξεριζώσει απ’ το λαό τα οράματα της ΕΑΜικής εποποιίας, ούτε ν’ αμαυρώσει το στρατό του λαού, τον ΕΛΑΣ.
Η δημιουργία και η ανάπτυξη του ΕΛΑΣ απέδειξε, άλλωστε, περίτρανα πως ο λαός μπορεί να έχει το δικό του στρατό. Οι μάχες που έδωσε κατά του ξένου κατακτητή και των ντόπιων συνεργατών του, οι διαρκείς επιτυχίες του, η άριστη οργάνωσή του θα ήταν αδύνατο να επιτευχθούν, αν δεν είχε τη στήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.
Και η μεγαλύτερη απόδειξη των τόσο στενών δεσμών, που αναπτύχθηκαν και εδραιώθηκαν, σε όλη τη διάρκεια της χιτλερικής και φασιστικής κατοχής, ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και τον ελληνικό λαό ήταν στον ηρωικό Δεκέμβρη του 1944, όταν τα τμήματα του Λαϊκού Στρατού, μαζί με τον αθηναϊκό λαό, έγραψαν μια νέα χρυσή σελίδα στους αγώνες του λαού για τη λευτεριά, παρά την ήττα, αυτή τη φορά απέναντι στον αστικό πολιτικό κόσμο και τα στρατιωτικά του τμήματα συγκροτημένα από τους ταγματασφαλίτες και τους δοσίλογους της κατοχής μαζί με τους Βρετανούς συμμάχους του, που λειτούργησαν σαν σε κατεχόμενη πόλη, αν και συνέχιζαν να είναι στον αντιχιτλερικό συνασπισμό. Αλλά το ταξικό συμφέρον των αστών και των ιμπεριαλιστών ήταν αυτό που πρυτάνευσε. Και απαιτούσε το τσάκισμα του λαϊκού κινήματος για να εδραιωθεί η μεταπελευθερωτική αστική εξουσία. Το λαϊκό κίνημα και το ΚΚΕ δεν είχε σωστή στρατηγική στο ζήτημα της εξουσίας και ηττήθηκε.
Μέσα σ’ ένα σύντομο χρονικό είναι ακατόρθωτο να παρουσιαστεί το μεγαλείο της δράσης του Λαϊκού Στρατού. Παρ’ όλ’ αυτά, διδάσκει πως όταν ο λαός θέλει μπορεί να κάνει ακατόρθωτα πράγματα. Και αυτό το κρατάμε παρακαταθήκη για το σήμερα. Όπως κρατάμε παρακαταθήκη από την ήττα το ζήτημα του τελικού σκοπού, της εξουσίας, της αναγκαιότητας σωστής πρόβλεψης και επεξεργασίας σωστής στρατηγικής.
e-prologos.gr