του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Ο βιασμός στοιχειωδών δημοκρατικών διαδικασιών και η κατάφωρη παραβίαση του καταστατικού της ΟΛΜΕ από το μαύρο μέτωπο ΔΑΚΕ – ΣΥΝΕΚ – ΠΕΚ στιγμάτισε το 20ο συνέδριο της ΟΛΜΕ που δεν έχει καμιά νομιμοποίηση μετά την αποχώρηση όλων των δυνάμεων της Αριστεράς.
Μαύρη σελίδα για την ιστορία της ΟΛΜΕ ότι ΔΑΚΕ – ΣΥΝΕΚ – ΠΕΚ ολοκλήρωσαν το πραξικόπημα ανατρέποντας θέσεις του κλάδου ενάντια στην αξιολόγηση/αυτοαξιολόγηση περνώντας τη γραμμή της υφυπουργού παιδείας Ζ. Μακρή, όπως την είχε προαναγγείλει από τον Μάρτη του 2022, όταν δήλωνε: ”Θα τα βρούμε με τους συνδικαλιστές για τον τρόπο εφαρμογής της αξιολόγησης»
Νεκρανάσταση – αναχρονισμός!
Το τρίγωνο του κυβερνητικού συνδικαλισμού ΔΑΚΕ – ΣΥΝΕΚ – ΠΕΚ νεκρανασταίνει την αξιολόγηση βαφτίζοντάς την «αποτίμηση». Πρόκειται για νεκρανάσταση, γιατί ξεθάβουν αποφάσεις του κλάδου μέχρι το 1997 και ανατρέπουν τις νεότερες. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στις «αποφάσεις» του 20ου Συνεδρίου: «Το 20ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ ανταποκρινόμενο στις προκλήσεις των καιρών και τις ανάγκες του κόσμου της εκπαίδευσης προβαίνει στην επικαιροποίηση των σχετικών αποφάσεων αλλά και των επιστημονικών συμπερασμάτων προηγούμενων Συνεδρίων (4ο, 5ο , 6ο, 7ο, 8ο).»
Οι θέσεις Συνεδρίων της ΟΛΜΕ ενάντια στην αξιολόγηση που ανατράπηκαν πραξικοπηματικά
Ωστόσο, οι θέσεις του 13ου Συνεδρίου το 2007 είναι ξεκάθαρες και αντίθετες με την αξιολόγηση- χειραγώγηση και κατηγοριοποίηση των σχολείων, αλλά και με την «αποκέντρωση/αυτονομία».
Αναλυτικά: «Παιδαγωγική ελευθερία και δημοκρατία στο σχολείο με κατάργηση ολόκληρου του νομοθετικού πλαισίου με το οποίο επιχειρείται η «συμμόρφωση» – χειραγώγηση του εκπαιδευτικού.
Κατάργηση του «Καθηκοντολόγιου».
Όχι στην αξιολόγηση – χειραγώγηση των εκπαιδευτικών.
Όχι στην κοινωνική κατηγοριοποίηση των σχολείων μέσω της αξιολόγησης των σχολικών μονάδων.»
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ 15ου ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ (ΙΟΥΝΗΣ 2011)
«Το εκπαιδευτικό κίνημα αγωνίζεται για τη δημοκρατία και την παιδαγωγική ελευθερία στο χώρο των σχολείων. Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι και θα αντισταθούμε στη νέα αυταρχική διοικητική δομή, την αυτοαξιολόγηση και τη μετατροπή των διευθυντών σε αξιολογητές-μάνατζερς.
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ 16ου ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ ΟΛΜΕ (Ιούλιος 2013)
Ι) Να μην περάσει οποιαδήποτε προσπάθεια εφαρμογής μηχανισμού αξιολόγησης που διαλύει εργασιακές – εκπαιδευτικές σχέσεις, κατηγοριοποιεί σχολεία, καθηλώνει μισθολογικά τους εκπαιδευτικούς και οδηγεί σε απολύσεις. Κανείς αξιολογητής στην τάξη.
Ακυρώνουμε στην πράξη τα μέτρα υλοποίησής της με συλλογική δράση Κατάργηση όλου του θεσμικού πλαισίου που αφορά στην αξιολόγηση.
Ως συνδικαλιστικό κίνημα αντιστεκόμαστε για να μην περάσει η αξιολόγηση – χειραγώγηση, που φέρνει την υποταγή, τη διάσπαση του κλάδου, τη μισθολογική καθήλωση, την άρση της μονιμότητας και τις απολύσεις. Αγωνιζόμαστε για την κατάργηση του ν.2986 και του καθηκοντολόγιου. Λέμε όχι στην «αυτοαξιολόγηση» και την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας. Κανένας εκπαιδευτικός μέντορας – αξιολογητής. Δεν θα επιτρέψουμε, συλλογικά και με αλληλεγγύη, να μπει κανένας αξιολογητής στην τάξη. Απόσυρση του σχετικού σχεδίου ΠΔ.»
Οι ψευδαισθήσεις της «καλής αξιολόγησης – αποτίμησης»
Η γραφειοκρατία της ΟΛΜΕ σπέρνει ψευδαισθήσεις στους εκπαιδευτικούς σηκώνοντας τη σημαία της «καλής αξιολόγησης – αποτίμησης». Γράφουν χαρακτηριστικά στις «αποφάσεις» του 20ου Συνεδρίου!
«Οι μέθοδοι αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων πρέπει να σέβονται την επαγγελματική ελευθερία, την πρωτοβουλία και την υπευθυνότητα των εκπαιδευτικών, να μην προκαλούν τον μεταξύ τους
ανταγωνισμό και να μην επηρεάζουν σε καμία περίπτωση την επαγγελματική και μισθολογική τους εξέλιξη.
Σύμφωνα με τις πάγιες θέσεις της ΟΛΜΕ:
Απαιτείται ουσιαστικός διάλογος σε εθνικό επίπεδο, με μακροπρόθεσμο ορίζοντα σχεδιασμού και υλοποίησης αλλά και διαδικασίες που εξασφαλίζουν την συμμετοχή των εκπαιδευτικών στο σχεδιασμό και τη χάραξη της
εκπαιδευτικής πολιτικής.
Στη δική μας θεώρηση η αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου στοχεύει στην αναμόρφωση της σχολικής ζωής, στην ανάδειξη των στοιχείων εκείνων που θα οδηγήσουν το σχολείο του αύριο στη μετάβαση στη 4η βιομηχανική
επανάσταση με όρους επάρκειας, ισοτιμίας και δικαιοσύνης, στην κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού του εκπαιδευτικού συστήματος, της μορφωτικήςπαιδαγωγικής ενίσχυσης της εκπαιδευτικής πράξης, της διαρκούς
επιστημονικής ανανέωσης του γνωστικού περιεχομένου, της κοινωνιολογικής αποτίμησης της εκπαιδευτικής λειτουργίας, της προώθησης των στόχων του κλάδου μας. Είναι μία ενεργός διαδικασία α) αποτίμησης των εκάστοτε
εκπαιδευτικών πολιτικών και των αποτελεσμάτων τους, καθώς και β) ανάλυσης και ανάδειξης των ουσιαστικών προβλημάτων του δημόσιου σχολείου, σε μία κατεύθυνση προώθησης και επίλυσής τους με βάση τις
αποφάσεις και τις προτάσεις του κλάδου.
Ο Σύλλογος Διδασκόντων/ουσών πρέπει να είναι το κυρίαρχο όργανο σε όλα τα θέματα που αφορούν τη σχολική μονάδα, καθώς η δημοκρατική λειτουργία σε όλες τις εκπαιδευτικές διαδικασίες προάγει την παιδαγωγική αναβάθμιση των σχολείων και διαμορφώνει τις συνθήκες για ένα πιο ενεργό ρόλο των εκπαιδευτικών στις πολλαπλές απαιτήσεις της μάθησης, της γνώσης, της διαπαιδαγώγησης… Σκοπός του συστήματος αποτίμησης είναι η βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης και όχι ο διοικητικός έλεγχος και η πειθάρχηση των εκπαιδευτικών και των σχολείων. Η όλη διαδικασία πρέπει να καταλήγει στην εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης των σχολικών μονάδων και του εκπαιδευτικού συστήματος από την Πολιτεία, στην διάχυση των καλών πρακτικών των σχολείων και την κεντρική παιδαγωγική αξιοποίησή τους από το ΙΕΠ. » Και δάφορα άλλα που συνθέτουν μια «Έκθεση Ιδεών που δεν παίρνει υπόψη της τις συγκεκριμένες κοινωνικές και αεκπαιδευτικές συνθήκες».
Πίσω από τους μύθους της «καλής αξιολόγησης» ένα ταξικό – ιεραρχικό κοινωνικό – εκπαιδευτικό σύστημα
Το θεσμικό πλαίσιο για την αξιολόγηση/αυτοαξιολόγηση καταρρίπτει κάθε μύθο περί «καλής» ή «κακής», «τιμωρητικής» ή «μη τιμωρητικής» αξιολόγησης. Σε ένα ταξικό – ιεραρχικό κοινωνικό και εκπαιδευτικό σύστημα η αξιολόγηση δεν μπορεί παρά να είναι ιεραρχική – συμμορφωτική και τιμωρητική. Αποτελεί κεντρικό μηχανισμό ανατροπής εργασιακών σχέσεων, ιδεολογικής χειραγώγησης και κατηγοριοποίησης σχολείων εκπαιδευτικών και μαθητών. Με στόχο μια εκπαίδευση κατά επιτηρούμενη, χειραγωγημένη, αυταρχική, κατακερματισμένη και κατηγοριοποιημένη.
Οι γραφειοκράτες της ΟΛΜΕ και επεξεργαστές των θέσεων του ΥΠΑΙΘ «λησμονούν» ότι το ΙΕΠ και συνολικά ο διοικητικός μηχανισμός της εκπαίδευσης είναι συγκεντρωτικός ιεραρχικός μηχανισμός στο πλαίσιο του κράτους και όχι είναι θεσμός δημοκρατικός ελεγχόμενος από τη βάση των εκπαιδευτικών. Έτσι όσα λένε για τον Σύλλογο Διδασκόντων ως «κυρίαρχο όργανο» είναι θεωρητικές ανοησίες ή κοροϊδίες προκειμένου να διευκολύνουν τη σύγχυση και τις ψευδαισθήσεις για τον ρόλο της αξιολόγησης και την επιβολή της εκπαιδευτικής πολιτικής της κυβέρνησης.
Ποιους αλήθεια κοροϊδεύουν όταν γράφουν: «Το ΙΕΠ με βάση τις αναφορές των Συμβούλων εντοπίζει τα προβλήματα και τις προτεινόμενες λύσεις που καταγράφηκαν, φροντίζει για την διάχυση των καλών πρακτικών με την έκδοση παιδαγωγικών οδηγιών και εκπαιδευτικού υλικού και αξιοποιεί τόσο τις καλές πρακτικές όσο και τις προτάσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας κατά την χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής και εισηγείται αναλόγως στο ΥΠΑΙΘ. Σε κάθε περίπτωση, οι όποιες διαδικασίες πρέπει να είναι αποτέλεσμα εξαντλητικού διαλόγου και συμφωνίας μεταξύ ΥΠΑΙΘ, ΙΕΠ και Εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών και να βασίζονται στα σύγχρονα επιστημονικά και παιδαγωγικά δεδομένα, προκειμένου να απολαύουν της εμπιστοσύνης της εκπαιδευτικής κοινότητας.»;
Παρά τους ευφημισμούς και τις αγιογραφικές διακηρύξεις όλων των κυβερνήσεων για την αξιολόγηση/αυτοαξιολόγηση, όχι μόνο δεν είναι «αθώα», αλλά συνδέεται άρρηκτα με την αξιολόγηση. Όλα τα εργαλεία της (άξονες, κριτήρια, δείκτες, φόρμες κ.α.), συγκροτούν τους όρους μιας διαδικασίας που καμία σχέση δεν έχει με εσωτερικές και ανατροφοδοτικές συλλογικές παιδαγωγικές λειτουργίες και δε θα μπορούσαν να γίνουν σε ένα αυταρχικό και ιεραρχικό εκπαιδευτικό σύστημα. Αντίθετα η αυτοαξιολόγηση/αξιολόγηση διαμορφώνει μια δυναμική κωδικοποίησης, συγκρισιμότητας, διαφοροποίησης, κατάταξης και ανταγωνισμού των σχολικών μονάδων. Οδηγεί τους εκπαιδευτικούς σε ένα κυκεώνα συνεδριάσεων και γραφειοκρατικών διαδικασιών. Είναι μια διαδικασία αλλοτρίωσης και χειραγώγησης. Ένα «αδειανό πουκάμισο», μια ψευδαίσθηση συμμετοχής που νομιμοποιεί την κρατική εξουσία και τον έλεγχο. Έτσι η αυτοαξιολόγηση λειτουργεί ως «φύλλο συκής» ενός αυταρχικού, ιεραρχικού, συγκεντρωτικού και κομματικά ελεγχόμενου διοικητικού μηχανισμού της εκπαίδευσης.
«Η αξιολόγηση/αυτοαξιολόγση ανατρέπει εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις. Είναι δηλαδή ο κεντρικός μηχανισμός για την υπονόμευση της μονιμότητας, την τρομοκράτηση και τις μαζικές απολύσεις. Κατηγοριοποιεί τους εκπαιδευτικούς σε «ελλιπείς» «επαρκείς», «πολύ καλούς», «εξαιρετικούς» προκαλώντας ανταγωνισμούς και συγκρούσεις εθίζοντας στη δουλοπρέπεια, την αυλοκολακεία και διαμορφώνοντας κλίμα υποταγής, αυστηρής πειθάρχησης και ελέγχου. Η κατηγοριοποιηση και συρρίκνωση των σχολείων θα φέρει μείωση χιλιάδων θέσεων εργασίας με πρώτα θύματα τους ελαστικά εργαζόμενους και μετά τους μόνιμους.
Στρατηγικός στόχος να οικοδομήσουν ένα πανοπτικό μοντέλο αξιολόγησης/αυτοαξιολόγησης που όλοι ελέγχουν όλους μέσα από άκρως ιεραρχικές και εξουσιαστικές σχέσεις. Επιδιώκει να μετατρέψει τους εκπαιδευτικούς σε «άβουλους και μοιραίους», «yes men», υπαλλήλους που πάσχοντας από μόνιμη οσφυοκαμψία ευθυγραμμίζονται με την εκπαιδευτική πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης και την επίσημη κρατική διδακτική. Αυτό τον ρόλο παίζει η Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.) που θεσμοθετήθηκε με βάση τον ν. 4112/2013 και διατήρησαν οι κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Υλοποιεί τον κοινό όλων των κυβερνήσεων και υπουργών παιδείας εδώ και δεκαετίες στόχο του φθηνού, ευέλικτου, πειθαρχημένου σχολείου των ταξικών φραγμών και του εξεταστικού μινώταυρου, του αποκλεισμού μεγάλου μέρους του μαθητικού πληθυσμού από το δημόσιο αγαθό της μόρφωσης με βάση τις κατευθύνσεις ΕΕ – ΟΟΣΑ – ΔΝΤ.
Η αξιολόγηση/αυτοαξιολόγηση, συνδέεται με την «αποκέντρωση» και την «αυτονομία» επιδιώκοντας τον περιορισμό ή και την κατάργηση της χρηματοδότησης από το κράτος και ωθεί τα σχολεία στην αναζήτηση χορηγών για την κάλυψη πάγιων και έκτακτων αναγκών και καταργεί σταδιακά τον όποιο ενιαίο και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Κατηγοριοποιεί τις σχολικές μονάδες σε καλές και κακές, ανάλογα με τους χορηγούς και τα χρήματα που εξοικονομεί η καθεμιά, προωθώντας την ανταγωνιστικότητα μεταξύ τους, για να επιλεγούν ελεύθερα από περισσότερους γονείς. Ανοίγει διάπλατα τις πόρτες για ένα πιο φτωχό και διαφοροποιημένο περιεχόμενο σπουδών και αναλυτικό πρόγραμμα.
Οι εκπαιδευτικοί έχουν κάθε δικαίωμα να αντισταθούν στον ασφυκτικό έλεγχο του νεο-επιθεωρητισμού, όπως διανθίζεται με τα μέτρα και τους δείκτες σύμφωνα με τα πρότυπα της «ελεύθερης αγοράς». Γιατί «ο δάσκαλος που θα υποχρεωθεί να καταπνίξει τη σκέψη του θα γίνει διπλά σκλάβος ή θα καταντήσει ένας ψυχικά ανάπηρος άνθρωπος, ανίκανος να μορφώσει άλλους» (Δ. Γληνός). Έχουν χρέος να συμβάλουν στη διαμόρφωση ενός μορφωτικού κοινωνικού κινήματος που θα διεκδικεί έναν «άλλο» ρόλο για τον εκπαιδευτικό και την εκπαίδευση. Για ένα σχολείο της ολόπλευρης γνώσης και μόρφωσης και όχι των δεξιοτήτων και της προετοιμασίας του φθηνού ευέλικτου εργατικού δυναμικού. Ένα σχολείο που ο εκπαιδευτικός θα εκπληρώνει το ρόλο του ως παιδαγωγός και όχι ως ιμάντας μεταφοράς πληροφοριών και καταγραφέας επιδόσεων.
*Εκπρόσωπος των Αγωνιστικών ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΩΝ ΚΙΝΗΣΕΩΝ στο προεδρείο του 20ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ. Εκλεγμένος εκπρόσωπος της ΕΛΜΕ Πειραιά με το ψηφοδέλτιο της ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ
e-prologos.gr