Η χρηματοδότηση των αστικών πολιτικών κομμάτων είναι ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας. Αίσθηση προκαλεί ο πακτωλός των χρημάτων που ανά τακτά χρονικά διαστήματα λαμβάνουν τα κόμματα από τον κρατικό κορβανά, δηλαδή από την φορολογία των πολιτών οι οποίοι στενάζουν κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσης. Λαμβάνοντας στο παρελθόν δάνεια με εγγύηση «αέρα», επιτυγχάνουν χαριστικές ρυθμίσεις από τις τράπεζες που ένα απλό νοικοκυριό δεν θα τις έβλεπε ούτε στα πιο τρελά του όνειρα. Και όλα τα παραπάνω σε μία χώρα που στην Βουλή ψηφίζονται εν κρυπτώ τροπολογίες που απαλλάσσουν από ποινικές ευθύνες πολιτικούς και ανώτερα στελέχη των τραπεζών και η δικαιοσύνη αποδεικνύεται επιλεκτικά τυφλή, ένα παίγνιο στην ουσία στο τσίρκο των πολιτικών εντυπώσεων.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Στο ελληνικό πολιτικό τοπίο υπάρχουν τρεις μορφές κρατικής χρηματοδότησης για τα πολιτικά κόμματα. Η ετήσια που δίνεται κατά την διάρκεια της κάθε χρονιάς, η εκλογική χρηματοδότηση σε περίπτωση διεξαγωγής εκλογών ή ευρωεκλογών και η έκτακτη οικονομική ενίσχυση δήθεν για ερευνητικούς και επιμορφωτικούς σκοπούς. Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημάνουμε ότι τα χρήματα των φορολογουμένων αντί να αξιοποιούνται για να απολαμβάνουν οι πολίτες ουσιαστικές υπηρεσίες υγείας, παιδείας και κοινωνικής πρόνοιας, αντί να γίνονται δημόσιες επενδύσεις και να δημιουργούνται θέσεις εργασίας, καταλήγουν στις τσέπες των πολιτικών κομμάτων. Οι πολίτες ακόμα και αν δεν ψηφίσουν ποτέ τα συγκεκριμένα κόμματα, πληρώνουν κάθε χρόνο κανονικά τα λειτουργικά τους έξοδα, αλλά και τα έξοδα του προεκλογικού αγώνα και κάθε είδους άλλη δαπάνη. Το ύψος της κρατικής χρηματοδότησης υπολογίζεται αναλόγως με τα ποσοστά που έλαβε το κάθε κόμμα στις τελευταίες εκλογές. Και όλα αυτά σε ένα καθεστώς πλήρους αδιαφάνειας και συγκάλυψης. Είναι χαρακτηριστικό ότι τους πρώτους μήνες του 2018 η ίδια η αρμόδια επιτροπή του «πόθεν έσχες» του ελληνικού κοινοβουλίου εντόπισε όργιο παρατυπιών στη διαχείριση της κρατική επιχορήγησης, αλλά δεν προέβη φυσικά σε καμία κύρωση με την δικαιολογία ότι τα ελληνικά κοινοβουλευτικά κόμματα αντιμετωπίζουν δυσκολίες και χρειάζονται μία περίοδο προσαρμογής στις νέες οικονομικές συνθήκες! Εννοείται φυσικά πως η κρατική επιχορήγηση δεν φορολογείται.
Πέρα όμως από τα παραπάνω τα κόμματα του ελληνικού κοινοβουλίου πολλές φορές στο παρελθόν προσέφυγαν σε «προνομιακό» δανεισμό από τις τράπεζες. Το θέμα των χρεών των κοινοβουλευτικών κομμάτων προς τις τράπεζες δεν είναι καινούργιο, αλλά ήρθε ξανά στην επικαιρότητα στις αρχές του Σεπτέμβρη όταν ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Άδωνις Γεωργιάδης, μετά από αγωγή που κέρδισε η τράπεζα Πειραιώς προέβη σε προκλητικές δηλώσεις σε διάφορα ΜΜΕ ζητώντας να διαγραφούν τα χρέη της αξιωματικής αντιπολίτευσης λόγω οικονομικών δυσκολιών! Δεν δίστασε μάλιστα να παρομοιάσει τις οικονομικές δυσκολίες της ΝΔ με εκείνες που αντιμετωπίζει ο ελληνικός λαός… Υπολογίζεται ότι τα κόμματα του παλιού δικομματισμού, Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ, χρωστούν πάνω από 500 εκατομμύρια ευρώ από διάφορα δάνεια που είχαν συνάψει στο παρελθόν με εγγύηση την κρατική χρηματοδότηση που θα λάμβαναν μέχρι το… 2020! Δηλαδή τα αστικά κόμματα λάμβαναν δάνεια προεξοφλώντας ότι στο μέλλον θα έπαιρναν στις εκλογές γύρω στο 40% ο καθένας, για να εφαρμόσουν εκείνο το είδος της πολιτικής που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των τραπεζιτών. Οι πολιτικές εξελίξεις όμως τους χάλασαν τα μεγαλεπήβολα σχέδια με αποτέλεσμα αυτοί που κουνούν το δάχτυλο στον ελληνικό λαό να έχουν σταματήσει την αποπληρωμή των δανείων από το 2011. Όσον αφορά τις τράπεζες στις οποίες χρωστούν, τη μερίδα του λέοντος κατέχουν η Εθνική και η Πειραιώς, που εξαγόρασε την Αγροτική Τράπεζα, ενώ ακολουθούν η Eurobank και η Marfin.
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας έδωσε εντολή για συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής στη Βουλή Η χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων για τα χρέη των κομμάτων. Η επιτροπή διαπίστωσε σωρεία αδικημάτων και παρατυπιών. Καταρχάς, οι τράπεζες δεν τήρησαν καμία διαδικασία ελέγχου με αποτέλεσμα να υπάρχει ακόμη και η περίπτωση να ενεχυριαστεί η ίδια κρατική χρηματοδότηση συγκεκριμένης περιόδου σε διαφορετικές τράπεζες! Από την άλλη πλευρά υπάρχει τεράστιο σκάνδαλο διαπλοκής, καθώς στην περίπτωση της ΕΤΕ και της Αγροτικής, οι κυβερνήσεις διόριζαν στο παρελθόν τα διευθυντικά στελέχη τα οποία με την σειρά τους χορηγούσαν τα δάνεια σε ΠΑΣΟΚ και ΝΔ!
Σε αυτό το σημείο και για να μην υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία για το πού θα καταλήξει η υπόθεση, να αναφέρουμε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που κάποια εξεταστική επιτροπή της Βουλής και η αστική δικαιοσύνη ασχολούνται με το θέμα για να μπει έπειτα στο αρχείο. Το 2013 επί συγκυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου ο εισαγγελέας Καλουδής εξέδωσε ένα πόρισμα που βασίστηκε στο αντίστοιχο πόρισμα της Τράπεζας της Ελλάδος για τα δάνεια που χορηγήθηκαν στα κοινοβουλευτικά κόμματα για την περίοδο 2000-2011. Στο πόρισμα αυτό γινόταν αναλυτική αναφορά στα φαινόμενα διαπλοκής πολιτικών και ανώτατων τραπεζικών υπαλλήλων και ζητήθηκε η άσκηση δίωξης κατά συγκεκριμένων προσώπων. Η υπόθεση όμως «πάγωσε» για ένα μήνα μέχρι το βράδυ της 4ης Απριλίου 2013. Τότε τρεις βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, οι κ.κ. Δημήτριος Χριστογιάννης, Δημήτριος Τσουμάνης και Διονύσης Σταμενίτης, λίγη ώρα προτού ολοκληρωθεί η συζήτηση του νομοσχεδίου που είχε καταθέσει το υπουργείο Ανάπτυξης για «Διαμόρφωση φιλικού αναπτυξιακού περιβάλλοντος για τις στρατηγικές και ιδιωτικές επενδύσεις και άλλες διατάξεις», έφεραν προς ψήφιση τροπολογία που αμνήστευε –αναδρομικά- τους τραπεζίτες που άναψαν το «πράσινο φως» για την εκχώρηση των κομματικών δανείων! Την τροπολογία ψήφισαν φυσικά οι παρόντες βουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
Επίσης, αξίζει να αναφέρουμε ότι την ίδια περίοδο που τα σπίτια του ελληνικού λαού «βγαίνουν στο σφυρί» η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έφερε το Μάρτιο του 2018 προς ψήφιση στη Βουλή τροπολογία η οποία ορίζει ότι η κρατική επιχορήγηση μέχρι και στο 50% είναι ακατάσχετη από απαιτήσεις τραπεζών, ακόμη και αν τα δάνεια που έχουν συνάψει τα πολιτικά κόμματα δεν εξυπηρετούνται.
Και αν νομίσει κανείς ότι χέρι στα λεφτά του ελληνικού λαού έχουν βάλει μονάχα τα αστικά κόμματα, τότε κάνει φρικτό λάθος. Χαρακτηριστικά στις θέσεις του κεντρικού συμβουλίου της ΚΝΕ για το 12ο συνέδριο και ειδικά στη θέση 33 που αφορά την βελτίωση των οικονομικών της οργάνωσης διαβάζουμε: «Το ΚΚΕ και η ΚΝΕ δρουν, δρούσαν και θα δρουν πάντα στηριζόμενα στις συνδρομές και τις εισφορές των μελών και των φίλων.» Ουδέν ψευδέστερον! Χρόνια τώρα το ΚΚΕ λαμβάνει κάθε είδους κρατική χρηματοδότηση για να καλύψει τις λειτουργικές του δαπάνες. Και αν η αρπαγή των χρημάτων των πολιτών είναι μία φορά ανήθικη για τα κόμματα της αστικής τάξης, είναι πολλαπλά χειρότερη για εκείνους που λογοκοπούν δήθεν επαναστατικά στο όνομα του λαού και της εργατικής τάξης. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλές φορές στο παρελθόν κατά την προεκλογική περίοδο το ΚΚΕ μέσα από τα ΜΜΕ που είχε στον έλεγχό του πρόβαλε σποτάκια των αστικών πολιτικών κομμάτων, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που στις σελίδες του Ριζοσπάστη υπάρχουν ολοσέλιδες διαφημίσεις των υπουργείων της κυβέρνησης και τραπεζικών ιδρυμάτων!
Και αν το ΚΚΕ κομπάζει με κουτοπόνηρα επιχειρήματα ότι παίρνει τα λεφτά του αστικού κράτους και των τραπεζών, για να τα στρέψει εναντίον τους, όποιος θέλει να σκέφτεται και να πράττει ρεαλιστικά αντιλαμβάνεται ότι η οικονομική εξάρτηση έχει ως αποτέλεσμα την πολιτική εξάρτηση και την παροχή ανταλλαγμάτων. Κι αν δει κανείς τα πεπραγμένα του ρεβιζιονισμού στη χώρα μας, εύκολα αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι λίγες οι φορές που λειτούργησε ως «πυροσβέστης» κάθε φορά που η λαϊκή αγανάκτηση θέριευε και αναζητούσε διέξοδο.
Κώστας Π.
Το άρθρο είναι δημοσιευμένο στο περιοδικό Πορεία .