Από την τρίτη δεκαετία του 20ου αι. το γερμανικό κεφάλαιο με πολιορκητικό κριό τον αντικομμουνισμό, αλλά και με αυτή τη δικαιολογία, άπλωσε τα δίκτυα του σε όλο τον κόσμο, επιδιώκοντας οικονομική κυριαρχία η οποία θα γινόταν επιτευκτή και μέσω της εδραίωσης του Γ΄ Ράιχ, εξ ου και η αδρή χρηματοδότησή του.
Η αντιμετώπιση της Γερμανίας μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου από την Αγγλία, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ διαμορφώθηκε ανάλογα με τα συμφέροντα των κρατών αυτών και σε συνδυασμό με το συσχετισμό δυνάμεων δεδομένης πλέον της ύπαρξης της Σοβιετικής Ένωσης στα ανατολικά σύνορα της Ευρώπης.Σε αυτό το πλαίσιο εντάχθηκαν και οι χλιαρές αποδοκιμασίες μόλις η Γερμανία αθέτησε τους όρους της Συμφωνίας των Βερσαλλιών. Η πολιτική του “κατευνασμού”, δηλαδή η προσπάθεια της Αγγλίας να διατηρήσει καλές σχέσεις με τους Γερμανούς, δίνει ανάσα στις δικτατορίες.
Στη δεκαετία του ΄30 τρεις στυγνές δικτατορίες ριζώνουν στην Ευρώπη ο Μουσολίνι στην Ιταλία, ο οποίος το 1935 επιτίθεται στην Αιθιοπία, ο Χίτλερ στη Γερμανία και ο Φράνκο στην Ισπανία (οριστικά επικράτησε το 1939).
Η Γερμανία, μυστικά ή φανερά, αρχίζει να εξοπλίζεται στρατιωτικά από ΗΠΑ και Αγγλία. Ήδη μεταξύ 1934-1935 οι ΗΠΑ την προμηθεύουν με κινητήρες αεροπλάνων και αεροπλάνα.Η Αγγλία υπογράφει με τη Γερμανία εμπορική συμφωνία με την οποία η Γερμανία εξασφαλίζει εκατομμύρια στερλίνες το χρόνο. Η οποία μάλιστα, τον Ιούνιο του 1935, αποδέχεται το ναυτικό εξοπλισμό της Γερμανίας και αποκτά υποβρύχιο στόλο ισοδύναμο με αυτό της Μ. Βρετανίας. Στις 10 Μαρτίου 1935 ο Χ. Γκέρινγκ, παράλληλα, ανακοινώνει την ίδρυση στρατού, γεγονός που παραβιάζει τη Συνθήκη των Βερσαλλιών και έξι ημέρες μετά στη Γερμανία θεσπίζεται η υποχρεωτική στράτευση. Το 1936 ο Χίτλερ ανακοινώνει πως δεν αναγνωρίζει τη Συμφωνία του Λοκάρνο και ανακαταλαμβάνει τη Ρηνανία.
Ακόμη και όταν οι Γερμανοί δεν κρύβουν τις προθέσεις τους για προσάρτηση της Αυστρίας και της Τσεχοσλοβακίας και πάλι οι μεγάλες δυνάμεις όχι μόνο δεν ανησυχούν αλλά ελπίζουν πως ο Χίτλερ θα στραφεί πανέτοιμος κατά της Σοβιετικής Ένωσης.
Το 1938 και η Αγγλία και η Γαλλία υπογράφουν με τη Γερμανία σύμφωνο για αμοιβαία μη επίθεση, και ακολουθούν οικονομικές συμφωνίες.
Η ίδρυση της IGFarben
Στις 9 Δεκεμβρίου 1925, στη Φρανκφούρτη,ιδρύεται η IG Farben [Interessen-Gemeinschaft Farbenindustrie AktienGesellschaft (Κοινοτικό ενδιαφέρον χρωστικών ουσιών)] –συνενώνονται έξι μικρότερες εταιρείες, η Bayer, η BASF, η AGFA, η Griesheim-Elektron, η Weiler-ter Meer και η Hoechst – και δημιουργείται ένα γιγαντιαίο καρτέλ, το τέταρτο στην παγκόσμια αγορά. Και οι έξι εταιρείες διατηρούν τις δραστηριότητές τους και τις εγκαταστάσεις τους μόνο που τώρα υπάρχει μία κεντρική επιτροπή εργασίας[1].
Η IG Farben ήταν μία κολοσσιαία εταιρεία η οποία μόνο στη Γερμανία ήλεγχε 380 άλλες εταιρείες. Μπορεί να ήταν γνωστή για τις φαρμακευτικές και χημικές της δραστηριότητες αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Είχε εξαπλωθεί σε εργοστάσια, σε ορυχεία, σε μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη τη Γερμανία. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της IG Farben δεν πρέπει να περιοριστούμε στη δράση της στη Γερμανία αλλά να κατανοήσουμε τη διείσδυσή της στην οικονομική ζωή των ξένων χωρών με σκοπό την κυριαρχία στη χημική βιομηχανία. Στις ξένες χώρες ήλεγχε περισσότερες από 500 εταιρείες αξίας τουλάχιστον 1 δισ Γερμανικά Μάρκα, κατ΄ εκτίμηση αναφοράς του 1945. Η έρευνα που διεξήχθη αμέσως μετά τον πόλεμο για το ρόλο της IG Farben απέδειξε ότι είχε πραγματοποιήσει πάνω από 2.000 συμφωνίες με καρτέλ όπως η Standard Oil, η Aluminum Company of America και άλλες εταιρείες σε Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Ιαπωνία. Μόνο τρεις εταιρείες σε όλο στον κόσμο την ξεπερνούσαν και ήταν η General Motors, η US Steel και η Standard Oil[2].
Η IG Farben είχε συμμετοχή στο σχεδιασμό του τετραετούς πλάνου του Χ.Γκέρινγκ.Στο τετραετές πλάνο, που ξεκίνησε το 1936, της επιτρεπόταν να κατέχει το 85% των “χημικών εργασιών” εκτός από τα εκρηκτικά. Πριν ξεκινήσει το τετραετές σχέδιο η Γερμανία εισήγαγε βαμβάκι, μαλλί και πρώτες ύλες αξίας 700 εκατομμυρίων Γερμανικών Μάρκων, το 1938 έφτασε να παράγει πάνω από το μισό των αναγκών[3].
Είναι αλήθεια πως, πιθανόν, η ιστορική έρευνα να μην φτάσει ποτέ σε βάθος για το ρόλο και τις ακριβείς επιδιώξεις της IG Farben μιας και πολλά σημαντικά αρχεία καταστράφηκαν λίγο πριν μπουν στη Γερμανία οι συμμαχικές δυνάμεις. Παρ΄ όλα αυτά όσα στοιχεία υπάρχουν είναι αρκετά για να αναδειχθεί ο ρόλος της αστικής τάξης της Γερμανίας στη διεξαγωγή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
H IG Farben στηρίζει τον Χίτλερ και το Ναζιστικό Κόμμα
Στις κρίσιμες γερμανικές εκλογές το Μάρτιο του 1933 η IG Farben στηρίζει οικονομικά το Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα[4] προσφέροντας 400.000 ΓΜ.[5] Φυσικά δεν είναι η μόνη εταιρεία που χρηματοδοτεί τον Χίτλερ. Περίπου ένα μήνα πριν, αντιπρόσωποι γερμανικών βιομηχανιών είχαν παραβρεθεί σε συνάντηση με τον Χ.Γκέρινγκ, στο σπίτι του, όπου συνολικά το ναζιστικό κόμμα συγκέντρωσε 2 εκατομμύρια Γερμανικά Μάρκα. Αυτή η οικονομική στήριξη της αστικής τάξης της Γερμανίας προς τους Ναζί τους βοήθησε για να πάρουν την εξουσία[6].
Ο σκοπός της συνεργασίας, το 1933 με το ναζιστικό κόμμα, ήταν η κυριαρχία, το κέρδος. Υπολογίζεται πως από το 1933 έως και το 1944 από τα ταμεία της IG Farben προς το γερμανικό ναζιστικό κόμμα έφυγαν σαράντα εκατομμύρια Γερμανικά Μάρκα[7].
Η IG Farben συνεργάζεται με τη Βέρμαχτ για τον εξοπλισμό του στρατού και από το 1933 συνεργάζεται με το υπουργείο Αμύνης και προμηθεύει τη Λουφτβάφε. Παράγει εκρηκτικά και το 1939 υπάρχει μεγάλο απόθεμα πυρίτιδας, περίπου 187.000 τόνοι. Δημιουργεί εγκαταστάσεις για παραγωγή νιτρικού οξέως αποκλειστικά για τη Βέρμαχτ. Παράγει το σύνολο της διγλυκόλης (για την παραγωγή της πυρίτιδας), το σύνολο των σταθεροποιητών (εμποδίζουν την πρόωρη έκρηξη της πυρίτιδας). Η IG Farben είχε επενδύσει μεγάλο κεφάλαιο στην έρευνα για παραγωγή συνθετικής βενζίνης και παρήγαγε υψηλής ποιότητας βενζίνη για τα αεροπλάνα της Λουφτβάφε. Το ίδιο ίσχυε και για την παραγωγή συνθετικού καουτσούκ από άνθρακα. Δεν χωρά αμφιβολία ότι αυτές οι προμήθειες έκαναν τον Χίτλερ και τον γερμανικό στρατό ανεξάρτητους από κάθε ξένο προμηθευτή.
Η IG Farben όχι μόνο προμηθεύει με πρώτες ύλες τη γερμανική προσπάθεια, αλλά αποθηκεύει και μεγάλες ποσότητες υλικών για λογαριασμό της Βέρμαχτ όπως μαγνήσιο, σταθεροποιητές για εκρηκτικά, φώσφορο, κυανίδια.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει αν η Γερμανία δεν είχε γεμάτες τις αποθήκες της με πρώτες ύλες. Από τα 43 προϊόντα που παρήγαγε η IG Farben τα 23 προμήθευαν το στρατό της Γερμανίας. Εφοδίαζε τη Γερμανία με συνθετικό πλαστικό, που ήταν δικής της αποκλειστικής παραγωγής, με μεθανόλη, με συνθετικά έλαια.
Το 95% της παραγωγής των θανατηφόρων αερίων και το 90% της παραγωγής του νικελίου και των πλαστικών ανήκε στην IG Farben. Το 88% της χρήσης του μαγνησίου από τη Λουφτβάφε και των εμπρηστικών βομβών προερχόταν από τα εργοστάσια της IG Farben, όπως και το μεγαλύτερο μέρος του αζώτου και των εκρηκτικών. Το 88% του μαγνησίου που χρησιμοποιούσε η γερμανική αεροπορία Λουφτβάφε για τις εξελιγμένες κατευθυνόμενες βόμβες V1 και V2 προερχόταν από την IG Farben. Η γερμανική βιομηχανία εκρηκτικών δεν άργησε να γίνει θυγατρική της IG Farben αφού άμεσα ήταν εξαρτημένη για την παροχή συνθετικά παραγόμενων νιτρικών.
Το 1933 όταν ο Χίτλερ ήρθε στην εξουσία ο κύκλος εργασιών της IG Farben ήταν 891 εκατομμύρια Γερμανικά Μάρκα και λίγο πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, το 1939, η IG Farben είχε 1.939 εκατομμύρια Γερμανικά Μάρκα[8]. Το 1925 ξεκινά με κεφάλαιο 11 δισεκατομμύρια γερμανικά μάρκα και 84.000 εργαζομένους ενώ το 1928 απασχολεί 114.000 εργαζομένους. Η εταιρεία το 1942, έτος που θεωρείται ότι το Γ΄Ράιχ έφτασε στο απόγειό του, έχει φτάσει να έχει μισό εκατομμύριο εργαζομένους, εκατοντάδες χιλιάδες εξ αυτών είναι κρατούμενοι / σκλάβοι των στρατοπέδων συγκέντρωσης του Άουσβιτς και της Μπούνα (ή Μόνοβιτς)[9].
Το 1942 η IG Farben χτίζει κοντά στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς το πιο μεγάλο βιομηχανικό εργοστασιακό συγκρότημα στην Ευρώπη με σκοπό να παράγει χημικά, συνθετικά ελαστικά, υγρά καύσιμα, συνθετικό λάδι προς όφελος του πολέμου των Ναζί. Δεκάδες χιλιάδες κρατούμενοι του Άουσβιτς δούλεψαν ως σκλάβοι στο εργοστάσιο της IG Farben και όσοι τους ήταν άχρηστοι καίγονταν στους φούρνους. Η εκμετάλλευση των Εβραίων και των υπολοίπων κρατουμένων έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απόφαση να χτιστεί εργοστάσιο στο Άουσβιτς.
Σύμφωνα με ομολογία του Dr Kupper, διευθυντή της IG Farben, η IG Farben ενέκρινε όλες τις επιθετικές ενέργειες των Ναζί και στην Πολωνία, και στην Τσεχοσλοβακία και τη Γαλλία, και αυτό γιατί η κατάκτηση των χωρών θα έφερνε κέρδη στα ταμεία τους. Ήδη μία εβδομάδα πριν την τελική συμφωνία του Μονάχου μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας, Γερμανίας και Ιταλίας με σκοπό την προσάρτηση της Τσεχοσλοβακίας η IG Farben είχε ορίσει τους Διευθυντές Wurster και Kugler – να πάνε και να αναλάβουν την τσεχική εταιρεία Aussiger Verein η οποία ήταν η τέταρτη σε μέγεθος χημική εταιρεία της Ευρώπης και φυσικά αντίπαλός της. Επόμενη, ανταγωνιστική εταιρεία, ήταν η Kuhlmann, στη Γαλλία, η οποία ήταν η δεύτερη σε μέγεθος στην Ευρώπη. Προς επίτευξη αυτών των στόχων η IG Farben συνεργάστηκε στενά με το ναζιστικό καθεστώς και δύο μήνες μετά την παράδοση της Γαλλίας, στις 3 Αυγούστου 1940 κατέθεσε τις προτάσεις της για την οικονομική αναδιοργάνωση της Ευρώπης που φυσικά περιελάμβανε και την πλήρη υποταγή της γαλλικής χημικής βιομηχανίας στη Γερμανία[10].
Σύμφωνα με την κατάθεση του Georg von Schnitzler, ενός από τους διευθυντές της IGFarben που διετέλεσε πρόεδρος της Εμπορικής Επιτροπής της εταιρείας “η εξωτερική πολιτική των Ναζί και η εξωτερική πολιτική της IG Farben ήταν σε μεγάλο βαθμό αδιαχώριστες. Και καταλήγω πως η IG Farben ήταν σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για την εξωτερική πολιτική του Χίτλερ”[11].
Η IG Farben ήταν σχεδόν η αποκλειστική προμηθεύτρια εκρηκτικών υλών του γερμανικού στρατού ενώ θυγατρική της εταιρεία, η Degesch, κατασκεύαζε το Zyklon B (Κύκλωπας Β)[12] χημικό προϊόν που χρησιμοποιήθηκε στους θαλάμους αερίων στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και ενώ οι κρατούμενοι Εβραίοι, Πολωνοί και λοιποί του Άουσβιτς ήταν χιλιάδες, δεν έφταναν για την παραγωγή του εργοστασίου και έστελναν αιχμαλώτους πολέμου από το μέτωπο με τη Σοβιετική Ένωση.
Το 1944 η ΡΑΦ βομβάρδισε τα εργοστάσια της IG Farben στο Άουσβιτς για να σταματήσει η παραγωγή. Μερικά εργοστάσια της εταιρείας περιήλθαν στην κατοχή των Σοβιετικών, τα περισσότερα όμως βρίσκονταν στη Δυτική Γερμανία. Μετά τον πόλεμο η IG Farben διαλύθηκε, οι Σύμμαχοι δεν επέτρεψαν την ύπαρξή της με αυτή τη δομή, ωστόσο και από τις “στάχτες” της συστάθηκαν αυτόνομες οι εταιρείες BASF, Bayer και Hoechst.
Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ξεκίνησαν οι δίκες των ναζί εγκληματιών πολέμου, και ανάμεσα στις δίκες υπάρχει και αυτή των 24 κατηγορουμένων υψηλών στελεχών της IG Farben. Η δίκη τους αρχίζει το 1947 στη Νυρεμβέργη.
Στη δίκη της Νυρεμβέργης, ξεχωριστή σημασία δόθηκε στο θέμα της εργασιακής δουλείας η οποία εφαρμόστηκε σε μεγάλη έκταση στους πολίτες χωρών που είχαν κατακτηθεί από το γερμανικό ναζιστικό στρατό.
Στόχος της IG Farben, όπως και κάθε μονοπωλίου, είναι να αυξήσει τα κέρδη, να ελέγχει την αγορά και να ανακαλύπτει νέες αγορές. Η IG Farben το κέρδος το αύξησε μειώνοντας το εργατικό κόστος χρησιμοποιώντας φυλακισμένους από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Οι κατηγορούμενοι της IG Farben πήραν ενεργά μέρος στην υποδούλωση των κρατουμένων των στρατοπέδων, στην απάνθρωπη καταναγκαστική εργασία, στα βασανιστήρια, την τρομοκρατία και τη δολοφονία τους[13].
Πέντε από τους κατηγορούμενους καταδικάστηκαν κυρίως για τη χρησιμοποίηση κρατουμένων του Άουσβιτς στην κατασκευή του εργοστασίου της IG Farben. Και δεν πρόκειται μόνο για το συγκεκριμένο εργοστάσιο, καθώς σε ευρεία κλίμακα χρησιμοποιήθηκαν κρατούμενοι σε διάφορα εργοστάσιά τους. Σύμφωνα με τον δικαστή του Στρατιωτικού Δικαστηρίου VI Paul M. Hubert το αρχείο όχι μόνο δεν δείχνει κανέναν από τους κατηγορουμένους να αντιτίθεται στην κυβερνητική λύση για τη διάθεση εργατικού δυναμικού για καταναγκαστική εργασία αλλά αντιθέτως φαίνεται πως η IG Farben “συνεργάστηκε πρόθυμα και με χαρά χρησιμοποίησε κάθε νέα πηγή ανθρώπινου δυναμικού”[14]. Το εργοστάσιο στο Άουσβιτς είχε χτιστεί για να δουλεύουν 5.000 εργάτες έφτασε όμως και τους 20.000. Περισσότεροι από 100.000 κρατούμενοι πέθαναν εξ αιτίας των συνθηκών που επικρατούσαν. Με θερμοκρασίες κάτω του μηδενός, χιλιάδες ζούσαν σε τέντες, εργάζονταν με εντατικό ρυθμό από το πρωί έως το βράδυ. Οι συνθήκες ήταν τόσο απάνθρωπες που ξύπναγαν στις 4.30 το πρωί, περπατούσαν τρία τέταρτα για να φτάσουν στο εργοστάσιο και μπορεί να δούλευαν χωρίς φαγητό, εξαντλημένοι. Όποιος αρρώσταινε μπορεί να πέθαινε από το ανελέητο ξύλο ή από τον θάλαμο αερίων που τον πετούσαν ή απλώς να πέθαινε εκεί που δούλευε.[15]
Οι πρωταίτιοι και η τύχη τους
Ο Αμερικανός εισαγγελέας Telford Taylor κατά τη δίκη της Νυρεμβέργης είχε δηλώσει “χωρίς την IG Farben ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν θα ήταν δυνατόν να γίνει”[16]
Μετά τη λήξη του πολέμου τα 24 υψηλόβαθμα στελέχη της εταιρείας συνελήφθησαν και πέρασαν από το δικαστήριο της Νυρεμβέργης με τις κατηγορίες:
-Σχεδιασμός επιθετικού πολέμου σε συνεργασία με το ναζιστικό κόμμα
-Σχεδιασμός της οικονομικής κινητικότητας του πολέμου
-Προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού στους Ναζί
-Κατασκοπεία σε ξένες χώρες με σκοπό το κέρδος
-Συμμετοχή στη λεηλασία της Αυστρίας, Τσεχοσλοβακίας, Πολωνίας, Νορβηγίας, Γαλλίας και Σοβιετικής Ένωσης-Συμμετοχή στη λεηλασία της Αυστρίας, Τσεχοσλοβακίας, Πολωνίας, Νορβηγίας, Γαλλίας, Δανίας, Νορβηγίας, Βελγίου, Ολλανδίας, Γιουγκοσλαβίας, Ελλάδας[17] και Σοβιετικής Ένωσης
-Μαζικές δολοφονίες και υποδούλωση χιλιάδων ανθρώπων κυρίως στα εργοστάσια της IG Farben στο Άουσβιτς και το Μόνοβιτζ
-Χρήση δηλητηριώδους αερίου, δικής τους κατασκευής, για την εξόντωση εκατομμυρίων ανδρών, γυναικών και παιδιών.
-Ιατρικά πειράματα σε υποδουλωμένους ανθρώπους χωρίς τη δική τους συγκατάθεση όπου έκαναν δοκιμές σε εμβόλια, φάρμακα, θανατηφόρα αέρια και άλλα προϊόντα
-Και φυσικά κατηγορήθηκαν για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, εγκλήματα πολέμου
Από τους 24 κατηγορούμενους καταδικάστηκαν οι 8 σε ποινές φυλάκισης από ενάμιση χρόνο έως και οκτώ χρόνια[18].
Το 1936 ο Carl Krauch επικεφαλής του προεδρείου της IG Farben μετακομίζει στο Βερολίνο για να συμμετέχει στο “τετραετές σχέδιο” για την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Σχεδίασε την οικονομική προετοιμασία του πολέμου. Το 1948 στη δίκη της Νυρεμβέργης κρίθηκε ένοχος, καταδικάστηκε σε έξι χρόνια φυλακής, απελευθερώθηκε το 1950 και το 1955 ήταν στο ΔΣ της Huels GmbH.
Ο Fritz ter Meer CEO της Bayer και διευθυντής της IG Farben καταδικάστηκε στις 29 Ιουλίου 1948 για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, γενοκτονία και δουλεία, το 1956 έγινε πρόεδρος της BAYER.
Ο Carl Wurster διευθυντής της IG Farben και πρόεδρος της εταιρείας που παρήγαγε το δηλητήριο Zyklon B το 1947 κατηγορήθηκε για εγκλήματα πολέμου και το 1952 έγινε CEO στην BASF για 13 χρόνια.
Το Σεπτέμβριο του 1955 ο Freidrich Jaehne, που είχε καταδικαστεί σε ενάμιση χρόνο φυλακή, εξελέγη πρόεδρος στην Hoechst[19].
Αρκετοί κατηγορούμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι όταν ανακοινώθηκαν οι ποινές τους αφού ο καιρός της φυλάκισής τους όσο διεξαγόταν η δίκη θεωρήθηκε ως μέρος της ποινής. Όλοι οι κατηγορούμενοι έως το 1951 ήταν ελεύθεροι, οι περισσότεροι μάλιστα κατέκτησαν υψηλές θέσεις σε μεγάλες εμπορικές εταιρείες.
Γιατί όμως σε αυτούς τους εγκληματίες πολέμου, δεν τους αποδόθηκαν οι ποινές που τους άξιζαν, γιατί στην ουσία αφέθηκαν ελεύθεροι όταν η Ευρώπη και ο περισσότερος κόσμος μάζευαν τις πληγές τους από τον καταστροφικότερο πόλεμο που είχαν δει;
Η κρίση της «ομαλής προσγείωσης» των στελεχών της IG Farben δεν μπορεί να ερμηνευτεί αν δεν βάλουμε στο «παιχνίδι» και τον παράγοντα Σοβιετική Ένωση. Ήταν ο κύριος εχθρός για την αστική τάξη της δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ. Η Σοβιετική Ένωση όχι μόνο εξακολουθούσε να υπάρχει μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά βγήκε πιο ισχυρή, δυνατή και δημοφιλής σε όλο τον κόσμο. Όλα τα σφυριά έπρεπε να χτυπούν συντονισμένα προς την ανατολή. Ο κίνδυνος ήταν εκεί και όχι στους ναζί.
Ο ψυχρός πόλεμος έκανε δειλά δειλά την εμφάνισή του.
Βιβλιογραφία
Ambruster Howard Watson, Treason’s peace, German dyes and american dupes, A crossroads press book, 1947
Blick Robin, Fascism in Germany: How Hitler Destroyed the World’s Most Powerful Labour Movement, Steyn Publications, 1975
Borkin Joseph, The crime and punishment of I.G. Farben, 1979
Chandler A.D., JR, with the assistance of Takashi Hikino, Scale and Scope: The Dynamics of Industrial Capitalism, Belknap Harvard University Press, Cambridge, MA, 1990
Cornwell John, Hitler’s Scientists, Science, War and the Devil’s Pact, Penguin Books, London, 2003
Dogan, Muhsin, Making Innovative Chemical Giants: A Firm-Level Analysis of IG Farben and DuPont, Science and Technology Policy Studies, Middle East Technical University, Turkey
Dubois Josiah E., The Devil’s Chemists, 24 conspirators of the International Farben cartel who manufacture wars, The Beacon Press, Boston, 1952
Edmund L. Andrews, I.G. Farben: A Lingering Relic of the Nazi Years, The N ew York TImes, May 2, 1999
Europe since 1914, Encyclopedia of the age of war and reconstruction, vol 5, Thomson
Hayes Peter, Industry and Ideology: I. G. Farben in the Nazi Era, Cambridge University Press, 2001
Historical review of developments relating to aggression, United Nations, New York, 2003
Law reports of trials of war criminals, Selected and prepared by the UN war crimes commission, Volume X, The I.G. Farben and Krupp trials, London, 1949
Medoff Rafael, Blowing the whistle on genocide, Purdue University Press, 2009
Overy R.J., War and economy in the Third Reich, Clarendon Press, Oxford, New York, 2002
Scherner Jonas, Industrial Investment in Nazi Germany: The Forgotten Wartime Boom, University of Mannheim/Yale University, March 2006
Thad Allen Michael, The Business of Genocide: The SS, Slave Labor, and the Concentration Camps, The University of North Carolina Press, 2002
Werner Plumpe, German economic and business history in the 19th and 20th centuries, Palgrave Macmillan, London, 2016
[1] Cornwell John, Hitler’s Scientists, Science, War and the Devil’s Pact, Penguin Books, London, 2003, σ.57
[2] John Cornwell, Hitler’s scientists, Science, war and the devil’s pact, Penguin books, London, 2003, σ. 323
[3] Dubois Josiah E., The Devil’s Chemists, 24 conspirators of the International Farben cartel who manufacture wars, The Beacon Press, Boston, 1952, σ.158, 310, 238, 310
[4] Ο Γ.Δημητρόφ στο λόγο του για το φασισμό στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς είπε “Η πιο αντιδραστική μορφή φασισμού είναι αυτός της Γερμανίας. Ο γερμανικός φασισμός έχει το θράσος να ονομάζεται Εθνικός Σοσιαλισμός, αν και δεν έχει τίποτα κοινό με το σοσιαλισμό. Ο γερμανικός φασισμός είναι αποκλειστικά ο εθνικισμός της αστικής τάξης, είναι ένας διαβολικός σοβινισμός”, Georgi Dimitrov, Selected Works Sofia Press, Sofia, Volume 2, 1972
[5] Στις 27 Φεβρουαρίου 1933, στέλνει στο “National Treuhand”, που ήταν το επίσημο ταμείο του ναζιστικού κόμματος, 400.000 μάρκα. Την ίδια ημέρα, το βράδυ, οι Ναζί βάζουν φωτιά στη γερμανική Βουλή η οποία καταστρέφεται ολοσχερώς.
[6] Δεν είναι λίγοι οι ιστορικοί οι οποίοι αθωώνουν την αστική τάξη της Γερμανίας που χρηματοδότησε και στήριξε τον Χίτλερ. Οι προσεγγίσεις ποικίλουν αλλά το συμπέρασμα είναι το ίδιο. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
-Το κεφάλαιο της Γερμανίας στην προσπάθειά του να ανορθωθεί η παλιά ένδοξη κυρίαρχη Γερμανία χρηματοδότησε τον Χίτλερ [Alan Bullock, A study in Tyranny, London 1960].
-Πολιτικά ανώριμοι επιχειρηματίες στήριξαν τον Χίτλερ με την ελπίδα μόλις αυτός έρθει στην εξουσία να τους δώσει προνόμια [William Shirer, The Rise and Fall of the Third Reich, London 1962].
-Αθωωτικές προσεγγίσεις όπου οι “τυφλοί”, “άστοχοι” και “πολιτικά ανώριμοι” μπουρζουάδες εξαπατήθηκαν από τον Χίτλερ. Ενώ πίστευαν ότι ο Χίτλερ εξαρτάται από αυτούς κατάλαβαν εκ των υστέρων ότι χρησιμοποιούσε γκαγκστερικές μεθόδους [AJP Taylor, The course of German History, London 1967]
[7] The IG Farben Trial, The United States of America vs. Carl Krauch et al. US Military Tribunal Nuremberg, Judgment of 30 July 1948
[8] Chandler A.D., JR, with the assistance of Takashi Hikino, Scale and Scope: The Dynamics of Industrial Capitalism,Belknap Harvard University Press, Cambridge, MA, 1990, σ. 581
[9] Το Άουσβιτς ήταν το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης που χτίστηκε από τους Γερμανούς στην Κρακοβία της Πολωνίας.
Ήταν σύμπλεγμα και περιελάμβανε το Άουσβιτς I, το Άουσβιτς ΙΙ (Μπίρκεναου) και το Άουσβιτς ΙΙΙ (Μόνοβιτς ή Μπούνα)
[10] Overy R.J., War and economy in the Third Reich, Clarendon Press, Oxford, New York, 2002, σ.318, 322, 334-335. Blick Robin, Fascism in Germany: How Hitler Destroyed the World’s Most Powerful Labour Movement, Steyn Publications, 1975
[11] Dubois Josiah E., The Devil’s Chemists, 24 conspirators of the International Farben cartel who manufacture wars, The Beacon Press, Boston, 1952, σ.54
[12] Το αέριο Zyklon B κατασκευάστηκε στη Γερμανία στα μέσα της δεκαετίας του 1920 και έμεινε στην ιστορία για τη χρήση του στα στρατόπεδα του θανάτου. Υπολογίζεται πως από αυτό το αέριο σκοτώθηκαν ο ένας στους έξι από τους κρατουμένους των ναζί. Το όνομα του Zyklon B ταυτίστηκε με το Ολοκαύτωμα. Το θανατηφόρο αυτό αέριο είχε προταθεί να χρησιμοποιηθεί το 1939 στο μυστικό πρόγραμμα των Ναζί Aktion T4 όπου σκόπευαν να θανατώσουν τους διανοητικά ανάπηρους ασθενείς αλλά προτάθηκε το μονοξείδιο του άνθρακα. Για πρώτη φορά για εγκληματική χρήση χρησιμοποιήθηκε το Σεπτέμβριο του 1941 σε κρατούμενους από τη Σοβιετική Ένωση και σε “ανίκανους προς εργασία”. Το Zyklon B συνέχισε να πωλείται στην αγορά έως το 1974, βλέπε Europe since 1914, Encyclopedia of the age of war and reconstruction, vol 5, Thomson, σ.2821-2823
[13] Michael Thad Allen, The Business of Genocide: The SS, Slave Labor, and the Concentration Camps, σ.168
[14] Dissenting opinion of Judge Hebert on the charges of slave labor, The IG Farben trial, US Military Tribunal Nuremberg Judgment of 30 July 1948, σ.169
[15] Dubois Josiah E., The Devil’s Chemists, 24 conspirators of the International Farben cartel who manufacture wars, The Beacon Press, Boston, 1952, σ.222-223
[16] Χρειάστηκε να περάσουν 60 χρόνια από τη δίκη της Νυρεμβέργης για να δημοσιοποιηθούν στο διαδίκτυο τα πρακτικά της δίκης
[17] Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο P. Haynes η IG Farben ενδιαφερόταν για τα κράτη στα νοτιοανατολικά της Ευρώπης, όπως η Ελλάδα, όμως δεν μπόρεσε να εκμεταλλευτεί όπως ήθελε τις εδώ βιομηχανίες επειδή το Γ΄Ράιχ είχε παραχωρήσει την εκμετάλλευσή τους στην Ιταλία. Η IG Farben ενδιαφερόταν κυρίως για τα ελληνικά λιπάσματα και για την εταιρεία της οικογένειας Οικονομίδη (ΧΡΩΠΕΙ) όμως δεν κατάφερε να τις ενσωματώσει, Hayes, P., Industry and ideology, σ. 313-314.
[18] Records of the United States Nuremberg War Crimes Trials, United States of America v. Carl Krauch et al., August 14,1947 – July 30, 1948, σ.7
[19] Cornwell John, Hitler’s Scientists, Science, War and the Devil’s Pact, Penguin Books, London, 2003, σ.327
- Η Ελένη Νικολαϊδου είναι καθηγήτρια, ιστορικός
e-prologos.gr